Scroll Top

Λόγος + Τέχνη

Βιβλία στο κύμα: Μέρος Γ

feature_img__biblia-sto-kima-meros-g
Ο Πάνος Τσερόλας και η Ελένη Μαρκ προτείνουν από πέντε βιβλία για να έχετε την καλύτερη συντροφιά δίπλα στο κύμα.

Ο Πάνος Τσερόλας προτείνει:

Το μπλουζ της ανεργίας, του Παναγιώτη Βλάχου
Εκδόσεις Κέδρος
σελ. 584

Το «Μπλουζ της ανεργίας» του Παναγιώτη Βλάχου, πληθωρικό σε θέματα και προβληματισμούς, είναι επιπλέον ένα βιβλίο με μπόλικο καλοκαίρι μέσα του. Οι ήρωες και ηρωίδες της ιστορίας αναζητούν άλλωστε την απόδραση, το φως και την ξεγνοιασιά ενός καλοκαιριού, σε πείσμα του παρατεταμένου χειμώνα της εποχής. Μελτέμια, απόκρυφες παραλίες, τζιτζίκια και τσίπουρα: το βιβλίο περιγράφει στις σελίδες του τη συνοδεία μιας ωραίας αναγνωστικής εμπειρίας. Πέρα όμως από το μοτίβο της απόδρασης, το «Μπλουζ» είναι ένα βιβλίο που χτίζει την μυθοπλασία του πάνω σε πολύ γνωστά υλικά. Το χρονικό της ελληνικής κρίσης είναι το ιστορικό φόντο για να αναπτυχθεί η (αγαπημένη στην παγκόσμια λογοτεχνία) σύγκρουση του υποκειμένου με το ιστορικό του γίγνεσθαι.

Διαβάζεται σε προστατευόμενη από τα μελτέμια αυλή, με την θάλασσα σε μικρή απόσταση.

Κανείς δεν μιλάει για τα πεύκα, της Καλλιρρόης Παρούση
Εκδόσεις Κέδρος
σελ. 168

Το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου στην λογοτεχνία από τον Αναγνώστη για το 2016 δείχνει πως, αν μη τι άλλο, όλο και περισσότεροι μιλούν για τα πεύκα της Καλλιρρόης Παρούση. Πράγμα λογικό, καθώς στα πεύκα της συναντάμε διηγήματα με λόγο χειμαρρώδη και ταυτόχρονα «μετρημένο» με σχεδόν μουσικό τρόπο, ιστορίες για ανθρώπους που ψάχνουν την προσωπική τους ουτοπία η οποία αναβάλλεται ή ακόμα αργεί, απηχώντας σε προβληματισμούς αλλά και διαψεύσεις μιας ολόκληρης γενιάς. Άλλοτε επιμένοντας σε όψεις της τετριμμένης καθημερινότητας και άλλοτε προσπαθώντας να ανιχνεύσει την μεγάλη εικόνα, η Καλλιρρόη Παρούση μοιάζει να υφαίνει ένα χαλί κάτω από τους ήρωές της μονάχα για να το τραβήξει και να τους «επαναφέρει» στην πραγματικότητα.

Διαβάζεται σε πτυσσόμενη καρέκλα κάτω από πεύκα, συνοδεία χορωδίας τζιτζικιών.

Η σκούπα και το σύστημα, του David Foster Wallace
Μετάφραση: Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Εκδόσεις Κριτική
σελ. 576

Το πρώτο βιβλίο του μεγάλου και αδικοχαμένου συγγραφέα μοιάζει με ένα πείραμα: ανάμεσα σε φόρμες, αφηγηματικούς τρόπους, διάφορες τεχνικές ύφανσης της πλοκής αλλά και ανάμεσα σε βαθιά φιλοσοφικά ερωτήματα που ξεκινούν από την γλώσσα για να φτάσουν σε υπαρξιακές αναζητήσεις. Όλα αυτά δοσμένα με μοναδικό χιούμορ και σπαρταριστά επεισόδια ανάμεσα σε ανταγωνισμούς εταιριών παιδικών τροφών, φλύαρους παπαγάλους, ερωτοχτυπημένους μεσήλικες, υπερήλικες γιαγάδες με λατρεία για τον Wittgenstein και έναν ολόκληρο στρατό εκκεντρικότητας.

