Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

Mother Turtle: «Προσπαθούμε να πολεμήσουμε την υπογεννητικότητα»

feature_img__mother-turtle-prospathoume-na-polemisoume-tin-ipogennitikotita
Δεν θα ήθελα να αραδιάσω δικές μου λέξεις, προσπαθώντας να περιγράψω την ουσία μιας σπουδαίας μπάντας. Οπότε… κυρίες και κύριοι, οι Mother Turtle και ο μπροστάρης τους Κώστας Κωνσταντινίδης μας ανοίγονται.

Από τη στιγμή που ήρθε στον κόσμο, η νεαρή μαμά χελώνα έκανε σε ένα σχετικά μικρό διάστημα δύο αλματώδη βήματα. Και λέω αλματώδη, επειδή τόσο το ντεμπούτο όσο και το “ΙΙ” είναι δύο δίσκοι που είχαν απήχηση στον κόσμο. Πώς νιώθετε γι’ αυτό;
Η νεαρή μαμά χελώνα, ως νέα μαμά, προσπάθησε να κάνει ό,τι καλύτερο για τα παιδιά της. Σίγουρα, τόσο στο ντεμπούτο όσο και στο δεύτερο άλμπουμ μας το αποτέλεσμα ήταν μια «φωτογραφία» της μπάντας τη δεδομένη στιγμή, οπότε είμαστε ικανοποιημένοι με την τελική τους μορφή. Τώρα, σχετικά με την ανταπόκριση του κόσμου, αφενός είμαστε ευχαριστημένοι, αφού και οι δύο δίσκοι αγαπήθηκαν από όσους τους έδωσαν σημασία, αφετέρου ο αριθμός αυτών των ανθρώπων είναι –καλώς ή κακώς– μικρός. 

Πολλοί αναρωτιόμασταν πώς θα ακουγόταν ο διάδοχος του ντεμπούτου. Παρά τις διάφορες εικασίες και τις θεωρίες επί θεωριών, τελικά, βρεθήκαμε απροετοίμαστοι. Εμφανίζεται ένα “ΙΙ” αλλιώτικο και φρέσκο, με το γνώριμο ύφος σας. Ήταν εύκολη η δημιουργία του ή είχατε να αντιμετωπίσετε εμπόδια;
Η δημιουργία του ″II″ ήταν μια δύσκολη και χρονοβόρα διαδικασία, κυρίως λόγω των αντικειμενικών δυσκολιών που αντιμετωπίσαμε ως μπάντα. Υπήρξε μάλιστα ένα διάστημα απραξίας λόγω μουσικών διαφορών. Μετά, είχαμε την αποχώρηση του Κωστή από τη θέση του μπασίστα, αργότερα τον ερχομό των νέων μελών, και αρχίσαμε τη διαδικασία από την αρχή. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, το όλο κλίμα σύνθεσης και ηχογράφησης του δίσκου ήταν ίσως το καλύτερο που έχουμε ζήσει ως μπάντα, και η διαδικασία ολοκληρώθηκε πολύ γρήγορα για τα δεδομένα μας. Για παράδειγμα, ο πρώτος δίσκος πήρε ένα εξάμηνο να ολοκληρωθεί, ενώ ο δεύτερος ούτε ένα μήνα, μαζί με μίξη και mastering. Κι όλο αυτό γιατί αποφασίσαμε να το ηχογραφήσουμε live, μια και θεωρώ ότι το ύφος του άλμπουμ έπρεπε να έχει ένα τέτοιο συναίσθημα, μιας μπάντας δηλαδή που τζαμάρει ζωντανά στο στούντιο και ο παραγωγός έχει απλώς πατήσει το rec. Από τις πρώτες πρόβες της σύνθεσης του δίσκου φάνηκε ότι το άλμπουμ θα κινηθεί ηχητικά σε διαφορετική κατεύθυνση, πιο ανοιχτές φόρμες. Με την προσθήκη των νέων μελών, ξέραμε ότι μπορούμε να δουλέψουμε με καινούρια ηχοχρώματα, οπότε αποφασίσαμε να πειραματιστούμε, κρατώντας κάποια στοιχεία που ενδεχομένως μας χαρακτηρίζουν ως Mother Turtle. 

