Craig Walzer: Συνομιλώντας με τον ιδιοκτήτη του πιο όμορφου βιβλιοπωλείου στον κόσμο
Στη διάρκεια της κουβέντας μας και ενώ μπαινόβγαιναν τουρίστες, σκεφτόμουνα πως κάθε βιβλίο στον χώρο αυτό κουβαλάει τη δική του ιστορία.
Ο Craig αγαπάει εξίσου την λογοτεχνία και τον κινηματογράφο, αγαπάει τα σκυλιά και αντιπαθεί τις γάτες, οι οποίες του κατσικώνονται με το έτσι θέλω, οπότε συνυπάρχουν, θεωρεί οτι ο Vladimir Nabokov είναι τόσο πρόστυχος και αποπλανητικός που η «Λολίτα» αποτελεί «την ιδανική άσκηση στην τέχνη της ανοησίας», αφού «καταφέρνει να σε αποπλανήσει στον δικό του κόσμο τόσο καλά που πρόκειται για μια τέλεια διανοητική μελέτη».
Αυτό που μισεί περισσότερο στην Σαντορίνη είναι η δυσλειτουργική γραφειοκρατία, την οποία χαρακτηρίζει ως «ζούγκλα», αφού κατάφερε να πάρει το μπλοκάκι ασφάλειας του ΟΓΑ μόλις πρόσφατα. Πλήρωνε τον ΟΓΑ επί 7 χρόνια, χωρίς να μπορεί να κάνει χρήση της ιατρικής ασφάλειας, λόγω γραφειοκρατικών προβλημάτων! ταλαιπωρείται καθημερινά με ασυνεννοησίες, ατέλειωτη χαρτούρα που στέλνει σε αρμόδιους φορείς και υπουργεία χωρίς να λαμβάνει απάντηση, καθημερινές επισκέψεις σε τράπεζες, δικηγόρους και επιμελητήρια χωρίς αποτέλεσμα και φυσικά με τα capital controls.
Και όμως θεωρεί οτι «είναι ένας πανέμορφος τόπος για να ζεις».
Μου αρέσει να έρχομαι εδώ τον χειμώνα, έχοντας παρέα τον σκύλο μου και να κάνουμε ατέλειωτες βόλτες στα αχανή τοπία και να έχω άφθονο χώρο και χρόνο, να ποτίζω τα φυτά μου, να μαζεύω λαχανικά και φρούτα από την άκρη του δρόμου, να πηγαίνω στις παραλίες και να έχω απλά τον χρόνο να κάθομαι και να κάνω αυτό που θέλω. Το καλύτερο δώρο που μου έκανε η Σαντορίνη και με έφερε σε αυτό τον τόπο, πέρα από το βιβλιοπωλείο, είναι ένα μεγάλο μπουκάλι κρασί, λίγες ντομάτες, ελαιόλαδο, μερικοί καλοί φίλοι και λίγα καλά βιβλία κι αυτό είναι ο ορισμός της ευτυχίας για εμένα. Είμαι ένας απλός άνθρωπος που χαίρεται με απλές απολαύσεις. Και αυτός είναι ένας καλός τόπος για αυτό. Και μου αρέσει το φως της Σαντορίνης.
‘Οπως λέει, είναι πολύ κουρασμένος για συναισθήματα. «Δεν είναι ώρα για συναισθηματισμούς, αλλά για πράξεις. Θα κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε. Και εάν η αγορά και η πραγματικότητα μας πουν πώς δεν υπάρχει πλέον χώρος για μας, τότε τουλάχιστον θα ξέρουμε πως έχουμε προσπαθήσει».
