Το νήμα, του Αλέξανδρου Βούλγαρη
Η Νίκη ζει στην Ελλάδα την περίοδο της δικτατορίας. Είναι μέλος της αντίστασης, και το πληρώνει με τη σύλληψη και τον βασανισμό της από τις αρχές. Επίσης, η Νίκη είναι μητέρα. Γέννησε τον Λευτέρη μερικά χρόνια πριν πέσει το καθεστώς, πριν ανακηρυχθεί η ίδια σε ήρωα της αντίστασης και σε έμβλημα της μετά-χουντικής Ελλάδας. Στα 96 συναρπαστικά λεπτά του «Νήματος» η Νίκη θα πρέπει να ισορροπήσει όλες τις πτυχές της ζωής της, και να μεγαλώσει τον γιο της μέσα σε ένα περιβάλλον που φαντάζει ανά πάσα στιγμή εχθρικό, απειλητικό, φρικιαστικά ανοίκειο.
Ο Λευτέρης είναι ο γιος της Νίκης. Ζει στην Αθήνα, μια πόλη περιφραγμένη από έναν γιγαντιαίο καθρέφτη, όπου μεταφέρονται όλα τα παιδιά που λένε την πρώτη τους λέξη, για να ζήσουν εκεί, αιχμάλωτα, όλη την υπόλοιπη ζωή τους. Ονειρεύεται να αποδράσει, και βρίσκει τη λύση στις αναμνήσεις της μητέρας του.
Το «Νήμα» σίγουρα δεν είναι ένα συνηθισμένο φίλμ. Δεν είναι μια ταινία προορισμένη να αρέσει σε όλους. Καθ’ όλη τη διάρκεια της, το μόνο πρόσωπο που βλέπουμε είναι αυτό της πρωταγωνίστριας Σοφίας Κόκκαλη. Mια πρωταγωνίστρια συγκλονιστική, που σηκώνει με άνεση ολόκληρη την ταινία στις πλάτες της, υποδυόμενη άλλοτε τη Νίκη και άλλοτε τον γιο της Νίκης, τον Λευτέρη· μια γυναίκα που μεταμορφώνεται συνεχώς, παράλληλα με την αφήγηση, από ιερό τοτέμ της αντίστασης, σε απελπισμένη μητέρα, σε επαναστατημένο έφηβο.
O Βούλγαρης δομεί την ταινία του πάνω σε μια σειρά από παράτολμες επιλογές, που, όμως, εξυπηρετούν αφηγηματικά και αισθητικά το όραμά του. Σε αυτό φυσικά συνεισφέρει και η αριστουργηματική καλλιτεχνική διεύθυνση, την οποία επιμελείται ο ίδιος. Ο σκηνοθέτης στήνει πλάνα στοιχειωτικής ομορφιάς που χάρασσονται στη μνήμη μας είτε ανασυνθέτοντας την Αθήνα των 70s είτε οικοδομώντας ένα δυστοπικό φουτουριστικό σκηνικό της νέας Αθήνας· πλάνα που άλλες φορές απεικονίζουν τη βία, τον εγκλεισμό και την αποσύνθεση, και άλλες την ομορφιά και την ελπίδα, όπως οι εικόνες μιας ευτυχισμένης ημέρας της Νίκης με τον γιο της στην παραλία (στην καλύτερη σκηνή της ταινίας). Στο δεύτερο μισό, παραδίδεται στην ευρύτατη και εξαιρετικά βαθιά σινεφιλία του και, εμφανώς επηρεασμένος από τον Cronenberg και τον Carpenter, συνθέτει ένα εφιαλτικό αλλά πανέμορφο πορτρέτο μιας sci-fi μετά-αποκαλυπτικής Αθήνας, αντιπαραβάλλοντας σκοτεινά τοπία με εκτυφλωτικές νέον κατασκευές και χρησιμοποιώντας έντονα γκροτέσκα εικονογραφία.
