Γιατί να μας απασχολούν σήμερα τα όνειρα που έβλεπαν οι πολίτες της Γερμανίας στο Τρίτο Ράιχ; Δεν έχουν ειπωθεί ήδη άπειρα πράγματα, δεν έχουν αναλυθεί πια όλες οι πηγές, δεν αρκεί η πραγματικότητα εκείνης της περιόδου για να κατανοήσουμε τη φρίκη σε όλο της το εύρος; Χρειάζεται λοιπόν να καταφύγουμε και στον κόσμο των ονείρων; Αυτές είναι λίγες μόνο από τις απορίες που κατά πάσα πιθανότητα θα γεννηθούν στο μυαλό εκείνου που θα πιάσει στα χέρια του το βιβλίο «Τα όνειρα στο Τρίτο Ράιχ» της Charlotte Beradt. Μετά τις απορίες, θα γεννηθεί η περιέργεια. Τι μπορεί, πράγματι, να έβλεπαν στον ύπνο τους οι άνθρωποι εκείνοι που βρέθηκαν να ζουν κάτω από ένα ολοκληρωτικό καθεστώς; Πόσο βαθιά στο υποσυνείδητό τους κατάφερε να εισχωρήσει άραγε η εξουσία; Και, τέλος, θα προκύψει και η ερώτηση: «Χρειάζομαι γνώσεις ψυχολογίας για να καταλάβω τις προεκτάσεις αυτών των ονείρων;» Η απάντηση είναι «όχι».
Λόγος + Τέχνη
Η μεγάλη παλίρροια έρχεται σιγανά και σκεπάζει τα ίχνη του κακού, πνίγοντας τα θύματά της. Μέχρι να αποτραβηχτεί πάλι και να αποκαλυφθεί το φρικιαστικό έγκλημα. Η δολοφονία μιας εγκύου. Την έθαψαν στην άμμο μέχρι τον λαιμό και την άφησαν να την πνίξει το κύμα, τη στιγμή που το μωρό της ήταν έτοιμο να γεννηθεί.
«Αν η κόλαση είναι οι άλλοι, τι είναι ένας κόσμος χωρίς ανθρώπους;»
«Θέλησα να αφήσω μια ποιητική μαρτυρία του κόσμου της παιδικής μου ηλικίας, που πέρασα σε ένα μεγάλο σπίτι, πολύ θλιβερό, με μια αδελφή που έτρωγε χώμα και μία γιαγιά που μάντευε το μέλλον και πολυάριθμους συγγενείς με ίδια ονόματα που δεν αντιλαμβάνονταν τη διαφορά ανάμεσα στην ευτυχία και την τρέλα».
Τί ξέρουμε ότι παράγει η Σκανδιναβία; Ψάρια, προϊόντα τηλεπικοινωνιών, έπιπλα που συναρμολογείς μόνος σου, φθηνά αλλά όμορφα ρούχα… Ε λοιπόν, σε αυτήν τη λίστα θα ήταν λάθος να μην προσθέσουμε και τις εκδόσεις αστυνομικών μυθιστορημάτων. Πέρα μάλιστα από τα παλαιότερα και κραταιά ονόματα συγγραφέων, όπως ο Jo Nesbø, ο Stieg Larsson και η Camilla Läckberg με μεγάλες πωλήσεις και φανατικούς θαυμαστές σε όλον τον κόσμο, η σκανδιναβική αστυνομική λογοτεχνία ενισχύεται συνεχώς με νέο αίμα κι ο Νορβηγός Samuel Bjørk είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της ανανέωσης.
Τα τελευταία χρόνια έχουν κάνει την εμφάνισή τους –και στη χώρα μας- πολλά εκλαϊκευτικά βιβλία φιλοσοφίας και ιστορίας της φιλοσοφίας. Φαίνεται πως έχει δημιουργηθεί ένα κοινό που διψά για εύπεπτη παρουσίαση θεωριών και στοχασμών, ειδικά αν συντροφεύουν την καλοκαιρινή ραστώνη στην παραλία. Η ποιότητα και η έκταση αυτών των αναγνωσμάτων ποικίλουν, συνήθως όμως πρόκειται για εύληπτες εισαγωγές που μπορούν να μεταφερθούν με ευκολία σε μια τσάντα ή ένα σακίδιο. Πρόσφατα κυκλοφόρησαν ακόμη δύο, η «Σύντομη ιστορία της δυτικής σκέψης» του Stephen Trombley και «Η ωραιότερη ιστορία της φιλοσοφίας» του Luc Ferry, που θα μας απασχολήσουν εδώ.
