Κρατώντας αυτό που αγαπάμε ζωντανό και η μαγεία του underground
Δεν ήταν καμία ιδιαίτερη συγκυρία. Δεν συνέβαινε κάποιο κοσμοϊστορικό event, δεν είμαι καν σίγουρος, αν θα θυμάμαι την έξοδο αυτή σε 6 μήνες από σήμερα. Ήταν όμως από εκείνες τις μέρες που νιώθεις μέσα σου ότι όλα πήγαν όπως έπρεπε.
Εκείνη τη βραδιά λοιπόν, έπαιζαν σε ένα bar της πόλης, που έχει χωρίς καμία αμφιβολία το πιο χαμηλοτάβανο stage στη Βόρεια Ελλάδα, οι Southern Oracle, μαζί με άλλες 3 ντόπιες μπάντες. Αν το όνομα δεν θυμίζει τίποτα, δεν συντρέχει λόγος ανησυχίας, είναι εντυπωσιακά πανάγνωστοι. Μάλιστα, μέχρι τη στιγμή που ξεκίνησαν, δεν είχα ακούσει ούτε μια νότα της μουσικής τους στη ζωή μου. Δεν ήξερα ότι υπήρχαν την προηγούμενη εβδομάδα.
Δε βγαίνει και πολύ νόημα, έτσι δεν είναι;
Να σέρνει κάποιος το ταλαίπωρο σαρκίο του μετά από μια εξαντλητική μέρα, για να δει 4 άγνωστους hardcore punks από τη Βουδαπέστη σε ένα καταγώγιο. Ακούγεται περίεργο και είναι, αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι είναι επακριβώς το πράγμα που κρατάει τη μουσική ζωντανή. Το να ακούει κάποιος δίσκους στο σπίτι του είναι υπέροχο. Το να διαφωνεί για πολιτιστικές τάσεις στα πλαίσια του EBM με τους φίλους του, επίσης. Να συγκεντρώνονται δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι για να παρακολουθήσουν την top pop συναυλία της χρονιάς, έχει πολλή πλάκα. Κανένα από τα 3 όμως δεν κρατάει τη φωτιά ζωντανή.
Αυτό που πάντα έδινε και ακόμα δίνει ζωή στη μουσική -εκεί που πραγματικά ζει- είναι το underground. Εκεί συμβαίνουν οι αλλαγές, εκεί γεννιούνται οι καινοτομίες, αν κάτι είναι να πάει μπροστά στην τέχνη, θα συμβεί σε ένα υπόγειο, σε ένα γκαράζ/προβάδικο, σε ένα μαγαζί με νερωμένη μπύρα. Εννιά φορές στις δέκα, θα συμβεί εξαιτίας μερικών τύπων που δεν θα σου γεμίζουν το μάτι.
Ο Barnabas Collins, τραγουδιστής των Southern Oracle, πήρε 3 μέρες άδεια από τη δουλειά του στο H&M της Βουδαπέστης, μπήκε μαζί με 4 φίλους του σε ένα 6θέσιο van και οδήγησαν μέχρι τη Θεσσαλονίκη για να παίξουν σε μια συναυλία. Τους τραμπούκισαν τελωνειακοί υπάλληλοι στα αλβανικά σύνορα και τους βούτηξαν μερικά λεφτά, έφαγαν junk food, κοιμήθηκαν με τα ρούχα τους σε ένα κάθισμα και οδήγησαν εκ περιτροπής. Μέχρι όμως να έρθει η ώρα να το ξανακάνουν για την επιστροφή, βρέθηκαν με 50 έλληνες, χόρεψαν μαζί, μοιράστηκαν τις ανησυχίες και τις ιδέες τους για την παρέμβαση της εκκλησίας σε κοινωνικό επίπεδο, τα gay rights και φυσικά το downtempo groovy hardcore και μετά το τέλος της συναυλίας άραξαν με μερικούς από τους καινούριους τους φίλους στο πεζοδρόμιο έξω από το club συζητώντας. Πούλησαν μερικά cd και μπλουζάκια (το μόνο τους έσοδο) και το επόμενο πρωί πήραν το δρόμο της επιστροφής.
Με ελάχιστες παραλλαγές, αυτό συμβαίνει κάθε μέρα, σε όλον σχεδόν τον κόσμο. Όλοι οι σπουδαίοι μουσικοί ξεκίνησαν έτσι και είναι ο μοναδικός τρόπος. Όσον αφορά το rock n roll τουλάχιστον, δεν υπάρχει σύντομος δρόμος για την αληθινή επιτυχία και αυτή η τριβή με το underground είναι το σχολείο που πρέπει να περάσει ο κάθε καλλιτέχνης που φιλοδοξεί να αφήσει το σημάδι του.
Εδώ έρχεται και ο δικός μας ρόλος, σαν κοινό. Όσοι περισσότεροι συμμετέχουμε στο αγνό κομμάτι της διαδικασίας αυτής, μακριά από άπληστους managers, κοντόφθαλμες δισκογραφικές και τάσεις της μόδας, τόσο περισσότερο η ειλικρινής μουσική θα βρίσκει το δρόμο της.
Είναι τόσο απλό, τόσο εύκολο, είναι δίπλα μας, συμβαίνει καθημερινά, είναι ανέξοδο και έχει πλάκα. Ποιος είπε ότι η μαγεία είναι περίπλοκο πράγμα;