19ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ: Μία ενδεκάδα ελληνικές ταινίες!
Από ένα αρχικό πακέτο που περιελάμβανε κοντά στις 110 ταινίες, στο 19ο Φεστιβάλ έφτασαν εντέλει λίγο περισσότερες από τις μισές, δηλαδή οι 64, ενώ οι 30 εξ αυτών φιλοξενήθηκαν στο γενναιόδωρο τμήμα του Ελληνικού Πανοράματος. Σ’ αυτό το σώμα βρίσκουμε κάθε καρυδιάς καρύδι. Ξεχωρίζουμε ιδιαίτερα το «Ο ελκόμενος επί κρημνού, Κρήτη 1947» του Κώστα Νταντινάκη, που καταπιάνεται με μια από τις πολλές σκοτεινές πτυχές της εμφυλιακής ιστορίας. Πρόκειται για τη φρικιαστική στην εκτέλεσή της δολοφονία ενός ιερέα, μέλους του Ε.Α.Μ., που αφού βασανίστηκε απάνθρωπα από παρακρατικούς, στο τέλος το άψυχο κορμί του πετάχτηκε σ’ έναν γκρεμό. Η Κρήτη, όπως είχαμε δει και στο σπουδαίο «Άλλος δρόμος δεν υπήρχε» του Σταύρου Ψυλλάκη, έζησε στο πετσί της τέτοιες διόλου χαρωπές ιστορίες.
Επίσης στο Ελληνικό Πανόραμα εντάχθηκε το μικρού μήκους «Σκέφτομαι τα κορίτσια που αγάπησαν». Σκηνοθετούν οι Γιώργος Μπουγιούκος και Σπύρος Σκάνδαλος. Το φιλμ θα μπορούσε και να ονομάζεται «Η περίπτωση Περικλή Κοροβέση», καθώς είναι μια αναγκαστικά ανεκδοτολογική, λόγω της διάρκειάς της, παρουσίαση της περσόνας του. Είναι ένας λογοτέχνης και πολιτικός, ένας συγγραφέας και ακτιβιστής, αλλά πάνω απ’ όλα ένας άνθρωπος με τα προτερήματα και τα ελαττώματά του, με τα γούστα και τις αδυναμίες του. Σκανδαλώδεις ατάκες, αλλά και ψαγμένες ιστορικές αναφορές, μοναχικές στιγμές, αλλά και καταβύθιση -μέσω μιας τσιπουροκατάνυξης σ’ ένα επαρχιακό καφενείο- στην οικειότητα της παρέας. Ασπρόμαυρο road-movie, αν θέλαμε με το ζόρι να κατατάξουμε κάπου αυτό το ανθρωποκεντρικό ιδιαίτερο ντοκιμαντέρ, αγαπιέται εύκολα.
Εδώ, στη Θεσσαλονίκη, ορισμένες (τουλάχιστον) γυναίκες είναι «Στρίγγλες». Αφήνοντας το Ελληνικό Πανόραμα και ασχολούμενοι με τα μουσικά ντοκιμαντέρ, εστιάζουμε στο φωνητικό συγκρότημα που μας παρουσιάζει εκτενώς ο Άγγελος Κοβότσος. Ένα γυναικείο γκρουπ, με καταπληκτικά λαρύγγια, που δεν χρειάζονται τη συνοδεία κανενός οργάνου για να παραγάγουν μουσική. Αρκεί η ένωση των φωνών τους! Πώς να αντέξει όμως η καθεμιά τους στη συγκεκριμένη οικονομική δυσπραγία, πώς να ξεπεράσει και τα προσωπικά της, πώς να μη συγκρουστεί με μια ή και με όλες τις άλλες, όταν η συνύπαρξή τους μοιάζει σχεδόν με… γάμο; Στο κάτω κάτω μιλάμε για Στρίγγλες, που η κάμερα πλησιάζει άλλοτε διακριτικά, άλλοτε αποθεωτικά, άλλοτε καλώντες τες να εξομολογηθούν κι άλλοτε πάλι να χαλαρώσουν σαν να μην είναι εκεί.