Άραγε, αν μπορούσαμε να εισχωρήσουμε στο μυαλό ενός παρανοϊκού δολοφόνου, αν μπορούσαμε να χαθούμε στον λαβύρινθο των διεστραμμένων σκέψεών του και να βυθιστούμε στον σκοτεινό ωκεανό της ταραγμένης του ύπαρξης, τι μυστικά θα ανακαλύπταμε;
Ποια είναι τελικά η κα Elena Ferrante (Έλενα Φερράντε); Η συγγραφέας-μυστήριο που έχει συναρπάσει κοινό και βιβλιοκριτικούς σε όλον τον κόσμο ήταν απόλυτα σαφής προς τους Ιταλούς εκδότες της. Δεν ήταν διατεθειμένη να δίνει συνεντεύξεις (και όντως, έχει δώσει ελάχιστες, γραπτώς και μέσω των ίδιων των εκδοτών της) ούτε να ποζάρει για φωτογραφίες, ούτε να συμμετέχει σε προωθητικές ενέργειες για τα βιβλία της. Μέχρι σήμερα, κανείς δεν την έχει δει κι όσο οι φήμες φουντώνουν όλο και περισσότερο (είναι όντως γυναίκα; μήπως πρόκειται για συγγραφικό δίδυμο ή ομάδα συγγραφέων; πρόκειται για γνωστή ακαδημαϊκό;) η ίδια φαίνεται αποφασισμένη να παραμείνει στη σκιά του λογοτεχνικού της ψευδώνυμου και να αφήσει τα βιβλία της μόνο να «μιλάνε» εκ μέρους της.
Στα χέρια μου, το καινούριο μυθιστόρημα του Jonathan Coe με τον τίτλο «Αριθμός 11», το sequel του «Τι Ωραίο Πλιάτσικο!», διχοτομήθηκε σαν αμοιβάδα και κάπως έτσι, καθ’ όλη την ανάγνωσή του είχα την αίσθηση πως διάβαζα δύο βιβλία. Το ένα ήταν πράγματι οι λέξεις που τύπωσε πάνω στο χαρτί ο τρομερός αυτός Εγγλέζος συγγραφέας και το δεύτερο ήταν ένα υποδόριο, σκοτεινό, σιγοψιθυριστό ανάγνωσμα που παραμόνευε στο βάθος και ξετύλιγε ζοφερές ιστορίες, πότε αληθινές και πότε φανταστικές, μα πάντα το ίδιο βαρυσήμαντες και γεμάτες έως σκασμού από μηνύματα και ιδεολογίες.
Σε ηλικία μόλις 24 ετών, ο David Foster Wallace κυκλοφόρησε το «πυραυλοκίνητο ντεμπούτο» του, «Η σκούπα και το σύστημα» και συντάραξε για τα καλά τα νερά της λογοτεχνίας. Πρόκειται για ένα αξιοθαύμαστο έργο –σε κάθε σελίδα αναρωτιόμουνα πώς γίνεται να το έγραψε σε τόσο νεαρή ηλικία- που βρίθει φιλοσοφικών υπαινιγμών και ερωτημάτων που εγείρουν τη σκέψη σου, ένα έργο εξευγενισμένης σάτιρας με πρωταγωνιστές γκροτέσκους χαρακτήρες που προκαλούν το γέλιο σου με τους σουρεαλιστικούς διαλόγους τους. «Η σκούπα και το σύστημα» είναι ένα μυθιστόρημα σπάνιας πολυφωνικής δομής που σκιαγραφεί δεξιοτεχνικά τη νοσηρή κουλτούρα των Ηνωμένων Πολιτειών στη δεκαετία του 1990, ένα πολυποίκιλης σημασίας έργο, όπου ο συγγραφέας μεταστοιχειώνει δυσνόητες έννοιες που πραγματεύονται την ασυνάρτητη πραγματικότητα που ζούμε σε λογοτεχνικό λόγο επιστρατεύοντας την απλή, ανεπιτήδευτη γλώσσα της καθημερινότητας.