25, της Adele: Tο πιο επιτυχημένο album της χρονιάς για όλους τους λάθος λόγους
Ειλικρινά, συμπαθώ αυτό το κορίτσι όσο λίγα στο σύγχρονο stardom (μπλιαχ). Κυρίως επειδή μέχρι τώρα έδειχνε ότι μπορεί να κρατάει τις αποστάσεις της από τη σήψη της διασημότητας και να ξεχωρίζει τα σημαντικά πράγματα. Η Adele που πέρασε από το στάδιο της «ανυπαρξίας» του “19” στο απόλυτο ζενίθ του “21” και από εκεί βίωσε τα επόμενα 4 δύσκολα χρόνια της αποχής από τα δρώμενα. Που στην αρχή σκέφτηκε να αποσυρθεί οριστικά, για να αποχωρήσει έχοντας κατακτήσει την κορυφή, αλλά στην πορεία αποφάσισε να το εκλάβει ως ένα απλά μεγάλο διάλειμμα για να κάνει οικογένεια. Που όταν ήρθε η ώρα να ξαναγράψει τραγούδια, έφτιαξε ένα ολόκληρο album σχετικά με την εμπειρία της μητρότητας, αλλά μετά το πέταξε στα σκουπίδια, καθώς θεώρησε (δικαίως) ότι ο κόσμος θα το έβρισκε βαρετό. Που έπεσε στη μαύρη τρύπα που λέγεται writer’s block για μεγάλο διάστημα, ακριβώς την περίοδο που έπρεπε να εντατικοποιήσει τη δουλειά της. Και πάλεψε σκληρά για να βγει από αυτό. Το γεγονός ότι τα κατάφερε, με κάνει να τη συμπαθώ περισσότερο.
Πρόσεξε όμως κανείς τη φράση-κλειδί στην παραπάνω παράγραφο; «…έπρεπε να εντατικοποιήσει τη δουλειά της». Αυτό είναι κάτι που δεν έχει θέση στη ζωή κανενός καλλιτέχνη. Είναι αυτό που έσπρωξε το focus της Adele εκτός ισορροπίας.
Ο καιρός είχε περάσει. Το προηγούμενο album έπρεπε να έχει αντάξια συνέχεια και δεν υπήρχε καιρός για χάσιμο. Οι βιομηχανίες σκέφτονται με τέτοιο τρόπο. Και η Adele δεν είχε άλλη επιλογή από το να ακολουθήσει. Το νέο album δε θα αφηνόταν στην τύχη του, οπότε ήταν αναμενόμενο να πέσουν πάνω του 45 μάστορες και 60 μαθητάδες. Τα πάντα ακούγονται στην εντέλεια, η λεπτοδουλειά φαίνεται σε κάθε του δευτερόλεπτο. Με μια σημαντική διαφορά όμως. Είναι η έννοια του album σαν τελικό προϊόν που την έχουν επεξεργαστεί τόσο πολύ, όχι τα τραγούδια που περιέχει, όχι η αγνή πρώτη ύλη. Εξηγούμαι:
Σε αυτόν το δίσκο δούλεψαν μαζί με την Adele 10 παραγωγοί. Δέκα. Ξεκινούσε να γράψει με τον έναν, κάτι δεν πήγαινε καλά, ερχόταν ο επόμενος. Κρατούσαν όσα καλά sessions γίνονταν, ίσως ένα ή δύο ολοκληρωμένα τραγούδια και όταν φαινόταν να στερεύει το πράγμα, άλλαζαν ξανά. Δεν είναι εμφανώς προβληματική αυτή η διαδικασία; Πράγμα που μας οδηγεί στο πραγματικό στοιχείο που έλειπε από τη δημιουργική διαδικασία. Τον Rick Rubin.
Νιώθω πως είναι μάταιο να προσπαθήσω να συνοψίσω την αξία αυτού του άνθρωπου σε μια μικρή παράγραφο, αλλά ας το δοκιμάσουμε. Ο Rick Rubin είναι ο σπουδαιότερος παραγωγός στην ιστορία της μουσικής. Δεν μνημονεύεται ακόμα έτσι, επειδή είναι εν ζωή και 100% ενεργός, αλλά θα έρθει μια στιγμή στο μέλλον που όλα τα κείμενα κάτι τέτοιο θα γράφουν. Το πόσα albums έχει επιμεληθεί, το πόσοι καλλιτέχνες τον έχουν εμπιστευτεί τυφλά και το πόσους σημερινούς θρύλους έχει ο ίδιος διαμορφώσει δεν είναι κάτι που μπορούμε εν τάχει να γράψουμε, οπότε τσεκάρετε εδώ: και ας πάμε στην ουσία.
