Ανοιχτή θάλασσα, του Carlos Azumah Nelson
Δειλινά εξώφυλλα: Σημείωμα για το μυθιστόρημα «Ανοιχτή θάλασσα» του Carlos Azumah Nelson σε μετάφραση Αλέξη Καλοφωλιά. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
Προτού σκορπίσει η παρέα κάποιος είπε χαμηλόφωνα, σαν να απευθυνόταν σε ένα προσευχητάρι της στιγμής, «απομένει η λογοτεχνία για να πει πιο όμορφα τα πράγματα από ότι κανείς τα αντίκρισε ή τα γνώρισε». Ίσως αλήθεια να είπε ο πολύς John Ruskin καθώς έστηνε τους κανόνες της κριτικής και της αποτίμησης των φαινομένων που η τέχνη ανασταίνει εμπρός μας, εκείνων των σπάνιων στιγμών που η φύση αδυνατεί να μας χαρίσει. Με άλλα λόγια αρκούν μερικές λέξεις καλά ταιριασμένες και η εξομολόγηση της ψυχής και τότε η τέχνη εκπληρώνει εκείνον τον μοναδικό, τον κλασικό της σκοπό που είναι τέτοιος, επειδή ακριβώς φαντάζει κοινός για σένα και μένα.
Τώρα η παρέα σκόρπισε. Και εγώ που βρίσκω κάπως βολική και λυτρωτική αυτή τη μοναξιά, επιδίδομαι στο σπορ που αγαπώ. Κάτι τέτοιες ώρες συλλογιέμαι τα βιβλία που αγάπησα και φτιάχνω από την αρχή ολότελα διαφορετικούς τίτλους. Απ΄εκείνο που εγώ κρατώ σαν σημασία, σαν απόσταγμα και σοφία ενός δυσαναπλήρωτου κενού. Κάπως έτσι προσπέρασα την Αθήνα που χάνεται και κάτω από την μαρκίζα ενός κλειστού μαγαζιού οι χαρακτήρες φωτίστηκαν ώσπου το βιβλίο να βρει τον τίτλο που ζητούσε.
Ήταν δυο νέοι, σαν αυτούς στην «Ανοιχτή θάλασσα», την εξαιρετική έκδοση του Μεταιχμίου, που βρίσκουν την αγάπη και την χάνουν. Δυο νέοι που αγαπιούνται παράφορα, που διστάζουν, που χάνονται και βρίσκονται και όλα τα νιώθουν μέσα από τα τραγούδια. Σώματα δοσμένα σε ρυθμούς εσωτερικούς στην υπέροχη εξομολόγηση του Caleb Azumah Nelson, του νεαρού Βρετανού με ρίζες από την Γκάνα συγγραφέα. Η «Ανοιχτή θάλασσα» μοιάζει όπως κάθε άλλη, κάπως επικίνδυνη και απρόσμενη στις αντιδράσεις της. Όμως βιβλία σαν αυτό του Nelson μαρτυρούν πως η καλή λογοτεχνία συνδυασμένη με την φυσικότητα της μεταφραστικής επιλογής σήμερα καταπιάνεται με λιγότερο σπουδαίες ιδέες και με λιγότερα ιδανικά, πιάνοντας από την αρχή το νήμα του έρωτα. Πίσω από τον ιδιότυπο, εσωτερικό μονόλογο που μοιάζουν να υπηρετούν όλοι οι καθημερινοί ήρωες του συγγραφέα, κρύβεται αρκετή από την ευαισθησία που λείπει σήμερα από τον κόσμο. Κρύβεται υπερηφάνεια και στίχοι τζαζ που πετούν τριγύρω από τις μικρές και τις μεγάλες στιγμές εκείνων των χαρακτήρων. Πρόσωπα που πρωταγωνιστούν σε τυχαίες συνευρέσεις, εξομολογήσεις που υπηρετούν το ζητούμενο του σώματος και δίνονται στην ομορφιά με την πιο αλόγιστη επιθυμία.