Καθώς έφευγα και ανηφοκατηφόριζα τον κεντρικό δρόμο της Οίας προς την «είσοδο» του χωριού, ένα πλήθος κόσμου ανηφοκατηφόριζε προς την αντίθετη κατεύθυνση… Προς το κάστρο της Οίας για να δουν το πολυφημισμένο ηλιοβασίλεμα με τα σέλφι στικς ανά χείρας. Για το ηλιοβασίλεμα που ομολογουμένως είναι πανέμορφο, αλλά όπως ανέφερε και ο Craig:
Ξέχνα το ηλιοβασίλεμα! Eίναι η κλασική παγίδα για τους τουρίστες. Όλοι ξέρουν πως είναι ένα όμορφο ηλιοβασίλεμα, αλλά μπορείς να το δεις οπουδήποτε στον κόσμο. Το κάστρο, την ώρα του ηλιοβασιλέματος, είναι απαίσιο. Μοιάζει με τον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό της πιο πολυσύχναστης πόλης του κόσμου. Η τελευταία φορά που πήγα να δω το ηλιοβασίλεμα ήταν τον Απρίλιο κι όταν θα ξαναπάω, θα είναι Οκτώβριος. Στην πραγματικότητα το ηλιοβασίλεμα τότε φαίνεται πολύ πιο όμορφο, κάτι που είναι ειρωνικό, επειδή τότε η υγρασία μειώνεται, μπορείς να δεις τον ορίζοντα πιο καθαρά, πιο μακρυά, το φως είναι πιο ενδιαφέρον. Οποιαδήποτε εποχή είναι πιο ενδιαφέρουσα από το καλοκαίρι, το καλοκαίρι είναι μόνο λευκό. Κι όλοι όσοι μπαίνουν στο μαγαζί με ρωτάνε «Πού να πάω για να δω το ηλιοβασίλεμα;»
Αυτός είναι ένας τόπος, ο οποίος προορίστηκε για να σου χαρίζει άπλετο χώρο και χρόνο, ώστε να νοιώσεις το μικρό μέγεθος της ύπαρξής σου κατάμεσής του. Κι εμείς αντιθέτως, σμικρύναμε όλες τις αρετές που ορίζουν το ίδιο το νησί, όσο περισσότερο γινόταν. Κι αυτό είναι ανόητο.
Η συζήτησή μας ξεκίνησε με την αφήγηση μίας ιστορίας κωμικοτραγικής, προσπαθώντας να μου εξηγήσει για ποιο λόγο πρέπει να φύγω 3 ωρές νωρίτερα για να προλάβω την πτήση μου…
«Βλέπεις πώς είναι οι δρόμοι στο νησί. Είναι πολύ στενοί, δεν είναι ασφαλείς, δεν υπάρχουν πεζοδρόμια κι ο κόσμος είναι πολύς. Ήταν λοιπόν έντεκα το πρωί, ο δρόμος ήταν γεμάτος τουρίστες και πούλμαν και στο πιο στενό σημείο του δρόμου, ανάμεσα στα πούλμαν και τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα, είμαι εγώ και στο αντίθετο ρεύμα το τοπικό λεωφορείο. Και δεν υπήρχε αρκετός χώρος και για τους δυο μας. Καθώς μας πλησίαζε ο οδηγός, εγώ επιτάχυνα για να φτάσω σε ένα φαρδύτερο σημείο του δρόμου και να μπορέσω να σταματήσω. Είναι κάτι που το έχω κάνει χιλιάδες φορές στο παρελθόν, αυτός είναι εξάλλου κι ο τρόπος που οδηγείς σε αυτή τη χώρα, σε αυτό το νησί. Σε αυτόν τον τόπο, όπου δεν υπάρχει αρκετός χώρος και τα πούλμαν είναι αμέτρητα κι αν ένα από αυτά σε ακουμπήσει, τότε είσαι νεκρός. Γι'αυτό φροντίζεις να φύγεις από τη μέση. Κι εγώ αυτό έκανα, αλλά δεν ήταν αρκετά γρήγορο για εκείνον, ο οποίος σταμάτησε αφήνοντάς με παγιδευμένο σε εκείνη τη γωνιά, με είκοσι αυτοκίνητα πίσω από εμένα κι άλλα τόσα πίσω από αυτόν. Βγαίνει από το λεωφορείο του κρατώντας ένα μικρό λευκό κουτί, με πλησιάζει και ουρλιάζει «Σταμάτα!!!» εννοώντας βασικά «περιμένεις από εμένα να σταματήσω;» Κι εγώ του απάντησα με τη βαρειά αμερικανική προφορά μου «ΤΙ;» κι αυτός συνέχισε να ωρύεται. Ανοίγει την πόρτα μου, μου την κλείνει με δύναμη στα μούτρα, ενώ ο κόσμος μας κοιτάζει και όλη η κατάσταση είναι κωμικοτραγική. Είναι λοιπόν εκεί κι αφού μου χτυπάει την πόρτα μου, ανοίγει το κουτάκι του, βγάζει δυο αυγά και τα πετάει στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου μου. Είναι προετοιμασμένος με αυγά για καταστάσεις ακριβώς σαν κι αυτήν.
