Πολλές φορές, το μυαλό μας μπορεί να αρρωστήσει έτσι που να ζούμε σε ένα κόσμο δικό μας χωρίς λογική. Πολλές φορές, όμως, το μυαλό είναι και το μόνο που μπορεί να μας θεραπεύσει. Ίσως, άνθρωποι που στέκονται στο δρόμο, κάθε μέρα στο ίδιο σημείο και μοιάζουν χαμένοι σε ένα δικό τους κόσμο, έχουν χάσει κάτι, και απλά ψάχνουν να το βρουν…
Λόγος + Τέχνη
Στο αστυνομικό μυθιστόρημα «Ιταλική ίντριγκα», ο συγγραφέας Carlo Lucarelli αναπαριστά την ατμόσφαιρα των νουάρ χολιγουντιανών ταινιών της δεκαετίας του ‘40 και του ‘50.
Ο Νικολίνο είναι εκείνος ο φίλος με τον οποίο θες να συζητάς μαζί του ασταμάτητα, για τα πάντα και για τίποτα. Να τον ακούς να εξιστορεί για ώρες, ξαπλωμένοι κάτω από τον έναστρο ουρανό ή με τη συντροφιά αλκοόλ σε κάποιο μπαρ. Να αφήνεσαι σε αυτή τη ροή της συνείδησης, στις λέξεις και στις έννοιες που έπαψαν να υπάρχουν για τον Σελινούντα.
Ο βραζιλιάνικος μοντερνισμός και η νέα αστική κοινωνία της τροπικής χώρας κάτω από το κριτικό βλέμμα του σπουδαίου Mário de Andrade.
Μετά το «Σε άφησα» και το «Σε είδα», η Clare Mackintosh επιστρέφει στις εκδόσεις Μεταίχμιο με το «Ξέχασέ με».
Γι' άλλη μια φορά ο Stephen King δημιουργεί έναν αριστουργηματικό φανταστικό κόσμο, όπου τα πάντα είναι δυνατά, αρκεί να πιστέψουμε ότι πολλές φορές καμία λογική εξήγηση δεν είναι αρκετή για να ανταποκριθεί στην πραγματικότητα που ζουν οι ήρωές του. Πολλές φορές, πρέπει να «αμφισβητήσουμε την ίδια την πραγματικότητα», όπως αναφέρει ο ίδιος ο συγγραφέας για να μπορέσουμε να την αντιμετωπίσουμε.
Ο Θανάσης Τριαρίδης απαγγέλει στην κοινωνική και ηθική συνείδηση. Συνομιλεί με τα κατά συρροή «άλλοθι» που επινοεί η ανθρώπινη συνείδηση προκειμένου να απαρνηθεί τις ευθύνες της για τα δεινά της ανθρωπότητας. Σκαλίζοντας τις μελανές κηλίδες της ιστορίας, φανερώνεται με ποιον τρόπο τελικά επενεργεί η εγκληματική σιωπή των εθελοτυφλούντων αυτουργών στα τεκταινόμενα.
Είναι κάποιες φορές που ο άνθρωπος υποπίπτει σε ένα κρίμα κι αυτό τον κυνηγάει σε όλη του τη ζωή. Και η νέμεση για την ύβρη που διέπραξε πέφτει επάνω του με δύναμη, τον τσακίζει. Αυτό συμβαίνει με τους δύο ήρωες της νουβέλας του Νικήτα Παπακώστα.
Πέραν της αγάπης μου για τη λογοτεχνία και της απόλαυσης που μου χαρίζει η ανάγνωση ενός λογοτεχνικού έργου, εδώ και λίγα χρόνια, και με αφορμή τη δημιουργία του Artcore, επιθυμώ να συμμετέχω πιο ενεργά στα λογοτεχνικά δρώμενα, γράφοντας παρουσιάσεις για τα βιβλία που ξεχωρίζω και συνομιλώντας με τους συγγραφείς τους σε μία μορφή συνέντευξης. Γράφω τη λέξη «παρουσιάσεις», γιατί γνωρίζω ότι δεν έχω κατορθώσει μέχρι σήμερα να κάνω κτήμα μου τις απαραίτητες εκείνες γνώσεις και τα κατάλληλα εργαλεία που θα με βοηθήσουν να προσεγγίσω τόσο ουσιαστικά το εκάστοτε βιβλίο, ώστε να γράψω μια ολοκληρωμένη κριτική γι’ αυτό. Ο τίτλος του βιβλίου του Σπύρου Κιοσσέ μου τράβηκε το ενδιαφέρον με την πρώτη ματιά λόγω της αναφοράς του στη «δημιουργική ανάγνωση», σε ό,τι δηλαδή θέλω να πετύχω ως αναγνώστρια και ως ερασιτέχνης λογοτεχνικός συντάκτης.
Τον Δεκέμβριο του 1853, δημοσιεύεται στο “Putnam’s Monthly Magazine” η νουβέλα του Melville «Μπάρτλμπυ ο Γραφέας», δυο χρόνια μετά το εμβληματικό “Moby Dick”. Σε αντίθεση με την απήχηση που έχει ο Melville και τα έργα του σήμερα, την εποχή εκείνη o «Μπάρτλμπυ» δεν γνώρισε τη δέουσα αναγνώριση. H μεταμοντέρνα διανόηση έχει ασχοληθεί εκτενώς με πλήθος προσεγγίσεων επί του κειμένου, μια εκ των οποίων, αυτή του Gilles Deleuze, εμπεριέχεται αυτούσια στο επίμετρο της επανέκδοσης της νουβέλας από τις εκδόσεις Άγρα.