Scroll Top

Auditorium

Βουαλά… Μουσική και διασκέδαση ή μουσική για διασκέδαση;

feature_img__bouala-mousiki-kai-diaskedasi-i-mousiki-gia-diaskedasi
Στην Ελλάδα παρατηρείται ένας τρόπος διασκέδασης που για τους βόρειους Ευρωπαίους (και όχι μόνο) είναι κάτι σχετικά άγνωστο. Ίσως είναι και αυτός ένας λόγος, που όταν έρχονται τουρίστες στην Ελλάδα από αυτές τις χώρες παθαίνουν παροξυσμό με τη νυχτερινή ζωή (εκτός από τις- για καλή μας τύχη- υπέροχες παραλίες). Ποια είναι αυτή η διασκέδαση;

Όταν σκέφτηκα να γράψω κάτι που να έχει σχέση με τον τίτλο αυτού του άρθρου, αναρωτήθηκα από που να αρχίσω και που να τελειώσω. Είναι τόσο περίπλοκο το θέμα, που δεν είμαι σίγουρος ακόμα και τώρα για το ρίσκο που παίρνω. Στην Ελλάδα παρατηρείται ένας τρόπος διασκέδασης που για τους βόρειους Ευρωπαίους (και όχι μόνο) είναι κάτι σχετικά άγνωστο. Ίσως αυτός είναι και ένας λόγος, που όταν έρχονται τουρίστες στην Ελλάδα από αυτές τις χώρες παθαίνουν παροξυσμό με τη νυχτερινή ζωή (εκτός από τις- για καλή μας τύχη- υπέροχες παραλίες). Ποια είναι αυτή η διασκέδαση; Ως ένα μεγάλο βαθμό είναι τα λεγόμενα “μπουζούκια”. Τα νυχτερινά “κέντρα διασκέδασης”, που έλεγαν κάποτε. Κατ’ άλλους “σκυλάδικα”.Αρκετοί θυμόμαστε εκείνη τη σκηνή από το τρίτο μέρος της ταινίας του Παντελή Βούλγαρη «Όλα είναι δρόμος», όπου ο Γιώργος Αρμένης, απογοητευμένος από την γυναικεία απόρριψη, αποφασίζει να γιατρέψει τη θλίψη του σπάζοντας τα πάντα μέσα στο “Βιετνάμ” (Θεέ μου τι όνομα για μαγαζί) καταλήγοντας να γκρεμίσει με μπουλντόζα ολόκληρο το λυόμενο κτίσμα, με τα μπουζούκια ως υπόκρουση. Δε θα το πάω όμως μακριά με αυτή την ταινία για να μην ξεφύγω από το θέμα.

Πολλά χρόνια τώρα, η διασκέδαση του Έλληνα είναι συνυφασμένη με τα μπουζούκια. Νταλγκάδες, ξεσπάσματα, έρωτες και απογοητεύσεις γίνονται ένα στο ναό του μπουζουκιού. Μετεξέλιξη του ρεμπέτικου, που πριν από πολλές δεκαετίες θεωρούνταν περιθωριακό, το είδος διασκέδασης στα κέντρα αυτά ευνοήθηκε και από τη χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου της δεκαετίας του 60’ και 70’. Όπως στα Αμερικάνικα μιούζικαλ, έτσι και στα Ελληνικά θα δεις αστέρες της εποχής να εμφανίζονται σε ταινίες και αμέσως μετά να γεμίζουν τα μαγαζιά στα οποία εργάζονταν 6 ημέρες την εβδομάδα για όλη τη σεζόν. Από το Ζαμπέτα (αφιερώνει το τραγούδι «Αχόρταγος» στο Γιάννη Γκιωνάκη στην ομώνυμη ταινία του 1967), μέχρι τον Τόλη Βοσκόπουλο, το Μανώλη Χιώτη κ.λ.π.