Αφού έγιναν όλα αυτά πήγα προς τη στάση του λεωφορείου, γελώντας, γιατί το σκηνικό ήταν γελοίο και συναρπαστικό κι ένα δράμα! Ο οδηγός βέβαια έφυγε, αλλά εγώ σημείωσα τις πινακίδες του. Κι αφού τέλειωσα τις δουλειές μου στα Φηρά, πήγα στον κεντρικό σταθμό των ΚΤΕΛ. Στο γκισέ τους λέω
«Γεια σας, με ξέρετε είμαι ο ανόητος με το βιβλιοπωλείο στην Οία, ο κρυόκωλος που δεν μιλάει ελληνικά»
«Ναι, σας ξέρουμε».
«Ήθελα απλά να σας ενημερώσω πως το λεωφορείο με τον τάδε αριθμό κυκλοφορίας, που ερχόταν από Οία, με σταμάτησε στις έντεκα και πέντε και πέταξε δυο αυγά στο παρμπρίζ μου. Αυτοί είναι οι μάρτυρές μου, ποιος ήταν ο οδηγός;»
«Α, ήταν ο Βασίλης».
«Ποιος Βασίλης;»
«Δεν ξέρω, απλά Βασίλης».
«Οκ, απλά πείτε του πως θέλω μόνο να μου ζητήσει συγγνώμη, γιατί ήταν αγενής. Δεν θέλω κάτι άλλο, μόνο μια συγγνώμη. Μπορεί να περάσει όποτε θέλει από το βιβλιοπωλείο μου και να το κάνει. Επειδή εγώ ήθελα απλά να τον αποφύγω και να μην σκοτωθώ».
Και συνεχίζω να πηγαίνω στον σταθμό, ψάχνοντας να τον βρω για να πάρω τη συγγνώμη του. Κι αυτός είναι ο λόγος που συνεχίζω να μένω εδώ, είναι κάπως διασκεδαστικό. Αυτό ήταν το αστείο μέρος της ιστορίας. Αυτό που δεν είναι αστείο, είναι ότι μια μέρα, είτε κάποιος τουρίστας θα τρακάρει με ένα λεωφορείο είτε κάποιο από αυτά τα λεωφορεία θα πέσει από τον γκρεμό. Επειδή οδηγούν πολύ γρήγορα, σε δρόμους επικίνδυνους και είναι στοιβαγμένα με όρθιους επιβάτες κάτι που δεν είναι ούτε καλό, ούτε ασφαλές και σίγουρα όχι νόμιμο. Αλλά εδώ δεν υπάρχουν νόμοι. Κι αυτός είναι ο λόγος που θα ήθελα να είσαι στην ώρα σου στη στάση του λεωφορείου».
Πόσο μαγευτική μπορεί να γίνει μία εμπειρία στο βιβλιοπωλείο Αtlantis; Είναι μία έκφραση που αναγράφεται στο ημερολόγιο της ιστοσελίδας σας και μου αποτυπώθηκε…
Όλα τα παραπάνω ήταν ό,τι πιο μαγευτικό μου συνέβη ολόκληρη την εβδομάδα!
Ποια θα ανέφερες ως την πιο μαγευτική εμπειρία που σου συνέβη τα τελευταία δέκα χρόνια;
Είχαμε γεννήσεις, θανάτους, γάμους στο βιβλιοπωλείο, ένα πουλάκι πέθανε στο κατάστημα, έξι σκυλιά, ανάμεσά τους και το δικό μας, δηλητηριάστηκαν έξω από το κατάστημα από ποντοκοφάρμακο… Συνάντησα όμορφους ανθρώπους, έκανα φίλους, πούλησα ωραία βιβλία. Κάναμε πάρτυ, είχαμε και το φεστιβάλ την προηγούμενη εβδομάδα, ο David Sedaris πουλούσε βιβλία από αυτό εδώ το γραφείο, κάτι που ήταν πολύ μαγευτικό!