Πριν από μερικούς μήνες, σ’ ένα live σας, μας προϊδεάσατε για την ένταξη του σαξοφώνου, και μόλις γευτήκαμε την ολοκληρωτική συνδρομή του, νιώσαμε σαν τα ζευγαράκια που αναζητούν μια jazzy βραδιά σε κάποιο υπόγειο μπαράκι για να ζεστάνουν την ψυχή τους. Πώς προέκυψε η ιδέα να ενσωματώσετε στη μουσική σας το σαξόφωνο καθώς και το βιολί;
Προσπαθούμε ως Mother Turtle να πολεμήσουμε την υπογεννητικότητα. Με την προσθήκη του σαξοφώνου και του βιολιού δημιουργούμε την κατάλληλη ατμόσφαιρα, ώστε το κοινό μας να έρθει πιο κοντά και να αρχίσουν ο ένας με τον άλλον τα «ζετέμ μον αμούρ, βουλε βου κουσέ» και τέτοια όμορφα. Πέρα από την πλάκα, οι επιρροές από την jazz/rock σκηνή του Canterbury ήταν αυτές που οδήγησαν στην προσθήκη πνευστών και εγχόρδων. Γενικά, μου αρέσει να επισκέπτομαι και να ξανακούω πράγματα κατά καιρούς, και ήταν η περίοδος που ξανάκουγα πολύ National Health, Gong, Soft Machine, Matching Mole, Arzachel κ.ά. Έτσι, άλλοτε συνειδητά και άλλοτε όχι, τέτοιοι ήχοι βρήκαν τη θέση τους μέσα στις συνθέσεις του άλμπουμ, ενώ κρίναμε παράλληλα απαραίτητη την παρουσία ανθρώπων που δεν θα λειτουργήσουν ως σεσσιονάδες αλλά ως κανονικά μέλη της μπάντας. 

Στο ντεμπούτο, τα πράγματα κυμαίνονταν μεταξύ του τεχνικού και του πιασάρικου. Στο “ΙΙ”, μπαίνετε με σκοτεινές εισαγωγές και συνεχίζετε με ταξιδιάρικη απαλότητα. Ενώ λοιπόν δείχνετε την προοδευτικότητά σας, ακούγεστε τόσο ευθείς και άμεσοι που κανείς δεν νοιάζεται αν θα γίνετε η καλύτερη υπερτεχνική μπάντα στον πλανήτη. Ποιο είναι το μυστικό σας;
Η τεχνική είναι κάτι που κατακτάται με πολλή εξάσκηση. Δυστυχώς, πολλές φορές γίνεται αυτοσκοπός, και καταλήγεις να ακούς ένα δίσκο που, αν και τεχνικά είναι ασύλληπτος, μουσικά είναι το λιγότερο αδιάφορος. Η ουσία είναι πως το ″ΙΙ″, έτσι όπως εξελίχθηκε, δεν άφησε χώρο για τέτοιου είδους ακροβατισμούς, αφού η ατμόσφαιρα που δημιουργεί θα χαλούσε, και κάτι τέτοιο θα ακουγόταν ενδεχομένως παράταιρο. Αντιμετωπίσαμε το ″ΙΙ″ ως σύνολο, μια και είναι concept, δηλαδή ένα μεγάλο σε διάρκεια κομμάτι, και όχι ως επιμέρους κομμάτια. Γράφοντάς το, προσπάθησα να το κάνω όσο ομοιογενές και συμπαγές μπορούσα.
Η αμεσότητα ωστόσο είναι μια άλλη ιστορία. Χαίρομαι πραγματικά αν καταφέραμε να κάνουμε κάτι τέτοιο, γιατί πιστεύω ότι είναι ένα μεγάλο στοίχημα το οποίο κερδίσαμε. 

