Η Εποχή του «Παθέτικ»
Έχω ξαναμιλήσει για δαύτο. Όπως πολύ εύστοχα σκέφτηκες, άγνωστε, είναι το νοερό και ηχηρό μπλινκ μπλινκ που κάνει ο κέρσορας όταν αναβοσβήνει στην κατάλευκη σελίδα word που βρίσκεται εμπρός σου. Θέλεις να τα πεις όλα, που να πάρει ο διάολος και τα δάχτυλα εκεί αγκυλωμένα ωσάν νεκρού. Νεύρα, νεύρα, αμφιβολίες, «τι κάνω;», «γιατί να γράφω για τα βιβλία;», ματαιότις που καίει τα σωθικά και λοιπές γλυκούλες νευρώσεις που έχουν κάνει κόμμα με τον υπολογιστή μου, τη Microsoft, το YouTube και την ζέστη που τρυπώνει μουλωχτά και μου δαιμονίζει την φαντασία. Αλλά όλα αυτά που προανέφερα είναι σαχλαμάρες. Αν θες να μιλήσουμε σοβαρά, η αλήθεια είναι ότι έκανα την αυτοκριτική μου για την κριτική μου στα βιβλία. Ένας λογοτεχνικός δαίμονας μου έβαλε λόγια ένα βράδυ ότι «Τα βιβλία, κορίτσι μου, πρέπει να τα διαβάζεις, όχι να διαβάζεις για αυτά». Εγώ η πυροβολημένη έσπευσα να συμφωνήσω κι εκεί άρχισε η αναβολή. Eκεί άρχισαν όλα να με χαλάνε και λέξη δεν έβγαινε. Κι όλα αυτά που σου περιγράφω τώρα, σκέψου τα μ’ ένα κεφάλι υπερχειλισμένο από βιβλία, φράσεις, συγγραφείς, ένα όργιο από ιδέες και μηδενική παραγωγικότητα. Μία συγγραφική δυσκοιλιότητα περιρρέουσα στην ατμόσφαιρα. Αλλά, ως εδώ. Φόρτωσα.
Όχι, μωρέ, τα βιβλία δεν είναι μόνο για να τα διαβάζεις. Είναι για να τα συζητάς, να τα προτείνεις, να τα χειρίζεσαι και να τα μεταχειρίζεσαι, άγνωστε. Κακοποίησε τα, βασάνισε τα, δώσε τα σε άλλους, μίλα γι αυτά, κακολόγησε τα, μόνο μη τ’ αφήνεις ανέγγιχτα και σκονισμένα στη λήθη τη ρημάδα. Και, πρόσεξε, να είσαι εμπαθής με τα βιβλία σου, να τα υπερασπίζεσαι με οποιοδήποτε βλακώδες τίμημα, να μη δέχεσαι να σου τα κακοχαρακτηρίζουν. Nα βγάζεις νύχια, ρε.
Και που λες, πάνω στην κρίση αυτοκριτικής μου που τα πήρε όλα σβάρνα, αποφάσισα να δώσω ένα όνομα στην εποχή που διανύουμε. Την βάφτισα στο όνομα του Πατρός, του Υιού, και του Αγίου Πνεύματος «Η Εποχή του Παθέτικ». «Παθέτικ» εκ του «παθητικός» και «παθέτικ» εκ του εγγλέζικου “pathetic”. Ποια οικονομική κρίση, μωρέ; Εδώ έχουν κρίση οι καρδιές μας και οι εγκέφαλοί μας. Ποια λεφτά, μωρέ; Εδώ βλέπω σκιές στους δρόμους εκεί που έβλεπα ανθρώπους. Βλέπω κόμπους και μουτζούρες εκεί που έβλεπα αισθήματα. Βλέπω κινητά εκεί που έβλεπα βιβλία. Καμιά φορά –και αυτό είναι το χειρότερο- δε βλέπω απολύτως τίποτα. Είναι δύσκολο να είσαι άνθρωπος το μη-σωτήριο έτος 2013, όχι γιατί αν σε γυρίσουν ανάποδα δε θα πέσει σεντ, όχι επειδή δε μπορείς να πληρώσεις τους λογαριασμούς, όχι επειδή όλοι γύρω σου μεταναστεύουν και, γαμώτο, όχι επειδή η γέμισαν τα ράφια απ’ τις βιβλιοθήκες με βιβλία-μοσχαροκιμά 9 ευρώ το κιλό. Είναι δύσκολο γιατί υπάρχει νοητική απόσταση. Απόσταση με το ον απένταντί σου, απόσταση με το ον εντός σου. Και με ρωτάει το ον εντός μου, «Και τι γίνεται τώρα, μου λες;». Τώρα χορεύουμε. Τώρα διαβάζουμε. Τώρα βγαίνουμε χαμογελαστές φωτογραφίες μόνο όταν όντως χαμογελάμε. Τώρα παίρνουμε φόρα και τα κάνουμε όλα γυαλιά, καρφιά, πένσες, σιδηρολοστούς. Τώρα ξεσκονίζεις το ρημάδι το κεφάλι σου. Τώρα γίνεσαι άνθρωπος.
