Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

About Endlessness, του Roy Andersson

feature_img__about-endlessness-tou-roy-andersson
«Είδα κάποτε έναν άνδρα που έχασε την πίστη του και ξέμεινε με τα ανθρώπινα θηρία. Είδα κάποτε μια γυναίκα που πίστευε ότι δεν θα την περίμενε κανείς στον σταθμό και η διάψευση ήταν γλυκιά.» Και ούτω καθεξής, στο διηνεκές του χρόνου, σε μια ατέρμονη επαναληψιμότητα, στην οποία -όλως παραδόξως- ούτε μια στιγμή μοιάζει με την προηγούμενη. Μια φωνή που θυμίζει Σεχραζάντ, με αυτοκρατορική ουδετερότητα και άσπιλη αχρωμία, ξεδιπλώνει τις χίλιες και μια νύχτες της ανθρώπινης ύπαρξης, οι οποίες συσκευάζονται σε 32 βινιέτες απροσμέτρητης και γενναιόδωρης αμηχανίας.

Ο Roy Andersson, πιστός στην αισθητική του κοσμοθεωρία, σε κάθε του ταινία γουρλώνει τα μάτια με δέος καθώς γραπώνει ένα ενσταντανέ νεκρού χρόνου: ακριβώς στο κλάσμα όταν ο άνθρωπος συλλαμβάνει τη γύμνια του και παραδίδεται στην την έκπληξη για αυτό τον παράξενο κόσμο όπου τον παραπέταξε η μοίρα χωρίς οδηγίες χρήσης. Το σινεμά του Roy Andersson κινείται, με ακρίβεια αθλητή του βάδην, σε ένα σύμπαν προπατορικής εκκρεμότητας και σύγχυσης, γεμάτο μπερδεμένους πρωτόπλαστους που αναζητούν την πύλη που οδηγεί στην αληθινή ζωή, η οποία (μάλλον) βρίσκεται κάπου εκεί έξω.

Ο σπουδαίος Σουηδός, που ξέκοψε από το σινεμά για 25 ολόκληρα χρόνια, θυμίζοντας Terrence Malick, μετά την εισπρακτική αποτυχία και τη χλιαρή υποδοχή της δεύτερης ταινίας του (Gilliap, 1975), επανήλθε δριμύτερος το 2000, με το καταπληκτικό «Τραγούδια από τον δεύτερο όροφο», την εναρκτήρια ταινία της τριλογίας του για την ανθρώπινη ύπαρξη. Μια εικοσαετία αργότερα, αφήνει ένα συμπληρωματικό υστερόγραφο, στο οποίο ο αγγλικός τίτλος (About Endlessness) και η ελληνική του απόδοση (Η ομορφιά της ύπαρξης) σμιλεύουν τη βασική συνισταμένη της ταινίας.

Ο χρόνος δεν διαθέτει συντεταγμένες, η ύπαρξή μας, αν και εφήμερη, είναι επί της ουσίας ατελείωτη, σε απόλυτη αρμονία με τον Πρώτο Νόμο της Θερμοδυναμικής: τα πάντα είναι ενέργεια, τα πάντα μετασχηματίζονται, καταλύονται, φθίνουν και καταστρέφονται, χωρίς ποτέ να εξαφανίζονται ή να χάνονται ανεπιστρεπτί. Απλούστατα, μετουσιώνονται σε κάτι διαφορετικό. Παράλληλα, στον κόσμο του Roy Andersson, αυτή η ομορφιά της ύπαρξης δεν είναι ποτέ ξέχωρη από την απογοήτευση που συνοδεύει τη χειροπιαστή της υπόστασή και έκφραση. Είναι μια ομορφιά που τσακίζει κάθε αντίσταση επειδή γίνεται πάντοτε αντιληπτή σε δεύτερο χρόνο, όταν ξεπορτίσουμε από το κουκούλι μας και γίνουμε αόρατοι παρατηρητές του εαυτού μας.

Οι παντός τύπου αναφορές, από τον Μπομπ Ντίλαν και τους στίχους του “Hard Rain” μέχρι τον Μαρκ Σαγκάλ και από τον Τσέχοφ ώς την ελληνική μυθολογία, δίνουν και παίρνουν σχεδόν στο καθένα από αυτά τα 32 tableaux vivants, που είναι περισσότερο tableaux morts που εκπέμπουν ζωή αντί για θάνατο. Εξάλλου, το να ζεις συνεπάγεται αυτόματα να είσαι έρμαιο της φθοράς και της σκουριάς, να βλέπεις τα χρώματά σου να ξεθωριάζουν λίγο λίγο στον καμβά της ζωής.