Διαβάζεται αντί καλοκαιρινής απόδρασης σε δωμάτιο όπου ο κλιματισμός βαράει υπερωρίες.


Μπορείτε να διαβάσετε συνέντευξη με τον μεταφραστή Γιώργο-Ίκαρο Μπαμπασάκη με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου εδώ

Η συλλογή των 49 στο σφυρί, του Thomas Pynchon
Μετάφραση: Δημήτρης Δημηρούλης
Εκδόσεις Gutenberg
σελ. 288

Με τα προλογικά σημειώματα του Δημήτρη Δημηρούλη να κατατοπίζουν πλήρως για τον λογοτεχνικό λαβύρινθο του μυστηριώδη συγγραφέα, οι περίπλοκες αναζητήσεις της Οιδίπας που αναζητά μια Αμερική στα έγκατα της «επίσημης» είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία εισαγωγής στο έργο του Thomas Pynchon. Άπαξ και κάνεις δυο βήματα στο λαβύρινθό του, δύσκολα ξαναβγαίνεις. Δεν θες κιόλας. Η «συλλογή των 49» είναι ένας λογοτεχνικός γρίφος που αποθεώνει την διαδρομή έναντι του προορισμού, τον οποίο μάλιστα χλευάζει στις τελευταίες του σελίδες.

Διαβάζεται σε οριζόντια στάση, κυρίως απομεσήμερα. Αναγκαστικά, ξαναδιαβάζεται το βράδυ για καλύτερη αφομοίωση.

Ακόμα και οι καουμπόισσες μελαγχολούν, του Tom Robbins
Μετάφραση: Γιάννης Κωστόπουλος και Γιώργος Μπαρούξης
Εκδόσεις Αίολος
σελ. 432

Γιατί κάθε λογοτεχνικό καλοκαίρι δεν νοείται χωρίς μια τζούρα Tom Robins. Γιατί όντως, ακόμα και οι καουμπόισσες μελαγχολούν. Γιατί οι μεγάλοι αντίχειρες της ηρωίδας είναι εργαλείο για τα καλύτερα ωτοστόπ για ταξίδια χωρίς σαφή προορισμό. Γιατί τα σοβαρότερα πράγματα στη ζωή μπορούν μερικές φορές να έχουν την μορφή ενός αφελούς καλαμπουριού. Γιατί ο Tom Robbins μπορεί να ανατινάζει κάθε αφηγηματικό στεγανό όποτε του κάνει κέφι.

Διαβάζεται κάθε ώρα και στιγμή, ακόμα και σε εκείνο το χρονικό αγωνιώδες κενό ανάμεσα στην παραγγελία και την άφιξη των ορεκτικών στο τραπέζι.

Η Ελένη Μαρκ προτείνει:

Ο σκύλος που τόλμησε να ονειρευτεί, της Sun-Mi Hwang
Μετάφραση: Αναστασία Καλλιοντζή
Εκδόσεις Διόπτρα
σελ. 195

Ένα παραμύθι για όλες τις ηλικίες που διαβάζεται απνευστί από τη συγγραφέα που έγραψε το best seller «Η κότα που ονειρευόταν να πετάξει» (2.000.000 αντίτυπα). Μελαγχολικό, συγκινητικό, με πολύ λιτά σχέδια να εισάγουν τον αναγνώστη στο κάθε κεφάλαιο, και ένα τέλος που αφήνει γλυκόπικρη αίσθηση στη καρδιά μας, πρόκειται για ένα αφήγημα που εξιστορεί τη ζωή ενός ιδιαίτερου σε χαρακτήρα και εμφάνιση σκύλου, της Μαλλιαρούλας που γεννιέται και περνάει τη ζωή της στο φτωχικό σπίτι του Παππού Στριγλιά και της γυναίκας του σε ένα χωριό της Νότιας Κορέας. Με ανθρωπομορφική προσέγγιση των χαριτωμένων τετράποδων, η Mi Hwang ξετυλίγει το νήμα της ζωής της Μαλλιαρούλας, περιγράφοντας την πολυκύμαντη σχέση της με το «αφεντικό» της που κερδίζει ένα έξτρα εισόδημα πουλώντας τα κουτάβια που γεννιούνται στην αυλή του, τον ιδιαίτερο δεσμό που αναπτύσσει με την πονηρή γάτα του διπλανού σπιτιού, τον έρωτα που γνωρίζει έξω από την επικράτεια της αυλής, τη χαρά και τον αμέτρητο πόνο που συνοδεύουν τη γέννηση και τον θάνατο. Η Μαλλιαρούλα, ένα πλάσμα τολμηρό, δυναμικό, αλλά και περιθωριοποιημένο λόγω διαφορετικής όψης, με υψηλό αίσθημα αυτοθυσίας, θα μας δείξει τον κόσμο μέσα από τα κουταβίσια μάτια της, που παρουσιάζεται σκληρός και μελαγχολικός, σαν το αδυσώπητο κρύο του χειμώνα που μόνο αν καταφέρεις να [τον] βγάλεις […], μαθαίνεις και τι κρύβει». 