Σε κάποια σημεία ακούγεστε αρκετά απελευθερωμένοι από δεσμά ήχων, και μου θυμίζετε την περίοδο που οι Camel κυκλοφόρησαν το “Stationary Traveller”. Εκτός από την αγάπη σας για τη συγκεκριμένη μπάντα, που αρκετοί θεωρούμε ότι είναι τεράστια, πιστεύεις ότι σας επηρέασε κάτι ώστε να έχετε αυτή την κατεύθυνση;
Οι Camel μαζί με τους Rush είναι νομίζω οι δύο μπάντες που σχεδόν όλοι μέσα στο γκρουπ λατρεύουμε εξίσου. Το παίξιμό μου έχει διαμορφωθεί μελετώντας κιθαρίστες όπως ο Latimer, ο Rothery και ο Hackett, οπότε πάντα αυτός ο ήχος θα υπάρχει ως ένα βαθμό στα κομμάτια μας. Συνθετικά, όπως είπα και πριν, το ″ΙΙ″ –επηρεασμένο από τη σκηνή του Canterbury– είναι πιο ελεύθερο. Θα μπορούσαμε να πούμε πως αναπνέει περισσότερο και δίνει χώρο για περισσότερο jam. Έτσι, στα live μας θα μπορούσαν μερικά σόλο να τραβήξουν και πολύ παραπάνω αν το επιθυμούσαμε, κάτι που στο πρώτο άλμπουμ δεν υπήρχε, δεδομένου ότι οι δομές των κομματιών ήταν πιο αυστηρές και τετραγωνισμένες. 

Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του δίσκου είναι ότι δώσατε περισσότερο χώρο στη μουσική «ομιλία» παρά στην ύπαρξη των φωνητικών. Να προσθέσουμε και τα γυναικεία φωνητικά που εκτοξεύουν το αποτέλεσμα. Επίσης, ακούγεσαι πολύ πιο ήρεμος και ατμοσφαιρικός, προσεγγίζοντας κατά κάποιον τρόπο την καλλιτεχνική ηχώ του Peter Gabriel. Ήταν όλα προγραμματισμένα να γίνουν έτσι;
Αν μπορούσα να τραγουδήσω όπως ο Peter Gabriel, πίστεψέ με, θα το έκανα. Ωστόσο, επειδή δεν μπορώ να διανοηθώ καν να πλησιάσω κομμάτι Genesis φωνητικά, προσπαθώ να καλύψω κάποιες τεχνικές αδυναμίες μπολιάζοντας την ερμηνεία με θεατρικότητα, αφού θεωρώ τον εαυτό μου περισσότερο κιθαρίστα και πολύ λιγότερο τραγουδιστή. Τα γυναικεία φωνητικά στον δίσκο, τα οποία ανήκουν στη Μαρία Μαριάδου και την Αλεξάνδρα Σιετή, ήταν ακόμα ένας πειραματισμός, σε ένα κομμάτι που στιχουργικά είναι ο μονόλογος μιας γυναίκας. Έκαναν όντως υπέροχη δουλειά, μάλιστα σε ένα είδος μουσικής στο οποίο δεν έχουν εμβαθύνει. 

