Τα κινηματογραφικά σενάρια του Aaron Sorkin εδώ και μια δεκαετία αφορούν διάσημους ανθρώπους και βασίζονται σε βιογραφικά βιβλία. Αυτή τη συνταγή ο Αμερικανός δημιουργός ξέρει να τη χειρίζεται καλύτερα από τον καθένα, καθώς καμία ταινία που έφερε την υπογραφή του δεν έμοιαζε με ανιαρό biopic. Ο Sorkin, ξεκινώντας από μερικά γνωστά ή άγνωστα σημεία της πραγματικής ζωής των πρωταγωνιστών του, ξέρει να δημιουργεί πλήρεις χαρακτήρες που χαράσσουν τη δική τους πορεία μέσα από τα έργα του. Διαθέτει μάλιστα τόσο χαρακτηριστικό ύφος που εν πολλοίς καθορίζει και το σκηνοθετικό πρίσμα της αφήγησης.
Ταινιοθήκη
Όποια σχέση κι αν διατηρεί κανείς με τον κινηματογράφο, οφείλει ανεξαρτήτως απόψεων και αισθητικού κριτηρίου να αποδεχθεί ορισμένες αδιαπραγμάτευτες αλήθειες, οι οποίες έχουν σχεδόν τη δυναμική αξιώματος. Αλήθειες όπως η ομορφιά, η καλαισθησία και η κομψότητα. Αλήθειες ζωτικές, δίχως τις οποίες μια ταινία δεν μπορεί να νοηθεί ως ολοκληρωμένο καλλιτεχνικό έργο. Την καταλληλότερη ίσως αφετηρία για τέτοιου είδους παραδοχές και παρατηρήσεις προσφέρει η νέα ταινία του γοητευτικά παλαβού François Ozon. Πρόκειται για το αριστουργηματικό “L' Amant double”, μια ταινία που σημάδεψε με ανατριχιαστικό αλλά όμορφο τρόπο το διαγωνιστικό τμήμα στο φετινό Φεστιβάλ των Καννών και απασχόλησε έντονα κριτικούς και κοινό.
Δύο χρόνια μετά τον καλλιτεχνικό θρίαμβο του “Carol”, ο Todd Haynes επιστρέφει, εμπιστευόμενος ξανά τα στοιχεία που τον χαρακτηρίζουν ως δημιουργό: Τη ρομαντική του διάθεση, την αριστοτεχνική αναπαράσταση εποχής και το καλώς εννοούμενο στιλιζάρισμα. Βασισμένος και πάλι στην εξαντλητική λεπτομέρεια κάθε κάδρου, ο αμερικανός δημιουργός αφηγείται μια λιγότερο δυνατή ιστορία σε σχέση με προηγούμενές του.
Αν ήταν δυνατόν να αποδώσουμε ορισμένες ταινίες χρησιμοποιώντας γεωμετρικά σχήματα, μία είναι αυτή που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως το τέλειο τετράγωνο.
Πριν από 23 χρόνια, μια εταιρία ονόματι Pixar αποφάσισε να αλλάξει οριστικά τον κόσμο του animation κινηματογράφου, παραδίδοντας σε μικρούς και μεγάλους ένα πρώτο δείγμα γραφής για το τι επρόκειτο να ακολουθήσει. Ήταν το ήδη μνημειώδες “Toy Story”, που έσπασε ταμεία και σηματοδότησε μια επανάσταση στο χώρο. Έκτοτε, ακολούθησαν μια σειρά από σπουδαία έργα: “Ratatouille”, “Wall-Ε”, “Up” και πιο πρόσφατα το συγκλονιστικό “Inside Out”. Ταινίες που αποτελούν στολίδια του αμερικανικού κινηματογράφου. Το κοινό τους στοιχείο είναι ότι απευθύνονται σε όλες τις ηλικίες ή καλύτερα είναι ικανές να αγγίξουν ανθρώπους κάθε ηλικίας.