Το βιβλιοπωλείο το ξεκινήσαμε μαζί με τον Oliver και τον Art. Ο Oliver δουλεύει στην Νέα Ορλεάνη και επέστρεψε πέρυσι για το φεστιβάλ. Ο Chris και η Maria, 2 εκ των έξι της αρχικής ομάδας, παντρέυτηκαν στην ταράτσα μας πέρυσι το καλοκαίρι και τώρα ζουν στο Όουκλαντ μεγαλώνοντας το μωρό τους. Στην αρχική σύνθεση της ομάδας ήταν και ο Will, ο οποίος ακόμη φροντίζει για το βιβλιοπωλείο – σχεδίασε και τα πόστερ για τον Sedaris. Όμως και αυτός παντρεύτηκε κρυφά, οπότε όλοι οι υπόλοιποι έχουν μωρά και συζυγικά καθήκοντα. Μείναμε λοιπόν εγώ και ο Art εδώ. Υποτακτικό ζευγάρι! (γέλια). Θα υπάρξουν και άλλοι άνθρωποι. Και οι παλιοί κατά πάσα πιθανότητα θα επιστρέψουν.
Από όλα τα μέρη του κόσμου, γιατί διαλέξατε τη Σαντορίνη για να μείνετε και να ανοίξετε το βιβλιοπωλείο σας;
Είναι πολύ ωραίο μέρος και δεν υπήρχαν βιβιοπωλεία εδώ. Το είδαμε σαν αστείο, όταν το ξεκινήσαμε. Ήμασταν 21 χρονών, όταν επισκεφθήκαμε το νησί για πρώτη φορά. Ήταν Απρίλιος και όλα ήταν τόσο ήσυχα και πράσινα. Φαντάσου! Απρίλιος του 2002. Ήταν ήσυχα και όμορφα. Υπήρχε χώρος και χρόνος. Μέναμε στο Ημεροβήγλι. Και το 2002 γινόταν κοσμοσυρροή, αλλά όχι όπως σήμερα. Είχαμε ακούσει λοιπόν ότι ήταν όμορφα και είπαμε να έρθουμε να εξερευνήσουμε. Διαβάζαμε τα βιβλία μας (εδώ διάβασα την «Λολίτα») μέχρι που τα τελειώσαμε και θέλαμε να διαβάσουμε και άλλα όμως δεν υπήρχε πουθενά βιβλιοπωλείο. Έτσι παίζαμε σκάκι και πίναμε πολύ, μέχρι που ένα βράδυ πήραμε την απόφαση να ανοίξουμε το βιβλιοπωλείο. Ήταν ένα αστείο! Και μετά οι φίλοι μας είπαν να το δοκιμάσουμε όλοι μαζί. Ήταν ένα πολύ ωραίο μέρος, εμείς μόλις είχαμε αποφοιτήσει από το Πανεπιστήμιο και δεν είχαμε τί να κάνουμε και έτσι επιστρέψαμε σπίτι και δουλέψαμε για κανένα εξάμηνο. Μαζέψαμε μερικά χρήματα και όλα επενδύθηκαν εδώ κυριολεκτικά: ζούσαμε μέσα στο μαγαζί σαν πρόβατα, χωρίς νερό ή ηλεκτρικό – όλα αυτά που βλέπεις δημιουργήθηκαν από σκουπίδια. Από πράγματα που πετούσαν τα ξενοδοχεία και κάπως έτσι φτιάχτηκε το μαγαζί. Πιστεύαμε πως θα το κρατούσαμε για κανένα χρόνο και μετά θα έκλεινε.
