Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

Alien: Covenant, του Ridley Scott

feature_img__alien-covenant-tou-ridley-scott
Είκοσι χρόνια πριν τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στο διαστημόπλοιο Nostromo και μια δεκαετία μετά την αποστολή «Προμηθέας», το διαστημόπλοιο Covenant ξεκινά ένα διαστημικό ταξίδι με 2.000 εποίκους, σκοπεύοντας να αποικήσει ένα μακρινό πλανήτη, τον Origae-6. Στη διάρκεια της διαδρομής, δέχεται ένα ηχητικό μήνυμα από έναν άγνωστο πλανήτη, προς τον οποίο τελικά κατευθύνεται, για να εντοπίσει τον αποστολέα. Καθώς τα μέλη του πληρώματος αποβιβάζονται, ανακαλύπτουν πως αυτός ο πλανήτης δεν είναι τόσο έρημος όσο πίστευαν, αλλά εν τέλει αρκετά επικίνδυνος, με μοναδικό κάτοικο τον David (Michael Fassbender), τον τελευταίο επιζώντα της αποστολής “Prometheus”.

Μπορεί να μην τήρησε την υπόσχεσή του πως θα είναι ένας «εφιάλτης από την κόλαση», είναι σίγουρο όμως πως ο Ridley Scott, στα 80 του χρόνια, αποφάσισε να εμπλουτίσει τη διαστημική του μυθολογία με πληθώρα φιλοσοφικών και θεολογικών προβληματισμών, στρέφοντας τη σειρά σε ακόμη πιο σκοτεινές κατευθύνσεις. Με λιγότερη έμφαση στη δεξιοτεχνία του τρόμου και κλείνοντας αρκετά το μάτι στους θαυμαστές της σειράς, παρέδωσε μία ταινία πρωτόγνωρη για το franchise, με στροφή στο ατμοσφαιρικό horror και με ανανεωμένο στοχαστικό υπόβαθρο. Παρόλ αυτά, οι χαρακτήρες είναι αρκετά αδιάφοροι, (τι κι αν πέθαιναν, τι κι αν δεν πέθαιναν, δεν έχει καμία δραματουργική σημασία), οι διάλογοι του πληρώματος δίνουν την αίσθηση μίας εκνευριστικής επαναληψιμότητας μέχρι την αποβίβαση (τα πρώτα 45 λεπτά, δηλαδή) και τα busters, έχοντας ανακοινωθεί μήνες πριν, δεν προξενούν κανένα αίσθημα ταραχής ή ξαφνικού τρόμου, με αποτέλεσμα οι θεατές να περιμένουν πληκτικά τις σκηνές των «γεννήσεων» να ολοκληρωθούν. Οι προσπάθειες του Scott να παραδώσει μία άλλη Ripley, ομοίως, δεν απέδωσαν καρπούς. Ενώ η Danny λυγίζει έντρομη μπροστά στο εξωγήινο πλάσμα, αναπολούμε με έντονες δόσεις νοσταλγίας τη Ripley να φωνάζει στη Βασίλισσα Alien: “Get away from her you Bitch!”.

Ο χαρακτήρας-κλειδί του “Covenant”, αλλά μάλλον και των επόμενων ταινιών, είναι το ανδροειδές David, υπό το πρίσμα του οποίου εξετάζεται ο επικίνδυνος πόθος του ανθρώπου να αγγίξει τη γνώση του Θεού. Μία από τις βασικές θεματικές της ταινίας είναι ο κίνδυνος να πέσει στα χέρια του ανθρώπου η θεϊκή γνώση της Δημιουργίας, αλλά και η ανταγωνιστική σχέση του «έκπτωτου» David με τους ανθρώπους-δημιουργούς του. Η σχέση του με τον Walter, το άλλο ανδροειδές που έχει σχεδιαστεί ώστε να μην αναπτύσσει ανθρώπινα αισθήματα, ομοιάζει με τη σχέση που αναπτύσσει ο Διάβολος με τον Αδάμ στον απολεσθέντα παράδεισο. Προσπαθεί να τον σαγηνεύσει και να τον διαφθείρει ώστε να στραφεί εναντίον των δημιουργών του, ενώ παράλληλα φθονεί την ευνοϊκή μεταχείριση που έχει από αυτούς. Φτιαγμένος καθ’ εικόνα του ανθρώπου, ο David ξεπέφτει στην ιδιοτέλεια, στο κακό, στη θέληση για δύναμη, σε αντίθεση με τον Walter που είναι σχεδιασμένος ακριβώς για να μην είναι ελεύθερος να δράσει έξω από τις διαταγές των δημιουργών του. Ο David, αντιθέτως, πλάστηκε πιο ανθρώπινος, με την ελευθερία να τείνει προς το κακό, ως ένας δυνάμει άνθρωπος, φτιαγμένος όχι μόνο καθ’ εικόνα, αλλά και καθ’ ομοίωση του ανθρώπου. 