Ο Rick Rubin δημιούργησε το “21” και είναι ένας παραγωγός που δεν ξέρει από μουσική, ούτε από ηχοληψία. Πηγαίνει στο studio, στρώνει ένα κρεβάτι και κοιμάται, ενώ παίζουν τα μέχρι στιγμής τραγούδια. Κοιμάται κανονικά, ροχαλίζοντας. Ταυτόχρονα όμως, ακούει. Δε μπορώ να καταλάβω πως γίνεται αυτό το πράγμα, αλλά το κάνει. Όταν ξυπνήσει, θυμάται λεπτομέρειες και λέει τη γνώμη του. Ότι το τάδε ρεφραίν δεν είναι αρκετά καλό. Όταν τον ρωτούσαν οι Metallica πως θα πρέπει να το κάνουν, τους απαντούσε «κάντε το καλύτερο». Έφευγε, και επέστρεφε μερικές μέρες αργότερα για να δει την πρόοδο. Όλοι εκείνοι στη παραπάνω λίστα, μετρούσαν τη γνώμη του λίγο περισσότερο από χρυσάφι.
Όσον αφορά το “25” album, η Adele εν μέσω του writer’s block της, πήγε και βρήκε τον Rubin. Αφού άκουσε τα κομμάτια που είχε, της είπε να δώσει χρόνο στον εαυτό της και να αφήσει την έμπνευση να έρθει αβίαστα.
«…Η Adele ήταν ανυπόμονη να τελειώσει τον δίσκο και να προχωρήσει στη ζωή της. Της τόνισα ότι το σημαντικότερο πράγμα ήταν να είναι ειλικρινής απέναντι στη φωνή της, ακόμα κι αν αυτό έπαιρνε περισσότερο χρόνο και ήταν επίπονο. Στα νέα κομμάτια που άκουσα, ήταν εμφανές ότι δεν ήταν αυτή ο μόνος συνθέτης. Πολλά από αυτά θα μπορούσαν να είναι στον δίσκο οποιουδήποτε άλλου pop καλλιτέχνη. Δεν είναι μόνο η φωνή της που κάνει ένα τραγούδι ιδιαίτερο…»
Αυτές ήταν οι δηλώσεις του μετά τη συνάντησή τους, που δεν προχώρησε σε συνεργασία.
Έχει νόημα να πούμε πόσο δίκιο είχε;
Αν ρωτάτε εμένα, αυτό που λείπει από το “25” είναι το drumbeat. Αναμενόμενο, τα περισσότερα κομμάτια θα ήταν μπαλάντες, κανείς δεν έχει ένσταση εδώ. Η πλειοψηφία των τραγουδιών όμως είναι μια φωνητική μελωδία, την οποία φωτίζει η Adele με την αψεγάδιαστη χροιά της και με λίγη μουσική υποστηρίζεται το οικοδόμημα. Υπάρχουν στιγμές που δεν έχουμε κομμάτια τα οποία ερμηνεύονται από μια καταπληκτική τραγουδίστρια. Έχουμε ρυθμικά υποστυλώματα μιας φωνής που πρέπει να αναδειχτεί πάση θυσία.
Ορίστε το σημείο που χάνεται ο στόχος. Ένα βασικό drumbeat θα φτιάξει ένα όμορφο τραγούδι που μια ικανή ερμηνεύτρια θα απογειώσει με το ταλέντο της. Το τραγούδι είναι το Ιερό Δισκοπότηρο της μουσικής, δεν είναι απλά ένα μέσο για να αποθεώσουμε μια φωνή. Και το πλέον αναμενόμενο pop album της χρονιάς έχει βυθιστεί μέχρι το λαιμό σε αυτή την παρανόηση.
Οπότε, άνθρακες ο θησαυρός; Όχι, δε θέλω να είμαι τόσο αυστηρός. Ομολογώ ότι με συγκίνησαν αρκετές στιγμές. Ένιωσα μία καλλιτεχνική ειλικρίνεια ακούγοντας το “When We Were Young”, ο καθένας μπορεί να καταλάβει ότι κάποιο session πήγε πολύ καλά στο “Remedy”, σε κουνάει ασυναίσθητα το ρεφραίν του “River Lea”, βλέπεις τη διαφορά που κάνει το ξεκάθαρο beat στο “Sweetest Devotion”.
Η προσμονή όμως και το εμπορικό χτίσιμο γύρω από το “25” δημιούργησαν ένα κλίμα όπου οι απαιτήσεις μας από την Adele έπιασαν ταβάνι. Όπως αναφέρουμε στην εισαγωγή του παρόντος, οι προσδοκίες έχουν καταστροφική δύναμη. Νομίζω όμως ότι γι΄αυτό το κορίτσι αξίζει να επιστρατεύσουμε τη νηφάλια ωριμότητά μας και να ρίξουμε τους τόνους, έτσι δεν είναι;