Βλέπω τις πρώτες ή δεύτερες και σπάνιες εκδόσεις βιβλίων που σε πιάνει δέος μόνο στη θέα τους. Πώς τις ανακαλύψατε;
Με πολύ κυνήγι! Θέλει πολλή δουλειά. Με κρατάει σε εγρήγορση! Τον χειμώνα όλοι πάνε διακοπές, εγώ όμως επιστρέφω στη δουλειά. Αυτό κάνω τον χειμώνα. Κυνήγι εκδόσεων! Από παντού, από τις Η.Π.Α. από την Αυστραλία, από τον Καναδά. Κάνω καλά παζάρια, μπορεί να μοιάζω ανόητος, αλλά είμαι καλός στις διαπραγματεύσεις. Το βιβλιοπωλείο δεν πεθαίνει! Τα καταφέρνουμε μια χαρά για αυτά που χρειαζόμαστε: δεν χρειαζόμαστε πολλά, χρειαζόμαστε αρκετά και επιτέλους μετά από δέκα χρόνια το έχουμε καταφέρει. Μόνο να ανανέωνε ο ιδιοκτήτης το συμβόλαιο…
Πιστεύεις πως δεν θα το κάνει;
Πιστεύω πως θα είναι μια κακή επιχειρηματική κίνηση γι'αυτόν να συνεχίσει να το νοικιάζει, επειδή ακόμα κι αν του δώσω το τριπλάσιο ενοίκιο, δεν συγκρίνεται με αυτά που θα κερδίσει πουλώντας το.
Θεωρείς λοιπόν πως το καλύτερο γι'αυτόν είναι να το πουλήσει.
Ναι, φυσικά. Είναι η αγορά ακινήτων αυτή. Μπορεί αύριο το ηφαίστειο να εκραγεί και το κτίριο να βρεθεί στον ωκεανό.
Έχεις ήδη ενημερώσει τον μεσίτη, πως ενδιαφέρεσαι για ένα άλλο κτίριο, που όμως δεν θα είναι βιβλιοπωλείο, στο διπλανό χωριό, τη Φοινικιά της Σαντορίνης.
Αυτό δεν προορίζεται για βιβλιοπωλείο. Αυτό θέλω να είναι ένας ήσυχος χώρος αποκλειστικά για συγγραφείς και καλλιτέχνες για να δουλεύουν. Θέλουμε να έχουμε ένα σπίτι, έναν εκθεσιακό χώρο και ένα ατελιέ και θα υποδεχόμαστε καλλιτέχνες και συγγραφείς κάνοντας μαζί τους συμφωνία: Θα μπορούν να έρχονται εδώ και να κάνουν οτιδήποτε εκείνοι θέλουν δωρεάν ΑΛΛΑ θα πρέπει να κάνουν οπωσδήποτε: ένα πράγμα για το νησί, ένα για το χωριό, ένα για τα παιδιά του σχολείου, γιατί δεν έχουν τις κατάλληλες δομές εδώ και θα ήταν καλό να κάνουμε κάτι εκπαιδευτικού χαρακτήρα και τέλος ένα πράγμα για τον χώρο. Ειδάλλως απαλλάσσεσαι. Πιστεύω πως με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να στήσουμε μια όμορφη καλλιτεχνική κοινωνία που θα αποτελέσει μια ευχάριστη αλλαγή για την περιοχή.
Μπορείς να μου πεις λίγα πράγματα για το φετινό φεστιβάλ;
Ήταν υπέροχο! Δεν πέθανε κανένας (γέλια). Ήταν πολύ ωραίο, όλοι φαίνονταν χαρούμενοι, οι συγγραφείς ήταν φανταστικοί – δεν μας άξιζε να έχουμε τόσο καλούς συγγραφείς για ένα τόσο μικρό μαγαζί όσο αυτό.
