Ο κύριος Μ., της Μάρως Λεονάρδου
Ο Φίλο Τέιλορ Φάρνσγουορθ φταίει για όλα: Σημείωμα για το μυθιστόρημα «Ο κύριος Μ.» της Μάρως Λεονάρδου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός.
Anchorwoman ή anchorman. Αυτοί είναι οι τίτλοι με τους οποίους προικίζονται εκείνες και εκείνοι που μονοπωλούν το ενδιαφέρον μας στις επτά και μισή ακριβώς. Όταν ήμουν παιδί όλους αυτούς τους χαρακτήρες του θεωρούσα λιγότερο ανθρώπινους. Τώρα που το σκέφτομαι, είμαι βέβαιος πως δεν τους θεωρούσα ίδιους με εμάς. Θα μπορούσαν να είναι στοιχειά ή μηχανές έτοιμες να μας καθηλώσουν μες σε ένα καταιγιστικό μισάωρο. Ήξεραν πάντα κάτι παραπάνω από εμάς για μας τους ίδιους. Δεν υποψιαζόμουν πως λίγο μετά από το βραδινό δελτίο, οι σταρ των ειδήσεων ξεβάφονται, σκέφτονται ένα γρήγορο φαγητό, μια άλλη ζωή, αυτή τη φορά παρόμοια με τη δική μας να περιμένει και αυτούς. Και έτσι με τα χρόνια πείστηκα πως και αυτοί είναι άνθρωποι, μορφές πρωταγωνιστικές σε δράματα προσωπικά.
Ωστόσο, δεν είναι λίγοι εκείνοι που χάθηκαν ολότελα ξαφνικά και τώρα επιχειρηματολογούν υπέρ της παιδικής μου φαντασίας. Πρόσωπα που άλλοτε γνώριζαν εκείνο που εμείς δεν είχαμε ακόμη φανταστεί και επιστράτευαν όλη την αγωνία στην έκφραση τους, γλίστρησαν μες στους φακούς, τους πήρε ένα μακρινό σήμα και τώρα εκπέμπουν σε άλλα μήκη.
Η Μάρω Λεονάρδου όμως, που υπογράφει το καινούριο μυθιστόρημα των εκδόσεων Αρμός με τίτλο «Ο κύριος Μ.» δεν ανήκει σε αυτήν την τάξη. Το επιβεβαιώνουν τα έξι μυθιστορήματα που ήδη συνθέτουν ένα άλλο βιογραφικό για την καταξιωμένη δημοσιογράφο. Εκείνον της συγγραφέως που σε αυτήν την τελευταία, λογοτεχνική της παρουσία γίνεται ένα με τους χαρακτήρες και αφηγείται μια ιστορία δίχως να ακολουθεί τη φόρμα αλλά φωτίζοντας τις γωνίες και τις εσοχές που κρύβουν οι διαδρομές της αληθινής, εκεί έξω ζωής. Ή μάλλον της «εκεί μέσα» βιογραφίας, καθώς στη διάρκεια των κεφαλαίων του «Κυρίου Μ.» κάτι φαίνεται να γλιστρά στη χίμαιρα και οι ήρωες γίνονται παρανάλωμα του εαυτού τους, υποκείμενοι σε λάθη και πάθη. Η σοφία του κυρίου Μ., παραχωρεί τα κλειδιά που χρειάζεται κανείς προτού αφεθεί σε μια ιστορία έπος, με χαρακτήρες που πέφτουν γεμάτοι από οικείες παθογένειες. Το όνειρο του κυρίου Μ. , εκείνο το εκπληρωμένο που του χαρίζει την ιδιοφυή πληρότητα μες στην εξομολόγηση του κατάμεστη από τα αιώνια ξωτικά, νεαρές θεότητες με καταδιωκτικά γούστα, όπως η τύχη, η έμπνευση, η δόξα του ταλέντου, που χειρίζονται μαεστρικά τα σύρμα και οι φιγούρες κινούν τα μέλη τους, γράφουν τη δική τους, υπέροχη και θλιβερή ιστορία. Κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του κυρίου Μ., ο κόσμος δεν κινδυνεύει να γκρεμιστεί. Ποζάρει γεμάτος πιθανότητες και αχαλίνωτες ευκαιρίες εμπρός από το παραβάν της τηλεόρασης και του κόσμου της. «Και μες σε αυτό το σκηνικό, στήνουν χορό τα πέντε ξωτικά, που αποκτούν νόημα, μορφή και ανθρώπινη υπόσταση, που κινούν τα νήματα και δημιουργούν καταστάσεις» γράφει στο οπισθόφυλλο της έκδοσης του Αρμού. Ένας τόπος που ίσως, όπως συμπληρώνει ο συντάκτης ίσως «τίποτε απ΄όσα περιγράφονται σ΄αυτό το βιβλίο δεν έχει συμβεί, όπως περιγράφεται. Τα περισσότερα είναι επινοημένα», πασπαλισμένα με το ψέμα της τηλεοπτικής οθόνης, της λάμψης που ζεσταίνει μοναδικά την ψυχή και θαμπώνει το βλέμμα μας καθώς αλλάζουμε γωνιά σε αυτήν την ιστορία φιλοδοξίας και απώλειας. Και αφηνόμαστε στην έκπληξη του κειμένου που εναλλάσσει μοναδικά τους αφηγητές και μας αφήνει βαθύτερα να παρακολουθήσουμε τους σταθμούς μιας διαδρομής. Στο φόντο η τηλεοπτική Ελλάς, σύγχρονη ως το μεδούλι της και την ίδια στιγμή ανεπίκαιρη, γεμάτη αυλοκόλακες και πρωτονοτάριους. Ερωμένες και στάρλετ και σεξοβόμβες και ματαιωμένοι όρκοι ή διαλυμένοι γάμοι σπαρμένοι αντικαταθλιπτικά. Μια ατμόσφαιρά στούντιο και απέραντη μοναξιά και ένα χιούμορ γεμάτο από το ήθος το δικό μας που κάνει ακόμη πιο τρυφερό να μοιάζει ετούτο το μυθιστόρημα της συντριβής και της μοίρας. Καθένας από αυτούς τους χαρακτήρες κουβαλά το φορτίο του και προχωρεί, οι πορείες χωρίζουν και πάλι τα μονοπάτια σμίγουν όταν τα περιθώρια στενεύουν.
