Σαν αφθαρσία μέσα μας, του Στέλιου Ράμφου
Σπάνια λεπτότητα: Σημείωμα για το καινούριο βιβλίο του Στέλιου Ράμφου, «Σαν αφθαρσία μέσα μας» από τις εκδόσεις Αρμός. Για την ποίηση του Κ. Π. Καβάφη.
Τριάντα ολόκληρα χρόνια η ίδια διαδρομή. Από την Εταιρία Αρδεύσεων ως την κακόφημη συνοικία του Αταρίν, στην Αλεξάνδρεια που αφήνει τους τελευταίους, ελληνιστικούς της σπασμούς. Βλέπετε, οι φήμες τρέχουν, γλιστρούν μες στο σκοτάδι και αρπάζουν από το γιακά τις συνοικίες.
Μόνος, μια χώρα έρημη, κάποιος που διάλεξε να ζήσει μια ζωή πεζή μα και μυστική μαζί. Μια ζωή αφοσιωμένη σε οικείες συνήθειες, μια ζωή μες στην ιστορία και την ίδια στιγμή στην κορυφή της, με το ταλέντο της πλατιάς, πρωτόγνωρης εποπτείας του να κάνει τη διαφορά δεκαετίες μετά. Όταν τα ποιήματα του Κωνσταντίνου Καβάφη θα κερδίσουν την προσοχή των ομότεχνων του και των κριτικών της λογοτεχνίας που αναγνώρισαν στο έργο του τη σπάνια συγκίνηση, αυτή που γεννιέται όχι από το αίσθημα μα απ’το στοχασμό, τη σκέψη που κατορθώνει και δένει μεταξύ τους το παρελθόν και το παρόν, σαν δυο στιγμές αιώνιες και στέρεες.
Τριάντα ολόκληρα χρόνια δοσμένος στα πάθη του με τρόπο μυστικό, τριάντα ολόκληρα χρόνια στην Αλεξάνδρεια που γερνάει αδιάκοπα, κρατώντας μια πατίνα δόξας παλιάς και περαστικής. Ο Καβάφης που θα κερδίσει το θαυμασμό της κοινής γνώμης όταν μετά το θάνατό του θα αποκαλυφθούν σε όλη τους την έκταση τα μετρημένα ποιήματά του. Τα αποκηρυγμένα και όσα κοσμούν τις βιβλιοθήκες του κόσμου. Μετρημένα στο πλήθος τους μα και στην ευαισθησία, τη στοχαστικότητα, την ευφυία τους. Στίχοι ανομοιοκατάληκτοι, να μιλούν για πράγματα όπως ο χρόνος, όπως το κενό και η άλαλη σκόνη, να ζωντανεύουν ξανά πρόσωπα που σημάδεψαν την ιστορική μνήμη, με το θάρρος, με το μαρτύριο και με την ήττα τους. Στίχοι που υπακούν στη μουσική, στίχοι με ψυχή που συγκινούν μα ταυτόχρονα κυριαρχούν της συγκινήσεως αυτής, θεμελιώνοντας την ίδια στιγμή κάτι το πνευματικό. Παρόμοια είχε μιλήσει για τους τεχνίτες της Αναγέννησης η διεθνής κριτικογραφία, αυτούς που με τη χρήση των συμβόλων και με μια ελευθερία ισοδύναμη του έρωτος και του Θεού, στάθηκαν έξω και πέρα από την εποχή τους, καθιστώντας στιγμή παροντική τον μύθο, ένα βήμα πιο πέρα από την ιστορία, εκεί που αγαπούν και κλονίζονται τα ανθρώπινα.