Παρά τα πολλά και διαφορετικά concepts που φαίνεται να συνυπάρχουν στην ταινία, η κυρίαρχη θεματική που απασχολεί τον δημιουργό φαίνεται να είναι η σχέση της μητέρας με τον γιο της. Ο σκηνοθέτης εξερευνά αυτή τη σχέση μέσα από μια αφηγηματικά συναρπαστική και φορμαλιστικά πειραματική πορεία, επιφυλάσσοντας συνεχώς νέες εκπλήξεις στον θεατή. Το σημαινόμενο δεν φαίνεται να είναι κρυμμένο πίσω από επιτηδευμένους και πολύπλοκους συμβολισμούς. Δεν φαίνεται να υπάρχει τίποτε το απέρριτο στις φαινομενικά αλλόκοτες κινηματογραφικές επιλογές του δημιουργού. Πρόκειται για τη σχέση μητέρας-παιδιού, για την ανάγκη του παιδιού να απογαλακτιστεί και να χαράξει τη δική του πορεία, για την καθημερινή μάχη μιας μητέρας να μεγαλώσει το παιδί της, μιας μητέρας που στέκεται ενάντια σε όλους και σε όλα, ενάντια σε όσους την χρησιμοποιούν ως ένα ιερό τοτέμ επιδιώκοντας πολιτικούς σκοπούς, ενάντια στην έμφυλη βία που υφίσταται στα χέρια των απρόσωπων καταπιεστών της. Όλες οι θεματικές που πραγματεύεται η ταινία, φιλτράρονται μέσα απο την ιδιαίτερη ματιά ενός δημιουργού που καταφέρνει να τις μεταμορφώσει σε συναρπαστικές κινηματογραφικές εμπειρίες. Ωστόσο, παρόλο που θα μπορούσε να παραδίδει νοσταλγικές και γλυκόπικρες ιστορίες, ο Boy, σαν ένας πραγματικά σπουδαίος δημιουργός, αφήνει έντονο το αισθητικό και κινηματογραφικό στίγμα του στις ιστορίες που επιλέγει να αφηγηθεί. Όπως και η μουσική του, έτσι και το «Νήμα» είναι πανέμορφα στοιχειωτικό· πρόκειται για τις εμπειρίες του, τις ανησυχίες του, τις αναζητήσεις του φιλτραρισμένες μέσα από υπέροχες εικόνες και μια πλειάδα κινηματογραφικών αναφορών που φαίνεται να έχει κατανοήσει και εμπεδώσει πλήρως.
Ίσως ο θεατής να μην μπορεί να διακρίνει πότε η αφήγηση γίνεται αυτοβιογραφική και πότε ο σκηνοθέτης προσπαθεί να αναφερθεί σε πιο οικουμενικά ζητήματα, γεγονός που σίγουρα τον δυσκολεύει στο να ταυτιστεί ή να κατανοήσει πλήρως το θέμα της ταινίας. Πρόκειται για ένα έργο που φαντάζει εντελώς προσωπικό, χωρίς να γίνεται ποτέ αποξενωτικό. Σίγουρα, χρειάζεται να το δεις αρκετές φορές, όμως η πολυπλοκότητά του δεν στέκεται ποτέ εμπόδιο στο να αναδυθούν με καθαρότητα και σαφήνεια οι προβληματισμοί και οι θεματικές αναζητήσεις του δημιουργού του.
Το «Νήμα» είναι μια τολμηρή ταινία για τολμηρούς θεατές. Για όσους δεν φοβούνται να αναμετρηθούν με ένα έργο απαιτητικό, αναμφίβολα αλλόκοτο και ενίοτε σοκαριστικά γκροτέσκο. Ωστόσο, στην άκρη του λαβυρίνθου, πέρα από εύκολες ψυχαναλυτικές αναγνώσεις, παρακολουθείς μια ταινία άγρια και τρυφερή συνάμα, μια πυρετώδης κατάβαση στο ασυνείδητο ενός ιδιαίτερου δημιουργού· μια ταινία πολιτική, που δεν αποτελεί όμως πολιτικό μανιφέστο· μια ενδεχομένως αυτό-βιογραφική ιστορία, αλλά και μια σκοτεινή δυστοπική sci-fi εποποιία που αρνείται πεισματικά να κατηγοριοποιηθεί – ένα από τα πολλά στοιχεία που την καθιστούν ξεχωριστή και αναμφισβήτητα μοναδική.
Το νήμα, του Αλέξανδρου Βούλγαρη
Είδος: Δράμα, Επιστημονική Φαντασία
Διάρκεια: 94’