Αυτός ο καμβάς, λοιπόν, είναι ξέχειλος από αποχρώσεις του μπεζ και του γκρίζου που θαρρείς περίμεναν το σινεμά του Roy για να ανακαλυφθούν και μονίμως λουσμένος σε ένα φως διάφανο και μεταλλικό, που εξορίζει τις σκιές (που λείπουν από όλα τα κάδρα) και από το οποίο δεν μπορεί να κρυφτεί ή να ξεφύγει οποιαδήποτε μικροπρέπεια. Οι ανθρώπινες φιγούρες του Roy είναι μακιγιαρισμένα φαντάσματα που υπνοβατούν ξύπνιοι, κουβαλώντας το βάρος της ύπαρξής σε κάθε τους βήμα. Χάσκουν παγιδευμένοι και ανήμποροι, σε ένα σκηνικό αντικατοπτρισμών και ψευδαισθήσεων που έχει ως σκοπό όχι να παραπλανήσει αλλά να αναδείξει τη βαθύτερη ουσία των πραγμάτων.

Όπως και σε όλες τις προηγούμενες ταινίες του Roy, έτσι και στο “About Endlessness”, το σημείο θραύσης και κορύφωσης εντοπίζεται στο έλλειμμα σωστής αναλογίας, στην αδυναμία ταιριάσματος, λες και τα καλώδια δεν μπορούν ποτέ να εφαρμόσουν στους διαθέσιμους υποδοχείς. Το κοινότυπο και το ευτελές αποκτούν δυσανάλογες και μη διαχειρίσιμες διαστάσεις, ενώ το μεγαλειώδες και το ευγενές υπονομεύονται και ξεφτίζουν, χωρίς προειδοποίηση ή δίχτυ ασφαλείας.

Σε σύγκριση με τις ταινίες που απαρτίζουν τη διάσημη τριλογία που καταπιάνεται με το «τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο ίδιος ο Roy, το “About Endlessness” διατρέχει χαμηλότερες οκτάβες σε όλα τα επίπεδα: στην παραδοξότητα και τον κατάμαυρο σαρκασμό του χιούμορ, στην αίσθηση ολοκληρωμένου ψηφιδωτού, στον βουβό σπαραγμό, στη δύναμη των συμβολισμών του. Παρόλα αυτά, οικομημένο και μαζεμένο στη μόλις 73λεπτη διάρκειά του, διαθέτει άλλες χάρες, ίσως λιγότερο προσβάσιμες στην πρώτη ματιά, αλλά πάντα θελτικές στο μάτι και το μυαλό.

Κάθε βινιέτα στο “About Endlessness” έχει ως σημείο αφετηρίας μια υπόνοια ήττας, συμβιβασμού, απόρριψης ή έμμεσης άρνησης, η οποία λειτουργεί ως έναυσμα για μια λυτρωτική αντιστροφή της συνήθους φοράς των πραγμάτων. Η όποια ελπίδα νοηματοδότησης της ζωής μπορεί να εξαφανίζεται μέσα στις ανακυκλούμενες ασημαντότητες που μας βασανίζουν σε καθημερινή βάση, κάπου στο βάθος όμως ξεπροβάλλει μια ελάχιστη αποζημίωση.

Το υπαρξιακό κενό, σαν μια βάναυση γοητεία που κλέβει αλλά και χαρίζει ζωή, τρυπώνει στο πεζό και το κοινότοπο, χαρίζοντάς του μια απόκοσμη αύρα. Και απλώνει ένα λεπτό σκοινί στο κενό για να ισορροπήσουν ο θρίαμβος και η πανωλεθρία, η αγάπη κι η οδύνη, ο εγωισμός και η ανιδιοτέλεια. Με τελικό προορισμό ένα στιγμιότυπο ελπίδας, που ξεπροβάλλει σχεδόν νομοτελειακά: σαν ουράνιο τόξο, μετά τη βροχή των ματαιώσεων.

About Endlessness, του Roy Andersson
Μεταφρασμένος τίτλος: Η ομορφιά της ύπαρξης
Είδος: Δράμα
Διάρκεια: 73'

*Aναδημοσίευση από το cinedogs.gr, κινηματογραφικό συνεργάτη του Artcore magazine

1
Μοιράσου το