Μια δεκαετία μετά το "Gran Torino", o Clint Eastwood περνά και πάλι μπροστά από την κάμερα σε ταινία που σκηνοθετεί ο ίδιος (διατελώντας, επίσης, χρέη παραγωγού), μόνο που τούτη τη φορά δεν καταθέτει έναν στιβαρό αποχαιρετισμό στα όπλα, καταπίνοντας δαίμονες και αγγέλους του παρελθόντος. Αντιθέτως, σιγοτραγουδά –αναπολογητικά, απενοχοποιημένα και με πλήρη ξεγνοιασιά- μια μπαλάντα γλυκού κατευόδιου.
Ταινιοθήκη
Ο δύο φορές βραβευμένος με Όσκαρ Ιρανός σκηνοθέτης Asghar Farhadi μόλις γύρισε την πρώτη του ισπανόφωνη ταινία με πρωταγωνιστικό δίδυμο τους Bardem-Kruz.
Μερικές δεκαετίες μετά την πρώτη επίσκεψη της πιο αγαπημένης νταντάς στα χρονικά του κινηματογράφου, η οικογένεια Μπανκς έχει αλλάξει. Ο τρανός κύριος Τζορτζ Μπανκς, μετά της συζύγου του Γουίνιφρεντ, έχουν αποδημήσει εις Κύριον και το σπίτι ανήκει στον Μάικλ. Τα προβλήματα όμως έχουν απλώσει την σκιά τους πάνω από την οικογένεια του πάλαι ποτέ υπέροχου μπόμπιρα, καθώς αυτός έχει προσφάτως χηρεύσει και έχει απομείνει σε δεινή οικονομική κατάσταση να φροντίζει τα τρία παιδιά του. Ακριβώς πριν τα πράγματα φτάσουν στο απροχώρητο, η Μέρι Πόπινς ακούει το υπερβατικό κάλεσμα και προσγειώνεται με τη μαγική της ομπρέλα στο σπιτικό προκειμένου να αποκαταστήσει το χαμόγελο στα χείλη της οικογένειας.
Ο Μάιλς Μοράλες είναι ένας έφηβος που ζει στο Μπρούκλιν. Όπως οι περισσότεροι συνομήλικοί του, αισθάνεται ότι οι γονείς του, ιδίως ο αστυνομικός πατέρας του, αδυνατούν να αντιληφθούν τα ανεξερεύνητα βάθη του περιπεπλεγμένου ψυχισμού του. Η εγγενώς δυσάρεστη θέση του επιδεινώνεται από την αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος. Ο ευφυής και ετοιμόλογος Μάιλς βρίσκεται στο κατώφλι μίας ακόμα τιτανομαχίας με διακύβευμα την αναγνώρισή του ως δημοφιλούς, αρεστού και εν γένει κουλ τύπου στο νέο περιβάλλον.
Πόλη του Μεξικό, 1970. Η Κλέο είναι μία νεαρή ιθαγενής που εργάζεται για λογαριασμό μίας εξαμελούς μεσοαστικής οικογένειας. Γίνεται μάρτυρας των κρίσεων και των αδιεξόδων της, ενώ ταυτόχρονα αντιμετωπίζει τις δικές της δοκιμασίες. Όλα αυτά τοποθετούνται στο πλαίσιο μίας κοινωνίας που κοχλάζει στη σκιά του αποκαλούμενου μεξικανικού οικονομικού θαύματος, μετά τους ιστορικούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1968 και το Παγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρου, αμφότερα θεμελιωμένα πάνω σε ζεστό αίμα απλών ανθρώπων.
Ο "Aquaman" είναι ένας υπερήρωας της DC Comics, των Paul Norris και Mort Weisinger, ο οποίος έκανε το ντεμπούτο του στο More Fun Comics #73, που εκδόθηκε τον Νοέμβριο του 1941. Ενώ αρχικά παρουσιαζόταν ως εφεδρικός χαρακτήρας σε τίτλους – ανθολογίες της DC, ο Aquaman εντέλει πρωταγωνίστησε σε διάφορα τεύχη ως ο βασικός υπερήρωας της ιστορίας. Στα 50s και τα 60s, εποχή γνωστή ως Silver Age, για τα κόμικς, ο Aquaman αποτέλεσε ιδρυτικό μέλος της Justice League.
