Χοιροστάσιο, του Pier Paolo Pasolini – αριστούργημα ετών 50
Κι αυτή η εισαγωγή δεν είναι καθόλου τυχαία για την ταινία που πραγματευόμαστε σήμερα. Γιατί το ιδεολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινήθηκε ο Kubrick, εξερευνάται κι ανατέμνεται στο «Χοιροστάσιο» κάτω από την αριστουργηματική κριτική ματιά του Pier Paolo Pasolini, του μεγάλου αιρετικού. Πέρα από την εμφανή ομοιότητα που ενυπάρχει στην αφήγηση των δύο ταινιών, σε καθεμιά από τις οποίες βλέπουμε να τρέχουν δύο ιστορίες σε δύο διαφορετικές τελείως εποχές (με τη διαφορά βέβαια ότι ο Pasolini δεν παρακολουθεί γραμμικά τα δύο αυτοτελή μέρη αλλά μ’ ένα παράλληλο μοντάζ και πάντα σε αντίστιξη μεταξύ τους), τα δύο έργα τέχνης μοιράζονται και μια σχεδόν κοινή χρονολογία παραγωγής. Κι είναι αυταπόδεικτο βέβαια πως ο κινηματογράφος, ως αισθητικοκοινωνικό φαινόμενο και κοινωνιολογικός δείκτης, είναι το λεπτεπίλεπτο προϊόν της συγκυρίας που τον παράγει και συνδέεται άμεσα με τις πιο απόκρυφες τάσεις της κοινωνίας των ανθρώπων. Οι πολιτικοοικονομικές ζυμώσεις, η κυρίαρχη ιδεολογία και το συλλογικό φαντασιακό, μ’ όλες τους τις προοπτικές και τις ελπίδες, εντυπώνονται πάντοτε, φανερά ή κεκαλυμμένα, στην υψηλή Τέχνη.
Κι αυτό που καθιστά εν τέλει τη δημιουργία του Pasolini μεγαλειώδη και ανεξίτηλη είναι αυτή ακριβώς η αποτύπωση της σύγχρονης πραγματικότητας. Η αντανάκλαση των κοινωνικών παθογενειών, τις οποίες σχολιάζει με τέτοια οξυδέρκεια ο σπουδαίος μαρξιστής σκηνοθέτης. Πριν δει κάποιος το «Χοιροστάσιο» θα πρέπει να έχει στο μυαλό του ακροθιγώς όλη την εξτρεμιστική ιδεολογία των πολιτικών αντιφρονούντων του καπιταλισμού και των αντικομφορμιστών όπως ο μεγαλοφυής Ιταλός. Γιατί η δεκαετία του ’60 και του ’70 υπήρξαν ιστορικά και φιλοσοφικά ένα πεδίο άνθησης της ακρότητας. Η αποσταλινοποίηση του Σοβιετικού Κράτους είχε αρχίσει να προδίδει όλο και περισσότερο τις θεμέλιες μαρξιστικές και λενινιστικές αρχές, ο Πόλεμος του Βιετνάμ βρισκόταν στο απόγειο της διαδρομής του και ξεπηδούσαν οι Ερυθροί Χμερ στο Βορρά. Ο άνθρωπος έκανε τα πρώτα του βήματα στο φεγγάρι, ο Deleuze εξέδιδε το «Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια» ταράζοντας τα νερά της φιλοσοφίας, ενώ είχε ήδη διαδοθεί στη μουσική ο πειραματισμός και μια πρωτο-punk αισθητική. Βρισκόμαστε δηλαδή στη δεκαετία που από το θάνατο του Camus και την Κουβανική Επανάσταση ακροβατεί προς το Μάη του 68’ και τη Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Καντάφι.
Ο εμβριθής Pasolini, που δεν επαναπαύτηκε ποτέ στην ιδεολογική ευκολία και πλήρωσε την πνευματική του εξέγερση με το θάνατο, καταφέρνει να συλλέξει τα θραύσματα της ιστορίας μας και να φιλοτεχνήσει ένα πορτραίτο του σύγχρονου καπιταλιστικού «υπερανθρώπου». Γιατί το «Χοιροστάσιο» δεν είναι μόνο ένας αιχμηρός πολιτικός στοχασμός και μια κριτική του παγκόσμιου μοντέλου παραγωγής. Είναι πρωτίστως ένας ηθικός οδοδείκτης·το απόλυτο, ανθρώπινο τοπίο, γυμνό από την αστική του ιδεολογία.
