Έτσι ισχυρίζεται ο Περέιρα: Στην Πορτογαλία του Σαλαζάρ
Επιστρέφοντας σε ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Άγρα το 2010, καταλαβαίνω πως αντηχεί ίσως ακόμη πιο επιτυχημένα τις σημερινές ανησυχίες. Φυσικά, το «Έτσι ισχυρίζεται ο Περέιρα» είναι ένα βιβλίο που αφορά την Πορτογαλία του περασμένου αιώνα, όταν στην εξουσία βρισκόταν ο Σαλαζάρ και κυριαρχούσαν οι γνωστές δικτατορικές και φασιστικές πρακτικές. Ωστόσο, διαβάζοντάς το διαπιστώνω πόσο εύκολα η πολιτικά φορτισμένη ιστορία κατορθώνει να προσλαμβάνει χαρακτήρα σχολίου και στη σημερινή εποχή της ανόδου του εθνικισμού και του αυταρχισμού, της διάχυσης του μίσους και της καχυποψίας για τους άλλους, του σφιχτού εναγκαλισμού της εκτελεστικής εξουσίας και των μέσων ενημέρωσης. Κι αυτό γιατί το κείμενο επενδύει στο φωτισμό των θεμάτων της ηθικής και πολιτικής συνείδησης: Τι σημαίνει στις πιο δύσκολες εποχές, όταν οι «εχθροί» έχουν όλη τη δύναμη με το μέρος τους, να αναζητεί και να βρίσκει το άτομο τη φωνή του; Πώς είναι δυνατό να κάνει κάποιος το χρέος του;
Ο Περέιρα είναι ένας μεσήλικας δημοσιογράφος που, ενώ στο παρελθόν ασχολούνταν με το αστυνομικό ρεπορτάζ, αναλαμβάνει τη διεύθυνση του πολιτιστικού τμήματος μιας μεγάλης εφημερίδας, της Λισμπόα. Έχοντας πάθος για τη λογοτεχνία, και με ιδιαίτερη προτίμηση για τους Γάλλους και τους καθολικούς συγγραφείς, ασχολείται με την κατάρτιση νεκρολογιών σπουδαίων συγγραφέων, άρθρων για επετείους και με τη μετάφραση λογοτεχνικών κειμένων που μπορούν να δημοσιευτούν. Ο Περέιρα είναι ένας άνθρωπος που έχει μεγάλη πίστη στην αξία και την προσφορά της λογοτεχνίας και της κουλτούρας, πιστεύει στη δύναμη της παράδοσης, και τρέφει καχυποψία και αντιπάθεια για τις ιδέες και τις πρακτικές του καθεστώτος της Πορτογαλίας, χωρίς βέβαια να τις εκφράζει με ζέση ούτε να εμπλέκεται στα κοινά πιο ενεργά. Τα πράγματα αλλάζουν γι’ αυτόν όταν καλείται να προσλάβει ένα βοηθό στο πολιτιστικό τμήμα της εφημερίδας, με αποτέλεσμα να έρθει σε επαφή με έναν νέο άνδρα και τη σύντροφό του, οι οποίοι είναι ενεργά μέλη της Αριστεράς και συμμετέχουν στην αντικαθεστωτική δράση. Μολονότι χωρίζει μια άβυσσος τον Περέιρα από τους τρόπους του νεαρού, εν τέλει, «γοητευμένος» θα τον προσλάβει, και με αυτόν τον τρόπο θα ξεκινήσει για εκείνον μια περίοδος κρίσης ταυτότητας, που θα έχει μεταμορφωτικές επιπτώσεις.