«Ώρες ταξιδεύω τριγυρίζοντας μέσα στο νου μου θέματα και σχέδια για έργα και για βιβλία της σκέψης και της τέχνης πολύτροπα», γράφει ο Παλαμάς στο Περιθώριο των σημειώσεων του. «Και εξοφλώ και ξεθυμαίνω στο τέλος με ένα λιγόστιχο τραγούδι» συμπληρώνει ο Δάσκαλος που στάθηκε με σκεπτικισμό απέναντι στο έργο του Αλεξανδρινού, την ώρα που εκείνος κέρδιζε ολοένα και περισσότερο την αναγνώριση που επέβαλε το σπάνιο τάλαντό του. Ποιος να το ‘ξερε πως εκείνος ο ποιητής που ο Στέλιος Ράμφος δοκιμάζει να επανεξετάσει στην καινούρια έκδοση του Αρμού με το υπέροχο «Σαν αφθαρσία μέσα μας», ποιος να το ‘ξερε πως εκείνος που με τόση θέρμη και μυστικοπάθεια ενέδιδε σε έρωτες απατηλούς, σε όνειρα της μιας βραδιάς και φαντασιώσεις, θα ‘κρυβε εντός του την ικανότητα να αναπλάθει την ιστορική αλήθεια, κατορθώνοντας μια σύνοψη που όμοιά της το πνεύμα δεν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί πως ενδέχεται να συλλάβει. Κανείς δεν το υποψιάστηκε, κανείς έξω από τον Γρηγόριο Ξενόπουλο που ήδη από τις πρώτες δημοσιεύσεις του Αλεξανδρινού, είχε διαβλέψει πως ο Κ. Π. Καβάφης στάθηκε με τόλμη εμπρός στην απαίτηση του θάρρους, που κανείς θα πρέπει να προσθέτει στις δημιουργίες του, θέτοντάς τα στην υπηρεσία της γραφής. Κανείς δεν το ‘ξερε πως ανάμεσα στ’ανώνυμο κοπάδι, έζησε για λίγο ένας τύπος υπεράνω των αιώνων. Ένας ποιητής που θα μπορούσε με τον εαυτό του να τα βάλει, που θα σκάρωνε μικρές, αξεπέραστες πραγματείες για ζητήματα υπαρξιακά και την ίδια στιγμή θα διέσωζε τόσα πρόσωπα, τόσες στιγμές από την απώλεια. Ήταν κάποιος που δεν κινούσε τις υποψίες, που δεν παρέκαμπτε τους κανόνες του μέτρου και της οικονομίας, αποθεώνοντας με λέξεις καθημερινές και απέριττες, σε στάση και ύφος δωρικό, μια ραγισμένη καρδιά, την ετοιμόρροπη αγάπη εμπρός στο φάσμα του θανάτου, την ιστορία που περιγελά μια φορά και έναν καιρό τους πρωταγωνιστές της και γυρνά σελίδα, τις βεβαιότητες που κάτω από τη λάμπα στο διαμέρισμα εκείνου του δρόμου, του τόσο αλεξανδρινού, φαντάζουν διάφανες.
Η έκδοση του Αρμού που συνιστά τ’αποτέλεσμα της στοχαστικής εργασίας του καθηγητή Στέλιου Ράμφου περιλαμβάνει συμμορφωμένες σε κείμενα, τις σημειώσεις τριάντα διαλέξεων για τον Καβάφη στο Ίδρυμα Βασίλη και Μαρίνας Θεοχαράκη, κατά τη διάρκεια του 2023, ενενήντα χρόνια από το θάνατο του ποιητή και προς τιμήν του. Ο ίδιος ο δημιουργός σημειώνει.
Με έτρωγε το ερώτημα πώς γίνεται όταν διαβάζουμε Καβάφη να συγκινούμαστε αλλά να μην καταλαβαίνουμε ακριβώς γιατί, οπότε με την ευκαιρία των διαλέξεων προσπάθησα να απαντήσω. Στάθηκα [επισημαίνει ο Ράμφος], στο ζήτημα του χρόνου, όχι σαν θεωρητική αντίληψη του Καβάφη αλλά σαν δομικό στοιχείο των ψυχικών του παραστάσεων και της ποιητικής του, παράγοντα μιας εσωτερική διαστάσεως που πηγάζει από την “ιδέα” κάθε ποιήματος, παραμερίζοντας τα λυρικά συναισθήματα με προέλευση ποικίλες εικόνες και εντυπώσεις. Εξ’ού και η πυκνή διασταύρωση παρατηρήσεων ή αυτοσχολίων του στις εκ μέρους μου αναγνώσεις των ποιημάτων