Περνάμε στην κατηγορία Περιβάλλον. Εδώ βρίσκουμε την καλύτερη δουλειά του Μενέλαου Καραμαγγιώλη, αν όχι ever, πάντως εδώ και πολλά πολλά χρόνια. Όταν γυρίζει σινεμά τεκμηρίωσης, ο Καραμαγγιώλης είναι από τους κορυφαίους στον τόπο μας και το αποδεικνύει στο “Greek animal rescue”. Θα το ομολογήσουμε: είναι ενοχλητικό να ονοματοδοτούνται τόσες ελληνικές ταινίες στα αγγλικά ή σε όποια ξένη γλώσσα και να μην έχουν και ελληνικό τίτλο, αλλά αυτό δεν αφορά στη συγκεκριμένη περίπτωση, αφού απλά πρόκειται για την οργάνωση που ίδρυσε μια Αγγλίδα πριν αρκετά χρόνια. Στόχος της; Η προστασία και φιλοξενία (ει δυνατόν) των αδέσποτων σκυλιών, που της φανέρωσαν μια άλλη Ελλάδα στη διάρκεια των διακοπών της.
Πλάι στη χώρα με τις υπέροχες θάλασσες, δίπλα στα καλλωπισμένα κέντρα πλούτου των μεγαλουπόλεων, κυκλοφορούν ταλαιπωρημένα, παρατημένα, κακομεταχειρισμένα χιλιάδες τετράποδα. Συνήθως επειδή κάποια δίποδα τα παράτησαν, τα έδιωξαν, τα χτύπησαν. Η καταγραφή της προσπάθειας εθελοντών από το εξωτερικό επί χρόνια να διασώσουν ό,τι μπορούν έρχεται να μιλήσει ευθέως για την αδέσποτη Ελλάδα, που βολοδέρνει, αναζητώντας κι αυτή τη σωτηρία της. Σαφέστατα αλληγορική η προσέγγιση του σκηνοθέτη στην αναζήτηση έξωθεν βοήθειας για να ξεπεραστεί η έσωθεν προκαλούμενη κρίση επιβίωσης.
Ίσως η πιο αγαπημένη θεματική για τους θεατές του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ, από μια πρόχειρη εμπειρική δημοσκόπηση, είναι αυτή των ταινιών για τη Μνήμη και την Ιστορία. Ακριβώς τούτες οι δύο έννοιες συνυπάρχουν στο «Πορτραίτο του πατέρα σε καιρό πολέμου» του Τίμωνος Κουλμάση. Με εκκίνηση από το love story του Ελληνογερμανού μπαμπά του με νεαρή Ελληνίδα στα χρόνια 1939-45, δηλαδή πάνω στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Κουλμάσης παλεύει να αντιληφθεί τι πιθανότητες έχει τελικά ο άνθρωπος να ξεπεράσει το γραφτό του, τι πιθανότητες έχει το μεμονωμένο πρόσωπο να ξεφύγει από τις βουλές των συνόλων, από τη μοίρα του λαού στον οποίο ανήκει.
Θέτει ζητήματα όπως ο διχασμός για το σε ποιαν πατρίδα ανήκει κανείς, σε περιπτώσεις σαν του πατρός Κουλμάση, αλλά και στο αν και κατά πόσο δύναται να αντισταθείς σε όσα τρομερά συμβαίνουν γύρω σου (αν και όποτε τα αντιληφθείς, μια που έχεις «θολώσει» από τον έρωτα, το πάθος ή και -αντίθετα- το μίσος). Παίζει με την παράλληλη και παράπλευρη ιστορία, εντοπίζει κι άλλες απώλειες πολέμου, χώρια από τις άτυχες ζωές. Συνάμα, με παράπονο αναφέρεται στη διαφορά «φαίνεσθαι» και «είναι»: τι φαίνεται στους γύρω ο πατέρας του και τι είναι στ’ αλήθεια; Μήπως η τελική του επιλογή δεν ήταν καν επιλογή;
Μέσα στο μήνα, απ’ ότι ακούγεται, μάλλον θα βρει άμεση διανομή η επόμενη ιστορική ταινία της ενδεκάδας μας. Ο Φώτος Λαμπρινός δεν χρειάζεται συστάσεις, όμως «Η μεγάλη ουτοπία» που εικονίζει στο εκπληκτικό αρχειακό υλικό που έχει μαζέψει, συρράψει και εξαιρετικά σκηνοθετήσει, μας υποχρεώνει να σας την παρουσιάσουμε με τον δέοντα σεβασμό για ένα όραμα που κυριάρχησε ακριβώς πριν από έναν αιώνα. Και χάνεται πια στον ορίζοντα.