Το μυθιστόρημα του Tabucchi επικεντρώνεται στο ερώτημα της ευθύνης και στη σχέση των διαφορετικών γενεών μεταξύ τους. Και αυτά τα δύο ζητήματα συνδέονται μεταξύ τους στενά για τον Ιταλό συγγραφέα. Εκείνο που φαίνεται να υπάρχει σαν υπόστρωμα του λογοτεχνικού έργου είναι η ανησυχία για την ποιότητα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής αλλά και για τους ρόλους και τις ευθύνες των μεγαλύτερων και των νεότερων. Ο Περέιρα βρίσκεται σε συνεχή αναβρασμό για το τι μπορεί να πει και να πράξει σε αυτή την όλο και πιο καταπιεστική και τρομακτική Πορτογαλία, ενώ έρχεται διαρκώς αντιμέτωπος με το πρότυπο των νεαρών ατόμων που πολεμούν για τη δικιά τους ελεύθερη και ιδανική χώρα -και εκεί έρχεται και τον «τσιγκλά» η ενοχή του ότι δεν κάνει αρκετά. Ταυτόχρονα, ο Tabucchi αφήνει να φανεί η διαμόρφωση μιας υποσυνείδητης σχέσης πατέρα και γιου μεταξύ του Περέιρα και του νεαρού άνδρα. Αυτή η σχέση παραπέμπει απευθείας σε προβληματισμούς για το πώς η παλαιότερη γενιά διαμόρφωσε τον κόσμο για την νεότερη, πώς επιδρά πάνω της και την πληγώνει, και εν τέλει πώς μπορεί να την προστατέψει και να συνδεθεί μαζί της, πώς μπορεί να αναλάβει τις ευθύνες της απέναντί της… Μέσα από την ιστορία που συνδέει δυο διαφορετικούς κόσμους ανθρώπων, ο Tabucchi επιχειρεί να θίξει το ζήτημα της φωνής που έχουν διαφορετική άνθρωποι εντός της κοινωνία, της δράσης που μπορούν να αναλάβουν, αλλά και της ευθύνης που έχουν ενώπιον (και συχνά με επιπτώσεις επί) όλων των υπολοίπων.
Το «Έτσι ισχυρίζεται ο Περέιρα» είναι ένα σύντομο αλλά πυκνό, φορτισμένο και ιδιαίτερα «πλεγμένο» μυθιστόρημα. Ο Tabucchi έχει βασίσει την ιστορία του σε μια απλή, γραμμική και αρκετά τυπική στην ανάπτυξή της φόρμα, παρακολουθώντας την εξέλιξη και τη μεταμόρφωση του κεντρικού του ήρωα μέσα σε ένα ταραγμένο και σκοτεινό περιβάλλον. Ωστόσο, ο συγγραφέας φροντίζει να χρησιμοποιήσει μια γλώσσα που επιχειρεί την ανοικείωση, αυτή την τόσο συζητημένη αρχή της «λογοτεχνικότητας»: θέλει να πάρει τους οικείους λογοτεχνικούς τρόπους και να τους επεξεργαστεί και να τους κάνει ανοίκειους, για να τους προσδώσει σημασιακό βάθος. Ολόκληρο το μυθιστόρημα είναι μια αφήγηση που δε γίνεται με τους γνωστούς τρόπους (π.χ. με μια πρωτοπρόσωπη αφήγηση, ή μια ουδέτερη τριτοπρόσωπη αφήγηση)· αντίθετα, εμβολίζεται από συνεχή σχόλια-παρεμβάσεις, από το φραστικό μοτίβο «…ισχυρίζεται ο Περέιρα…» (ή αντίστοιχες συνώνυμες φράσεις). Έτσι, το κείμενο χρωματίζεται, κατά τη γνώμη μου, με έναν τρόπο που παραπέμπει σε απολογία, παραπέμπει σε διαρκείς εξηγήσεις που δίνει ο ήρωας σε κάποιον, παραπέμπει σε μια κατασκευή μιας εκδοχής της αλήθειας από τον πρωταγωνιστή της. Και αυτό, είναι σημαντικό. Η ιστορία είναι μια εκδοχή των προσώπων που τη βιώνουν, είναι ένας αγώνας να παρουσιάσουν τα πρόσωπα τη δικιά τους αλήθεια, να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους, να εξεταστούν. Γιατί, πραγματικά, ο λόγος και η αφήγηση παίρνουν διαστάσεις «όπλου» και καλούνται να υπερασπιστούν τις προσωπικές αξίες και τον προσωπικό αγώνα του ατόμου σε μια περίοδο που όλα κρίνονται και όλα είναι στην κόψη του ξυραφιού…
Έτσι ισχυρίζεται ο Περέιρα, του Antonio Tabucchi
Μετάφραση: Ανταίος Χρυσοστομίδης
Εκδόσεις Άγρα
σελ. 210