γράφει στο Προοίμιο της έκδοσης ο καθηγητής Ράμφος, δίνοντας μια σαφή εικόνα της στόχευσης την οποία φιλοδοξεί να συμπεριλάβει στην ξεχωριστή έκδοση του Αρμού. Πέραν της εσωτερικής θέασης την οποία και φωτίζουν οι κριτικές μαρτυρίες του Στέλιου Ράμφου, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως τούτη η εργασία, άλλο σκοπό δεν έχει παρά να καταστήσει σαφές το αίσθημα της αιωνιότητας και εκείνης της ελευθερίας που αρχινά από το πνεύμα για να κατακτήσει τελικά κάθε πτυχή της ζωής. «Κεριά», «Θερμοπύλες», «Τα Παράθυρα», ποιήματα που κινούνται ανάμεσα στην εσωτερική αναζήτηση και πάλι αντλούν από τη στέρνα του απλού βίου, με τα μυστικά κλειδιά του, τα προσωπικά. Αυτά είναι που θίγει ανεπαισθήτως ο Στέλιος Ράμφος αντικρίζοντας σήμερα τις διαχρονικές δημιουργίες του Καβάφη την αλήθεια που επιστρέφει πολλαπλάσια σε σκέψη και αίσθηση. Αλλού η πόλη που ιδρώνει από επιθυμία και εμπόριο και άλλοτε ο κλειστός του κόσμος, όλο προπλάσματα αλλοτινών αρχόντων καιρών βυζαντινών. Δίχως πρόσωπο οι στίχοι του, μόνον με μια υποψία έρωτος περαστικού και πικρού, ψύχραιμα μεταβαίνοντας από την εμπειρία στην ιστορική πραγματικότητα. Η σχέση του ποιητή με την ιστορία υπήρξε σαφής, καθώς σαν μες στο φέγγος του Λόρκα μπαίνει, να ανάψει το καντήλι της ύπαρξης και μιας βαθύτερης συνείδησης, κομψά διατυπωμένης, ως τ’ακρότατο όριο μιας συγκαλυμμένης ειρωνείας. Ενδεδυμένα το τριμμένο ρούχο της ιστορίας, προσηλωμένα στους ετασμούς και τις μάστιγες, τα ποιήματα του Καβάφη συνθέτουν στίχοι μωλωπισμένοι και εσωτερικοί που φέρνουν στο φως τα τρομερά μας μαρτύρια. Τον χρόνο, πιο πολύ αυτόν που όλο μας στρέφει κατά το παρελθόν, γυρεύοντας να αυξήσουμε μια στάλα το μήκος της ζωής μας, την ένταση του αισθήματος, τη βαρύτητα του στοχασμού. Μα μόνον κατ’επίφαση, αφού με πόση πικρία μπορεί κανείς να ατενίσει τις χαμένες ευκαιρίες, τις πεσμένες αυτοκρατορίες που περνούν μέσα από τα ποιήματα του Καβάφη με σημαίες ξεφτισμένες, με θιάσους μαγικούς, με τ’ανάγλυφο συναίσθημα εκείνων των μορφών που σαν σε μια πινακοθήκη διέρχονται φαντασμαγορικές, για να μας συγκλονίσουν με τους ίσκιους των, με τις πράξεις τους, με τις ζωές των τις συντριμμένες. Είναι μια θέληση ηδονική και λεπτή, είναι κάτι σαν τα σελιλόιντ που ξετυλίγονται μηχανικά, φέρνοντας στο φως, λέει εικόνες και θαύματα. Είναι μια τρυφερότητα και μια χαρά και την ίδια στιγμή είναι οι εμμονές που γράφουν τα ποιήματα, η μνήμη, η αισθητοποίηση των χώρων, ο τρόπος του ποιητή. Στο βάθος πάντα μια μακέτα ανθρώπινη, η μακέτα μιας πόλης και οι Βάρβαροι που όλο φθάνουν και εμείς που με τα ποιήματα παλεύουμε να ξεχωρίσουμε μες στην πραμάτεια του καιρού τα τείχη, αυτά που κτίστηκαν ερήμην μας.