Χρονικό ενός τελευταίου καλοκαιριού, της Yasmine El Rashide
Μετάφραση: Μαρία Αγγελίδου
Εκδόσεις Κριτική
σελ. 178

Το βιβλίο της Yasmine El Rashide, σε αντίθεση με ό,τι καλοκαιρινό και ανέμελο σε προδιαθέτει ο τίτλος, είναι ένα μυθιστόρημα που θα μπορούσε να είναι αυτοβιογραφικό, και αποτυπώνει την πραγματικότητα και την πορεία μιας αιγύπτιας γυναίκας -που δεν κατονομάζεται- σε τρεις πράξεις, σε τρεις ηλικιακές φάσεις, με τρόπο που το ατομικό –μέσω της παρατήρησης και καταγραφής- φωτίζει την ευρύτερη εικόνα, την κοινωνική και πολιτική κατάσταση της χώρας της τα καλοκαίρια του 1984, του 1998, και του 2014. Σαν να έχει γράψει το μυθιστόρημα, βασισμένη στις σελίδες ενός ημερολογίου, μεταφέρει αρχικά τις εντυπώσεις ενός μικρού κοριτσιού μεγαλοαστικής οικογένειας με οικονομικά προβλήματα, που η μητέρα του έχει απομονωθεί στον αυστηρό κόσμο της και ο πατέρας της λείπει για αδιευκρίνιστους λόγους. Το κορίτσι μεγαλώνοντας θα φοιτήσει στο τμήμα Κινηματογράφου για να γίνει στη συνέχεια μία συγγραφέας που την ενδιαφέρει να «θεωρητικοποιής[ει] την εμπειρία με το γράψιμο και τις ταινίες», την εμπειρία μιας ζωής δίπλα σε ανθρώπους διαφορετικών ιδεολογιών που προσπαθούν συνεχώς να της αφυπνίσουν την πολιτική συνείδηση. Το πέρασμα από την παιδική ηλικία και αφέλεια στους νεανικούς προβληματισμούς, σε μία πιο πυκνή, συγκροτημένη, ενήλικη πλέον σκέψη καθρεφτίζεται και στη γραφή του κάθε κεφαλαίου που συμπλέει με την υποτιθέμενη ηλικία της γραφούσης. Στις σελίδες του βιβλίου, που αποτυπώνουν σκέψεις, διαλόγους, εικόνες της καθημερινότητας στον απόηχο των σημαντικών πολιτικών γεγονότων που στιγμάτισαν την ιστορία της Αιγύπτου κλιμακώνοντας τις κοινωνικές εντάσεις, διαγράφεται η πορεία μιας γενιάς που βυθίζεται στην αποχαύνωση, τη σιωπή και την καχυποψία, και τα ερωτήματά της συνεχώς πληθαίνουν αντί να βρίσκουν απαντήσεις («τι σημαίνει αφοσίωση;», «τι είναι επανάσταση;», «που μπαίνει ο θυμός;», «η λογοτεχνία είναι πολιτική θέση ή σημαίνει απουσία θέσης;»).

