H μεγάλη ιδέα, του Anton Beraber
Αναζητώντας μια μεγάλη ιδέα
Η «Μεγάλη ιδέα» του Anton Beraber είναι από τα λίγα εκείνα μυθιστορήματα που σε μυούν σε έναν μυθοπλαστικό κόσμο από τον οποίο είναι δύσκολο να δραπετεύσεις. Κι αυτό γιατί αυτός ο κόσμος είναι τόσο μαγευτικός και θελκτικός που δε θέλεις να ξεφύγεις. Ο Beraber με την αφήγησή του ακολουθεί το μυθικό ταξίδι ενός Έλληνα στρατιώτη ο οποίος, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, φεύγει από τη Σμύρνη και περιπλανιέται ανά τον κόσμο σαν άλλος Οδυσσέας. Το έργο είναι η προσπάθεια να συντεθεί το προφίλ αυτού του μυστηριώδους, σχεδόν μυθικού προσώπου, αλλά στην ουσία του πρόκειται για ένα νοητικό ταξίδι αναζήτησης μιας ιδέας, μιας μεγάλης ιδέας ικανής να υποστηρίξει τον Άνθρωπο.
Η «Μεγάλη ιδέα» του Anton Beraber είναι από εκείνα τα λίγα μυθιστορήματα που σε «τραβούν» μέσα τους και μένουν μαζί σου για πολύ καιρό. Είναι από τα μυθιστορήματα που ξεχωρίζουν με την έντασή τους και με την ικανότητά τους να μαγεύουν τον αναγνώστη. Ως πρωτόλειο, πρόκειται για ένα εντυπωσιακό ξεκίνημα και μια μεγάλη υπόσχεση του συγγραφέα προς το αναγνωστικό του κοινό. Είναι ένα σπουδαίο, επικολυρικό και ποιητικό μυθιστόρημα που επιχειρεί να επαναφέρει το μύθο στη λογοτεχνία. Ο Beraber αναλαμβάνει να φέρει εις πέρας ένα έργο δύσκολο, να δημιουργήσει μια αφήγηση που θα ταξιδέψει τον αναγνώστη πίσω στις ίδιες τις αρχαίες ρίζες του μυθιστορήματος: στο ίδιο το έπος, και στην ποιητική επεξεργασία του μύθου, όχι απλώς ως μιας ιστορίας, αλλά ως βαθέος νοήματος της πραγματικότητας. Όπως αναγνωρίζει και ο ίδιος ο συγγραφέας, η λογοτεχνία στη σύγχρονη εποχή οφείλει να αφουγκραστεί την τάση για επιστροφή στο επικό, την τάση για δημιουργία όχι απλώς ιστοριών αλλά αφηγήσεων που θα βοηθούν στην ερμηνεία του σύγχρονου κόσμου. Σε αυτό στοχεύει η «Μεγάλη ιδέα» και αυτό το καταφέρνει πλήρως.
Το μυθιστόρημα του Γάλλου συγγραφέα δεν είναι, λοιπόν, μια κλασική ιστορία με την γνωστή φόρμα του μυθιστορήματος· δεν είναι μια εξιστόρηση γεγονότων που μπλέκονται μεταξύ τους σε μία πλοκή που εξελίσσεται σύμφωνα με ορισμένες προσδοκίες, όπως θα τις περιέγραφε για παράδειγμα η θεωρία. Αντίθετα, ο Beraber επιλέγει να απομακρυνθεί από αυτές τις επιταγές της πλοκής και, αντ’ αυτού, να δομήσει το μυθιστόρημα γύρω από ένα κεντρικό χαρακτήρα και το ταξίδι του, και γύρω από τις πολλαπλές εκδοχές και φάσεις που παρουσιάζουν διαφορετικά πρόσωπα για τον κεντρικό χαρακτήρα. Η «Μεγάλη ιδέα» είναι, στην ουσία, το σύνολο των διαφορετικών προσεγγίσεων πάνω στο χαρακτήρα και το ταξίδι του Καλογιάννη, το σύνολο των διαφορετικών αφηγήσεων που αφορούν τις διαφορετικές φάσεις του ταξιδιού του. Το μυθιστόρημα, κατ’ αυτόν τον τρόπο, αποκτά μια ιστορία, αλλά το νόημα αυτής της ιστορίας δεν έγκειται στα γεγονότα της πλοκής της τόσο, όσο στις ιδέες και τα σημαινόμενα που κρύβονται κάτω από τα γεγονότα. Ουσιαστικά, εκείνο που έχει στο μυαλό του ο Beraber είναι να προσεγγίσει το αρχαίο έπος και τις δυνατότητες του έπους να ξεκινά από μια ιστορία και να μην περιορίζεται εκεί, αλλά να επιμένει στη μυθική κινητήριο δύναμη και ουσία της ιστορίας (αυτό που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως mythomoteur).