Σίγουρα το “II” θα αγγίξει πολλούς και θα αγκαλιαστεί από ακόμη περισσότερους. Παρόλα αυτά, αποφασίσατε πάλι να το κυκλοφορήσετε αρχικά μέσα από τη σελίδα σας στο bandcamp. Υπάρχει κάποιος λόγος που το επιλέξατε; Και πότε με το καλό να περιμένουμε το cd ή και το βινύλιο;
Αισιόδοξο σε βρίσκω! Θα μου επιτρέψεις, όμως, να μη συμμερίζομαι την αισιοδοξία σου ότι ο δίσκος θα αγκαλιαστεί από πολύ κόσμο. Μακάρι δηλαδή, αλλά δεν το βλέπω. Το progressive rock στην Ελλάδα θεωρώ πως είναι εμπορικά σχεδόν ανύπαρκτο (με το metal κάτι γίνεται), ενώ καλλιτεχνικά φυτοζωεί, με ελάχιστες ενεργές μπάντες, ασχέτως αν βγαίνουν δουλειές υψηλού καλλιτεχνικού επιπέδου. Επίσης, όσοι ασχολούμαστε με το σπορ, είμαστε τριαντάρηδες και βάλε, και η απαισιοδοξία μου ενισχύεται γιατί δεν βλέπω πιτσιρικάδες να φτιάχνουν prog μπάντες. Πριν 15 χρόνια, όταν ξεκινήσαμε με τον τωρινό μας μπασίστα, τον Γιώργο Φιλοπέλου, μια prog metal μπάντα στο στυλ των Dream Theater, υπήρχαν αρκετές νεοσύστατες μπάντες παρόμοιου ύφους. Ελπίζω αυτό να αλλάξει στο μέλλον, αλλά όπως ξαναείπα, κρατάω μικρό καλάθι. Το bandcamp και κάποια αντίστοιχα site είναι ένας πρακτικός και εύκολος τρόπος για να φτάσει η μουσική σου σε κάποιους ανθρώπους. Αυτή τη φορά, για να βγάλουμε και τα έξοδά μας (στούντιο, πρόβες κ.ά.), αποφασίσαμε να βάλουμε ένα μικρό αντίτιμο για όποιον θέλει να το κατεβάσει. Αν όλα πάνε καλά, το πιθανότερο είναι να βγάλουμε cd σε λίγα αντίτυπα. Θα προτιμούσαμε βινύλιο, αλλά υπάρχουν πρακτικές δυσκολίες λόγω της διάρκειας του άλμπουμ. Θα πρέπει να βγει διπλό βινύλιο, με ένα μέρος του δεύτερου δίσκου κενό, οπότε –λόγω κόστους– δεν νομίζω ότι είναι εφικτό, όσο κι αν το θέλουμε. 

“It’s the art of ending a revolution, the art of fighting for a real solution, the art of smiling when someone is stabbing your back”. Είναι από τους πιο αισιόδοξους στίχους που έχω ακούσει τον τελευταίο καιρό. Πόση δύναμη χρειάζεται να στέκεσαι στο ύψος σου και πάντα μ’ ένα χαμόγελο, όταν κάποιοι θα σε πατάνε ή θα σε μαχαιρώνουν πισώπλατα;
Το κομμάτι αυτό, το οποίο κλείνει και τον δίσκο, θα μπορούσε να πει κανείς ότι στιχουργικά είναι η συνέχεια του “God Games” από τον πρώτο δίσκο. Πραγματεύεται πάνω κάτω τα ίδια πράγματα: τη ματαιοδοξία, την απληστία, τον φανατισμό και φυσικά το χάος που επικρατεί στο μυαλό του σύγχρονου ανθρώπου σε σχέση με την πολιτική του φύση. Εντέλει πολλοί επιλέγουν την παθητική αντίσταση, ωστόσο προσπαθούν με τον δικό τους τρόπο να αλλάξουν τον μικρόκοσμό τους. Αυτό μπορεί πράγματι να αποτελέσει μια νότα αισιοδοξίας. 

Πιστεύεις ότι ο άνθρωπος σήμερα, μέσα στο κλίμα σύγκρουσης που επικρατεί, μπορεί να κάνει μια εσωτερική επανάσταση και να γίνει η αρχή για την αλλαγή του κόσμου;
Η επανάσταση, όποιας μορφής και να είναι, χρειάζεται μια ιδεολογική και αισθητική προετοιμασία. Δεν είναι κάτι εύκολο. Δεν κατορθώνεις να αλλάξεις ριζικά, ξεριζώνοντας απλώς τα πάντα. Επίσης, ο καθένας από μας έχει στο μυαλό του διαφορετικούς στόχους, το που θέλει να φτάσει κοινώς με αυτήν του την επανάσταση. Άρα, δεν θα είναι εύκολο η επανάσταση αυτή να είναι μαζική. Η προσωπική αισθητική και ιδεολογική συγκρότηση απαιτεί πνεύμα ανήσυχο. Προτού λοιπόν μιλήσουμε για επανάσταση, καλό είναι να μιλήσουμε για παιδεία και ουσιαστική αλλαγή στο πώς αντιμετωπίζουμε τον άνθρωπο, την τέχνη, τον κόσμο. Επειδή είμαι φύσει κυνικός, θα έλεγα ότι η μέση απάντηση που θα λάβεις αν βγεις στον δρόμο και κάνεις ένα μίνι γκάλοπ, είναι ότι δεν υπάρχει χρόνος για τέτοια. Πάμε για φράγκα και καλοπέραση, γιατί yoloοοο! 