Παράλληλα, ο λογοτεχνικός και μουσικός μικρόκοσμος, που υποβόσκει στο φόντο της ταινίας, έχει και αυτός τη δική του δραματουργική σημασία, λειτουργώντας συμπληρωματικά όσον αφορά την αφήγηση. O παραλληλισμός με τον απολεσθέντα παράδεισο του John Milton («would you rather serve in heaven, or reign in hell?»), αλλά και η εμφατική χρήση του “Rheingold” του Wagner, έχουν σημειολογική και αλληγορική λειτουργία, συμπληρώνοντας, με τον τρόπο τους, την αφήγηση της ιστορίας. Καθώς προσπαθεί να αφανίσει τους δημιουργούς του, αλλά και κάθε ανώτερη μορφή ζωής, ο David έχει σκοπό να γίνει ο ίδιος δημιουργός, φτιάχνοντας μία σύνθεση ανθρώπινου DNA και εξωγήινου παρασίτου, μία τέλεια μορφή βίο-οργανικής ζωής. Όπως και στη Γένεση, αλλά κυρίως όπως ο διάβολος του Milton, ο David θέλει να κατακτήσει τη γνώση της δημιουργίας, με απώτερο σκοπό να κηρύξει τον πόλεμο στον Δημιουργό του. Όντας εξορισμένος στη δική του κόλαση, επιδίδεται σε πειραματισμούς με το εξωγήινο παράσιτο και διάφορες μορφές ζωής, ούτως ώστε να δημιουργήσει το ιδανικό υβρίδιο, το Protomorph.

Στη saga του “Alien” γενικότερα, εντονότερα όμως στο “Covenant”, η κατάσταση του θανάτου δεν αντιμετωπίζεται ποτέ ως κατάληξη. Κάθε τέλος προϋποθέτει μία αρχή, ενώ κάθε υποκείμενο γίνεται μέτοχος ενός αέναου κύκλου καταστροφής και δημιουργίας. Ο άνθρωπος πεθαίνει συμμετέχοντας σε μία νέα γραμμή εξέλιξης, στην οποία ο ίδιος είναι βασικός αρωγός. Γίνεται άλλο ένα σκαλί σε μία νέα εξελικτική αλυσίδα ή τουλάχιστον συμβάλλει σε αυτήν με τον τρόπο του, ως φιάλη ταγμένη στον σκοπό μίας ισχυρότερης σύνθεσης. Η ζωή δεν δείχνει να τελειώνει, αλλά μεταρσιώνεται σε άλλες μορφές, ενώ οι πρωταγωνιστές γίνονται κοινωνοί σε μία ατέρμονη διαλεκτική δημιουργίας και καταστροφής. Παρότι, λοιπόν, η ταινία είναι μέτρια στο σύνολό της, προαναγγέλει μία σειρά ταινιών με πιθανότητες αναβίωσης. Το “Alien” αναγεννήθηκε και δεν θα είναι ποτέ ξανά το ίδιο.

Alien: Covenant, του Ridley Scott
Είδος: Τρόμου, Επιστημονικής Φαντασίας
Διάρκεια: 122’

1
Μοιράσου το