Τον Μάιο του 1940, κι ενώ ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος βρίσκεται στο ξεκίνημά του, οι γερμανικές δυνάμεις κατευθύνονται προς τη Δουνκέρκη, ένα γαλλικό λιμάνι στη Μάγχη, όπου βρίσκονται αποκλεισμένοι χιλιάδες Βρετανοί και Γάλλοι στρατιώτες. Ο στρατός των συμμάχων θα πρέπει να επιβιώσει απ’ τις απανωτές επιθέσεις των γερμανικών βομβαρδιστικών, σε μια άνιση μάχη που μαίνεται ταυτόχρονα σε αέρα, γη και θάλασσα.
Ταινιοθήκη
Το «Άλογο του Τορίνο» είναι μια ταινία για τον Θάνατο. Τον Θάνατο, όμως, όχι σαν βιολογική πραγματικότητα ή σωματικό πεπρωμένο, όσο σαν αργόσυρτη πορεία προς το Τέλος. Και μ’ αυτή την έννοια, ο φιλμικός χρόνος και όλα όσα συμβαίνουν εντός του, γίνονται μια πένθιμη μαθητεία στο γήρας (τα δυσάρεστα πράγματα απαιτούν, επίσης, μια μέθοδο -αυτή είναι η διδασκαλία των στωικών), στο θνήσκειν του Ανθρώπου και του Πολιτισμού.
Τι σχέση έχει ο σκηνοθέτης της ταινίας James Ponsoldt με τους –διαλυμένους πλέον– R.E.M.; Κατάγονται από την Αθήνα… της Γεωργίας! Ή, για να το κάνουμε λιανά, από την πόλη Athens της αμερικάνικης πολιτείας της Georgia! Ο γεννημένος το 1978 σκηνοθέτης διαθέτει μια πολύ ενδιαφέρουσα φιλμογραφία, που περιλαμβάνει τις εξής ταινίες: “Off the Black” (2006), «Μεθυσμένοι από έρωτα» (“Smashed”, 2012), «Ονειρεμένο τώρα» (“The Spectacular Now”, 2013), «Τέλος διαδρομής» (‘The End of the Tour”, 2015) και τώρα «Ο κύκλος» (“The Circle”, 2017). Η επόμενη ταινία του θα ονομάζεται “Wild City” και θα τη γυρίσει για την Disney. Άλλος ένας ανεξάρτητος κινηματογραφιστής που μπαίνει στο σύστημα, καθώς το σύστημα βλέπει σε αυτόν… κέρδη!
Πόσο πίσω μας βρίσκεται άραγε το 1864, και πόσο απέχει ο εμφύλιος πόλεμος από τις έμφυλες συγκρούσεις; Αυτό είναι το ερώτημα που με κατατρύχει καθώς βγαίνω μουδιασμένα και νωχελικά από τον κινηματογράφο, έχοντας μόλις παρακολουθήσει το τόσο άρτια δουλεμένο “The Beguiled” της πολυσχιδούς κι αιωνίως νέας Sofia Coppola. Η κοινωνία και οι ρόλοι που μας αποδίδονται εντός αυτής αποτελούν αίνιγμα δυσεπίλυτο, αγωνιωδώς επίκαιρο και ζωτικό. Η κοινή λογική, η ιστορία αλλά και η σύγχρονη καθημερινότητα -όσο κι αν αυτό αποτελεί πικρή αλήθεια- βεβαιώνουν σταθερά πως οι έμφυλοι ρόλοι που υιοθετούμε και εν τέλει επωμιζόμαστε στο δημόσιο βίο καθορίζουν τις σχέσεις μας και την αλληλεπίδρασή μας με το αντίθετο φύλο, προδιαγράφουν σκέψεις κι αντιδράσεις που μάλλον θα ήταν διαφορετικές αν «άντρες» και «γυναίκες» ζούσαν σε δυο τελείως ξέχωρες και παράλληλες πραγματικότητες. Όμως δεν ζουν.
Βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο της Diane Ackerman, το ''Τhe Zookeeper's Wife'', αφηγείται μια άγνωστη πτυχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και αναδεικνύει το μεγαλείο της ανθρώπινης αλληλεγγύης και την αυτοθυσία στο όνομα της σωτηρίας.
To 1986, οκτώ χρόνια μετά το ξεκάθαρα μπεργκμανικό “Interiors”, ο Woody Allen βρίσκεται και πάλι σε ινγκμαρική διάθεση (όπως θα διαφανεί και την επόμενη χρονιά, με το “September”). Χρησιμοποιώντας μία αφηγηματική πλατφόρμα που κλείνει το μάτι στη δομή του «Φαννύ και Αλέξανδρος» (1984) και επιλέγοντας ένα τίτλο που παραπέμπει στο θρυλικό «Ο Ρόκο και τα αδέρφια του» (1960), από τον Luchino Visconti, ο Woody θα παραδώσει την πιο πολυσχιδή του ταινία. Αντί για χριστουγεννιάτικα δείπνα, όπως στην ταινία του Bergman, ο Woody θα συγκεντρώσει την κομπανία του γύρω από τραπέζι της Γιορτής των Ευχαριστιών. Και θα υμνήσουν όλοι μαζί την αιωνίως ατελή, τρωτή και λειψή ανθρώπινη φύση τους. Μπλεγμένοι σε ένα, εργοστασιακών προδιαγραφών, γαϊτανάκι αστοχιών, παραπλανήσεων και εναγκαλισμών της απολαυστικής ματαιότητας.
Το 1988, ο Krzysztof Kieślowski αναλαμβάνει να γυρίσει δέκα ωριαίες τηλεταινίες για λογαριασμό της πολωνικής τηλεόρασης. Στο πλευρό του έχει τους συνεργάτες που θα τον συντροφεύσουν σε όλη του την καριέρα, τον Krzysztof Piesiewicz στο σενάριο και τον Zbigniew Preisner στο μουσικό score.
O αυθεντικός γαλλικός τίτλος της έκτης μεγάλου μήκους ταινίας του Martin Provost εγκολπώνει πολύ πιο περιεκτικά το νόημά της, σε σύγκριση τουλάχιστον με την ελληνική απόδοση του «Μικρά βήματα».
Αμερική, δεκαετία του ’50. Σε απόσταση αναπνοής από την ευφορία της νίκης στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, την ευρωστία μίας ρωμαλέας οικονομίας, τη γενικευμένη χαρωπή διάθεση ελέω baby boom και το ζαχαρένιο κέφι μίας εποχής που χουζουρεύει στο συντηρητικό της κουκούλι, βρυχώνται διάφοροι παράλληλοι κόσμοι.
Bruno Dumont. Ένας σκηνοθέτης που δεν έχει το θεό του! Που έχει χαράξει τη δική του, ιδιαίτερη πορεία, και δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το αν οι ταινίες του θα έχουν έστω κι έναν θεατή!