Scroll Top

Λόγος + Τέχνη

Σταθμός Έντεκα, της Emily ST. John Mandel

feature_img__stathmos-enteka-tis-emily-st-john-mandel
«Αν η κόλαση είναι οι άλλοι, τι είναι ένας κόσμος χωρίς ανθρώπους;»

Λοιπόν, όλα πήγαν εξαιρετικά καλά με αυτό το βιβλίο, το τέταρτο κατά σειρά, της Καναδέζας συγγραφέως Emily St. John Mandel. Για τον ψυχαναγκαστικό, σε βαθμό διαστροφής, που διαβάζει με ευλάβεια τις παραθέσεις που επιλέγει ο συγγραφέας να συμπεριλάβει στο βιβλίο του, εκείνες τις μικρές δόσεις ηδονοβλεψίας στα αγαπημένα αποσπάσματα από τα αγαπημένα του βιβλία, η Mandel ήδη βάζει γκολ από τα αποδυτήρια παραθέτοντας ένα εκπληκτικό απόσπασμα από το “The Separate Notebooks” του Czesław Miłosz:

Ζεστός αέρας στους φοίνικες, στα φύλλα τους,
Κι εγώ σκέφτομαι το χιόνι
Στη μακρινή μου επαρχία όπου συνέβησαν πράγματα
Που ανήκουν σε μιαν άλλη ζωή, ασύλληπτη.
Η φωτεινή πλευρά του πλανήτη κινείται προς το σκοτάδι
Και οι πόλεις αποκοιμιούνται, καθεμιά στην ώρα της.
Και για μένα, τώρα όπως και τότε, δεν αντέχεται.
Ο κόσμος είναι απέραντος.

Κι έτσι αρχίζει ο «Σταθμός Έντεκα» να ξετυλίγει το δυστοπικό κουβάρι του. Για να μη χάνουμε χρόνο με τα τυπικά, την περίληψη του βιβλίου μπορείτε να την διαβάσετε εδώ http://ikarosbooks.gr/643-stathmos-enteka.html. Αφού διαβάσατε, λοιπόν, περί τίνος πρόκειται, οφείλουμε, στο σημείο αυτό, να παραδεχτούμε πως η Mandel έμεινε πιστή στις ρίζες του καλού και παραδοσιακού δυστοπικού μυθιστορήματος επιλέγοντας όλα τα κλισέ που το χαρακτηρίζουν, όπως ο κλασσικός ιός που ξεπαστρεύει εν ριπή οφθαλμού ένα συντριπτικό μέρος της ανθρωπότητας και όλοι πέφτουν σαν τις μύγες, ή όπως θα έλεγε και ο Kevin:

Συνεχίζοντας τον Αρμαγεδδών λοιπόν, οι πρωταγωνιστές του βιβλίου βρίσκονται σε απόγνωση παρακολουθώντας τον κόσμο τους να διαλύεται, κάνοντας τα μεταποκαλυπτικά ψώνια τους με προμήθειες επιβίωσης από τα τοπικά Lidl, ο χαρακτηριστικός ψευτομεσσίας και η σατανική αίρεσή του κηρύττουν το τέλος και την Νέα Τάξη πραγμάτων κ.ο.κ. Η συνταγή είναι γνωστή, αλλά με μεγάλη μας χαρά διαπιστώσαμε πως έγινε ιδιαιτέρως νόστιμη στα χέρια της Mandel. Πώς έγινε αυτό;

Η συγγραφέας, προφανώς, δεν ήθελε να γράψει ένα ακόμα «ας-σκοτώσω-την-ανθρωπότητα-να-δούμε-τι-θα-βγει» μυθιστόρημα. Δημιούργησε ένα έργο προσωπικό με χαρακτήρες που μέσα από την ατομικότητά τους τονίζουν και επαναπροσδιορίζουν την επιτακτική σημασία της μνήμης, τη θέληση για επιβίωση, την ανθρώπινη προσαρμοστικότητα, το τρομακτικά ευμετάβλητο και εφήμερο τοπίο της πραγματικότητας, όπως τη γνωρίζουμε.

