Birdman (or The Unexpected Virtue of Ignorance)
Με αυτόν στον ρόλο του πυρήνα, όλα τα ηλεκτρόνια περιστρέφονται γύρω του μανιασμένα. Fucked up κόρη, μειλίχια πρώην σύζυγος, υστερική πρωταγωνίστρια, αλαζόνας πρωταγωνιστής, υποστηρικτικός φίλος, πικραμένη γκόμενα, πικρόχολη κριτικός θεάτρου. Όλοι αυτοί βουίζουν γύρω του, αλλά κανείς από αυτούς δεν ευθύνεται για το θολωμένο του μυαλό. Πίσω του, πάνω του και κυρίως μέσα του φτερουγίζει το κακό διαβολάκι. Μία εσωτερική φωνή των πιο μύχιων σκέψεων που γεννούν συγκρούσεις. Οι αμφιβολίες, οι θύμησες του παρελθόντος, οι ανείπωτες φαντασιώσεις, οι ατακτοποίητοι λογαριασμοί και οι ανεδαφικές φιλοδοξίες καιροφυλακτούν. Έχουν μάλιστα βρει και τον ιδανικό εκπρόσωπο τύπου. Φορά στολή, έχει μπάσα φωνή, πετάει και έχει βγάλει δισεκατομμύρια σε κινηματογραφικές εισπράξεις. Είναι ο άνθρωπος πουλί.
Καλώς ορίσατε στο φρενήρες και αλλόκοτο σύμπαν της πέμπτης ταινίας του Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιάριτου. Η ταινία αυτή πιστοποιεί με εμφατικό τρόπο δύο συμπεράσματα που είχαμε εδώ και καιρό εξαγάγει για τον Μεξικάνο σκηνοθέτη. Πρώτον, ότι είναι ένας θεσπέσιος χειριστής της κινηματογραφικής γλώσσας. Ένας εκπληκτικός αρτίστας της κινηματογραφικής εικόνας. Το δεύτερο συμπέρασμα θα το μοιραστούμε μαζί σας λίγο πιο μετά. Κάθε πράγμα στον καιρό του. Ο Ινιάριτου σκηνοθετεί μια ταινία που ισοδυναμεί με οπτικό και αισθητικό ντελίριο. Ρίχνει τον πρωταγωνιστή του (κι εμάς μαζί του) από την κορυφή ενός ουρανοξύστη, τον κάνει χαλκομανία, τον σηκώνει στα πόδια του, τον ταΐζει με αδρεναλίνη και ντόπες, τον βάζει να τρέξει απόσταση μαραθωνίου με ταχύτητα κατοστάρη δρομέα. Όσα περνούν μπροστά από τα μάτια μας, μοιάζουν με μαστουρωμένη παραίσθηση.
Το θέατρο μεταμορφώνεται σε κάστρο, κάθε άλλο όμως παρά απόρθητο. Είναι πέρα για πέρα πορθητό και τρωτό. Κι εμείς θα βολτάρουμε αγχωτικά και πανικόβλητα στους δαιδαλώδεις διαδρόμους του μυαλού των πάντων, βιώνοντας την ένταση και το χάος που τους κυριεύει. Μέσα από ακραίους χρωματισμούς και κλινικά προσεγμένους φωτισμούς. Μέσα από το σφυροκόπημα των κρουστών του Αντόνιο Σάντσεζ, τα οποία νιώθεις να βαράνε μέσα στο τύμπανό σου. Μέσα από την εγκόλπωση ενός θεατρικού έργου μέσα σε μία κινηματογραφική ταινία. Με τους ελαφρά πομπώδεις διαλόγους του, με τη γύμνια της σκηνής, με την απόπειρα μιας κατασκευαστής αλήθειας. Ο Ινιάριτου προσπαθεί να μιλήσει για πολλά, άλλα περισσότερο κι άλλα λιγότερο προφανή. Για τη μάχη μεταξύ δημιουργίας και επιτυχίας. Για τη ζόρικη διαχείριση της φήμης. Για τη μάχη για αγάπη. Για το αμόκ της προετοιμασίας. Για το αδηφάγο κοινό. Για τους επιφανειακούς κανόνες του παιχνιδιού που γοητεύουν ακόμη κι αυτούς που τους αρνούνται πεισματικά. Για την ανάγκη για λύτρωση. Για το ότι δεν είσαι κατ’ ανάγκη τρελός ή η Ζαν Ντ’ Αρκ για να ακούς ενίοτε μικρές ή μεγάλες φωνές στο κεφάλι σου.
Ήρθε όμως η ώρα για το δεύτερο επιβεβαιωμένο συμπέρασμα για τον Ινιάριτου. Την αυτοπεποίθηση που αποστερεί από τους ήρωές του, μάλλον την κρατά όλη για τον εαυτό του. Αν θελήσουμε να τον αντιμετωπίσουμε καλοπροαίρετα, θα τον πούμε μεγαλόπνοο. Αν θελήσουμε να τον αντιμετωπίσουμε κακοπροαίρετα, θα τον πούμε αλαζονικό. Το ρητό υποστηρίζει πως η αλήθεια βρίσκεται στη μέση, αλλά μάλλον η αλήθεια βρίσκεται απλώς εκεί που βρίσκεται. Όσο κι αν η ηθελημένη υπερβολή του “Birdman” γοητεύει, θα θέλαμε λίγες περισσότερες στιγμές ηρεμίας, όπου οι ήρωες έρχονται αντιμέτωποι με το κατακάθι των σκέψεών τους. Ο Ινιάριτου υπονοεί κάτι πολύ ενδιαφέρον. Ότι όσο κι αν διαφοροποιούμε τον εαυτό μας από «τον κόσμο» που θέλει, λέει, πράττει άλλα από τα πολύ όμορφα που επικαλούμαστε ότι έχουμε στο μυαλό μας, δεν παύουμε να είμαστε κομμάτι αυτού του επιφανειακού και κακού «κόσμου». Τον συναποτελούμε και τον συνδιαμορφώνουμε. Αυτό όμως πρέπει να ισχύει όχι όμως για τους ήρωες της ταινίας και για τους θεατές της, αλλά και για τον ίδιο της τον δημιουργό.
*Aναδημοσίευση από το cinedogs.gr, κινηματογραφικό συνεργάτη του Artcore magazine