Ο Σαούλ Καλογιάννης, το κεντρικό πρόσωπο της «Μεγάλης ιδέας» είναι ένας Έλληνας στρατιώτης που γλιτώνει από τη μεγάλη αντεπίθεση και το διωγμό που εξαπέλυσαν οι Τούρκοι στη Σμύρνη το 1922, και ξεκινά ένα μεγάλο ταξίδι περιπλάνησης με όσους στρατιώτες τον συντροφεύουν στη φυγή του. Το μυθιστόρημα ακολουθεί τον Καλογιάννη στους πολλούς σταθμούς του ταξιδιού του, από τη Μεσόγειο μέχρι και την άλλη άκρη του Ατλαντικού και τις ΗΠΑ, και επιχειρεί να σκιαγραφήσει την προσωπικότητά του παραθέτοντας μαρτυρίες ανθρώπων που τον συνάντησαν και τον γνώρισαν. Αναπλάθοντας αυτό το ταξίδι, ο Beraber στην ουσία αναπλάθει μια καινούργια Οδύσσεια –ίσως και με κάποια επιπλέον ψήγματα της Αινειάδας-, στην οποία ο ήρωας φεύγει από την κατεστραμμένη από τον πόλεμο Μ. Ασία, ως ένας ηττημένος, και πραγματοποιεί ένα περιπετειώδες ταξίδι –κατά το οποίο περνά από διάφορα, μυθικά σχεδόν, μέρη–, προσπαθώντας να βρει τον προορισμό του, ή μάλλον να κατασκευάσει το πεπρωμένο του.
Αυτή είναι η ιστορία της «Μεγάλης ιδέας». Μια ιστορία που στην απλότητά της ενέχει κάτι εντελώς πρωτογενές, κάτι ουσιαστικό, ποιητικό και φιλοσοφημένο: είναι η ιστορία ενός ανθρώπου που αναζητά τη μοίρα, που αναζητά νόημα στη ζωή. Ο Beraber αντλεί από τα έπη της αρχαιότητας αυτόν τον πρωτοτυπικό μύθο και τον μεταφέρει στο σύγχρονο κόσμο, σε μια απόπειρα να βρει νόημα στον άνθρωπο του σήμερα. Μόνο που ο σύγχρονος Οδυσσέας του Beraber δεν έχει τη σιγουριά του μύθου και του πεπρωμένου που είχαν οι ήρωες της αρχαιότητας, δεν έχει τη σιγουριά ενός νοήματος που το επισφραγίζουν οι θεοί τους και το επιβεβαιώνει ο κόσμος γύρω τους. Αντιθέτως, ο Σαούλ Καλογιάννης καλείται να φτιάξει ένα νόημα, καλείται να το αναζητήσει ενόσω ο ίδιος έρχεται αντιμέτωπος με ένα αινιγματικό και πολλές φορές παράλογο σύμπαν· καλείται να αναζητήσει το νόημα ενόσω προσπαθεί να ανακαλύψει και τον ίδιο του τον εαυτό και τις επιθυμίες του. Ο ήρωας του Beraber είναι ένας κατ’ εξοχήν μοντέρνος άνθρωπος που είναι περισσότερο στραμμένος στον ίδιο του τον εαυτό και τα μυστήρια του κόσμου, παρά στην έννοια του καθήκοντος προς τους άλλους. Ο Καλογιάννης, έτσι όπως σκιαγραφείται, ως άλλος Οδυσσέας που περνά από πάθη, αποκτά απόκοσμες εμπειρίες, και αγωνίζεται για να επιβιώσει και να κερδίσει κάτι σπουδαίο, γίνεται στη «Μεγάλη ιδέα» ένα πρόσωπο σύμβολο: είναι ένας άνθρωπος που αναμετράται διαρκώς με τη φύση, με τους υπόλοιπους ανθρώπους, με την κοινωνία και τα συστήματά της· είναι ένας άνθρωπος που προσπαθεί να βρει νόημα και αξίες μέσα από τις πολλές και διαφορετικές εμπειρίες και τους αγώνες που δίνει. Ο Καλογιάννης πλάθεται όχι μόνο ως πολύπαθος και πολυμήχανος, αλλά ταυτόχρονα ως ανυπότακτος, ως βαθιά ανήσυχος, ως εραστής της ελευθερίας και θηρευτής της αλήθειας μέσα από την αντιπαράθεση με τα πάντα, μέσα από τις σχεδόν μεταφυσικές εμπειρίες του στα ταξίδια, καθώς και μέσα από την επίμονη ενδοσκόπηση. Ο Καλογιάννης γίνεται σύμβολο και, ως σύμβολο, επηρεάζει τους πάντες και τα πάντα μέσα στο μυθιστόρημα – ακόμη κι αν δεν τον προσλαμβάνουν όλοι το ίδιο.