Είναι μικρός σαν χώρος, αλλά η φήμη του βιβλιοπωλείου είναι μεγάλη και διεθνής…
Μπορείς να συνεχίσεις να το λες αυτό, όμως η αλήθεια είναι πως οι συγγραφείς αυτοί είναι πολύ απασχολημένοι, συνήθως εμφανίζονται μπροστά σε κοινό χιλιάδων ανθρώπων. Ήμασταν πολύ τυχεροί που καταφέραμε να έχουμε τον Dave Sedaris και τον Billy Collins εδώ. Σκεφτόμουν: αν μπορούσα να έχω δύο ανθρώπους, ποιοι θα ήταν αυτοί, γιατί για μένα, οι αναγνώσεις στο κοινό είναι πολύ βαρετές. Όλοι είναι εκεί μαζεμένοι και μιλάνε για τα βιβλία τους, είναι πολύ σοβαροί μιλώντας για μοναξιά και απόγνωση. Δεν μου αρέσει καθόλου. Θέλω να πίνω την μπύρα μου και να ακούω κάποιον που να μπορεί να ζωντανεύει τις λέξεις και να με κάνει να γελάω. Τα στενάχωρα τα καταφέρνω και μόνος μου. Αυτοί λοιπόν είναι οι δύο άνθρωποι σε ολόκληρο τον κόσμο που πίστευα πως μπορούν να το καταφέρουν αυτό, όπως και έγινε! Ο Ross Daly, ο μουσικός ήταν φοβερός, το φαγητό ήταν φοβερό, το χωριό μας βοήθησε πάρα πολύ, οι γείτονες μας επέτρεψαν να τα κάνουμε μπάχαλο και να γεμίσουμε τους δρόμους με καρέκλες για να μπορέσει ο κόσμος να ακούει. Πρέπει να πέρασαν όμορφα, δεν θυμάμαι καλά, γιατί ήμουν πολύ απασχολημένος με το να τριγυρίζω συνέχεια για να βεβαιωθώ πως όλα λειτουργούν ρολόϊ, αλλά όλα πήγαν πολύ καλά πιστεύω.
Πώς ξεκίνησε η σχέση σου με τα βιβλία;
Μου αρέσει να διαβάζω, άρχισα όταν ήμουν μικρός, μου άρεσε από τότε και συνεχίζω μέχρι σήμερα. Οι γονείς μου προτιμούσαν την τηλεόραση, δεν ήταν του διαβάσματος. Αγαπώ τα βιβλιοπωλεία, όσο αγαπάω και τα βιβλία, επειδή είναι ένα μέρος που νιώθω ασφαλής. Κάτι που έχει αξία για τους ταξιδιώτες, ερχόμενοι να βρίσκουν βιβλία στη μητρική τους γλώσσα. Αυτό τους προσφέρει μια αίσθηση ασφάλειας, μπορούν να ξεκινήσουν μια συζήτηση, επειδή ο χώρος κατακλύζεται από ιδέες και διάθεση για επικοινωνία και είναι ένας καλός τρόπος εντέλει να κάνεις γνωριμίες. Αυτός είναι ένας καλός χώρος για διάβασμα κι ενώ δεν μου αρέσει να διαβάζω συνέχεια, σίγουρα μου αρέσει να διαβάζω σε έναν ευχάριστο χώρο.
Κορυφαίοι συγγραφείς…
Είναι κάμποσοι. Μου αρέσει η Joan Didion, ο Richard Brautigan, η Anna Kerchy, ο John Steinbeck και ο Oscar Wilde. Από τους Έλληνες συγγραφείς μου αρέσει πολύ η Αμάντα Μιχαλοπούλου, είναι πολύ γλυκειά και θεωρώ πως έχει μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση, τουλάχιστον από όσα έχω διαβάσει στα αγγλικά. Μου αρέσει επίσης ο Πάνος Καρνέζης και κάποια από τα έργα του Καζαντζάκη, ιδιαίτερα «Ο Τελευταίος Πειρασμός». Από τους ποιητές, ο Καβάφης είναι ο αγαπημένος μου. Ίσως ακουστεί συμβατική επιλογή, αλλά το δικαιούται.
Διάβασα πως το πρώτο βιβλίο που πουλήσατε είναι το “The notes from a small island”. Πόσα βιβλία έχετε πουλήσει από εκείνη τη μέρα;
Αν κάνω ένα πρόχειρο υπολογισμό, νομίζω πως μια μέση καλοκαιρινή μέρα πουλάμε περίπου εκατό βιβλία. Είναι πιθανώς ασφαλές να πω, αν έπρεπε να στοιχηματίσω κι αν έχουμε κάνει πλήρη καταγραφή όλων των πωλήσεων – κάποια μέρα, όταν θα βαριέμαι οικτρά, θα κάνω ακριβή καταμέτρηση – πως πέρυσι κάποια στιγμή πουλήσαμε το βιβλίο υπ'αριθμόν #100,000.