Αν πριν μερικά χρόνια ισχυριζόταν κάποιος πως ο ιδεαλιστής Thomas Vinterberg θα δούλευε πάνω σ’ ένα σενάριο χολιγουντιανών προδιαγραφών, μακριά από τους υπαρξιακούς προβληματισμούς και τα ψυχογραφικά ξεσπάσματα του παρελθόντος, θα τον θεωρούσαμε σίγουρα παράφρονα. Κι όμως, ο πάλαι ποτέ ριζοσπαστικός Δανός, απογαλακτισμένος πλέον από προκαταλήψεις και θεωρίες, αναδιπλώνεται όσο ποτέ πριν και μας παρουσιάζει μια αμφίσημη «ιστορική» ταινία που τον διαφοροποιεί σαφώς από τις ιδέες που ο ίδιος δημιούργησε κι εγκαθίδρυσε στο παρελθόν.
Ο Μπίλι Μουρ, νεαρός Βρετανός πυγμάχος εθισμένος στα ναρκωτικά, οδηγείται με συνοπτικές διαδικασίες στις πιο σκληρές και κακόφημες φυλακές της Ταϊλάνδης, με την κατηγορία της εμπορίας ναρκωτικών. Πρώτο του μέλημα –και δυσκολότερο– να διατηρηθεί στη ζωή. Η μάχη του φέρει ψυχοσωματικές διαστάσεις και όταν έρχεται σε επαφή με μία παρεμφερή του Κικ Μπόξινγκ τοπική πολεμική τέχνη που καλείται Μουάι Τάι, αντιλαμβάνεται ότι η μύησή του σε αυτήν είναι η ασφαλέστερη οδός για την επιβίωση. Μία επιβίωση όμως που τσακίζει σαρωτικά σώμα και πνεύμα.
Έχουν περάσει 41 ολόκληρα χρόνια από τη στιγμή που το “Suspiria” του Dario Argento άφησε μια για πάντα το στίγμα του στις ταινίες τρόμου, αποτελώντας την κορωνίδα του κινηματογραφικού είδους του giallo, και παράλληλα έναν από τους κορυφαίους εκπροσώπους του. Εκ των πραγμάτων, ο Luca Guandanino, αποφασίζοντας να γράψει και να σκηνοθετήσει το remake μιας τόσο εμβληματικής ταινίας, γνώριζε τους κινδύνους και τις δυσκολίες που ελλοχεύουν, όταν καλείσαι να αναμετρηθείς με ένα έργο τέχνης με χιλιάδες φανατικούς πιστούς. Ίσως για αυτό η προσέγγισή του είναι τελείως διαφορετική από αυτήν τουπρωτότυπου, από κάθε άποψη,αφού το “Suspiria” του Guandanino, δεν αποτελεί ακριβώς remake. O Guandanino αποδομεί την πρωτότυπη ιστορία με μια σχεδόν Ντερινταϊκή μεθοδικότητα, της προσθέτει βάθος, πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσης, την εμπλουτίζει, την κάνει ολότελα δική του.
Έργο ζωής (δέκα ολόκληρα χρόνια το πάλευε, απορρίπτοντας οτιδήποτε άλλο στο ενδιάμεσο προκειμένου να δουλέψει σε αυτό απερίσπαστος) για τον Rupert Everett το αποσπασματικό biopic που επικεντρώνεται στα τελευταία χρόνια (χρόνια οδύνης και πικρής μοναξιάς) της ζωής του Όσκαρ Ουάιλντ, όταν βρισκόταν εξοστρακισμένος στη Γαλλία, κατορθώνοντας στο μεσοδιάστημα για λίγο να ξανασμίξει στη Νάπολη με τον νεαρό εραστή του, λόρδο Άλφρεντ «Μπόσι» Ντάγκλας.