Η πλοκή του μυθιστορήματος ξετυλίγεται με έναν ευφυή, περίτεχνο τρόπο που σίγουρα συγκαταλέγεται στα συγγραφικά χαρίσματα της Mandel. Με διαρκείς εναλλαγές αφηγηματικού χρόνου στο παρελθόν και στο παρόν και με τη σταδιακή σύνδεση όλων των πρωταγωνιστών και της κοινής, εν αγνοία τους, πορείας, η συγγραφέας εντείνει ακόμα περισσότερο τη δραματική αίσθηση ενός κόσμου που χάνεται και ενός νέου, αγνώριστου πια κόσμου που διαμορφώνεται μετά τον ιό και την καταστροφή που επέφερε. Όλα αυτά βέβαια πάντα με μία πρέζα καυστικότητας:

Στην Νέα Υόρκη ήταν πρωί. Φαντάστηκε τον Κλαρκ να κατεβάζει το ακουστικό του τηλεφώνου στο γραφείο του στο Μανχάταν. Αυτό συνέβη κατά την διάρκεια του τελευταίου μήνα της εποχής που μπορούσες να πατήσεις μερικά κουμπιά σε ένα τηλέφωνο και να μιλήσεις με κάποιον στην άλλη άκρη της γης.

Υπήρχε μια στιγμή στη γη, απίστευτη εκ των υστέρων, και στην πραγματικότητα ούτε καν στιγμή στη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας, σχεδόν σαν κλάσματα του δευτερολέπτου, που ήταν δυνατό να ζεις αποκλειστικά φωτογραφίζοντας διάσημους και παίρνοντάς τους συνεντεύξεις.

Μέσα στο βιβλίο επανέρχεται ξανά και ξανά η φράση «η επιβίωση δεν είναι αρκετή» που μας έκανε να αγαπήσουμε για τα καλά πλέον τη Mandel, καθώς είναι μία αναφορά στην πρόταση “survival is insufficient” η οποία ακούστηκε σ’ ένα επεισόδιο του “Star Trek: Voyager” το 1999. Το άξιζε το Arthur C. Clarke Award που κέρδισε το κορίτσι, το 2015, ένα από τα πιο τιμητικά βραβεία για μυθιστορήματα επιστημονικής φαντασίας. Το άξιζε.

Πρόκειται για ένα βιβλίο νοσταλγικό, δοσμένο στη μελαγχολία που επιφέρει η πλήρης ισοπέδωση του μοντέρνου τρόπου ζωής. ‘Ενα μυθιστόρημα που οδηγεί τον αναγνώστη σε σκέψεις έξω από κουτάκια, ένα βιβλίο ολίγον «τρομακτικό» και πολύ απολαυστικό για όλους εσάς, που όταν παρακολουθήσατε αυτήν τη σκηνή, σκίρτησε η καρδούλα σας:

Για το τέλος, θα μοιραστώ μαζί σας το αγαπημένο μου απόσπασμα. Δεν είναι spoiler, ούτως ή άλλως γνωρίζετε ήδη ότι όλα διαλύονται:

Τέλος το ίντερνετ. Τέλος τα κοινωνικά δίκτυα, τέλος η περιήγηση σε κατεβατά από όνειρα και αγχωμένες ελπίδες και φωτογραφίες φαγητών, κραυγές για βοήθεια και εκφράσεις ευχαρίστησης, ενημερώσεις προσωπικής κατάστασης με καρδούλες κανονικές ή ραγισμένες, σχέδια για συναντήσεις αργότερα, εκκλήσεις, παράπονα, επιθυμίες, φωτογραφίες με μωρά ντυμένα αρκούδες ή πιπεριές για το Χαλογουίν. Τέλος η παρακολούθηση και ο σχολιασμός στις ζωές των άλλων, που σ’ έκανε να νιώθεις λιγότερο μόνος. Τέλος τα άβαταρ.

Που τέτοια τύχη Emily St. John Mandel. Που τέτοια τύχη…

Σταθμός 11, της Emily St. John Mandel
Μετάφραση: Βάσια Τζανακάρη
Εκδόσεις: Ίκαρος
σελ. 452

1
Μοιράσου το