Σου πέρασε ποτέ από το μυαλό η ιδέα να γράψεις ένα βιβλίο;
Έχω γράψει ήδη ένα, δηλαδή στην πραγματικότητα δεν το έχω ακριβώς γράψει, έκλεψα τις ιστορίες κάποιων ανθρώπων και τις συγκέντρωσα σε ένα μη μυθοπλαστικό βιβλίο. Άρα, δεν έγραψα ένα βιβλίο, συνέλεξα ιστορίες που έγιναν βιβλίο. Το έχω σκεφτεί και αστειευόμασταν σχετικά με αυτό. Όταν το μαγαζί θα έκλεινε, επειδή δεν πιστεύαμε πως θα κρατήσει, θα γράφαμε την ιστορία του, θα πουλούσαμε τα κινηματογραφικά δικαιώματα και μετά θα χρησιμοποιούσαμε τα χρήματα που θα βγάζαμε, για να φτιάξουμε ένα βιβλιοπωλείο κάπου αλλού. Κάποια μέρα λοιπόν, όταν βρω χρόνο κι αν το Ατλαντίς κλείσει οριστικά, θα γράψω τελικά αυτό το βιβλίο. Δε πιστεύω όμως πως θα είναι καλό. Εξάλλου ήταν κάποια στιγμή στο μαγαζί ένας τύπος επαγγελματίας από τον χώρο του βιβλίου κι όταν έριξε μια ματιά στην ιστορία είπε πως αυτό θα ήταν καλύτερο ως εικονογραφημένο βιβλίο. Δεν φτιάχνω εικονογραφημένα βιβλία, οπότε θα δείξει το μέλλον. Ίσως κάποιος άλλος κάνει την εικονογράφηση κι εγώ γράψω την ιστορία, ίσως να συνεργαστούμε, ίσως κάποια μέρα.
Ποιο είναι το καλύτερο βιβλιοπωλείο που έχεις επισκεφτεί;
Έχω πάει σε μερικά εξαίσια βιβλιοπωλεία. Νομίζω πως εκεί έξω υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που κάνουν υπέροχα πράγματα. Ο καλός μου φίλος Roman έχει ένα πανέμορφο βιβλιοπωλείο στο Βερολίνο, το 'Shakespeare And Sons'. Έχει κάνει εξαιρετική δουλειά, γνωρίζει πολύ καλά τα βιβλία του, αυτός είναι ο άνθρωπος που έχει φτιάξει το όνομά του πουλώντας βιβλία με τον πρέποντα τρόπο. Το Αμβούργο έχει επίσης όμορφα παλιά βιβλιοπωλεία της παλιάς σχολής, πολύ απλά κι ωραία. Στην Καλιφόρνια, η βιβλιοθήκη 'Henry Miller' μοιάζει με μια μικρή εξοχική καλύβα, ένα παλιό σπίτι. Έχω επίσης μια ωραία ιστορία να διηγηθώ κι ελπίζω να μην θυμώσει ο ιδιοκτήτης του βιβλιοπωλείου που θα την πω. Πρόκειται για το βιβλιοπωλείο 'Ερατώ' στο Θησείο της Αθήνας. Εκεί δούλευε παλιότερα ένας φίλος, ο Jorge, και κάθε φορά που επισκεπτόμουν την Αθήνα, περνούσα από το βιβλιοπωλείο κι αγόραζα μια στοίβα από παλιά ελληνικά βιβλία. Τότε ήταν δύσκολο να βρω υλικό και το καλύτερο μέρος γι’ αυτό ήταν φυσικά η Αθήνα. Την πρώτη φορά λοιπόν που πήγε εκεί, ο Jorge συστήθηκε στο μελλοντικό αφεντικό του, έναν ηλικιωμένο κύριο με γενειάδα…
«Γεια σας, με λένε Jorge και είμαι από το βιβλιοπωλείο Ατλαντίς, στη Σαντορίνη». Κι εκείνος του απάντησε «Βιβλιοπωλείο Ατλαντίς! Το καλύτερο βιβλιοπωλείο σε ολόκληρη την Ελλάδα! Αηδίες!!!» Και πιθανώς να έχει δίκιο. Oι δημοσιογράφοι έρχονται σε εμάς για την όμορφη φωτογραφία και την διασκεδαστική ιστορία. Ο τύπος πάντως έχει ένα πανέμορφο βιβλιοπωλείο, καλά παλιά βιβλία.