Όταν έφτασαν στα αυτιά του φιλοθεάμονος κοινού τα μαντάτα περί της νέας ταινίας του Alexander Payne, όλοι σκέφτηκαν ότι ο Ελληνοαμερικανός δημιουργός ετοιμάζει κάτι ιδιαίτερο σε σχέση με την υπόλοιπη φιλμογραφία του. Κάτι η διαφαινόμενη παρέλαση αστέρων και κάτι το μεγαλεπήβολο κόνσεπτ που υπηρετήθηκε και από μεγαλύτερο μπάτζετ καθιστούσαν σαφές πως η νέα του δημιουργία θα κινείται σε διαφορετικό επίπεδο. Η ανυπομονησία λοιπόν του σινεφίλ κοινού βρέθηκε δικαιολογημένα στα ύψη, παρά τις επιφυλάξεις εκ μέρους των κριτικών μετά την προβολή στο Φεστιβάλ της Βενετίας.
1919: ο μικρός George Bailey ζει σε μια μικρή πόλη, το Bedford Falls, και δουλεύει για να βοηθήσει την οικογένειά του. Από παιδί, υπερασπίζεται τη μικρή εταιρία δανεισμού του πατέρα του και το συμφέρον των συμπολιτών του απέναντι στον πλούσιο τραπεζίτη Mr. Potter, που φιλοδοξεί να αγοράσει ολόκληρη την πόλη και να εκμεταλλευτεί την περιουσία και την εργασία των κατοίκων της. Μεγαλώνοντας, ο George αφήνει πίσω του τις προσωπικές του φιλοδοξίες και το όνειρό του να ταξιδέψει σ' όλον τον κόσμο και αναλαμβάνει την εταιρία του πατέρα του. Τα χρόνια περνούν, παντρεύεται την παιδική του φίλη, Mary, δημιουργούν μια όμορφη οικογένεια και με κάθε ευκαιρία προσπαθεί να βοηθήσει και να προστατέψει τους συμπολίτες του από τον αδίστακτο και πλούσιο Potter.
Ο Αλέξανδρος Βούλγαρης (The Boy) επιστρέφει στα κινηματογραφικά δρώμενα, με ένα project τολμηρό, πειραματικό και ιδιαίτερα προσωπικό, που μπορεί να φαντάζει απρόσιτο για το ευρύ κοινό, παραμένει, όμως, αισθητικά εντυπωσιακό και θεματικά άκρως ενδιαφέρον.
Ο Sean Baker έχει από καιρό ανακηρυχθεί το νέο τρομερό παιδί του αμερικανικού ανεξάρτητου σινεμά. Το προπέρσινο “Tangerine” εμπεριέχει όλα εκείνα τα στοιχεία που αποτελούν το προσωπικό του στίγμα στον σύγχρονο κινηματογράφο. Γυρισμένο αποκλειστικά με τη χρήση iphone, το αναιδές αυτό αριστούργημα τάραξε τα νερά του indie κόσμου, με την ασύγκριτη αμεσότητά του και την γενναιότητα με την οποία προσέγγιζε τα δύσκολα κοινωνικά θέματά του.
Δύο χρόνια μετά την μεγάλη επιστροφή του franchise που συγκίνησε τρεις γενιές, δημιούργησε μία θρησκεία και προσέφερε μία υπέροχη σύνταξη στον George Lucas, ο Πόλεμος των Άστρων επιστρέφει με τους «Τελευταίους Jedi». Δύο χρόνια μετά το «Force Awakens» που ακόμα διχάζει το κοινό για το αν ήταν αντιγραφή ή φόρος τιμής το Falcon επιστρέφει. Και ο ενθουσιασμός είναι διπλός, διότι η ταινία έκανε πρεμιέρα στην ώρα της, μιας και δε γύρισε νέα ταινία ο Παπακαλιάτης. Μία όμως παράκληση. Επειδή, ο «Πόλεμος των Άστρων» είναι ένα πάθος και κάθε πάθος πρέπει να βιώνεται προσωπικά αιτείται να επιτραπεί η χρήση του α΄προσώπου. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν.