Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

Capernaum (Capharnaüm), της Nadine Labaki

feature_img__capernaum-capharnam-tis-nadine-labaki
Αυτή είναι η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί η γεννημένη στις 18 Φεβρουαρίου του 1974 (45χρονη λοιπόν) πανέμορφη Λιβανέζα Nadine Labaki, η οποία είναι και ηθοποιός και σεναριογράφος. Προηγήθηκαν οι ταινίες: “Caramel” (“Sukkar banat”, 2007) και «Όταν θέλουν οι γυναίκες» (“Et maintenant on va où?/ Where Do We Go Now?/” 2011).

Και οι τρεις της ταινίες έκαναν την παγκόσμια πρεμιέρα τους στο φεστιβάλ των Καννών, τούτη εδώ όμως είναι η πρώτη που έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα, όπου μάλιστα τιμήθηκε και με τρία βραβεία: το Βραβείο της Επιτροπής, το Βραβείο της Οικουμενικής Επιτροπής και το Prix de la citoyenneté! Η ταινία αποτέλεσε την επίσημη πρόταση του Λιβάνου για το ξενόγλωσσο Όσκαρ και μάλιστα κατόρθωσε να μπει στην τελική πεντάδα! Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά μια ταινία από τον Λίβανο διεκδικεί το ξενόγλωσσο Όσκαρ: πέρσι ήταν η ταινία «Η προσβολή» (“L’insulte”, 2017).

Τα γυρίσματα κράτησαν έξι ολόκληρους μήνες για μια ταινία που προετοιμαζόταν για τέσσερα ολόκληρα χρόνια. Όλοι όσοι συμμετέχουν στην ταινία ως ηθοποιοί είναι ερασιτέχνες – με την εξαίρεση της ίδιας της Labaki, η οποία κάνει επίσης ένα μικρό πέρασμα. Κι όλα όσα βλέπουμε επί της μεγάλης οθόνης έχουν συμβεί στην πραγματικότητα. Το μόνο που είναι προϊόν μυθοπλασίας, είναι η μήνυση που καταθέτει ο πιτσιρικάς κατά των γονέων του.

Ο Ζεν είναι ένα πιτσιρίκι, που μεγαλώνει κάτω από άθλιες συνθήκες σε μια από τις πιο υποβαθμισμένες περιοχές στη Βηρυτό. Οι γονείς του είναι πάμφτωχοι, τόσο ώστε όταν γεννήθηκε, δεν είχαν χρήματα να δηλώσουν τη γέννησή του. Έτσι, ο Ζεν δεν έχει χαρτιά. Έτσι, ο Ζεν δεν κατατάσσεται ως «άνθρωπος». Η καθημερινότητά του είναι σκληρή, καθώς εργάζεται με πολλά από τα αδέλφια του, προκειμένου να συμβάλλει στον οικογενειακό προϋπολογισμό.

Ανέχεται πάρα πολλά, από τις στερήσεις μέχρι το να κοιμάται με πέντε από τα αδέλφια του στο ίδιο κρεβάτι. Όταν όμως οι γονείς του αποφασίζουν να παντρέψουν την 11χρονη αγαπημένη του αδελφή με τον άθλιο παντοπώλη για τον οποίο εργάζονται, προκειμένου να μην χρειάζεται να πληρώνουν ενοίκιο για το σπίτι όπου μένουν, ο Ζεν επαναστατεί. Και φεύγει, μπαίνοντας σε ένα λεωφορείο με άγνωστο προορισμό.

Θα κατεβεί σε μια επαρχιακή πόλη, όπου θα συναντήσει μια παράνομη (χωρίς χαρτιά δηλαδή) μετανάστρια από την Ερυθραία, τη Ραχήλ. Η Ραχήλ θα τον καλωσορίσει στην άθλια τρύπα που έχει για σπιτικό. Έχει ένα γιο μόλις ενός έτους, τον οποίο κρύβει, για να μην χάσει τη δουλειά της ως καθαρίστρια σε λούνα παρκ.

Ο Ζεν βρίσκει κάτι που μοιάζει με οικογένεια και φροντίζει τον μικρούλη, όσο η Ραχήλ βρίσκεται στη δουλειά. Μια μέρα, όμως, η Ραχήλ δεν γυρίζει. Τι θα κάνει ο Ζεν; Πώς η διαδρομή του θα τον οδηγήσει στο να μαχαιρώσει έναν «πουτάνας γιο» και να μπει στη φυλακή; Και γιατί στέλνει στο εδώλιο του κατηγορουμένου τους γονείς του;

Αρχικά, πριν αρχίσω να ξεδιπλώνω την άποψή μου, πρέπει να επισημάνω κάτι που μου έκανε φοβερή εντύπωση. Τούτη η ταινία ήταν από τις τελευταίες που προβλήθηκαν στο διαγωνιστικό τμήμα του περασμένου φεστιβάλ των Καννών. Συγκεκριμένα, προβλήθηκε στις 17 Μαΐου, με τη λήξη του φεστιβάλ πέρσι να γίνεται στις 19. Ως συνήθως, λόγω κούρασης, δεν έγραψα για την ταινία τότε και δεν την συμπεριέλαβα σε κάποια ανταπόκριση. Διάβασα, όμως, πολλές κριτικές γι’ αυτήν, κυρίως από αγγλόφωνους συναδέλφους. Αυτό λοιπόν που μου έκανε εντύπωση είναι το γεγονός ότι αγνοούσαν σε απίστευτο βαθμό τι εστί Καπερναούμ!

