Scroll Top

Βιβλιοθήκη

Ούτις, του Σαμσών Ρακά

feature_img__oitis-tou-samson-raka
Ούτις: τα φυσικά και μετά τα φυσικά

Από τη μήτρα του «Αμπερλουδαχαμίν» ξεπήδησε ένα θεός. Και το όνομα αυτού: «Ούτις». Εάν στο «Αμπερλουδαχαμίν», το ποιητικό πόνημα του Ρακά που βγήκε πριν από τρία χρόνια, κάποιος μάγεψε ένα παιδί αγγίζοντάς το στο κεφάλι και μέσα από εαυτούς που γέννησε ανακάλυψε ότι ο μάγος δεν ήταν ο διάβολος αλλά η τέχνη, στον «Ούτινα» τα μάγια αποκαλύπτουν πως ο πλανήτης είναι ένας έμβιος οργανισμός, ξεπλένουν πάθη για να υπερβούν το πρόσκαιρο, αξιώνοντας νέα θρησκεία ή αίρεση. Εάν το «Αμπερλουδαχαμίν» ήταν η Παλαιά Διαθήκη του Σαμσών Ρακά, ο «Ούτις» είναι η Καινή Διαθήκη και προειδοποιεί: «Απαγορεύεται ρητά σε δότες κρατικών ή ιδιωτικών βραβείων ποίησης να αντιμετωπίσουν το συγκεκριμένο βιβλίο ως ένα ενδεχόμενο αριστείας». Ποιος θα επιχειρούσε να βραβεύσει τη Βίβλο; Θα έπρεπε να έχει ιδιαίτερη πίστη, σε καιρούς απίστων.

Ο «Ούτις» του Σαμσών Ρακά βγήκε ακριβώς πριν κλείσει το 2017, ίσως γιατί μέσα του περιέχει το 72, αριθμό μαγικό, φτάνοντας στους βιβλιοπώλες με το μελάνι ακόμη να στεγνώνει το νέο έτος. Αποτελεί ένα μεγάλο κείμενο σε έκταση, ένα παραλήρημα σε έκσταση, ένα σύγχρονο έπος με ψηφιδωτά βότσαλα, μικρούς ύμνους που συνυφαίνονται σε κοσμικό γκονγκ, το οποίο οι πιστοί του μέλλοντος θα ψάλουν στο Επτάθρονο του Φιλοπάππου, το έτος 2081.

Ξετυλίγεται ένα έπος ανηρωικό πάνω στα χνάρια μιας μοίρας που σβήστηκε, οδηγώντας σε υποθετικές αλήθειες αργόσυρτα σαν η κατήχηση της Κυριακής να ακουμπά το αιώνιο. Ανάμεσα σε αναμνήσεις του παρελθόντος («η παιδική ηλικία κάνει διαρκώς μήνυση στο θεό») και του μέλλοντος («ο προορισμός λέω υπάρχει / και θα ‘ναι βάναυσος πολύ»)

είναι στιγμές που το παρόν φρενάρει
λες και έκοψε το βήμα του να πάρει μάτι
τον κώλο της αιωνιότητας 

Συνομιλίες με πολιτικά φαντάσματα, τέχνες, Ιστορίες, ποιητές, φιλοσόφους, εχθρούς, φίλους, συνθέτουν μεταμοντέρνα θραύσματα που ποθούν τη σύνθλιψή τους σε μια νέα μεγάλη ενότητα. Εξομολογήσεις λαμβάνουν χώρα, όπως μια εγκυμοσύνη μετά από χωρισμό ή κλάματα «που δεν προλάβαμε ν’ αγαπηθούμε». Ουτοπίες ξεπηδούν δίπλα σε κατοχικές χαρουπόπιτες.

Ο εθνικός σαρκασμός δεν λείπει: 

αν αποσυνθέσεις την Ελλάδα,
στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά,
ένα αμπέλι κι ένα καράβι
που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις»
όμως το ερώτημα, Ελύτη μου,
είναι ΓΙΑΤΙ ΞΑΝΑ;

πρώτα πρώτα το αμπέλι
θα το έκανα κρασί
την ελιά που λες
θα τηνε πέρναγα στεφάνι
θ’ άφηνα πίσω τα συντρίμμια
και θα ‘φευγα με το καράβι σου για κρουαζιέρα
η Ελλάδα ας κόψει το λαιμό της

μεγάλε, μόλις την ξανάφτιαξες 

Η καρδιά του ποιητή ενίοτε σπαράζει: «συγγνώμη, μήπως μπορείς να με ερωτευθείς λίγο;» — και κάποτε μερικά χαϊκού: «μωρή φύση / πέτα πίσω το μπισκότο». Απευθύνεται στον θεό που πλάθει ή κάποια αγάπη ή ταυτίζονται

συνομίλησα τόσο πολύ μαζί σου
που όταν σε ξανάδα, πόσα;
τριανταπέντε χρόνια μετά;
την ώρα που με ρώτησες με έκπληξη τι κάνω
σου απάντησα σε τόνο συζυγικό:
να πάρουμε χαρτί κουζίνας όπως γυρνάμε

Το χαμένο μπισκότο, οι πληγωμένες καρδιές, βόσκουν για παρηγοριά στο λιβάδι μιας νέας μεταφυσικής που θέλει να είναι φυσική. Ξάφνου χαρά, κουβέντες του δρόμου που με ένα ραβδί μετατρέπονται σε ευφυολογήματα. Και τι είναι αυτά τα ξόρκια από μαγικά κείμενα της ελληνικής ή αιγυπτιακής αρχαιότητας; ~ ΙΑΩ ΙΑΩ ~ Από το μπαλαμούτι μένει το ούτι. Μπορεί ο θεός Ούτις να γιατρέψει τον κόσμο; Ούτις σημαίνει κανένας; Δεν είναι κάθε θρησκεία μια ποιητική επινόηση; Τουλάχιστον μέχρι να φετιχοποιηθεί. Ο πιστός του Ούτινα, καλείται να έρθει σε επαφή με το κείμενο, ψάχνοντας απαντήσεις μόνος. Ούτις δεν σημαίνει άλλο από την ανυπαρξία του θεού, το ποίημα παίρνει τη θέση προσευχής αλλά αποτυγχάνει εφόσον αλλοτριωθεί και διαβαστεί θρησκευτικά, o ουτισμός θα έχανε μεταξύ άλλων τις ενδεχομενικότητές του 

θέλησα να φτιάξω ένα θεό για πλάκα
και τελικά αυτός μου μίλησε

Κλείνει αυλαία με μια σκηνή τυφλότητας που θα οδηγήσει στο άνοιγμα ενός τρίτου οφθαλμού –ξαναγεννημένος κόσμος ποιητικός– και έναν οραματικό ρομαντικό ψαλμό.

Και ξαναπλέουμε εξαντλημένοι
Αναζητώντας την αθωότητα στη σάρκα
Ενός γινομένου ροδάκινου
(…)
είμαστε ο πόνος κι είμαστε
η μάταιη προσπάθεια για να μην είμαστε
(…)
έρχονται κατά κύματα οι αγαπημένοι
σπεύδουμε να τους αγκαλιάσουμε
όπως ένας γυμνόστηθος σφιχταγκαλιάζει κάκτο 

_
Κίμων Θεοδώρου
- γράφει για το Artcore

Ούτις, του Σαμσών Ρακά
Εκδόσεις Υποκείμενο
σελ. 264

1
Μοιράσου το