Ένα σουρεαλιστικό μαξιλάρι 50 ετών
Καταλυτική για την επιτυχία του άλμπουμ ήταν φυσικά η παρουσία της Grace Slick. Το πρώην μοντέλο είχε εμφάνιση που κέντριζε τα βλέμματα και τράβηξε την προσοχή των media της εποχής, την οποία οι Jefferson Airplane χρειάζονταν για να διαφημιστούν επαρκώς. Η Slick όμως διέθετε και μια χαρακτηριστική contralto φωνή, που αφενός είχε δύναμη και βάθος διέθετε όμως και την ευλυγισία που χρειάζεται η ροκ, έτσι ώστε να ταξιδεύει με σχετική άνεση από τις χαμηλές νότες σε υψηλότερες, δίνοντας εκπληκτικό ηχόχρωμα στα τραγούδια.
Η Grace Slick μπήκε στους Jefferson Airplane μέσα σε ένα βράδυ, όταν αντικατέστησε την προηγούμενη τραγουδίστρια του συγκροτήματος, που αποχώρησε επειδή ήταν έγκυος. Το συγκρότημα στο οποίο ανήκε μέχρι τότε, οι Great Society, έπαιζε πολλές φορές support για τους Airplane και έτσι δεν ήταν δύσκολο για την Slick, που ήξερε τα τραγούδια τους, να ανέβει στη σκηνή την επόμενη μόλις μέρα, στις 16 Οκτωβρίου 1966. Μαζί της έφερε «προίκα» και δυο τραγούδια που έπαιζε με τους Great Society: το δικό της “White Rabbit”, (εμπνευσμένο από την «Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων» του Lewis Carrol και το “Bolero” του Maurice Ravel) και το “Somebody to Love” που είχε γράψει ο κουνιάδος της. Τα δύο αυτά τραγούδια, τα οποία έχουν ηχογραφηθεί σε διαφορετικό ρυθμό και εκτέλεση από τους Great Society (και αποτελούν πολύ ενδιαφέρουσες εκτελέσεις), έμελλε να γίνουν τα πιο χαρακτηριστικά κομμάτια των Jefferson Airplane. Αποτέλεσαν δυο από τα τρία singles του “Surrealistic Pillow”, συμβάλλοντας στη μεγάλη επιτυχία του: το “Somebody to Love” ανεβαίνοντας στο νούμερο 5 των singles charts και το “White Rabbit” που έφτασε στο νούμερο 8.
Ο δίσκος απέκτησε ιστορικό χαρακτήρα γιατί σε αυτόν γίνεται με επιτυχία ένα δύσκολο πάντρεμα μεταξύ της ψυχεδέλειας και της Acid Rock με τη Folk Rock, ένα αμάλγαμα που μόνο οι Byrds και οι Beatles είχαν καταφέρει να μετατρέψουν σε εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία. Η επιτυχία του δίσκου μάλιστα καθιέρωσε και το San Francisco, γενέτειρα πόλη του συγκροτήματος, ως τον απόλυτο χίπη προορισμό, εκεί που βασίλευε η ελευθερία και ο αυθεντικά μποέμικος τρόπος ζωής. Ο ίδιος ο δίσκος μεταδίδει μια αίσθηση ελευθερίας και έναν σχεδόν ερασιτεχνικό ενθουσιασμό, όπου τα μέλη της μπάντας αφήνονται ελεύθερα να πειραματιστούν, να αυτοσχεδιάσουν και να συνεισφέρουν συλλογικά στη σύνθεση των κομματιών. Το αποτέλεσμα ήταν «τόσο σουρεαλιστικό όσο μαλακό είναι ένα μαξιλάρι», όπως δήλωσε ο «σκιώδης» παραγωγός του δίσκου Jerry Garcia (των Greateful Dead), δίνοντας στο άλμπουμ τον χαρακτηριστικό του τίτλο.
Στο μόνο θέμα που τα μέλη της μπάντας φαίνεται να πειθάρχησαν, αν και αρχικά θεώρησαν ότι υποθηκεύουν το καλλιτεχνικό τους προφίλ, ήταν στο να μειώσουν τους χρόνους των τραγουδιών στα 3 με 4 λεπτά, τα οποία επένδυσαν με πολύ προσεκτικά τραγουδισμένα ρεφραίν. Ακολούθησαν δηλαδή πιο κλασικές Rock ‘n’ Roll συνταγές, αντί να εμπλακούν σε χαοτικά ψυχεδελικά ταξίδια, γεγονός που επίσης συνέβαλε στην επιτυχία του δίσκου.
Στη συνέχεια δεν θα ήταν τόσο πειθαρχημένοι. Πειραματίστηκαν αφενός μουσικά με διάφορα είδη που δεν τους πήγαιναν και αφετέρου με διάφορες ουσίες που μάλλον δεν τους βοήθησαν να αποκτήσουν έμπνευση. Κανένας δίσκος τους δεν θα ήταν το ίδιο καλός όσο το “Surrealistic Pillow”. Το ζήτημα είναι ότι πολύ λίγα γκρουπ της εποχής ξέφυγαν από την πεπατημένη της εποχής που ήθελε τη μουσική να ακολουθεί την κατανάλωση ναρκωτικών, συνταγή που δεν ήταν πάντα παραγωγική και γι’ αυτό λίγοι ήταν οι σύγχρονοί τους που έβγαλαν αντίστοιχα καλούς δίσκους. Γι αυτόν τον λόγο το “Surrealistic Pillow” θεωρείται από τους ιστορικούς δίσκους της ψυχεδελικής ροκ και φιγουράρει στη θέση 146 των 500 καλύτερων δίσκων όλων των εποχών, όπως ανακοίνωσε το περιοδικό Rolling Stone το 2003.
Content Sources
- Wikipedia, All Music