Barbie, της Greta Gerwig
Πως η ταινία “Barbie” αναθερμαίνει την αμφιλεγόμενα «ρόδινη» βιομηχανία του αιώνα.
Το κοριτσίστικο όνειρο, η νοσταλγία των παιδικών χρόνων, η πολυτέλεια, όλα εμπεριέχονται στην “Barbie”. Η αγαπημένη κούκλα ολόκληρου του κόσμου, επιστρατεύεται για άλλη μια φορά ως βόμβα καταναλωτισμού, υπενθυμίζοντας την αδιάλειπτη ανάγκη της ανθρωπότητας για ροζ προϊόντα και διάφορα μέσα προβολής της θηλυκότητας. Είναι γνωστό και αποδεκτό, ίσως, ότι η πιο ευάλωτη ομάδα καταναλωτών είναι τα παιδιά, το καίριο ερώτημα όμως είναι: αν χρησιμοποιηθεί ένα σύμβολο της ποπ κουλτούρας που έχει κάνει πλύση εγκεφάλου σε εκατομμύρια μικρά παιδιά, θα μπορέσει να αφυπνίσει ξανά τους λιλιπούτειους εγκεφάλους που ενηλικιώθηκαν; Άμεσα συνυφασμένη επί επτά περίπου δεκαετίες με το παιχνίδι, την φαντασία, το όνειρο, την ανεμελιά της παιδικής ηλικίας, η Barbie επιστρέφει στις μεγάλες οθόνες αυτή τη φορά, με ανθρώπινη μορφή, στην ταινία της Greta Gerwig. Αποκτά σάρκα, οστά, μυαλό, προβληματισμούς, συναισθήματα. Προκαλεί και κάποια συγκίνηση, αν παραβλέψει κανείς το γεγονός ότι πρόκειται για ένα αντικείμενο, που υπηρέτησε, ωστόσο, άριστα τον σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκε: δίδαξε κοινωνικές σχέσεις, κανόνες, επαγγελματικό προσανατολισμό και θηλυκότητα, με την μορφή που την φαντάζονταν οι άνθρωποι των μέσων του 20ου αιώνα. Λίγο παλαιό πρότυπο, αλλά διαχρονικό μέσα στην «πλαστικότητά» του.
Στην ταινία “Barbie” παρακολουθούμε την μετάβαση της κούκλας-στερεότυπου, την οποία ενσαρκώνει η Margot Robbie, από τον «ρόδινο» κόσμο της (έναν άριστα και λεπτομερώς δομημένο κόσμο, αν παρατηρήσει κανείς την κινησιολογία, την κατασκευή των σκηνικών, τη μουσική και τους διαλόγους, όπως τον δημιούργησε με την κοριτσίστικη ματιά της η Greta Gerwig), στην ανθρώπινη πραγματικότητα και συγκεκριμένα στο Los Angeles. Η ανάγκη της Barbie για αυτό το ταξίδι, μακριά από την ιδανική ζωή και τους κομπάρσους που την πλαισιώνουν, υπαγορεύεται από μια σειρά προβληματισμών, υπαρξιακών ανησυχιών και παράδοξων γεγονότων. Σε αυτήν την αναζήτηση απαντήσεων, συνοδοιπόρος της είναι ο Ken (Ryan Gosling), που έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με την συγκεκαλυμμένη πατριαρχία της ανθρώπινης κοινωνίας. Έπεται ένας κωμικός και συνάμα αρκετά δυσάρεστος «πόλεμος» ανάμεσα στη Barbie και στον Ken, στη γυναίκα και στον άντρα, σε γυναικοκρατία και ανδροκρατία. Ταυτόχρονα με την ανταρσία του Ken, η Barbie κατά την επαφή της με τον αληθινό κόσμο πλήττεται και από αισθήματα ανεπάρκειας, έλλειψης