Περνάμε στη μεταπολίτευση και τη σύνδεση του πιο σοβαρού τραγουδιού (Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, Ξαρχάκου) με το λαϊκό. Η χαρά του Νταλάρα. Και το εντεχνολαϊκό στα ύψη. Τα γήπεδα γεμίζουν και κατ’ επέκταση και τα μαγαζιά.Ερχόμενοι στο σήμερα, σε μια συνέντευξη του πριν λίγα χρόνια ο αείμνηστος Δημήτρης Μητροπάνος θα δηλώσει: “Εμένα μου αρέσουν τα σκυλάδικα, μέσα σε αυτά μεγάλωσα” με συνέπεια να με κάνει να αναρωτηθώ: Τελικά τι είναι λαϊκό, τι είναι σκυλάδικο και τι τα κάνει να ξεχωρίζουν; Ο Ζαμπέτας ήταν λαϊκός, ανήκε όμως στο σκυλάδικο; Ο Μητροπάνος; Και τα μαγαζιά; Χαρακτηρίζεται το ίδιο “σκυλάδικο” ένα παρακμιακό μαγαζί έξω από την πόλη με άσημους τραγουδιστές με το κυριλέ τεράστιο κτίσμα στο κέντρο της πόλης που εμφανίζεται η τάδε φίρμα;

Μεγάλο θέμα, όμως τι γίνεται με τη διασκέδαση που είναι και το αντικείμενο μας; Προσωπικά δε διασκεδάζω στα μπουζούκια, αντιθέτως με πιάνει στεναχώρια. Δεν αδικώ όμως αυτούς που διασκεδάζουν. Όσο μεγαλώνεις διαπιστώνεις πόσο διαφορετικοί είμαστε οι άνθρωποι σε πολλά πράγματα και πόσο διαφορετικές μπορούν να είναι οι απόψεις για το ίδιο θέμα. Η ακρόαση ενός δίσκου των Radiohead μπορεί να είναι πλήξη για κάποιον άλλον, την ίδια στιγμή που για εμένα είναι μέγιστη συγκίνηση. Όμως υπάρχουν συχνά και κάποια πράγματα που είναι “έτσι” γιατί κάποιοι μας τα έμαθαν “έτσι”. Πλύση εγκεφάλου λέγεται και είναι κάτι που δεν είναι ιδιαίτερα καλό εξ’ ορισμού. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη συλλογή δίσκων των γονιών μου. Μικρή μεν, αλλά με αντιπροσωπευτικά δείγματα των μουσικών τους προτιμήσεων: «Τα κέφια της Μίνος», «Νίκος Νομικός- Ένα αστέρι γεννιέται» κ.λ.π. Τι συνέβη όμως και εγώ δεν άκουσα ποτέ τέτοια μουσική στη ζωή μου; Απλά, άνοιξα το μυαλό μου εκεί κάπου στην εφηβεία και είπα πως θα ακούσω πολλά είδη μουσικής μέχρι να βρω αυτό που με εκφράζει. Και έτυχε να μην είναι το λαϊκό. Γιατί; Γιατί σκέφτηκα, και ήμουν τυχερός πιστεύω, κάτι πάρα πολύ δομικό. Ότι η μουσική είναι μια τέχνη, όπως όλες (πιο διαδεδομένη αναμφισβήτητα από τη γλυπτική… οκ) και ο σκοπός της δε θα πρέπει να είναι μόνο η διασκέδαση. Γιατί έτσι χάνεται ο βασικός της προορισμός, που αφορά και όλες τις τέχνες άλλωστε: Η ψυχαγωγία με την ευρύτερη έννοια, η οποία περιλαμβάνει σε μεγάλο βαθμό την διασκέδαση, κάτι που δε συμβαίνει πάντα με την διασκέδαση, η οποία σπανιότερα περιλαμβάνει την ψυχαγωγία. Κατάληξη; Μπορεί ένα άκουσμα να μου προκαλέσει πολλά διαφορετικά συναισθήματα, που δεν αφορούν άμεσα τη διασκέδαση, αλλά αυτό να με ικανοποιήσει έτσι κι αλλιώς. Σε αυτή την περίπτωση δε θα χρειαστώ ένα μαγαζί με πέντε τραγουδιστές και εξάωρο πρόγραμμα, το ίδιο κάθε μέρα (αν και πλέον με την κρίση η συχνότητα έχει συρρικνωθεί στα διήμερα) για να περάσω καλά. Άρα; Δε θα ακουμπήσω τα χρήματα μου, συχνά πολλά, για αυτό το λόγο. Και το ένα φέρνει το άλλο. Η συνταγή που θα φέρει το χρήμα είναι δημιουργία μουσικής με αποκλειστικό σκοπό το γέμισμα του μαγαζιού. Και ο συνδυασμός πέτυχε. Μουσική λοιπόν, που απλά έτυχε να κάνει τον κόσμο να διασκεδάζει ή μουσική που φτιάχτηκε με συνταγή για αυτό το σκοπό;

Content Sources

  • ΦΩΤΟ: http://www.tumblr.com/tagged/ola-einai-dromos
1
Μοιράσου το