Ο γεννημένος το 1984 συγγραφέας που έχει βραβευτεί με πολλές και ξεχωριστές διακρίσεις, θέτει τον εαυτό ανάμεσα στις νέες, φιλόδοξες φωνές που στον καιρό της παγκόσμιας κοινωνίας μας μιλούν για τα μικρά και τα τόσο γενναία βήματα της ζωής. Ο Azumah αφήνει τον αναγνώστη να αναλογιστεί τους δικούς του χαμένους έρωτες, τον σκληρό ενικό αριθμό της ζωής σε κάποια μεγαλούπολη του κόσμου, με το αναρίθμητο πλήθος που ρίχνεται στους δρόμους, που προσπαθεί, που αγαπάει και προδίδεται και όμως προχωρεί, μπαίνοντας στα σκοτεινά τραγούδια που καθορίζουν την ψυχή για να συναντήσει τα ανείπωτα. Ένας έρωτας που χάνει την ελπίδα του και επανέρχεται σαν παλιό και αξεπέραστο τραύμα που μπλέκει τις ζωές, ώσπου να κυλήσει η καρδιά μες στην ενηλικίωση της και όλα γίνουν ένα μακρύ απόγευμα με τους δυο τους, μια μισοτελειωμένη χειρονομία και αντίστιξη στα βάναυσα, μελαγχολικά σεντόνια. Ο Αλέξης Καλοφωλιάς, πέφτει μες στο σκοτάδι της αγάπης και ενσαρκώνει εκείνη την ευλογημένη ήττα που μας καθορίζει και μας κάνει να στέκουμε στην άκρη του νερού, μηδενισμένοι, έτοιμοι να μοιραστούμε τα πάντα και τίποτε. Θυμάμαι μια ζωγραφιά του Καραβάτζιο με δυο κύκνους που σκύβουν στη γούρνα με το νερό και είναι δυο χέρια που ξεδιψούν και νότες από ένα ξύλινο αγγείο. Κάτι τέτοιο ταιριάζει σε μια ανοιχτή θάλασσα.
Οι ήρωες του Caleb Azumah Nelson ρίχνονται στους γκρεμούς της αγάπης και γίνονται ένα υπέροχο, δειλινό εξώφυλλο στα ράφια των ελληνικών βιβλιοπωλείων. «Μόνο οι μεγάλοι καλλιτέχνες μπορούν να φτιάξουν μυθιστορήματα από το νερό», θα γράψουν οι New York Times και η Evening Standard σημειώνει πως το έργο του Nelson «απεικονίζει μοναδικά την οικειότητα μεταξύ δυο ανθρώπων». Για τις λιτές αναφορές στα μεγάλα έργα της τέχνης ο Bernandine Evaristo γράφει πως η «Ανοιχτή θάλασσα» δεν αποτελεί παρά «έναν σύντομο στοχασμό, ποιητικό στοχασμό πάνω στην τέχνη και την ιστορία της σχέσης δυο νέων ανθρώπων». Ένα είδος επίγευσης που αφήνει ο έρωτας, με την έντασή του να εμπλουτίζεται διαρκώς, να μαθαίνει, να διευρύνεται, να εξειδικεύεται και να λατρεύει ένα άλλο σώμα, ώσπου να εγκαταλείψει κανείς το «εγώ» του για να βρει αφοπλισμένο τον εαυτό του. Η υπομονή στην παρατήρηση, η ακρίβεια στο συναίσθημα, η επίμονη διατριβή πάνω στη δύναμη του έρωτα που παραμορφώνει τα πάντα, προσδίδουν μια ιδιαίτερη αξία σε αυτήν την ξεχωριστή έκδοση από το Μεταίχμιο που επιβεβαιώνει την διάθεση επιλογής νέων και αδοκίμαστων φωνών για την σύγχρονη, μεταφρασμένη λογοτεχνία. Κόντρα στις μεγάλες αλήθειες που παστεριώνονται και ανακυκλώνονται διαρκώς στην επίκαιρη βιβλιογραφία ο Nelson καταγράφει τον ήχο της ζωής και αγαπά με έναν τρόπο κινηματογραφικό, φτιάχνοντας ένα σπουδαίο και τρυφερό χρονικό γεμάτο έξαρση και κατάπτωση, για να θυμηθώ τον Ντίνο Χριστιανόπουλο και την χαμηλόφωνη κουβέντα του για τον έρωτα και για το μοίρασμα.
Δεν βρήκα ποτέ τίτλο για αυτό το βιβλίο. Μάταια το προσπαθούσε απόψε. Μόνο, κάτι σαν «τα σώματα ξέρουν», στάθηκε μια ικανή διατύπωση που σέβεται την αφήγηση του Carlos Azumah Nelson και αποκαλύπτει με την ίδια ασύγκριτη διαύγεια τον χημισμό του κυττάρου. Και είναι κάτι περισσότερο από την μετάφραση και τα σχόλια που καθιερώνουν την καινούρια έκδοση από το Μεταίχμιο. Είναι μια σημασία ολόκληρη, διανοητική ατόφια και όχι φιλολογική. Μια έκδοση από καρδιάς.
«Ανοιχτή Θάλασσα», του Carlos Azumah Nelson. Από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, η μακρινή σκηνή της γυναίκας και του αγοριού που η προβολή τους φθάνει ως ετούτο εδώ το σημείωμα σε μια αναβίωση εκείνου του μεταμοντέρνου που ο Εντουάρντ Ντιζαρντέν υπηρέτησε χρόνια πριν τον νεαρό και ξεχωριστό Βρετανό – Γκανέζο συγγραφέα.
Ανοιχτή θάλασσα, του Carlos Azumah Nelson
Μετάφραση: Αλέξης ΚαλοφωλιάςΕκδόσεις Μεταίχμιοσελ. 276