Η μεγάλη σοβιετική επανάσταση δεν μας έχει αγγίξει ποτέ τόσο πολύ, καθώς πλείστα όσα τυπώνονται στο φακό μοιάζουν σοκαριστικά και συγκλονιστικά πρωτόγνωρα. Τα αγνοούσαμε και μέρος τους μπορεί να το αγνοούμε και για πάντα, μια που πολλές πτυχές ενός τέτοιου γιγαντιαίου ιστορικού γεγονότος αργούν υπερβολικά να φανερωθούν. Υπήρχε και στον υπαρκτό σοσιαλισμό ο λεγόμενος “τρίτος δρόμος” και τι ή ποιος δεν επέτρεψε να ακολουθηθεί αυτός; Παρέχονται απαντήσεις!
Στάση περί Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. “The snake charmer” σημαίνει «Ο γητευτής των φιδιών». Η Νίνα Μαρία Πασχαλίδου μας μεταφέρει μακριά. Στο Bollywood, εκεί όπου το σινεμά παίρνει την πιο λαϊκή και διασκεδαστική μορφή του. Αν κάποιος μέγας αστέρας, όμως, θελήσει να διαφοροποιηθεί και να ευαισθητοποιήσει τον κόσμο για κοινωνικά θέματα, άραγε θα πείσει; Και, αλήθεια, όντως ενδιαφέρεται ο σούπερ παρουσιαστής για τα αμέτρητα θύματα βιασμών στην Ινδία ή μήπως παίζει κι αυτός το ρόλο του; Πότε είναι ηθοποιός και πότε… άνθρωπος;
Στο Καλειδοσκόπιο το Φεστιβάλ περιλαμβάνει ουσιαστικά οποιαδήποτε άλλη θεματική. Έτσι, εδώ βρίσκουμε τρία από τα ντοκιμαντέρ που αγαπήσαμε περισσότερο. Πιο μικρό στο μάτι, λόγω του μεγέθους του (είναι περίπου ημίωρο) είναι ένα… ψάρι. Ο «Ι.Χ.Θ.Υ.Σ.» του Χρήστου Καραλιά είναι η bright side of the moon του «Κυνόδοντα»! Σε μια παρόμοια αυλή, σε όμοια σχεδόν απομόνωση από τα πάντα, με εκπαίδευση παρεχόμενη μόνο από τους (μορφωμένους και πιστούς στον Χριστό και στα Θεία) γονείς, υπάρχει ελπίδα να προκύψει “νορμάλ” και μάλιστα αξιόλογη φαμίλια; Νομίζω ότι ο Καραλιάς γνέφει καταφατικά, βλέπει την πανταχού παρούσα αγάπη να ξεπερνά τα εμπόδια της έλλειψης κοινωνικοποίησης, αφήνει παράθυρο (και όχι χαραμάδα) αισιοδοξίας για μια άλλη εκπαίδευση, αρκεί να μην ξεπεραστούν κάποια όρια. Και κάπου εντάσσει και τον πολιτισμό ως έναν από τους καταλύτες εξέλιξης…
Στο ίδιο ευρύ πλαίσιο, μια κοπέλα, η Στέλλα Νικολέττα Δροσσά σκηνοθετεί τις… «Απούσες». Εμείς έτσι βαφτίζουμε το “Wie bojen im meer”, που δεν ξέρουμε ούτε να προφέρουμε! Αν στο αριστούργημα του Νίκου Γραμματικού, ήρωες ήταν μια παρέα αγοριών και εγκληματούσε εις βάρος τους ο πανδαμάτωρ χρόνος (1986 ο θρίαμβος – 1994 η συντριβή), εδώ συναντούμε μια παρέα κοριτσιών, που σε μια εξαετία (2010 – 2016) βιώνουν περίπου την ίδια ραγδαία αλλαγή συναισθημάτων, την ίδια κατάρρευση προσδοκιών, την ίδια σταδιακή διάλυση της φιλίας τους. Το μεγάλο εύρημα (που δεν είναι μύθος, αλλά συγκλονιστική πραγματικότητα) του φιλμ είναι επίσης η προσέγγιση του κύκλου της ζωής, μέσα από τον κύκλο των κρίσεων της Ελλάδας.