Ο συγγραφέας καταφέρνει να αναδείξει με τον καλύτερο τρόπο αυτό το μυθικό πρόσωπο. Είναι ένας τρόπος που υπογραμμίζει τη μοναδικότητα του προσώπου, τα επικά χαρακτηριστικά του, τη φιλοσοφημένη ματιά του. Ο Beraber επιλέγει να τοποθετεί τον ήρωα μεταξύ χρονικότητας και αχρόνου, μεταξύ τοπικότητας και ατόπου. Την ίδια στιγμή που προσδιορίζεται ο τόπος και ο χρόνος των συμβάντων, την ίδια στιγμή που δίνονται πληροφορίες για το ιστορικο-κοινωνικό πλαίσιο της ιστορίας, ταυτόχρονα ο συγγραφέας επιλέγει να μην δώσει πολλές λεπτομέρειες για το υπόβαθρο, κατορθώνοντας έτσι να ενισχύσει το γενικευτικό χαρακτήρα του έργου, τη διαχρονικότητα και την οικουμενικότητα του προσώπου. Κάπως έτσι, ο Καλογιάννης αποσπάται από τη γνωστή σε όλους και προσιτή πραγματικότητα και ανα-πλάθεται ως οικουμενικός ήρωας, ως πρότυπο ανθρώπου με τον οποίο μπορεί να ταυτιστεί ο καθένας. Επιπρόσθετα, κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο Beraber πετυχαίνει να ενισχύσει τη γοητεία του μυθιστορήματος: μεταμορφώνει το μυθιστόρημα από απλή ιστορία σε μύθο, σε κάτι αντίστοιχο ενός παραμυθιού που λαμβάνει χώρα σε μια άλλη διάσταση, μια διάσταση σχεδόν μεταφυσική.
Η γλώσσα που χρησιμοποιείται, επίσης, είναι ένα εργαλείο με το οποίο ο Beraber σμιλεύει την αναγνωστική εμπειρία του μύθου. Η γλώσσα του μυθιστορήματος κατορθώνει να ισορροπεί και αυτή ανάμεσα, αφενός, στο στρωτό, ρεαλιστικό, σχεδόν οικείο και καθημερινό ύφος, με την αναφορικότητα που ταιριάζει σε μια διαυγή και ακριβή γλωσσική αναπαράσταση του εξωτερικού κόσμου, και αφετέρου στο αφηρημένο, λυρικό και ποιητικό ύφος το οποίο αξιοποιούν κείμενα που στοχεύουν περισσότερο στο στοχασμό, στην εκφραστική συμπύκνωση, στην αφαιρετικότητα που αρμόζει στη γλώσσα μιας πιο μεταφυσικής πραγμάτευσης. Η γλώσσα της «Μεγάλης ιδέας» είναι μια γλώσσα επική, η οποία πετυχαίνει αφενός να στερεώνει τον αναγνώστη γερά στον οικείο κόσμο του, και αφετέρου να τον μεταρσιώνει και να τον προσκαλεί σε μια εμπειρία βαθιάς στοχαστικότητας.
Εν κατακλείδι, η «Μεγάλη ιδέα» του Anton Beraber είναι ένα μυθιστόρημα-εμπειρία. Είναι ένα μυθιστόρημα που επενδύει στο να γοητεύσει τον αναγνώστη και να τον «παγιδεύσει» στους μαιάνδρους ενός απαράμιλλου μυθικού ταξιδιού. Μόνο που αυτοί οι μαίανδροι δεν είναι ένας αγχωτικός και προβληματικός λαβύρινθος, αλλά αντίθετα μαίανδροι που συμβολίζουν (όπως άλλωστε συμβαίνει με τους μαιάνδρους) τη ροή ενός ζωτικού ρεύματος: είναι το ρεύμα ενός ταξιδιού προς την αναζήτηση της ίδιας της ουσίας του ανθρώπου.
H μεγάλη ιδέα, του Anton Beraber
Μετάφραση: Αλεξάνδρα ΚωσταράκουΕκδόσεις Πόλις
σελ. 608