Scroll Top

Art Outside the Core

Η αποκαλυπτική ουτοπία του Giacomo Costa

feature_img__i-apokaliptiki-outopia-tou-giacomo-costa
Μυστήριο, σιωπή και αίσθηση της απουσίας χαρακτηρίζουν την ατμόσφαιρα των αποκαλυπτικών εικόνων του Ιταλού φωτογράφου Giacomo Costa από την πόλη της Φλωρεντία. Εικόνες αντιφατικές, διαυγείς αν και σκοτεινές, ελκυστικές και παράξενα όμορφες στη φρίκη τους, συμπυκνώνουν την παραδοξότητας μιας «ποιητικής της καταστροφής»

Τα σενάρια του φωτογράφου αποτελούν ένα σύμπλεγμα αποκαλυπτικής ουτοπίας και επιστημονικής φαντασίας. H αίσθηση της φθοράς και της κατάπτωσης εξισορροπείται μέσα από την παρέμβαση κάποιας εξωγήινης δύναμης. Η αόρατη αυτή παρουσία εκφράζεται μέσα από οργανικές φουτουριστικές γεωμετρίες, με ελάχιστες ενδείξεις για το είδος ζωής που αναπτύσσεται στο εσωτερικό τους. Η αδιαφάνεια των ρευστών, γιγαντιαίων αυτών μορφωμάτων διεγείρει τη φαντασία για το τι μπορεί να συμβαίνει στο εσωτερικό τους.

Παράλληλα, η απόλυτη σιωπή και ακινησία, ο άπλετος χώρος και η αδυναμία εντοπισμού του ορίζοντα δημιουργούν μια παράξενη αίσθηση αρμονίας, τονίζοντας τη διαχρονικότητα και το παράδοξο της αξίας του ανοίκειου. Ο ανοίκειος χώρος, αναγκαία συνυφασμένος με το αίσθημα της αγωνίας και του αγνώστου, μας αφυπνίζει, απομακρύνοντάς μας από τις συνήθειες και τις προκαταλήψεις μιας απλοϊκής στάσης απέναντι στην πραγματικότητα που μας περιβάλλει. Φανταζόμαστε τους εαυτούς μας να περπατούν μέσα σε έρημους διαδρόμους, χαμένοι σε έναν χώρο χωρίς όρια, σε μια κατάσταση που μοιάζει να μην έχει τέλος.

Η εισαγωγή δυναμικών σχημάτων μέσα σε ένα συνεχές τοπίο βιομηχανικών κουφαριών, συνδυάζει το φαινομενικά τυχαίο μιας οργανικής μορφής με το παρηκμασμένο περιβάλλον ενός πολιτισμού με την τάση να ελέγχει τα πάντα. Η ένταξη σε έναν ασφυκτικά πυκνοδομημένο περιβάλλον θίγει το ζήτημα της αστικοποίησης σε μια περίοδο, όπου η υπερσυγκέντρωση των ανθρώπων στις πόλεις είναι πιο έντονη από ποτέ.

Εικόνες που θα μπορούσαν να υπάρξουν μόνο στους εφιάλτες και τις φαντασίες μας, συγχέονται με την πιθανότητα μιας ρημαγμένης πραγματικότητας «όπως προκύπτει μέσα από τους χειρισμούς ενός πολιτισμού από τον οποίο διαφεύγει η ίδια η έννοια του ανθρώπινου». Ο Ιταλός φωτογράφος συνθέτει την αναπαράσταση ενός χρονικού το οποίο ενσαρκώνει το παρελθόν και το παρόν, μέσα από την προβολή τους στο μέλλον. Ο Luca Beatrice, στο κείμενο του «Don’t Panic» υποστηρίζει πως το όραμα του Costa δεν περιορίζεται σε ένα συνήθη κοσμικό πεσιμισμό, αλλά αποτελεί αποτέλεσμα μιας ώριμης σκέψης, βαθιά συνδεδεμένης με την παρούσα κατάσταση. Δεν πρόκειται για ένα ανώριμο όραμα ενός κόσμου κατευθυνόμενου προς την καταστροφή, αλλά μια δήλωση για την ρευστότητα της τεχνοκρατικής προόδου, που υπερβολικά στραμμένη σε δικά της εσωτερικά συστήματα και νόμους, μοιάζει να απορρίπτει τη δυνατότητα ενός ουσιαστικότερου διαλόγου με τις πραγματικές ανθρώπινες και κοινωνικές ανάγκες.

Μικρή σημασία έχει αν αυτό που βλέπουμε αντιστοιχεί στο περιβάλλον της καθημερινή μας ζωής, καθώς εδώ ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια λιγότερο γαλήνια οπτική αυτού που βρίσκεται ήδη γύρω μας. Το μη υπαρκτό αφηγείται και σχολιάζει μεταφορικά μια κατάσταση πέρα για πέρα πραγματική. Οι απίθανες, ζωντανές-νεκρές πόλεις συμπυκνώνουν μεταφορικά τα χαρακτηριστικά μιας υπερκαταναλωτικής, υπερ-τεχνοκρατικής κουλτούρας, της οποίας ο ναρκισσισμός και η φιλοδοξία φαίνεται τουλάχιστον αστεία, μπροστά στο αναπάντεχο «ατύχημα» που, όπως προβλέπει ο καλλιτέχνης, θα οδηγήσει στον αφανισμό τους. Πρόκειται για μια περίπτωση όπου, μέσα από απίθανα σενάρια, αφυπνίζει την ανησυχία μιας τέτοιας πιθανότητας. Τρομάζουμε στη σκέψη πως οι ερειπωμένες πόλεις θα μπορούσαν να είναι τα απομεινάρια του δικού μας πολιτισμού.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα μεταγενέστερα έργα του Costa, όπου οι ερειπωμένες πόλεις δίνουν τη θέση τους σε γκρίζα, μοναχικά, απειλητικά τοπία, διατηρώντας το στοιχείο της ψυχρής, αποκλίνουσας ομορφιάς και αρμονίας, όπως προκύπτει μέσα από την απουσία της οποιασδήποτε αίσθησης οικειότητας και ζεστασιάς. Οι μεταβατικές, τεχνητές μεγαδομές μετακομίζουν τον ερειπωμένο αστικό ιστό, είτε σε μοναχικά αρκτικά τοπία, είτε στο βάθος του βυθού. Γκρίζα, συννεφιασμένη, δυσοίωνη ατμόσφαιρα, παράξενοι συνδυασμοί ανάμεσα σε άγριες φυσικές υφές και μεγάλης κλίμακας επιφάνειες γυμνού σκυροδέματος συνθέτουν τις προβλέψεις για την εξέλιξη της σχέσης μας με τη φύση. Επαναφέροντας για ακόμη μία φορά την αμφιβολία για τα οφέλη της τεχνοκρατικής προόδου τα έργα αυτά μπορούν να ιδωθούν ως μια μεταφορά της διαμάχης ανάμεσα στο τεχνητό και το φυσικό, ανάμεσα στους μηχανισμούς της τεχνολογίας και την ευαισθησία του φυσικού. Το ρημαγμένο από τις τεχνητές κατασκευές φυσικό τοπίο, δεν φαίνεται να εκφράζει μια παθητική στάση, αλλά μια δύναμη που βράζει, έτοιμη να εκραγεί. Το ίδιο μοτίβο επανέρχεται και αργότερα, όπου οι εγκαταλειμμένες ανθρώπινες εγκαταστάσεις έχουν καταληφθεί πλέον από άναρχα φυσικά στοιχεία που συνεχώς κερδίζουν έδαφος.

2
Μοιράσου το