Έχουμε να κάνουμε με μια ιστορία που εναλλάσσει και αντιπαραβάλει τον ωμό κανιβαλισμό του αρχαϊκού ανθρώπου με την αρχετυπική δομή βίας κι εκμετάλλευσης του καπιταλιστικού κόσμου:τηνταξική κοινωνία. Όταν η μεταφυσική ηθική της θρησκείας κατέστησαν την ευπρεπή συμπεριφορά πρόβλημα συνείδησης, τότε ο άνθρωπος κατάλαβε πως το να κανιβαλίζεις θα γινόταν αιτία να χάσεις τον παράδεισο. Ο κανίβαλος, ο εγκληματίας, ο παραβάτης της αρχαιότητας, δένεται τιμωρητικά σ’ έναν πάσσαλο και κατασπαράζεται από άγρια ζώα! Στη σημερινή πραγματικότητα όμως, κανένα υπερκόσμιο σύστημα ηθικής δεν μπορεί ν’ αναμετρηθεί και ν’ ανασχέσει το φρικώδη κανιβαλισμό του κέρδους. Γιατί η ανθρώπινη δικαιοσύνη είναι αρχή ανώτερη από το Θεό κι ό,τι την καταστρατηγεί έρχεται μοιραία σε σύγκρουση με την ανθρωπότητα. Είναι η πιο αιμοδιψής μηχανή που έχει δημιουργήσει ο άνθρωπος και σήμερα τη λέμε «καπιταλισμό». Ο Pasolini αντιλήφθηκε τις ιδέες αυτές 50 χρόνια πριν και τις μετουσίωσε σε τέχνη λαμπρή κι ακέραια. Απογύμνωσε τονκαπιταλισμό από τις φανταχτερές ρεκλάμες και τα στρας και τον ανέδειξε όπως ακριβώς είναι ένα χοιροστάσιο. Και για να παραφράσει κανείς το γνωστό απόφθεγμα από τους «Αδελφούς Καραμαζόφ», ο Pasolini διατρανώνει διαπαντός πως «όσο υπάρχει καπιταλισμός, όλα επιτρέπονται». Με ή χωρίς Θεό!
Ο κρυφοναζιστής πατέρας, η ανώτερη τάξη, μ’ ένα χιτλερικό μουστάκι, κυκλοφορεί παντοδύναμος κι ανεξέλεγκτος μέσα στη διαστρεβλωτική κι αλλοπρόσαλλη πραγματικότητα της έπαυλής του. Ανάμεσα σε δωμάτια μισοάδεια και ταυτόχρονα μισοφορτωμένα με μια κιτς αισθητική εξαρχαϊσμού (όπως κι η ανισορροπία του καπιταλισμού άλλωστε), συνεργάζεται με αξιωματικούς του Γ’ Ράιχ, επιβάλει την εξουσιαστική του δύναμη και περιορίζει την «αντιδραστική» φύση του γιου του, οδηγώντας τον στον αφανισμό. Καταπνίγει τα όνειρά του και μαζί τα οράματα του Μάη. Καταστέλλει ακόμα και τον έμφυτο ερωτισμό της νεότητας με μόνο στόχο τον προσωπικό πλουτισμό και την ευημερία της «επιχείρησης». Κι ο γιος, ένα πειθήνιο πλέον όργανο, ένα ιδεολογικό ενεργούμενο στα χέρια της πατριαρχικής αυταρχικότητας, βυθίζεται στο οικογενειακό τους χοιροστάσιο επιδιδόμενος στην κτηνοβασία. Μέχρι που τελικά τεμαχίζεται κι εξαϋλώνεται πλήρως από τα δόντια των γουρουνιών από τα «ζωώδη» ένστικτα που κυριαρχούν στο χοιροστάσιο. Ο πατέρας επιχαίρει. Είναι πλέον ελεύθερος να πανηγυρίσει μπροστά στους δημοσιογραφικούς φακούςτην ολοκληρωτική ηγεμονία του.
Αυτή η απαράμιλλης ομορφιάς παρακαταθήκη που μας κληροδότησε ο Pasolini είναι ένα ποιητικό βίωμα παρά μια ταινία. Εξπρεσιονιστικό και φορμαλιστικό μέχρι την τελευταία του λεπτομέρεια, αναδεικνύει με τον πιο απαράγραπτο τρόπο το αισθητικό μεγαλείο του δημιουργού. Μορφή και περιεχόμενο, κινηματογραφική τεχνική και θεματολογία, παρουσιάζονται αδιαίρετα για να υπηρετήσουν από κοινού τη στόχευση του σκηνοθέτη. Όλα συντείνουν για ν’ αποδώσουν ένα φιλμ-σύμβολο του ανθρώπινου πνεύματος. Μια φιλοσοφία ολόκληρη!