Ένιωθα και εγώ εξαπατημένη, ένιωθα πως μου έχουν κλέψει τη ζωή μέσα από τα χέρια μου, αλλά δεν ήμου σίγουρη ποιος ή γιατί. Αναρωτιόμουν. Μήπως ήταν κι΄ αυτό κληρονομικό; Η αποχαύνωσή μας, η αίσθηση της εγκατάλειψης;

Ένα μυθιστόρημα για τη φουρτουνιασμένη ιστορία της Αιγύπτου, για τις πολιτικές αλλαγές, όπως τις προσλαμβάνουμε στην καθημερινότητά μας (στην τιμή της ντομάτας, στο πρόγραμμα της τηλεόρασης, στο σφύριγμα αυτού που κουβαλάει το ψωμί στο κεφάλι του), που το βάρος τους αργά ή γρήγορα συσσωρεύεται μέσα μας και εκρήγνυται, για τα συναισθήματα που γίνονται αναμνήσεις «που τις σβήνεις, γράφοντας άλλες από πάνω τους»…

Αϊλίν, της Ottessa Moshfegh
Μετάφραση: Αργυρώ Μαντόγλου
Εκδόσεις Ψυχογιός
σελ. 328

Η Αϊλίν Ντάνλοπ είναι η ηρωϊδα της Ottessa Moshfegh στο πρώτο μυθιστόρημά της «Αϊλίν», που κέρδισε το βραβείο PEN/Hemingway για πρωτοεμφανιζόμενο μυθιστόρημα και συμπεριλήφθηκε στη βραχεία λίστα για το βραβείο Man Booker 2016.
Το «Αϊλίν» είναι το οξυδερκές πορτρέτο μιας νεαρής κοπέλας, νευρωτικής, καταθλιπτικής, μοναχικής, αυτοκαταστροφικής, χωρίς ίχνος αυτοπεποίθησης και με έντονο το αίσθημα αυτομαστίγωσης για τις όποιες επιθυμίες της, που μέρα τη μέρα βυθίζεται σε μια μίζερη πραγματικότητα, χωρίς εμφανή έξοδο κινδύνου.
Μια ηλικιωμένη γυναίκα θυμάται τον εαυτό της πίσω στα 1964 σε ηλικία 24 ετών και αναβιώνει το περιστατικό που πυροδότησε την αλλαγή που ονειρευόταν σε όλη την μέχρι τότε καταθλιπτική ζωή της σε ένα ασφυκτικά μελαγχολικό και ζοφερό περιβάλλον. Ένα κορίτσι που δεν έχει λάβει παρά ψήγματα αγάπης στη ζωή της, και με τον ψυχικό της κόσμο ανεπανόρθωτα (;) διαταραγμένο, επιβιώνει –γιατί περί επιβίωσης πρόκειται- σε μία μικρή πόλη της Νέας Αγγλίας, το X-ville όπως την ονομάζει, συγκατοικώντας με έναν αλκοολικό και αυταρχικό πατέρα που υποτιμάει την ύπαρξή της και την έχει εξοβελίσει στη σοφίτα του πανβρώμικου σπιτιού τους, εκεί όπου μπορεί να απομονωθεί στον αυτοκαταστροφικό εαυτό της και τις ανίερες σκέψεις της. Τα πρωινά τα περνάει σε ένα ιδιωτικό σωφρονιστήριο αγοριών και τα σαββατοκύριακα κάνει μικροκλοπές σε μαγαζία, εξισορροπώντας ίσως με τον τρόπο της την αδικία που έχει υποστεί, αρπάζοντας ανταλλάγματα για τη ζωή που ονειρεύεται και της έχουν κλέψει· μέχρι τη στιγμή που θα γνωρίσει την όμορφη και χαρούμενη Ρεμπέκα στη δουλειά της, μια κοπέλα που αιφνίδια θα ενσαρκώσει για την -απελπισμένη για ανθρώπινη επικοινωνία και ζωή- Αϊλίν τον άνθρωπο που μπορεί να την τραβήξει από τον πάτο του πηγαδιού. Τα βιαστικά συμπεράσματα, όμως, θα δρομολογήσουν μία σειρά γεγονότων που θα οδηγήσουν στην εξαφάνιση της Αϊλίν προσδίδοντας στο ψυχολογικό –κατά κύριο λόγο- μυθιστόρημα πινελιές αστυνομικού που θα κρατήσουν σε εγρήγορση τον αναγνώστη.