αυτοπεποίθησης, αντικειμενοποίησης, δέχεται πυρά σχετικά με το φορτίο της τελειότητας που βαραίνει τους ώμους των γυναικών για τις οποίες αποτελεί πρότυπο, γνωρίζει τις έννοιες της φθοράς, του χρόνου, του φόβου, της αποτυχίας, ακόμη και της δυστυχίας. Μετά την αποκατάσταση της ισορροπίας, η περιβόητη κούκλα πρέπει να αντιμετωπίσει ένα σημαντικό δίλημμα, έχοντας αντιληφθεί αυτό που δυστυχώς πολλές γυναίκες της δυτικής κοινωνίας δεν θα μπορέσουν ποτέ να αντιληφθούν: η ουσία της τελειότητας θεμελιώνεται από την συνειδητοποίηση της πληρότητας που προσφέρουν οι στιγμές της ζωής, άλλοτε κορυφαίες και άλλοτε όχι τόσο, πληρότητα που ακόμη και ένα αιώνιο όνειρο – όπως η Barbie της εν λόγω ταινίας – θα την ζήλευε. Μία διαφορετική οπτική του φεμινισμού, κοσμημένη με συγκινησιακά φορτισμένες σκηνές, γυναικεία αλληλεγγύη και φυσικά όλες τις αποχρώσεις του ροζ.
Με την κυκλοφορία της νέας ταινίας, η κούκλα-στερεότυπο επανέρχεται στην επικαιρότητα, γίνεται «μόδα» ξανά, με τις ευλογίες της Mattel, η οποία πιθανότατα παρατήρησε ότι τα στατιστικά των πωλήσεων μειώθηκαν. Βούτυρο στο ψωμί της η ιδέα των Greta Gerwig και Noah Baumbach να φέρουν την πολυαγαπημένη κούκλα στον αληθινό σύγχρονο κόσμο, θέτοντάς την αντιμέτωπη με όλες τις συνέπειες αυτού που πρεσβεύει: μιας γυναίκας τέλειας -τουλάχιστον όπως ορίζει το τέλειο ο ανθρώπινος νους ή έστω όπως το όριζε την δεκαετία του ’50, μέσα από τα μάτια της δημιουργού της Ruth Handler- με ιδανικές αναλογίες, επιχειρηματικό μυαλό και στυλ. Και οι συνέπειες αυτές είναι η αποστροφή που σμιλεύθηκε (τόσο άρτια όσο οι σμιλευμένοι μηροί της Barbie), από τις ανασφάλειες και το αίσθημα ανεπάρκειας που δημιούργησε το πρότυπο της Barbie στις γυναίκες της υφηλίου. Καμία τόσο πετυχημένη, καμία τόσο ευτυχισμένη, καμία τόσο όμορφη, καμία τόσο ξανθιά. Ένα πρότυπο-απάτη, απαλλαγμένο από καθε έννοια ρεαλισμού και κατανόησης της γυναικείας φύσης.
Η Mattel, μέσω της Barbie, πέραν του ψυχολογικού πολέμου που (μάλλον) άθελά της κήρυξε στο γυναικείο φύλο, επεδίωξε να δημιουργήσει νέες ανάγκες στο αγοραστικό κοινό, περιχύνοντας με ροζ πινελιές καθε κοριτσίστικο δωμάτιο και πασπαλίζοντας με glitter τις παιδικές μας αναμνήσεις. Δεν υπάρχει -μάλλον- κανένα κορίτσι των δυτικών κοινωνιών που να μην έπιασε στα χέρια του μια Barbie, ενώ πολλά από τα παιδιά αυτά απέκτησαν και μερικά από τα χιλιάδες προϊόντα που σχετίζονται με τoν περίφημo κόσμο της: παιχνίδια, ταινίες, ρούχα, καλλυντικά, σχολικά είδη, έπιπλα, ο,τιδήποτε μπορεί να φανταστεί ο ανθρώπινος νους. Σχεδόν κάθε ιδέα της Mattel απέδιδε τεράστια κέρδη.