Οι πάντες έκαναν αναφορά στον τίτλο της ταινίας, κανείς όμως δεν γνώριζε τη βιβλική σημασία της λέξης. Μετέφεραν στις κριτικές τους τη χρήση της λέξης στα σύγχρονα γαλλικά, όπου σημαίνει κάτι ανάμεσα σε χάος και θαύμα. Κανείς όμως δεν έγραψε μισή αράδα για το ότι η Καπερναούμ είναι μια από τις πιο γνωστές πόλεις της Καινής Διαθήκης και θεωρείται ως ένα από τα κύρια κέντρα της δράσεως του Ιησού Χριστού στην περιοχή της Γαλιλαίας. Η θέση της Καπερναούμ (που στα εβραϊκά σημαίνει «το χωριό του Ναούμ» ή «το χωριό της Παρηγοριάς») εντοπίζεται στη βορειοδυτική ακτή της θάλασσας της Γαλιλαίας και στην πόλη αυτή ο Ιησούς έκανε μια σειρά από θαύματα με κυριότερο εκείνο της θεραπείας του παραλύτου.

Κι έτσι παίρνω πάσα από τον εαυτό μου (…) και θα προσπαθήσω να δώσω απάντηση στο προβοκατόρικο ερώτημα: η Labaki έκανε το θαύμα της; Ερώτηση, που δεν μπορεί να απαντηθεί ακαριαία με ένα «ναι» ή με ένα «όχι». Η ταινία της θα μπορούσε να περιγραφεί ως εκεί που ο «Λούστρος παπουτσιών» και ο «Κλέφτης ποδηλάτων» του Vittorio De Sica συναντούν το “Slumdog Millionaire” του Danny Boyle. Ήτοι, νεορεαλισμός με χίπστερ επιρροές!

«Αναγκαστικά» η ταινία θα κατηγορηθεί για «misery porn». Και γενικώς, θα δείτε να γίνεται άπειρη κουβέντα και στις κριτικές των εν Ελλάδι συναδέλφων για το ότι η Labaki προσπαθεί χειριστικά με την ταινία της να ερεθίσει τους δακρυϊκούς αδένες των θεατών της. Να σε αναγκάσει να κλάψεις, να σε αναγκάσει να συγκινηθείς για αυτά τα παιδιά και την άθλια ζωή τους, που καμία σχέση δεν έχει με παιδική αθωότητα, αφού αυτή τους στερείται με το που γεννιούνται.

Η ίδια η Labaki προσπάθησε να αποκρούσει τις κατηγορίες αναφέροντας πως στην πραγματικότητα η ζωή αυτών των παιδιών είναι πολλές φορές χειρότερη από αυτήν που αποτυπώνεται στην ταινία. Και, το σημειώνω κι εδώ, κάθε παράμετρος των μικρών και μεγάλων ιστοριών που βλέπουμε στην ταινία έχει προκύψει από έρευνα.

Εν ολίγοις, έχουν όντως συμβεί όλα αυτά που βλέπουμε επί οθόνης! Απλώς, η Labaki δεν γυρίζει ντοκιμαντέρ, αλλά αινία μυθοπλασίας αντλώντας υλικό για το σενάριό της από αληθινά γεγονότα, που διαπίστωσε ιδίοις όμμασι κατόπιν έρευνας. Από την άλλη, είναι απολύτως θεμιτό να στοχεύεις σε ένα μεγάλο κοινό, με παράλληλο σκοπό –και γιατί όχι;– την ευαισθητοποίησή του.

Ναι, σε ορισμένα σημεία τα πλάνα θα είναι πιο γκρο απ’ όσο χρειάζεται, κάπου η μουσική θα είναι πιο μελό απ’ όσο απαιτείται, κάπου ο χειρισμός θα είναι πιο υπολογισμένος αντί για αυθόρμητος. Όμως, δεν πρέπει να χάνουμε «the bigger picture», που λένε και οι Αμερικάνοι.

Επιπλέον, δεν μπορεί κανείς να απαρνηθεί την ικανότητα της Labaki στη σκηνοθεσία, η οποία κατόρθωσε να στραγγίξει σπουδαίες ερμηνείες από το καστ της, τα μέλη του οποίου είναι όλα χαμίνια της Βηρυτού, άνθρωποι χωρίς στον ήλιο μοίρα, άνθρωποι χωρίς χαρτιά, παράνομοι μετανάστες, «μη άνθρωποι»!

Οπότε, η απάντηση είναι «όχι», αυτό δεν είναι misery porn. Προσωπικά μιλώντας, η ταινία που ταιριάζει απόλυτα στον συγκεκριμένο ορισμό είναι το “Biutiful” του Alejandro González Iñárritu. Αντιθέτως, η Labaki, παρά τα όποια πταίσματα μπορεί κανείς να της αποδώσει, δείχνει να έχει ωριμάσει τα μάλα ως σκηνοθέτης.

Χωρίς, φυσικά, να παραγνωρίζω πως ανά στιγμές η ταινία αντιμετωπίζει κάπως «γυαλιστερά» το θέμα της, σαν μια καλογυρισμένη διαφήμιση. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, του διχασμού, είναι φρονιμότερο να αποφασίζει ο θεατής μετά τη θέαση της ταινίας. Είναι θέμα οπτικής γωνίας, καταβολών, βιωμάτων, αισθητικής και αντίληψης για σινεμά. Εσείς καλείστε να αποφασίσετε για την αλήθεια αυτού που βλέπετε. Ή, φυσικά, για το μελετημένο του ψέμα.

Capernaum (Capharnaüm), της Nadine Labaki
Είδος: Δράμα
Διάρκεια: 126'

*Aναδημοσίευση από το cinedogs.gr, κινηματογραφικό συνεργάτη του Artcore magazine

_
Θόδωρος Γιαχουστίδης
- γράφει για το Artcore
1
Μοιράσου το