Scroll Top

Βιβλιοθήκη

Ανοχύρωτη πόλη, του Teju Cole

cover-anoxyroti-poli-tou-teju-cole

Διαδρομές του μυαλού στην «Ανοχύρωτη πόλη»

Η «Ανοχύρωτη πόλη» του Teju Cole (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πλήθος σε μετάφραση του Στέφανου Μπατσή) ανήκει στην κατηγορία εκείνη των βιβλίων που έχουν στο κέντρο τους όχι μια ιστορία με συγκεκριμένη πλοκή αλλά έναν αφηγητή που αφήνεται στη ροή των σκέψεών του και φτιάχνει ένα «τοπίο» της ζωής του. Αντλεί και συνομιλεί με την παράδοση εκείνη που εστιάζει ιδιαίτερα στο πώς ο αφηγητής συνδιαλέγεται με τις προσωπικές μνήμες και εμπειρίες, πώς αντιμετωπίζει σαν υποκείμενο τη ζωή και το περιβάλλον στο οποίο ανήκει, πώς διαπραγματεύεται με την ίδια την ιστορία και τις απολήξεις της στο σήμερα. Με πρωτοπρόσωπη αφήγηση και με έγνοια την αισθητική αναπαράσταση της υποκειμενικής εμπειρίας του «βιωμένου» κόσμου (ίσως η έννοια του lifeworld να προσδίδει κάτι ιδιαίτερο εδώ), ο συγγραφέας ξεκινά τοποθετώντας τον αφηγητή και πρωταγωνιστή του στη Νέα Υόρκη. Από αυτό το σημείο εκκινεί εκείνος, oνόματι Τζούλιους (που, ειρήσθω εν παρόδω, ειδικεύεται στην ψυχιατρική και επομένως αρέσκεται να ανατέμνει τα ανθρώπινα) για να καταγράψει τις σκέψεις και τις εμπειρίες του, καλύπτοντας ένα ευρύ χωροχρονικό και πολιτισμικό πλαίσιο: μιλά για την προσωπική του ιστορία και την παιδική του ηλικία (ξεκινώντας από τη Νιγηρία), για την ζωή, τη δουλειά και τις προσωπικές και επαγγελματικές του σχέσεις στη Νέα Υόρκη, για ταξίδια (πχ. στην Ευρώπη) και τις εμπειρίες του από αυτά, για τις ενδιαφέρουσες και αφυπνιστικές του συζητήσεις με άλλους, για την επαφή του με την ιστορία, την τέχνη και τους άλλους ανθρώπους… Το μυθιστόρημα αποτελεί έτσι μια ροή λόγου που απορρέει από τον εαυτό και ξεχύνεται προς τον κόσμο. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι μοιάζει με ποτάμι: τρέχει από το ένα σημείο στο άλλο, διασχίζοντας ολόκληρες περιοχές της εμπειρίας, μαζεύοντας ή παρασύροντας κάθε φορά διάφορα φερτά υλικά από αυτές, υλικά που τελικά καθορίζουν αποφασιστικά τη ροή και τη σύστασή του.