Στις σελίδες του «κυρίου Μ.» , στις ιστορίες που δένονται μεταξύ τους και άλλοτε φορούν το ρούχο της πρόζας και διαλέγουν το πρώτο για πρόσωπό τους ή πάλι κυλούν με τη φυσικότητα άλλης μια βιογραφίας που δουλεύεται με τη στωικότητα του φιλοσόφου μες στον μύλο του χρόνου, θα βρεις το πορτραίτο του καιρού μας. Δίχως μάτια, έτσι όπως το ΄πε ο Παπαγιώργης, κάθε φορά και αλλιώτικο, να μας κοιτάζει και να διαφεύγει την ίδια στιγμή από το πινέλο του ζωγράφου. Θέλει τις λέξεις, τη γοητευτική γραφή της Μάρως Λεονάρδου την πρωτοτυπία στη φόρμα που υπακούει μόνο στην ανάγκη της ίδιας της αφήγησης και της πρόθεσης της δημιουργού να καταστήσει εδώ και εκεί, σταθμούς θεατρικούς και αλλού δρόμους που ανοίγουν οι λέξεις, με τις γεύσεις που φέρνουν, τις οδύνες που μπορούν να περιγράψουν, τη μνήμη που καταγράφουν. Λέξεις που αναλαμβάνουν σε αυτό το εξαιρετικό και διαφορετικό μυθιστόρημα του Αρμού να κάνουν τη βρώμικη δουλειά.
Σήμερα το δελτίο των επτά και μισή θα έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον. Μπορεί να έχουν διαψευστεί οι φαντασίες μιας εποχής, όμως θα έχω την ευκαιρία να φανταστώ μια ιστορία πίσω από τον παρουσιαστή. Πώς ζει, πώς αγαπάει, αν του αρέσει να οδηγεί ολομόναχος μες στη νύχτα, αν προτιμά τον καφέ ή αν έχει ένα ταλέντο που θα τον σώσει. Αν είναι το σπίτι του σωστό μέγαρο, αν λένε την μητέρα του Αλεξάνδρα και ανησυχεί για εκείνον όπως και η δική μου. Θα πρέπει να πάω πίσω, στις μικρές αφορμές που δίνει το πεπρωμένο και μπλέκει τις ζωές μας σε ασύμμετρα παιχνίδια. Θα πρέπει να αφήσω τα ξωτικά να φωτίσουν το δρόμο, σαν μια συνείδηση στο περιθώριο της εξωφρενικής μας ταχύτητας. Θα πρέπει να φανταστώ έναν ολόκληρο κόσμο και να τον πλάσω μες στην μικρή οθόνη, κατάμεστο από στρας και ανθρώπινες εξαγορές, Θα πρέπει να τον κάνω ανθεκτικό, να διαθέτει τη στόφα του ανθρώπου που μπορεί να υπερβεί όσα μας παίρνει ο χρόνος, υπακούοντας στην τύχη, στη φορά του ανέμου. Θα πρέπει να ξαναφτιάξω κάτι σαν το ιδιότροπο, ελληνικό μας όνειρο που μοιάζει να διατρέχει σαν φλέβα το μυθιστόρημα της δημοσιογράφου και ψυχοθεραπεύτριας όπως αποκαλύπτει το λιτό βιογραφικό των εκδόσεων Αρμός, αντιστρόφως ανάλογο της πορείας που χάραξε η ξεχωριστή και πολυτάλαντη Μάρω Λεονάρδου.
Στο τέλος θα πρέπει να μην ξεχάσω να χαιρετήσω τον κύριο Μ. Βρίσκεται στο βάθος του καθρέφτη και είναι εμείς μετά από χρόνια, όμως αναμφίβολα εμείς. Καταξιωμένοι ή διαλυμένοι, κάπως μοναχικοί και απόμακροι, φερέγγυοι πια για την ιερή τελετή μιας ιστορίας και λιγότερο νάρκισσοι. «Ο κύριος Μ.» ανταποκρίνεται μες στον καθρέφτη του και έχει την ανθρώπινη χροιά του ακέραιη. Ήρωας και αυτός έχει βρει άσυλο μες στις σελίδες της έκδοσης που μιλά για πράγματα κοντινά σε όλη τους την αλήθεια με δίχως τίποτε πλαστικό ή επιτηδευμένο. Του αρκεί κάτι τέτοιο του κυρίου Μ., όπως ακριβώς αρκεί σε ένα μυθιστόρημα το ταλέντο της αφήγησης. Όπως αρκεί μετά από τόσες μάχες με την υπερηφάνεια της, μια κατάκοπη και γνωστική πια ανθρώπινη καρδιά.
Ο κύριος Μ., της Μάρως Λεονάρδου
Εκδόσεις Αρμός
σελ: 218