Εκμηδένιση, του Michel Houellebecq
Εκμηδένιση: Ο Μισέλ Ουελμπέκ σε μια προσπάθεια ανατομίας του άμεσου μέλλοντος.
Μέσα από την ιστορία για μια Γαλλία υπό πολιτικό μετασχηματισμό αλλά και εν μέσω ολοένα κλιμακούμενων και ανεξιχνίαστων επιθέσεων που στοχοποιούν την παγκόσμια τάξη των πραγμάτων, ο Μισέλ Ουελμπέκ παραδίδει ένα μυθιστόρημα κρίσης σε όλα τα επίπεδα. Παρακολουθώντας τη ζωή, τις σκέψεις και τη δράση του Πωλ –ενός προσώπου με καίρια θέση συμβούλου στην κεντρική πολιτική σκηνή (στο κυβερνόν κόμμα) το οποίο βιώνει ταυτόχρονα μια σειρά από οικογενειακές κρίσεις που αφορούν τόσο την συζυγική του ζωή όσο και την υγεία του πατέρα του- η «Εκμηδένιση» εξερευνά μια σειρά από θεματικές που έχουν να κάνουν ακριβώς (όπως μαρτυρεί ο τίτλος) με την κρίση, την παρακμή, την απειλή και τη διακινδύνευση. Η κεντρική αφηγηματική γραμμή του μυθιστορήματος περνά μέσα από μια σειρά τέτοιων ζητημάτων. Διαρκές διακύβευμα και μοχλός προώθησης της ιστορίας είναι η απειλή: μια χώρα απειλείται, μια πολιτική ομαλότητα και «κανονικότητα» απειλούνται, ο καπιταλισμός και μια ολόκληρη ιδεολογία στην οποία έχει στηριχθεί ο δυτικός κόσμος απειλούνται, η ατομική ζωή μεμονωμένα απειλείται, η υγεία απειλείται, η οικογενειακή ζωή και οι δεσμοί απειλούνται… Ο Ουελμπέκ προσπαθεί να μας δώσει μια εικόνα για το πώς ακριβώς τα άτομα διαχειρίζονται αυτή τη σύγχρονη κατάσταση της διαρκούς κρίσης που δυναμιτίζει την προσωπική ταυτότητα και τον σαφή προσανατολισμό στη ζωή, Και στην προσπάθειά του αυτή, διαρκώς μας υπενθυμίζει ότι ο πλήρης έλεγχος και η ασφαλής, καθησυχαστική διαχείριση αυτών των κρίσεων είναι σχεδόν αδύνατα∙ μάλιστα είναι τόσο βαθιά και επιδραστική η αίσθηση της διαρκούς και τρομερής διακινδύνευσης που εμποτίζει κάθε πτυχή, και προπάντων την ψυχολογική κατάσταση. Ας μην παραβλέψουμε άλλωστε ένα βασικό μοτίβο καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου που είναι τα όνειρα: όνειρα που επιτίθενται με την αινιγματική τους γλώσσα, αφήνοντας σχεδόν πάντα πικρή επίγευση, αφήνοντας εικόνες φόβου, παρακμής, εξολόθρευσης και θανάτου…
Σε αυτό το πεδίο, ο τρόπος εξερεύνησης των θεματικών που επιλέγει ο Ουελμπέκ είναι ενδιαφέρων. Γιατί αυτό γίνεται με μια εξισορρόπηση της αφήγησης ανάμεσα στο μεγάλο και στο μικρό (Αν και θα μπορούσε κανείς δικαίως να υποστηρίξει ότι η αφήγηση δεν είναι τόσο τέλεια εξισορροπημένη όσο θα έπρεπε, με αποτέλεσμα να μην επιτυγχάνεται τόσο καλά να δοθεί σε βάθος η συσχέτιση των δύο αυτών πόλων). Το κύριο βάρος αφορά την καθημερινή, ατομική και οικογενειακή ζωή (με όλα τα αναπάντεχα, τα θλιβερά και δυσοίωνα, και τις έντονες στιγμές όπου χάνεται δραματικά η ισορροπία) ενός προνομιούχου ανώτατου κρατικού υπαλλήλου σε περίοδο κρίσης, με τακτές μεταπηδήσεις στα μεγάλα γεγονότα της γαλλικής και διεθνούς κοινωνίας, σε