Ώσπου ήρθε η στιγμή να κατακτηθεί και το ενήλικο κοινό, εκτός από τα παιδιά. Μια ταινία απευθυνόμενη σε όλες τις ηλικίες, με στόχο να επαναπροσδιορίσει την ιδέα της Barbie, να απολογηθεί για το ανέφικτο πρότυπο που εκπροσωπούσε, να αναστηλώσει το ηθικό των γυναικών, να δώσει ανθρώπινη υπόσταση (!) σε μια ιδέα -όπως χαρακτηρίζεται η κούκλα Barbie- και να πείσει, με αρκετά συγκινητικό τρόπο, για την αδιαμφισβήτητη υπεροχή της ανθρώπινης ύπαρξης έναντι της εξιδανικευμένης Barbie. Με πάνω από ένα δις εισπράξεις, το κύμα επιρροής της φίρμας φαίνεται ιδιαίτερα ισχυρό. Φυσικά αυτό δεν θα αποδειχθεί μόνο από την κινηματογραφική επιτυχία, αλλά και από τις πωλήσεις όλων των υπόλοιπων ειδών που γράφουν με γλυκά καλλιγραφικά ροζ γραμματάκια αυτό που αγαπάνε όλοι: Barbie.
Στην προκειμένη περίπτωση, το αγοραστικό κοινό είναι κυρίως τα κορίτσια, που ενηλικιώθηκαν και αντιμετωπίζουν αυτήν την «μόδα» σαν μια ανάσα δροσιάς και παιδικότητας, που ασυνείδητα τους μεταφέρει σε μια ευτυχισμένη περίοδο της ζωής τους, απαλλαγμένη από προβλήματα, χρέη, άγχος, ραγισμένες καρδιές και αδιέξοδα. Ποιος θα μπορούσε να αρνηθεί μία όμορφη ανάμνηση; Ή να κακοκαρδίσει το παιδί που κρύβει μέσα του; Το χαριτωμένο αυτό κουτάκι του εγκεφάλου επιλέγει να γαργαλίσει η Mattel, όπως και όλες οι άλλες εταιρείες που παράγουν προϊόντα με τη σφραγίδα της Barbie: τσάντες, ρούχα, παπούτσια, κοσμήματα, καλλυντικά. Και μάλιστα αυτήν την φορά η απόλαυση της κατανάλωσης είναι απενοχοποιημένη, γιατί πλέον η Barbie είναι άνθρωπος με ανθρώπινα ελαττώματα, μια γυναίκα φεμινίστρια και σίγουρα όχι μία bimbo, όπως μας διαφωτίζει η νέα ταινία.
Αναπόδραστα η Barbie αποτελεί ένα προϊόν απίστευτα εμπορικό, αν και ο τρόπος που αντιλαμβάνεται κανείς όσα πρεσβεύει σαν χαρακτήρας αυτή η απομίμηση γυναίκας είναι καθαρά υποκειμενικά. Ο ρόλος που διαδραματίζει, ως παιχνίδι, στη διαμόρφωση κοινωνικών αρχών και σχέσεων είναι διαφορετικός για κάθε έναν από εμάς και πιθανότατα πολύ αποτελεσματικός στο σημείο που μπορεί να εξυπηρετήσει ένα παιχνίδι αυτήν την λειτουργία. Παρόλα αυτά, η εμπορευματοποίηση που συνοδεύει την πολυαγαπημένη κούκλα συνεχίζει να μεγεθύνεται, με κάθε μέθοδο, με τρόπο απροκάλυπτο και με αποκορύφωμα βεβαίως την ταινία “Barbie” της Greta Gerwig που προσέφερε μια νέα δυναμική στην δυτική βιομηχανία, μέσω φυσικά και της τεράστιας διαφημιστικής καμπάνιας που τη συνοδεύει και της ενίσχυσής της από τα social media, που γιγαντώνει τις αντιδράσεις του κοινού.
Barbie, της Greta Gerwig
Είδος: Κωμωδία, Φαντασία, Περιπέτεια
Διάρκεια: ‘114