Μια μεθυστική ταινία για την κουλτούρα του αλκοολισμού στη Δανία.
Ταινιοθήκη
Το χρονικό της «απελευθέρωσης»
«Και αρχίσαμε να μετράμε νεκρούς». Με αυτή την απολογιστική φράση ο Γιώργος Αυγερόπουλος μας τοποθετεί στην αρχή της πανδημίας του COVID-19, ενώ παράλληλα μας εισάγει στο νέο του ντοκιμαντέρ, που αποτυπώνει την εξέλιξη της υγειονομικής κρίσης, τη διαχείριση της από τους ιθύνοντες, καθώς και τις επιπτώσεις της στην ατομική και συλλογική μας ζωή.
Εσύ ανήκεις στους λύκους ή στα αρνάκια στο φιλελεύθερο οικονομικό-πολιτικό σύστημα που διαβιούμε; Η Marla Grayson (Rosamund Pike), πρωταγωνίστρια της ταινίας, εντάσσει αναίσχυντα τον εαυτό της στην πρώτη κατηγορία. Η μαύρη κωμωδία του Netflix “I Care a Lot” παρά τα «αμερικάνικα» χαρακτηριστικά της, καταφέρνει να σπείρει ηθικά ερωτήματα και να θερίσει πολιτικούς προβληματισμούς.
Πόσο εύκολο είναι να διαγράψουμε το παρελθόν; Η ταινία «Μήλα» είναι μια σουρεαλιστικά αφοπλιστική ταινία για τη μνήμη και την απώλεια της.
Με το Χρυσό Λέοντα του Φεστιβάλ της Βενετίας στις αποσκευές του και την καθολική κριτική αποδοχή στο επίτιτλο του ονόματός του, το “Nomadland” υπήρξε πολύ πριν τις πρώτες προβολές του μια από τις πιο πολυσυζητημένες ταινίες των τελευταίων μηνών. Σπάνια βέβαια συμβαίνει κάτι τέτοιο για ένα ανεξάρτητο έργο τέχνης που δεν ακολουθεί αυστηρά τους κανόνες της αφήγησης και του θεάματος. Κι αυτό μπορεί μεν να οφείλεται στη δίψα μας για καλό κινηματογράφο μέσα στην περιρρέουσα πολιτιστική ένδεια του 2020, αλλά αφετέρου αποτελεί μια προσωπική νίκη της Κινέζας Chloé Zhao.
Manus: μια παράλληλη πραγματικότητα
Έπειτα από 14 χρόνια έγγαμου βίου, ένα ζευγάρι μεσοαστών στην Τεχεράνη καταλήγει στην δικαστική αίθουσα, αιτούμενο συναινετικά διαζύγιο. Ο γάμος τους φτάνει σε διέξοδο, καθώς ο Ναντέρ αρνείται να εγκαταλείψει τον άρρωστο πατέρα του και να ακολουθήσει την σύζυγό του, Σιμίν, στην Ευρώπη. Όταν αυτή φεύγει από τη συζυγική εστία, αυτός προσλαμβάνει ως γηροκόμο τη Ραζιέ, για να αναλάβει τη φροντίδα του ηλικιωμένου πατέρα του. Η Ραζιέ που είναι έγκυος, προέρχεται από τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα και εργάζεται κρυφά από τον άντρα της, έναν άνθρωπο ψυχολογικά ασταθή. Με την εργασία της Ραζιέ στο σπίτι του Ναντέρ, δυο διαμετρικά αντίθετα κοινωνικά σύμπαντα διασταυρώνονται με φόντο το σύγχρονο Ιράν.
Έχοντας ήδη αποσπάσει τον Χρυσό Λέοντα και το Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας με το αριστουργηματικό «Ρασομόν» το 1951 και αφότου έχει ήδη διασκευάσει Dostoevsky (Ο ηλίθιος) και Shakespeare (Ο θρόνος του αίματος), ο μεγάλος Akira Kurosawa αποτολμά κάτι το ολότελα διαφορετικό σε σχέση με την ώς τότε πορεία του. Μονάχα, ίσως, για να αποδείξει ότι το απαράμιλλο ταλέντο του δεν δύναται να στριμωχθεί σε στεγανά και όρια. Το 1963, μεταφέρει αριστουργηματικά στην οθόνη το αστυνομικό μυθιστόρημα του Ed McBain με τίτλο “King’s Ransom”, τοποθετώντας μάλιστα το επίκεντρό του όχι στην γνώριμη εποχή της φεουδαρχικής Ιαπωνίας, αλλά σε παρόντα χρόνο και πιο συγκεκριμένα, στο αστικό τοπίο της πρωτεύουσας. Ο Kurosawa ρίχνει ταυτοχρόνως τόσο μία ενδοσκοπίκη όσο και μία επόπτική ματιά στη μεταπολεμική και ραγδαία εκβιομηχανιζόμενη ιαπωνική κοινωνία.
Ο «ξένος» σε καιρό πλήρους ηθικής κατάπτωσης είναι το πρώτο θύμα του κτήνους που θεριεύει. Η σχηματοποιημένη εκδοχή του αλλότριου που φέρει οποιαδήποτε ετερότητα σε σχέση με τη μαζικοποιημένη κυρίαρχη όψη του πλήθους ως προς το χρώμα του δέρματος ή λιγότερο εμφανή χαρακτηριστικά που άπτονται του δικαιώματος αυτοκαθορισμού (θρησκευτικού, σεξουαλικού, πολιτικού) γίνεται το επίκεντρο όλων των αιτιάσεων για οποιοδήποτε δεινό, κάτι περισσότερο από αποδιοπομπαίος τράγος. Ο αναίτιος αποδέκτης ενός ολότυφλου μίσους που δεν χρειάζεται καν μία πρόχειρη αιτιολόγηση. Μίας κτηνωδίας απαλλαγμένης από τη χρεία προσχημάτων.