Θα ήθελα να μου μιλήσεις για το εξώφυλλο. Τι ακριβώς κρύβεται πίσω από αυτή τη φλογερή μορφή; Είναι κάποια έκρηξη που ακολουθείται από μια αναγέννηση;
Τo concept του δίσκου είναι η αλληλεπίδραση της οργανωμένης κοινωνίας με τη φωτιά και οι μορφές που αυτή παίρνει. Από τη φωτιά στο κέντρο μιας πόλης ως γιορτή για την επερχόμενη σοδειά στη φωτιά ως τιμωρία και μέσο εκτέλεσης, τη φωτιά ως καταστροφή, τη φωτιά ως αποτέλεσμα μιας επανάστασης. Το εξώφυλλο λοιπόν που φιλοτέχνησε ο Αριστοτέλης Μαυρόπουλος φανερώνει άμεσα το μήνυμα που θέλει να περάσει. 

Πιστεύεις ότι φέτος η Μαμά Χελώνα θ’ αφήσει τα νερά της Μεσογείου για άλλα ύδατα, ώστε να τη γνωρίσει και ο υπόλοιπος κόσμος; Την προηγούμενη φορά προέκυψε μια έκπληξη για εσάς, αλλά διάφοροι παράγοντες δεν επέτρεψαν να βρεθείτε σ’ ένα ονειρεμένο prog festival.
Μας το εύχομαι! Αγαπάμε πραγματικά αυτό που κάνουμε και πραγματικά ξοδεύουμε χρόνο που δεν έχουμε και χρήματα τα οποία δεν φυτρώνουν κάπου, για να παίζουμε παρέα και να δημιουργούμε μουσική. Όπως ανέφερε και πριν, δεν μπορώ να ξέρω αν θα μας γνωρίσει περισσότερος κόσμος, αλλά σίγουρα δεν έχουμε την ευχέρεια να επενδύσουμε στη διαφήμιση της μπάντας. Επίσης, θα ήταν τραγικό λάθος να το κάναμε, ακόμα κι αν είχαμε τα χρήματα. Κρίνω απαραίτητη την παρουσία κάποιου ανθρώπου που με αμοιβή θα αναλάβει το promotion της μπάντας και την όλη διαδικασία της αποστολής δελτίων τύπου. Είναι μια απίστευτα χρονοβόρα και κοπιαστική διαδικασία, και θεωρώ λάθος το DIY σ’ αυτή την περίπτωση, εκτός αν υπάρχει μέλος της μπάντας που έχει αρκετό χρόνο και διάθεση να ασχοληθεί.
Η έκπληξη που μας παρουσιάστηκε παρέμεινε απωθημένο, καθώς μας πρόλαβε η δύσκολη καθημερινότητα. Δεν πειράζει όμως∙ ήταν μια ηθική ικανοποίηση ότι κινούμαστε στο σωστό δρόμο.

Κάπου εδώ, θα σε ευχαριστήσω για τον χρόνο σου. Συγχαρητήρια για τον πολύ ωραίο δίσκο που μας χαρίσατε ως μπάντα. Εύχομαι τα νερά της έμπνευσης να σας καθοδηγούν, για να συνεχίσετε να γράφετε τόσο όμορφη μουσική. 

Εμείς σε ευχαριστούμε πολύ, Γιάννη. Χάρηκα πραγματικά αυτή μας την κουβέντα. Καλή συνέχεια και σε σένα, με όμορφες μουσικές πάντα να μας συντροφεύουν.

Πληροφορίες:

Συνέντευξη: Γιάννης Κουτσουσίμος

1
Μοιράσου το