Ο Louis, πάμπλουτος εργοστασιάρχης ο οποίος βρίσκεται σχεδόν απομονωμένος στο νησί Ρεουνιόν, κάπου στον Ινδικό Ωκεανό, ψάχνει για νύφη μέσα από τις αγγελίες των εφημερίδων. Μετά από μήνες αλληλογραφίας με την Julie Roussel φτάνει η στιγμή που θα τη συναντήσει. Η νεαρή γυναίκα φτάνει στο νησί με το πλοίο La Sirène du Mississipi (Η Σειρήνα του Μισισιπή), αλλά υπάρχει ένα μικρό πρόβλημα, δεν μοιάζει καθόλου με τη φωτογραφία που είχε στείλει στον Louis: απλούστατα είναι μια άλλη γυναίκα, πολύ πιο όμορφη, πολύ πιο μυστηριώδης (ξέρετε, του επικίνδυνου είδους). Ο Louis θα την παντρευτεί αμέσως και θα αφεθεί στον πιο δυνατό, ανεπιφύλακτο έρωτα. Μέχρι που η Julie θα του αδειάσει τον τραπεζικό λογαριασμό και θα εξαφανιστεί με τα χρήματά του.
Ταινιοθήκη
Οκτώ (8) υποψηφιότητες για Όσκαρ, Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Δραματικής Ταινίας και πολλά πολλά ακόμη βραβεία, στην πιο απροσδόκητα ανθρώπινη και ρεαλιστική δραματική ταινία της τρέχουσας κινηματογραφικής περιόδου.
Δύο αδέρφια, ο πρώην κατάδικος Tanner (Ben Foster) και ο αποξενωμένος από τα παιδιά του Toby (Chris Pine), ξαναβρίσκονται μετά από καιρό, έχοντας έναν κοινό σκοπό: να μαζέψουν τα χρήματα της υποθήκης για την οικογενειακή τους φάρμα, ληστεύοντας υποκαταστήματα της τράπεζας στην οποία χρωστάνε. Στο κατόπι τους θα βρεθούν οι Τεξανοί αστυνομικοί Marcus Hamilton (Jeff Bridges) και Alberto Parker (Gil Birmingham), οι οποίοι προσπαθούν να συνδυάσουν τα στοιχεία που έχουν συλλέξει από τους αυτόπτες μάρτυρες, για να τους συλλάβουν.
Αυτή είναι η 6η μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο 74χρονος Βρετανός σκηνοθέτης, από το Essex, Mick Jackson. Μικρή η κινηματογραφική του συγκομιδή, μεγάλη η πείρα του όμως στο χώρο της τηλεόρασης, όπου έχει καριέρα τόσο σε τηλεταινίες όσο και σε τηλεοπτικές σειρές. Η πιο γνωστή ταινία που έχει σκηνοθετήσει είναι το “The Bodyguard” (1992), ενώ η πιο πρόσφατη ήταν το “The First $20 Million Is Always the Hardest”, το οποίο είχε γυρίσει το μακρινό 2002, 15 ολόκληρα χρόνια πριν! Θα μου πείτε, η σκηνοθεσία είναι σαν το ποδήλατο: δεν την ξεχνάς ποτέ! Ε;
Ένα άσχημο συμβάν που διαταράσσει βίαια την καθημερινότητα. Αναπάντεχο, ατυχές, σκληρό, καίριο και δύσκολο στη μετέπειτα διαχείρισή του. Με συνέπειες που απλώνονται σε ένα ευρύτερο καμβά από το πρώτο επίπεδο. Από τη μια, δίχως τις διαστάσεις μίας πανθομολογούμενης τραγωδίας, ώστε να δικαιολογεί μία ανάλογης κλίμακας αντίδραση. Από την άλλη, με πτυχές και υπόνοιες που δεν μπορούν με τίποτα να δραπετεύσουν από το μυαλό των παθόντων. Σαν σκουριά που δεν λέει να ξεκολλήσει όσο κι αν την τρίβεις.
«Αυτοί που θα θυσίαζαν ουσιώδεις ελευθερίες για να εξασφαλίσουν λιγοστή ασφάλεια είναι ανάξιοι και των δύο». Benjamin Franklin
Jim Jarmusch ρε παιδιά. Ακόμη και οι χειρότερες ταινίες του είναι εξαιρετικές! Μπορεί να μην «κάνει» για όλους (διαφορετικά, οι ταινίες του θα έκοβαν εκατομμύρια εισιτήρια, κάτι που προφανώς δεν συμβαίνει) το σίγουρο πάντως είναι πως υπάρχουν φανατικοί οπαδοί του έργου του, παντού στον κόσμο, που πίνουν νερό στ’ όνομά του!
Ο Tom Ford μας συστήθηκε το 2009 με το «Ένας άνδρας μόνος», υποχρεώνοντας τον κινηματογραφικό κόσμο να παραμιλά για το εντυπωσιακό ντεμπούτο ενός σκηνοθέτη που φρόντιζε εμμονικά τη στιλιστική και αισθητική αρτιότητα του έργου του. Παράλληλα, δεν χρειαζόταν παρά ένα ελαφρύ ξύσιμο της επιφάνειας προκειμένου να ανακαλύψει κανείς ένα στιβαρό και ανθρώπινο δράμα, που προσέφερε στο φινάλε του μία εξιλέωση για τους χαρακτήρες του.
Όταν καλείσαι να γράψεις για μια ταινία του Martin Scorsese συμβαίνει το εξής περίεργο: νιώθεις σαν κάποιος που μετά βίας «γρατζουνάει» πέντε συγχορδίες στην κιθάρα, και παρόλα αυτά αναλαμβάνει να μιλήσει για τη δουλειά ενός απαράμιλλου δεξιοτέχνη της εξάχορδης όπως ο Al Di Meola, για παράδειγμα. Ο Scorsese ζει και αναπνέει σινεμά, γνωρίζει την τέχνη του καλύτερα από τον οποιονδήποτε, τόσο βαθιά που να μην έχει ανάγκη την παραμικρή επιβεβαίωση ή επαλήθευση των ικανοτήτων του από κανέναν γραφιά.
Τα μιούζικαλ ήταν ανέκαθεν και εξακολουθούν να είναι μία τρομερά ιδιάζουσα περίπτωση στο πεδίο των κινηματογραφικών ειδών. Τα μιούζικαλ είναι τα αιθέρια τέκνα της υπενθύμισης ότι το σινεμά είναι η πιο όμορφη συλλογική ψευδαίσθηση που κατασκεύασε ποτέ ο άνθρωπος. Κατοικούν και αναπνέουν στον δικό τους κόσμο, αυτόν της υπέρβασης και της ονειροπόλησης. Υλοποιούν απατηλές ελπίδες, καλλωπίζουν βαριές απογοητεύσεις, μελοποιούν (και απενοχοποιούν κατά κάποιο τρόπο) τις πιο απλές και πρωτόλειες σκέψεις και επιθυμίες.