Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

57ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης: Swiss Army Man

feature_img__57o-festibal-thessalonikis-swiss-army-man
Φανταστείτε μία ταινία στην οποία “Cast Away” (2000) περνά ένα “Weekend at Bernie's” (1989) κι έχετε μία πρώτη ιδέα για το τι σας περιμένει στο “Swiss Army Man”. Ένα πτώμα που ξεβράζεται σε μία ακτή, όπου ένα ζωντανό πτώμα ετοιμάζεται να αυτοκτονήσει. Ακόμη κι η αυτοκτονία, όμως, χρειάζεται συγκέντρωση κι έλλειψη αντιπερισπασμών. Η κωμωδία (των δύο Daniel, όπως βλέπουμε στους τίτλους έναρξης) των Daniel Kwan και Daniel Scheinert, οι οποίοι έγιναν διάσημοι μέσα από βίντεο κλιπ και viral βίντεο, διαθέτει σε βαθμό πλεονασμού όλα κάθε πιθανό και απίθανο στοιχείο από τον -πλέον τρομερά προβλέψιμο και μανιερίστικο- καταστατικό χάρτη του αμερικάνικου indie.

Διαθέτει, όμως, και σπιρτόζικη φαντασία και στιγμές φρενήρους εσωτερικού ρυθμού. Και μετατρέπεται, τουλάχιστον για ένα διάστημα, σε ένα ευφάνταστο μείγμα από κωμικά gags που συνδυάζουν το ολότελα σύγχρονο ποπ με το παλιό καλό screwball, σε ένα λυπημένο μιούζικαλ για τους αιωνίως απροσάρμοστους. Και υψώνεται, έστω και για λίγο, σε ένα ύμνο στην ανδρική φιλία και στην ανάγκη για αγάπη και αποδοχή. Και υπερβαίνει ανά σκόρπιες στιγμές τα όρια του χαρακτηρισμού της cheesy ένοχης απόλαυσης, που τη συνοδεύει από την πρεμιέρα της στο Φεστιβάλ του Σάντανς.

Ένα πτώμα, λοιπόν, που λειτουργεί ως σανίδα σωτηρίας και ως στερνό αποκούμπι για ζωή. Με τα αέριά του να λειτουργούν ως κινητήρας τζετ σκι. Με το στομάχι του χρησιμεύει ως πηγάδι πόσιμου νερού. Με το στόμα του να γίνεται εκτοξευτήρας, τα άκαμπτα μέλη του τσεκούρι και πριόνι και τα παγωμένα δάχτυλά του τσακμακόπετρες. Με την επιθυμία του για ζωή, φιλία, έρωτα, διασκέδαση, κατανόηση και επικοινωνία να δρουν ως σωσίβιο για μία ψυχή ολότελα χαμένη, μοναχική και απελπισμένη. Από τη μια, ο Paul Dano (που ετοιμάζεται για το σκηνοθετικό του ντεμπούτο) βρίσκεται σχεδόν εξ ορισμού στο στοιχείο του, στο σημείο όπου συνορεύουν η παραξενιά, η τρυφερότητα και το σκοτάδι. Από την άλλη, ο Daniel Radcliffe δείχνει να απολαμβάνει το (επιμελημένο με στρώσεις indie χιπστερισμού, είναι η αλήθεια) τσαλαπάτημα της γυαλισμένης εικόνας του Χάρι Πότερ.

Το “Swiss Army Man” κυλά ως κωμωδία συγκεκαλυμμένης μελαγχολίας, βασίζεται στο τραβηγμένο χιούμορ του, αλλά κατορθώνει να αποφύγει την χοντροκομμένη αίσθηση, παρά τα μεμονωμένα χοντροκομμένα (θα μπορούσε κανείς να πει) αστεία του. Διότι επενδύει σε μία διανοουμενίστικη τσαχπινιά, σε μία υπαρξιστική χαριτωμενιά και σε ένα ανορθόδοξο bromance, που ακόμη κι όταν φαντάζουν ημιτελή ή κάπως κατασκευασμένα, δεν καταλήγουν καταχρηστικά.

Τίποτα καλό δεν μπορεί να κρατήσει για πάντα, όμως, και το “Swiss Army Man” είναι εκ των πραγμάτων αναγκασμένο να δώσει μία τελική λύση. Να επεξηγήσει την αρχική του ασάφεια, να δώσει μία ύστατη ευκαιρία στους δύο πρωταγωνιστές του να επιστρέψουν από τον θάνατο στη ζωή. Από την απομόνωση της άγριας φύσης και της μάχης για επιβίωση, λοιπόν, πίσω στην αληθινή ζούγκλα των καλοβαλμένων προαστίων και της προβληματικής ανθρώπινης συνύπαρξης. Και ενώπιον του σημείου, όπου η άβολη αδεξιότητα παίρνει το πάνω χέρι της ταινίας.

Με συλλαβιστές διευκρινίσεις των όσων (οφείλουμε εμείς, ολίγον με το στανιό) να συναισθανθούμε, με ελαφρώς παραπάνω γλυκανάλατο μελό από το αναγκαίο, με μία εκ νέου διαφυγή στο παραμύθι που χάνει απότομα τον γλυκόπικρο τόνο της. Και δυστυχώς, με την επαναλαμβανόμενη (έστω του υπογράφοντος) αίσθηση ότι το αμερικάνικο indie δεν πληροί τον ετυμολογικό του ορισμό. Ότι είναι, δηλαδή, δέσμιο και όχι ανεξάρτητο από συμβάσεις, ακόμη κι αν αυτές οι συμβάσεις είναι λίγο πιο πολύχρωμες και τρελούτσικες από τις συνηθισμένες.

Swiss Army Man, των Dan Kwan και Daniel Scheinert
Είδος: Περιπέτεια, Κωμωδία, Δράμα
Διάρκεια: 97'

*Aναδημοσίευση από το cinedogs.gr, κινηματογραφικό συνεργάτη του Artcore magazine

1
Μοιράσου το