ένα άμεσο μέλλον που χαρακτηρίζεται από την αβεβαιότητα και τη συνύπαρξη και τις αναπόφευκτες συγκρούσεις ιδεολογιών και τρόπων ζωής και αξιακών συστημάτων. Το ενδιαφέρον σε αυτή την αφηγηματική επιλογή (που εγώ το εξέλαβα και ως ένα λανθάνον κριτικό σχόλιο) είναι ότι, από μία οπτική, ολόκληρη η μεγάλη εικόνα φιλτράρεται και σχεδόν απορροφάται από τη μικρή, την προσκόλληση στο οικογενειακό και το ελάσσον, σε σημείο ωστόσο που φαίνεται ότι σχεδόν το ατομικό αρχίζει να ζει περιχαρακωμένο στις μικρές τονικότητές του, στο μικρό του περίγυρο, σχεδόν αδιάφορα και αποστασιοποιημένα από τις μεγάλες συγκρούσεις και εξελίξεις, μέχρι που αυτές έρχονται και διαταράσσουν το μικρόκοσμο. Η αποστασιοποίηση γίνεται δε ακόμα χειρότερη όταν αγγίζει και τον τρόπο συσχέτισης του ατομικού με το άμεσα οικείο, το οικογενειακό, σε σημείο τέτοιο που η κρίση του ατόμου εκφράζεται μέσα από την εικόνα ενός υποκειμένου που μοιάζει να πλέει ανυπεράσπιστο στον ωκεανό των κρίσεων, χωρίς να συνδέεται ουσιαστικά και γερά με κανένα κέντρο. Ταυτόχρονα όμως, από μια άλλη οπτική, η επιλογή του Ουελμπέκ κατορθώνει και κάτι διαφορετικό. Ανάγει το ατομικό και το οικογενειακό τοπίο κρίσεων σε ένα ουσιαστικό τοπίο για τον άνθρωπο του σήμερα: το ατομικό και οικογενειακό έχουν γίνει τόσο έντονα κομμάτια της κοινωνικής ζωής, τόσο αναπόσπαστα από τον τρόπο που οι απλοί άνθρωποι βλέπουν τον κόσμο, που και αυτά χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής και παρατήρησης αν θέλουμε να αναλύσουμε την εποχή της διακινδύνευσης στην οποία ζούμε, ακόμα κι αν αυτό γίνεται με τον παρατηρητικό, χαμηλόφωνο και περιγραφικό τρόπο που το κάνει ο Ουελμπέκ.
Στο τέλος, η «Εκμηδένιση» είναι ένα άκρως ενδιαφέρον μυθιστόρημα, έστω κι αν ο αποστασιοποιημένος και ουδέτερος τρόπος γραφής του Γάλλου μυθιστοριογράφου μπορεί να αφαιρέσει κάτι από τη δύναμη του έργου να προκαλέσει έντονη σύνδεση και έντονα συναισθήματα στον αναγνώστη. Είναι στο κέντρο του ένα μυθιστόρημα για τη διακινδύνευση και την ακατανοησία των πραγμάτων και το πώς μπορεί ο άνθρωπος να τα διαπραγματευτεί. Δεν υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο μάθημα που μπορεί να εκληφθεί, πέρα ίσως από το ότι μέσα στους κινδύνους της εκμηδένισης οι άνθρωποι μπορούν να αρχίσουν να αντιδρούν προσπαθώντας να αποκαταστήσουν τους δεσμούς τους με τους υπόλοιπους. Και γι’ αυτό θα κλείσω με ένα απόσπασμα από το τέλος του βιβλίου:
Ίσως τελικά ο κόσμος να είχε δίκιο, σκέφτηκε ο Πωλ, ίσως να μην είχαν καμιά θέση σε μια πραγματικότητα που απλώς την είχαν διασχίσει με μια τρομαγμένη ακατανοησία. Όμως είχαν φανεί τυχεροί, πολύ τυχεροί. Για τους περισσότερους ο δρόμος αυτός ήταν απ’ την αρχή μέχρι το τέλος μοναχικός.
Εκμηδένιση, του Michel Houellebecq
Μετάφραση: Γιώργος Θ. Καράμπελας
Βιβλιοπωλείον της Εστίας
σελ. 664