Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

Zdzisław Beksiński: Aκροβατώντας σε στοιχειωμένα όνειρα

feature_img__zdzisaw-beksiski-akrobatontas-se-stoixeiomena-oneira
Έργα εφιαλτικά, βγαλμένα από σενάρια για το τέλος του κόσμου, σκόπιμα ορφανεμένα από τίτλους. Ένας υπερευαίσθητος δημιουργός με αλλεργία στη δημοσιότητα και ανεξάντλητη ουτοπική φαντασία.

Ο Zdzisław Beksiński υπήρξε ο πλέον επιδραστικός μοντέρνος Πολωνός καλλιτέχνης. Ασχολήθηκε με τη ζωγραφική, τη γραφιστική, τη γλυπτική και τη φωτογραφία. Τον γοήτευε η φθορά, η αποσύνθεση, η παρακμή αλλά και ο ερωτισμός, ο αφαιρετισμός και ο μυστικισμός της Ανατολής.

Γεννήθηκε στο Sanok της Πολωνίας το 1929 και, αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην αρχιτεκτονική στην Κρακοβία, εργάστηκε αρχικά σε μια κατασκευαστική εταιρεία. Η συγκεκριμένη δουλειά δεν του προσέφερε προσωπική ικανοποίηση, αλλά ενδέχεται να αποτέλεσε μια από τις πρωταρχικές πηγές της έμπνευσής του. Συνήθιζε να συλλέγει αχρησιμοποίητα υλικά από τις οικοδομές, τα οποία ενσωμάτωνε στα γλυπτά του και στις μονταρισμένες φωτογραφίες του.

Η φωτογραφία ήταν το μέσο με το οποίο μυήθηκε αρχικά στην τέχνη. Η θεματολογία του είχε κυρίως σουρεαλιστικό-εξπρεσιονιστικό ύφος, ενώ έδειχνε μεγάλο ενδιαφέρον για τον σαδομαζοχισμό, με πιο γνωστό του έργο τη φωτογραφία “Sadist’s Corset”. Ωστόσο, οι τεχνικές εμφάνισης κι επεξεργασίας της φωτογραφίας τον περιόριζαν να υλοποιήσει αυτό ακριβώς που είχε στο μυαλό του. Αδυνατώντας να πετύχει το τελικό αποτέλεσμα που ο ίδιος ήθελε, εγκατέλειψε τη φωτογραφία στις αρχές της δεκαετίας του '60.

Αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στη ζωγραφική, καθώς μέσω αυτής είχε τη δυνατότητα να απεικονίζει με ακρίβεια αυτό που οραματιζόταν. Η φαντασία του δεν περιοριζόταν πια· το τελικό έργο θα μπορούσε να μεταμορφωθεί με άπειρους τρόπους. Οι πίνακές του κυριαρχούνται από τρομακτικές φιγούρες, αλλοπρόσαλλοι κάτοικοι ενός σκοτεινού κόσμου του ανθρώπινου υποσυνείδητου. 

Πολύ συχνά, δεν μπορούσε να κατανοήσει ούτε ο ίδιος τη σημασία των έργων του. Αυτός είναι πιθανώς και ο κύριος λόγος για τον οποίον έκαψε σχεδόν όλα τα έργα που είχε δημιουργήσει μέχρι το 1977. Είχε επίσης εκμυστηρευτεί πως η καταστροφή αυτή οφειλόταν και στο γεγονός ότι πολλοί από τους πίνακες ήταν πάρα πολύ προσωπικοί και δεν ήθελε να τους μοιραστεί με κανέναν. 

Η πιο σπουδαία περίοδος του Zdzisław Beksiński ήταν η λεγόμενη «φανταστική», που χρονολογείται από τα τέλη του '60 μέχρι τα μέσα του '80. Τα στοιχεία που δεσπόζουν στους ονειρικούς αυτούς πίνακες είναι τραυματικά τοπία βγαλμένα από την κόλαση, εφιαλτικές φιγούρες και βλοσυρή υπερφυσική αρχιτεκτονική. Η παγκόσμια αναγνώριση ήταν γεγονός αναμενόμενο. Η εκπληκτική του τέχνη έκαμψε ακόμα και την αυστηρή λογοκρισία της κομμουνιστικής πολωνικής κυβέρνησης. Ακολούθησε η «γοτθική» περίοδος, στην οποία κυρίαρχη θέση κατείχαν παραμορφωμένες κεφαλές και λιγότερο ονειρικές φιγούρες, που αποδίδονταν με πλαστική αρμονία.