Διαβάζοντας την «Ανοχύρωτη πόλη» ένα από τα βασικά θέματα που φαίνεται να απασχολεί τον Cole είναι η σύνδεση του ατόμου με τη συλλογική ιστορία. Γιατί οι προσωπικές αναζητήσεις και συλλογισμοί του Τζούλιους, οι εμπειρίες και οι μνήμες που ανακαλεί στην αφήγηση δεν είναι ποτέ αφορμή για απλή ομφαλοσκόπηση. Την καθαρή αυτοαναφορικότητα που βασίζεται στην ανάλυση ενός ατομικού εαυτού φαίνεται να την αποφεύγει συνειδητά. Αντίθετα, καθ’ όλη τη διάρκεια της αφήγησης, επιμελώς ο αφηγητής συνδέει τη δική του εμπειρία και τον τρόπο με τον οποίο κοιτά τα πράγματα με αναφορές τόσο στην κοινωνία της Αμερικής και της Δύσης γενικότερα, αλλά και ειδικότερα με αναφορές σε μικρότερες κοινωνικές ομάδες ή μειονότητες και στη δική τους ιστορική εμπειρία και κληρονομιά. Ο συγγραφέας φαίνεται διαρκώς να ενδιαφέρεται και να έλκεται από ιστορίες που αφορούν την αφρικανική του κληρονομιά και τις ευρωπαϊκές του ρίζες (γενεαλογικές ή πολιτισμικές), από ιστορίες σχετικά με την εμπειρία των διαφόρων μη λευκών κοινοτήτων (ειδικά στην Αμερική) και τα πάθη τους (εξαιτίας των λευκών), ή και από γενικότερες συζητήσεις που αφορούν την πολιτική και τη σύνδεσή της με θέματα ταυτότητας ή εθνότητας (π.χ. συζητήσεις σχετικά με ζητήματα καταπίεσης ή ζητήματα επιμέρους εθνικισμών ή ζητήματα σε σχέση με τη θέση των μουσουλμάνων στον κόσμο ή ζητήματα για τις εκδοχές της σύγχρονης αριστεράς …). Και κάποιες φορές, είναι επίσης φανερό ότι ο αφηγητής προσπαθεί να συνδεθεί ως άτομο με μια ευρύτερη πνευματική παράδοση (λόγου χάρη μέσα από τη σύνδεση που επιδιώκει με τον καθηγητή του ή με συγκεκριμένα έργα τέχνης). Εκείνο λοιπόν που ως αναγνώστης εκλάμβανα διαρκώς στο μυθιστόρημα του Cole ήταν μια προσπάθεια να υπογραμμιστεί η σχέση του ατόμου (και της ατομοκεντρικής εμπειρίας του κόσμου) με το ευρύτερο σύνολο, με την ιστορία, την πολιτισμική ή οικογενειακή κληρονομικά και με τις ευρύτερες αφηγήσεις που προσπαθούν να νοηματοδοτήσουν τον κόσμο. Με άλλα λόγια, θα μπορούσε να περιγραφεί η οπτική του συγγραφέα ως σπουδή που δεν είναι απλά ψυχολογική αλλά πολιτισμική, κοινωνιολογική και ψυχολογική ταυτόχρονα. Και, αν μπορούσα να ξεχωρίσω ακόμη πιο ειδικά το είδος της κοινωνικής προβληματικής που φαίνεται να αναδεικνύει περισσότερο  απ’ όλα το μυθιστόρημα (χωρίς φυσικά να περιορίζεται σ’ αυτό), τότε θα έλεγα ότι ο συγγραφέας μάλλον επιμένει στο ζήτημα της καταγωγής, της μη-λευκής πολιτισμικής ταυτότητας και ιστορίας, καθώς επίσης και της ιστορίας ως τραύματος για εκείνους τους λαούς που υπέστησαν τη λευκή υπεροχή και καταπίεση. Και έτσι, υπό μία έννοια, μπορεί να ειπωθεί ότι η «Ανοχύρωτη πόλη» ταιριάζει πολύ καλά στην παράδοση της λογοτεχνίας και της κριτικής των ΗΠΑ που ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την έννοια της φυλής/εθνότητας και των μειονοτήτων.