Οι κοπέλες που γνωρίζουμε αποτελούν κόρες μεταναστών στην τότε Δυτική Γερμανία. Οι πατεράδες και οι μαμάδες τους υποχρεώθηκαν να αφήσουν τον τόπο τους για να επιβιώσουν. Τα παιδιά τους, αυτά τα κορίτσια, πίστεψαν λίγα χρόνια πριν, στο μαγικά πλάνο 2004, ότι είχε έρθει η ώρα της επιστροφής. Κι όμως, ξανά θα υποχρεωθούν να φύγουν, θα μεταναστεύσουν κι αυτές. Κι ας σιχαίνονται τη μουντή και πλούσια Γερμανία. Κι ας αγαπούν την ηλιόλουστη και φτωχή Ελλάδα. Θα συμβιβαστούν, αλλά και θα παλέψουν. Όπως η καθεμιά μπορεί. Και ίσως επιζήσει και μια μικρότερη παρέα…
Τρίτη και τελευταία ταινία της ομάδας Καλειδοσκόπιο που διαλέξαμε για την 11άδα μας είναι τα προκλητικά στον τίτλο τους «Βυζιά». Η Ανιές Σκλάβου και ο Στέλιος Τατάκης, που τα σκηνοθετούν, μας θυμίζουν με τρυφερότητα ότι πέρα από ένα από τα ωραιότερα (αν όχι το ωραιότερο) και πιο ποθητά μέρη του γυναικείου κορμιού, είναι σύμβολο της νέας ζωής, με το γάλα που της παρέχουν. Ωστόσο, τα πάντα σοβαρεύουν όταν τα βυζιά ονομαστούν απλά ιατρικά μαστοί και από σύμβολο θηλυκότητας και ομορφιάς γίνουν κέντρο επίθεσης ξένων εισβολέων στο κορμί. Οι όγκοι, οι τομές, οι μάχες για να μη χαθεί η έννοια της γυναίκας, αλλά και η ίδια η ζωή: όλα φτιαγμένα προσεγμένα και χωρίς ούτε να προβοκάρουν ούτε να πέφτουν στο φτηνό μελόδραμα.
Το φιλμ που αφήσαμε για το τέλος ήταν για μας η αποκάλυψη του Φεστιβάλ. Εντάχθηκε στο Διεθνές Διαγωνιστικό Πρόγραμμα και βραβεύτηκε δικαίως από την Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου. Γυρίστηκε από έναν (πρώην;) ναρκομανή! Το “Village Potemkin” του Δομήνικου Ιγνατιάδη είναι μια κατάθεση βιωμάτων, με ειλικρίνεια και χωρίς πασαλείμματα. Ο σκηνοθέτης από την Αλεξάνδρεια Ημαθίας λέει στην κάμερα την αλήθεια: Ότι οι χρήστες ξεκινούν θεωρώντας στην αρχή το ναρκωτικό σαν γιατρικό! Έτσι νομίζουν, μην κατορθώνοντας διαφορετικά να ξεπεράσουν τα προβλήματα επικοινωνίας που αντιμετωπίζουν, επαφής με την οικογένεια και το περιβάλλον, κατάθλιψης. Όταν αρχίσει η αρρώστια, τότε ανεβαίνουν και το γολγοθά τους. Πώς θα επέλθει η ανάρρωση και ο καθαρισμός;
Να άλλη μια χρήση της κινηματογραφικής κάμερας. Είναι στην περίπτωση του Δομήνικου το αναγκαίο μέσο αυτοψυχανάλυσης και απεξάρτησης. Ίσως η εξάρτηση από το σινεμά να είναι μια κάποια λύση; Παράλληλα, με αυτήν την κοπιαστική πορεία φυγής από το προσωπικό κακό, ο Ιγνατιάδης τολμά -πολύ πιο εύστοχα από αρκετούς μεγαλοσχήμονες- ένα καυστικό σχόλιο για την Πολιτεία. Το «Χωριό Ποτέμκιν» ήταν ένα κατασκεύασμα του Στρατηγού Ποτέμκιν για τα μάτια της Αικατερίνης της Μεγάλης. Ήθελε να της μοστράρει κάτι ανύπαρκτο και τέλειο για να την εντυπωσιάσει. Αμέσως μόλις εκείνη έφυγε, το Χωριό έπαψε να υπάρχει. Ποια η σχέση με την Αθήνα του 2004, με την Ελλάδα του ψεύτικου πλούτου και των «καθαρών» από πόρνες και ναρκομανείς δρόμων;
Σας παρουσιάσαμε, αρκετά αναλυτικά, τη βασική 11άδα που κατεβάζουμε ως ομάδα ελληνικού ντοκιμαντέρ 2017. Οι επιλογές αυτές δεν σημαίνουν φυσικά ότι δεν υπήρχαν άλλες σχεδόν τόσες ταινίες, που ίσως εδώ αδικήσαμε. Τα γούστα είναι πάντα υποκειμενικά. Άλλωστε και σε μια ενδεκάδα δεν χωρούν, λ.χ., τρεις σέντερ φορ! Έτσι δεν είναι;
*Aναδημοσίευση από το cinedogs.gr, κινηματογραφικό συνεργάτη του Artcore magazine