Τη δεκαετία του '90, ήταν πλέον εφικτή η τροποποίηση των φωτογραφιών μέσω των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Η εξέλιξη της τεχνολογίας τον χαροποίησε ιδιαίτερα, καθώς γινόταν πραγματικότητα ένα μακρινό άπιαστο όνειρό του. Μπορούσε να επέμβει στο τελικό αποτέλεσμα με όποιο τρόπο εκείνος επιθυμούσε. Ο κύκλος έκλεισε στο ίδιο σημείο από όπου είχε ξεκινήσει όταν καταπιάστηκε για πρώτη φορά με την τέχνη.

Ασχολήθηκε λίγο και με τη μουσική, ενώ είχε δηλώσει πως θα τον ενδιέφερε και η σκηνοθεσία. Η τελευταία αποκλείστηκε, καθώς θεωρούσε πως οι ταινίες που ήθελε να δημιουργήσει θα λογοκρίνονταν από την κυβέρνηση, η οποία θα παρέμβαινε στην όλη διαδικασία. Ο ίδιος αστειευόταν συγκρίνοντας τον εαυτό του με τον διάσημο σκηνοθέτη Andrzej Wajda, που ήθελε να γίνει ζωγράφος αλλά δεν τα κατάφερε, έχοντας δηλαδή μια ακριβώς αντίθετη πορεία από τον ίδιο.

Ο Zdzisław Beksiński δεν ήθελε να βρίσκεται μπροστά στα φώτα της δημοσιότητας. Δεν είχε εμφανιστεί ποτέ στα εγκαίνια των εκθέσεών του και αρνούταν κατηγορηματικά να ερμηνεύσει τα έργα του, γι'αυτό εξάλλου δεν είχε δώσει τίτλο σε κανένα από αυτά. Επιπλέον, δεν τον ενδιέφεραν καθόλου οι εκάστοτε τάσεις στην τέχνη ούτε οι απόψεις των κριτικών τέχνης, οι οποίες σημειωτέον δεν ήταν ποτέ ευνοϊκές. 

Κρατούσε προσωπικό ημερολόγιο, όπου εκμυστηρευόταν μύχιες σκέψεις του, την ύπαρξη όμως του οποίου δεν γνώριζε κανένας. Πρόσφατα, βγήκε στο φως της δημοσιότητας, χάρη στο βιβλίο του Jarosław Mikołaj Skoczeń με τίτλο «Beksiński. Μέρα με τη μέρα, τελειώνει η ζωή. Ημερολόγια». Ο συγγραφέας το έγραψε προκειμένου να αποκαλυφθεί το αληθινό πρόσωπο του καλλιτέχνη που αγάπησαν οι απλοί άνθρωποι και μίσησαν οι κριτικοί. Καθώς υπήρξαν πολλές απόψεις, δηλώσεις κι ερμηνείες για τον Beksiński και το έργο του, το συγκεκριμένο βιβλίο επιχειρεί να αποκαταστήσει την πραγματικότητα.

Η φρικώδης θεματολογία των έργων του Beksiński σε συνδυασμό με τον απόμακρο χαρακτήρα του λειτούργησαν αρνητικά σε σχέση με τους κριτικούς. Σε αντίθεση με την κοινότυπη πεποίθηση πως ήταν ένας σχιζοφρενής που λάτρευε τον διάβολο, μαθαίνουμε από το ημερολόγιό του πως διάβαζε ανελλιπώς τη Βίβλο και ήταν βαθιά πιστός χριστιανός. Τα δραματικά γεγονότα που έζησε στη νεαρή ηλικία των δέκα ετών, όταν ξεκίνησε ο δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, το μετέπειτα καταπιεστικό καθεστώς στην Πολωνία, ο θάνατος της αγαπημένης του συζύγου από καρκίνο το 1998, αλλά και η αυτοκτονία του γιου του ένα χρόνο αργότερα, δικαιολογούν το δυστοπικό ύφος των έργων του.