Μέσα σε όλο αυτό το κοινωνικό χάος λοιπόν προσπάθησα να θυμηθώ τους λόγους για τους οποίους κάνω κάποια πράγματα σήμερα. Rewind, fast forward και τούμπαλιν μέχρι να καταλήξω κάπου. Άρχισα ν’ αναρωτιέμαι… πώς κατέληξα να λατρεύω τα βιβλία; Γιατί ξεκίνησα να γράφω στο Artcore; Τι γράφω και για ποιον; Και θυμήθηκα. Ξανάνιωσα τη μούρλα του να μιλάω για τα βιβλία. Και λίγο πριν κάτσω να σου γράψω το μανιφέστο του «Παθέτικ» έκατσα και ξεσκόνισα αναμνήσεις γλυκές. Θυμήθηκα την πρώτη φορά που διάβασα Margaret Atwood στο πρώτο έτος της σχολής. Ποίηση ήταν. Μη συνοφρυώνεις μεμιάς επειδή διάβασες τη λέξη ποίηση. Δεν είναι όλα σάχλες. Πoίηση λοιπόν. Τέσσερις στίχοι, άγνωστε.
You fit into me
Like a hook into an eye
A fish hook An open eye.
Αδρεναλίνη. Εμένα τότε με διαπέρασε αδρεναλίνη, σου λέω. Η γυναίκα κατάφερε να κόψει τον αέρα με μαχαίρι μέσα σε δεκαέξι λέξεις. Το θυμάμαι εκείνο το πρωί λες και είμαι τώρα μέσα στην αίθουσα του πανεπιστημίου και το έχω μπροστά μου το ποίημα. Μακελειό επί χάρτου μπροστά στα παρθένα μάτια μου. Ξερογλειφόμουν πάνω απ’ τη σελίδα κι έλεγα «Αυτό θέλω. Λέξεις». Θυμήσου κι εσύ τώρα όλες εκείνες τις φορές που ερωτεύτηκες σελίδες. Σκέψου το μεγαλείο της παραγωγής γλώσσας από το μηδέν. Αναλογίσου πόσες φορές δε μπόρεσες επί μέρες να ξετινάξεις από πάνω σου το αίσθημα που σου άφησε το τέλος ενός βιβλίου. Πόσες φορές βγήκες ραντεβού και μίλησες για τ’ αγαπημένα σου βιβλία με την ελπίδα ότι το πλάσμα μπροστά σου θα ανταποκριθεί στο λογοτεχνικό σου Top 5; Πόσα βιβλία χάρισες; Πόσες αφιερώσεις έγραψες; Πόσα βιβλία μίσησες; Πόσα βιβλία μίσησες αλλά ντράπηκες να το πεις γιατί θα σε περάσουν για πυροβολημένο; Πόσους πρωταγωνιστές βιβλίων θέλησες να γνωρίσεις- σφάξεις- αγκαλιάσεις- ερωτευτείς; Πόσα λεφτά που δε σου περίσσευαν και τελικά τα έδωσες για να πάρεις στο μυαλό σου λέξεις αλλονών; Πόσες φορές ένιωσες το κεφάλι σου να ανοίγει διάπλατα διαβάζοντας μία φράση την οποία μετά αναπαρήγαγες σε αδέρφια, ξαδέρφια, μπατζανάκηδες, σκύλους και γάτες με περισπούδαστο ύφος α-λα-Πάολο-Κοέλιο;
Δεν είναι τα λεφτά. Δεν είναι η δουλειά. Δεν είναι οι φίλοι σου που έφυγαν. Δεν είναι οι μοσχαροκιμάδες. Είναι που δε ξέρεις σε τι ρυθμό χτυπάει η δόλια η καρδιά σου. Φήμες λένε ότι το διάβασμα βελτιώνει την ακοή.
Α.
I've been waiting for a guide to come and take me by the hand,
Could these sensations make me feel the pleasures of a normal man?
These sensations barely interest me for another day,
I've got the spirit, lose the feeling, take the shock away.
It's getting faster, moving faster now, it's getting out of hand,
On the tenth floor, down the back stairs, it's a no man's land,
Lights are flashing, cars are crashing, getting frequent now,
I've got the spirit, lose the feeling, let it out somehow.
What means to you, what means to me, and we will meet again,
I'm watching you, I'm watching her, I'll take no pity from you friends,
Who is right, who can tell, and who gives a damn right now,
Until the spirit new sensation takes hold, then you know,
Until the spirit new sensation takes hold, then you know,
Until the spirit new sensation takes hold, then you know,
I've got the spirit, but lose the feeling,
I've got the spirit, but lose the feeling,
Feeling, feeling, feeling, feeling, feeling, feeling, feeling.