Οι προσεγγίσεις των ποιημάτων από τον Στέλιο Ράμφο μιμούνται το μέτρο του δημιουργού, πάει να πει σέβονται την οικονομία τους και δεν την υπερβαίνουν. Όλα ευθυγραμμίζονται με το μικρό και το ολιγόβιο πράγμα που είπαμε περιγραφική, σημειώνει ο ίδιος ο Καβάφης, όσο τα πρόσωπα, με το βάθος και με την βαρύτητα ή τον ενθουσιασμό τους, όσο οι δούλοι, οι τελευταίοι κληρονόμοι των αυτοκρατοριών και οι μικροϋπάλληλοι του εμπορίου γράφουν μέρα τη μέρα , στιγμή τη στιγμή, ολότελα δουλικά και μοιραία, τις σελίδες μιας ιστορίας που ουδόλως διαφέρει στις προθέσεις της από εκείνη τη μεγαλειώδη. Αυτήν που τάραξε τους αρμούς του κόσμου, επιχειρηματολογώντας για την καταστροφή μα και για την ευτυχία του. Ο ίδιος ο Καβάφης στα μετρημένα του κριτικά σημειώματα, γραμμένα με ολίγα γαλλικά και με αγγλικά ή ελληνικά παραδέχεται πως το έργο του τραβά ολότελα προς τη σκέψη. Στα χέρια του οι αρχικές ιδέες μεταπλάθονται, υποβάλλονται σε επιρροές, αλλάζουν σημασίες και απορροφούνται από τη μνήμη έτσι που ‘να ναι δύσκολο να εξιχνιαστεί η αρχική αφορμή που τις γέννησε. Ανανεωμένες οι μορφές και εφήμερες οι ετυμηγορίες συνθέτουν το σύμπαν το μικρό το μέγα του ανυπέρβλητου Κ. Π. Καβάφη. Η λύπη, η παραχώρηση, η ειρωνεία, η εμπειρία που αποκτά κανείς όταν γυρίσει και δει πίσω όσα κατάφερε, όσα έχασε ή στερήθηκε, η ειρωνεία, όλα διαμορφώνουν μοναδικά τις μοναδικές διευθετήσεις του Καβάφη, πρόζες με το στοιχείο της διαχρονικότητας στέρεο και ασυναγώνιστο. Κρυμμένες αθωότητες του κόσμου.
Φαντάζομαι τον συγγραφέα της έκδοσης του Αρμού να περιφέρεται μες στο διαμέρισμα της κακόφημης συνοικίας, κάπου στην Αλεξάνδρεια της 3ης χιλιετίας. Είναι το σπίτι του ποιητή, με τις βαριές κουρτίνες καθώς λένε όσοι το έχουν επισκεφτεί. Κάτι γυρεύει για να βρει, μια αφορμή, κάποιο επιχείρημα που αποκαλύπτει τον ποιητή. Δεν υπάρχει τίποτε, μόνον η ακινησία των πραγμάτων και έξω οι θόρυβοι του δρόμου. Εκεί θα βρίσκεται η απάντηση. Στην πόλη που μοιάζει πρόστυχη και κυνική μα ευθύς μεταπλάθεται από το χρόνο, από τα πρόσωπα και τις ατμόσφαιρες σε λεπτότητα που δεν την παίρνει ο άνεμος. Σκύβει και πίνει από τις πηγές της, παντού σκορπίζεται με το βάρος της ιστορίας στους ώμους.
Αφήνει πίσω του τη συνοικία και πιάνει το δρόμο που βγάζει προς την προκυμαία, μοντέρνα πια και πολύβουη. Μες σε όλα αυτά κατοικεί μυστικά ο ποιητής, με το πάθος του το σφοδρό που το τιθασεύουν οι λέξεις, με τη μανία και συνάμα τη σπάνια διαύγεια που σήμερα κατατάσσει τον Καβάφη στις σημαντικότερες ποιητικές μορφές όλων των εποχών, έναν σπάνιο δημιουργό, έναν αριστοκράτη της μνήμης, τελευταίο εκπρόσωπο του ελληνιστικού κόσμου.
«Σαν αφθαρσία μέσα μας» έτσι φαντάζουν κάθε φορά τα ποιήματα του Καβάφη. Φροντίζουν για αυτό οι εκδόσεις Αρμός και ο Στέλιος Ράμφος που προχωρεί προς την παλιά πόλη και έχει αφήσει πίσω του το λιμάνι. Στο φόντο το αρχαίο πορτραίτο. Έτσι θα την αντίκρισε και ο Καβάφης, συλλογίζεται. Την Αλεξάνδρεια που κανείς και ποτέ δεν χάνει, επειδή το ‘θελε αυτός ο σπάνιος και ανεπανάληπτος ποιητής. Μια φορά και έναν καιρό, ίσως γύρω στα 1910.
Σαν αφθαρσία μέσα μας, του Στέλιου Ράμφου
Εκδόσεις Αρμός
σελ. 328