Ο Beksiński ήταν τελειομανής, όπως διαβάζουμε στο εν λόγω βιβλίο. Παρόλο που δεν παρίστατο στα εγκαίνια των εκθέσεών του, ήθελε να έχει ο ίδιος την επιμέλειά τους. Ζητούσε φωτογραφίες από τον χώρο κι έστελνε πίσω σημειώσεις με λεπτομερείς οδηγίες για την τοποθέτηση των έργων. Ακόμα και αν δεν του άρεσε το στήσιμο, θα έγραφε στο ημερολόγιό του πάντα την αλήθεια. Το ίδιο ίσχυε και με τους ανθρώπους που γνώριζε. Στη διαπροσωπική επαφή θα ήταν ευγενικός, αλλά στο ημερολόγιο θα εξέφραζε τη δυσαρέσκειά του για τη συνάντηση.

Όλες οι φωτογραφίες του, οι προσωπικές σημειώσεις, τα βοηθητικά σχέδια, οι ηχογραφήσεις και τα βίντεο, μαζί με το σύνολο των έργων του κληροδοτήθηκαν στο Ιστορικό Μουσείο του Sanok, έχουν ψηφιοποιηθεί και είναι στη διάθεση των ενδιαφερόμενων ιστορικών και δημοσιογράφων. Η σύζυγος και ο γιος του δεν είχαν πρόσβαση σε όλα αυτά τα αρχεία. Ο Beksiński τα συγκέντρωνε με σκοπό να δημοσιοποιηθούν μετά τον θάνατό του, και γι'αυτό φρόντισε να περιέχουν ειλικρινείς εξομολογήσεις.

Στα ημερολόγιά του είναι έκδηλη η αναφορά του στη μοναξιά, αλλά και στην απέραντη αγάπη του για την γυναίκα του Zofia και τον γιο του Tomasz. Αναφέρεται έμμεσα στην πίστη, αφού θεωρεί πως μετά και τον δικό του θάνατο «μπορεί κάποτε να συναντηθούμε, να καθίσουμε και να μιλήσουμε, να εξηγήσουμε πολλά πράγματα που δεν είχαμε καταφέρει να κάνουμε όσο ήμασταν ζωντανοί».

Το τέλος της ζωής του Zdzisław Beksiński ήρθε το 2005 με εξίσου θλιβερό τρόπο. Μαχαιρώθηκε δεκαεπτά φορές στο διαμέρισμά του, μετά από μια λογομαχία που είχε με τον γιο της οικονόμου του, ο οποίος ήθελε να δανειστεί χρήματα. Τα έργα του παραμένουν μέχρι και σήμερα σημείο αναφοράς για την τέχνη της Πολωνίας. Επηρέασε πολλούς Πολωνούς ροκ μουσικούς, καθώς και τους δημιουργούς του ηλεκτρονικού παιχνιδιού Tormentum, ενώ ο Μεξικανός σκηνοθέτης Guillermo del Toro δηλώνει φανατικός θαυμαστής του.

Τον Οκτώβριο του 2016 θα βγει στις κινηματογραφικές αίθουσες της Πολωνίας, ελπίζουμε και της Ελλάδας, η ταινία “Ostatnia Rodzina”/ “The Last Family”. Επικεντρώνεται στη ζωή του γιου του Tomasz, ο οποίος μέσω του επαγγέλματός του έκανε γνωστές στη χώρα του μπάντες όπως οι Marillion, οι Ultravox και οι King Crimson και μετέφρασε τις ταινίες του James Bond καθώς και των θρυλικών Monty Python.

Επισκεφτείτε την Προσωπική Ιστοσελίδα του.

Content Sources

  • http://culture.pl/en/tag/zdzislaw-beksinski-0
  • http://natemat.pl/176711,zdzislaw-beksinski-jadal-w-mcdonald-s-i-uwielbial-coca-cole-wlasnie-ukazaly-sie-jego-dzienniki-byl-inny-niz-myslicie
  • http://ewawojciechowska.pl/czerwony-dywan/ostatnia-rodzina-film-o-beksinskich/
1
Μοιράσου το