Μα δεν είναι μόνο το περιεχόμενο που με κέντρισε σαν αναγνώστη. Η «Ανοχύρωτη πόλη» νομίζω πως είναι και τεχνικά, υφολογικά αρκετά ενδιαφέρουσα. Χωρίς να είναι εξεζητημένο και στιλιζαρισμένο ή πειραματικό -κάτι που άνετα θα το επέτρεπε η επιλογή της πρωτοπρόσωπης αφήγησης ενός πρωταγωνιστή που «συναντά», σκέπτεται και αναλύει τον κόσμο-, το μυθιστόρημα κατορθώνει έξυπνα να διαχειριστεί τη μηχανή της εξομολογητικής, αν μη τι άλλο, αφήγησης προς ένα αισθητικό αποτέλεσμα με αντίκτυπο. Γιατί αυτό που συναντά ο αναγνώστης είναι μια ροή λόγου που δε σταματά αλλά χωνεύει όλα τα θέματα. Τα αραδιάζει χωρίς να θέλει να επιβάλλει κάτι, χωρίς να θέλει να τονίσει κάτι, χωρίς να θέλει να κάνει διακρίσεις και ιεραρχήσεις. Η ζωή, η μνήμη και ο κόσμος γίνονται αντικείμενα αφήγησης που περνάνε μπροστά σου ακριβώς όπως «περνά» διαδοχικά από μέσα τους ο ίδιος ο νους, ο ίδιος ο αφηγητής. Πρόκειται για μια αλυσίδα γεγονότων, μια ροή θεμάτων, σκηνών και λέξεων που παρουσιάζονται με τη σειρά που τα συναντά και τα διαχειρίζεται και ο αφηγητής. Και κάπως έτσι μοιάζει σαν ο αναγνώστης να αφήνεται απλώς να βουτήξει στη διαδοχή της ζωής, όπως αυτή συμβαίνει μέσα στο κείμενο, χωρίς τις διαρκείς παρεμβάσεις του αόρατου χεριού του δημιουργού (Δε σημαίνει βέβαια πως αυτό το χέρι δεν υπάρχει και εδώ. Απλώς λειτουργεί πιο διακριτικά, αν αφήσουμε κατά μέρους κάποιες εξαιρέσεις), αφήνεται και αποφασίζει ο ίδιος για το τι και γιατί συμβαίνει τελικά. Για να χρησιμοποιήσω πάλι μια αναλογία: ο αναγνώστης μοιάζει περισσότερο να παίρνει θέση και να παρακολουθεί τις αισθήσεις του αφηγητή, όπως αυτές καταγράφουν τα πάντα διαδοχικά, και όχι τόσο το μυαλό και στο πώς αυτό αρχίζει να επεξεργάζεται και να ιεραρχεί τα πράγματα με έκδηλο στόχο να δημιουργήσει ένα αφήγημα με αρχή-μέση-τέλος. Και νομίζω πως αυτό ακριβώς το στοιχείο του μυθιστορήματος φαίνεται με πιο έντονο τρόπο στο πώς ο αφηγητής επιλέγει να κλείσει το έργο, αποφεύγοντας επιμελώς να «παίξει» με τους όρους των προσδοκιών που θα είχε, παραδείγματος χάρη, κάποιος σε σχέση με το μυθιστόρημα και την απαίτηση να υπάρχει κάποια λύση στο τέλος του.

Εν κατακλείδι, λοιπόν, η  «Ανοχύρωτη πόλη» του Teju Cole είναι ένα έργο που αναμφίβολα θα αρέσει σε όλους εκείνους που αναζητούν τα έργα που επικεντρώνονται στον εαυτό και την πορεία του εαυτού στον κόσμο, που θέλουν να βυθιστούν στις ίδιες τις διεργασίες και τις εμπειρίες του ατόμου και στο πώς αυτό παλεύει να δημιουργεί γέφυρες με την κοινωνία και τον πολιτισμό.

Και ένα υστερόγραφο για τις εκδόσεις Πλήθος: Το μυθιστόρημα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πλήθος, έναν σχετικά καινούργιο εκδοτικό οίκο χτισμένο από νέα άτομα. Πρόκειται για δείγμα μιας πολύ όμορφης εκδοτικής προσπάθειας που όχι μόνο επιλέγει αξιόλογα και πλούσια κείμενα αλλά επίσης επενδύει σε ένα καλαίσθητο αντικείμενο. Γιατί άλλωστε το βιβλίο δεν είναι μόνο λόγος· είναι και αντικείμενο που ο αναγνώστης συνδέεται μαζί του με όλες τις αισθήσεις, είναι μια συνολική εμπειρία. Οπότε, όπως όλοι οι εκδοτικοί οίκοι που κάνουν τη δουλειά τους με μεράκι, αξίζει και ένας έπαινος.

Ανοχύρωτη πόλη, του Teju Cole

Μετάφραση: Στέφανος Μπατσής
Εκδόσεις Πλήθος
σελ. 360

10
Μοιράσου το