Η δίψα, του Jo Nesbø
Μετάφραση: Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη
Εκδόσεις Μεταίχμιο
σελ. 680

Τι καλύτερο από την παρέα του Χάρι Χόλε δίπλα στο κύμα! Πόσω μάλλον όταν έχει κυκλοφορήσει πρόσφατα η «Δίψα», η νέα του περιπέτεια, δια χειρός Jo Nesbø, ένα χορταστικό και εκρηκτικό αστυνομικό μυθιστόρημα γεμάτο ανατροπές, χιούμορ, ρεαλιστικούς διαλόγους, εμβριθή ψυχολογικά πορτρέτα των ηρώων, κοινωνική κριτική, και όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που φέρει η πένα του Nesbø και τον έχει αναδείξει σε έναν από τους καλύτερους σύγχρονους συγγραφείς της αστυνομικής λογοτεχνίας. «Η Δίψα» αποτελεί συνέχεια του προηγούμενου best seller της σειράς, της «Αστυνομίας», οπότε και συναντάμε τον Χάρι 20 χρόνια μεγαλύτερο από τον ντετέκτιβ της «Νυχτερίδας», καθηγητή στην Αστυνομική Ακαδημία, να διάγει έγγαμο βίο με τη Ράκελ, τον έρωτα της ζωής του, και να πλέει σε πελάγη ευτυχίας, μέχρι που μία φωνή από τους πιο σκοτεινούς του εφιάλτες ταράσσει την καθημερινότητά του και νέοι ανατριχιαστικοί φόνοι τρομοκρατούν τη νορβηγική πρωτεύουσα…

Μπορείτε να διαβάσετε κριτική του βιβλίου εδώ

Λίγες και μία νύχτες, του Ισίδωρου Ζουργού
Εκδόσεις Πατάκης
σελ. 573

Η αγάπη του Ισίδωρου Ζουργού για τη γενέθλια πόλη του, τη Θεσσαλονίκη, είναι έκδηλη και στο καινούργιο του μυθιστόρημα «Λίγες και μία νύχτες» όπου εστιάζοντας στη συνοικία των Εξοχών, αναβιώνει το αστικό τοπίο της πόλης, σκιαγραφώντας τις σημαντικές αλλαγές που υπέστη από τα τέλη του 19ου αι. μέχρι το 1980 περίπου. Αφηγείται την προσωπική ιστορία του ήρωά του Λευτέρη Ζεύγου που με αφορμή τη λιποταξία του στην εκστρατεία κατά των μπολσεβίκων στην Ουκρανία, θα αποκηρύξει την πραγματική του ταυτότητα και θα μεταμορφωθεί στον Ευγένιο Ζιρντό. Η ιστορία ξεκινάει τον Απρίλη του 1909, όταν ο έκπτωτος σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ, εξόριστος από τους Νεότουρκους, διαμένει φυλακισμένος στη βίλα Αλλατίνη, εκεί όπου ο μικρός Λευτέρης, ο γιος του κηπουρού, θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί τη νεαρή Μιρζά, κόρη του Αλπερέν Μπέη. Από εκεί ο Λευτέρης θα βρεθεί στην Ουκρανία, στο Παρίσι, στον Πειραιά, στην Αμβέρσα και πάλι στη Θεσσαλονίκη με προσωπικό στοίχημα την κοινωνική και οικονομική του ανέλιξη. Το μυθιστόρημα, όμως, κινείται και σε έναν δεύτερο άξονα, εκεί όπου ολοκληρώνεται η διήγηση, σε μία νύχτα του 1979 όπου ο Ορέστης, ένας νεαρός απόφοιτος φιλολογίας, που φιλοδοξεί να γίνει συγγραφέας, διαβάζει στον Ευγένιο το μυθιστόρημα που έγραψε βασιζόμενος στη βιογραφία του ηλικιωμένου, με άλλα λόγια αφηγείται την ιστορία που και εμείς ως αναγνώστες διαβάζουμε. Ένα μυθιστόρημα-οδοιπορικό στα γεγονότα που σημάδεψαν την ιστορία του 20ού αι, ένα βιβλίο για την ιστορία της Θεσσαλονίκης, ένα έργο για τη δύναμη της λογοτεχνίας και τη σχέση της με την πραγματικότητα, από ένα θεσσαλονικιό συγγραφέα που έχει καταξιωθεί στη συνείδηση του κόσμου ως μία από τις σημαντικότερες πένες της σύγχρονης πεζογραφίας. 

1
Μοιράσου το