Ποιο βιβλίο διαβάζεις ξανά και ξανά χωρίς να το βαριέσαι;
Ένα βιβλίο στο οποίο επιστρέφω συχνά είναι το “The Meditations By Marcus Aurelius”. Δεν είμαι από αυτούς που διαβάζουν μεγάλες ιστορίες ξανά και ξανά, καθόλου. Έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που το έκανα αυτό. Μου αρέσουν τα κείμενα του David Foster Wallace, επιστρέφω στις αναρτήσεις του πότε πότε, επειδή είναι πολύ καλός. Τον έχω διαβάσει παραπάνω από μια φορές, σίγουρα.
Θα ήθελες να κάνεις ένα προσωπικό σχόλιο;
Χωρίς να θέλω να ακουστώ ότι προσπαθώ να προωθήσω τη δουλειά μου, θα ήθελα να ξεκαθαρίσω κάτι σχετικά με την ερώτηση που μου κάνουν όλοι όσοι μπαίνουν στο μαγαζί: «Τί μπορεί να γίνει; Ποιό είναι το σχέδιό μας;» Κι έχω ένα εκατομμύριο σχέδια, αρκεί να πάρω τις απαραίτητες πληροφορίες, γιατί ακόμα περιμένω τα επίσημα έγγραφα που αποδεικνύουν πως το κτίριο πρόκειται να πωληθεί. Δεν μπορώ λοιπόν να ζητάω από τον κόσμο χρήματα, παρά μόνο όταν θα έχω τις αποδείξεις ότι τα χρειάζομαι πραγματικά. Και το μόνο που έχω στα χέρια μου αυτή τη στιγμή είναι λόγια. Και χωρίς καμία παρεξήγηση για τους Έλληνες, τους οποίους αγαπάω πάρα πολύ, αλλά όλοι ξέρουμε πως τόσο στην Ελλάδα όσο και παγκοσμίως κανένας δεν λέει όλη την αλήθεια, όταν πρόκειται για δουλειές και χρηματικές συναλλαγές. Έχω λοιπόν την ιστορία μου, όσα μου είπε ο ιδιοκτήτης του κτιρίου κι όσα μου είπε ο κτηματομεσίτης. Ό,τι άλλο ξέρω το έχω μάθει μέσω τρίτων και ξέρω πως η μόνη πληροφορία που έχω σίγουρα είναι πως το συμβόλαιό μου λήγει στις 20 Οκτωβρίου. Αυτές είναι όλες οι αποδείξεις που έχω μέχρι στιγμής. Χρειάζομαι περισσότερα, μα αυτό που θέλω πάνω απ'όλα άμεσα είναι πληροφορίες κι έπειτα χρειάζομαι ιδέες. Οποιοσδήποτε λοιπόν μπορεί να με βοηθήσει, με το να συλλέξω πληροφορίες και ιδέες ή έστω να διαδώσει παντού το ζήτημα αυτό. Θα μιλήσω με οποιονδήποτε για όσο χρόνο χρειαστεί. Αλλά τώρα είμαι σε φάση αναμονής, ναι, εξακολουθεί να υπάρχει το ενδεχόμενο να κλείσω στις 20 Οκτωβρίου και να περάσω το χειμώνα μου αποσυναρμολογώντας τα ράφια. Αυτή τη στιγμή χρειάζομαι τη γνώση, για να υπάρξει η κατάλληλη δράση. Κι αυτό είναι που με σκοτώνει. Δεν είναι τόσο το ναι ή το όχι, αλλά η αβεβαιότητα. Τί θα συμβεί αύριο. Η πρώτη λέξη που έμαθα στα ελληνικά, το «αύριο». Είναι αυτή η σημαντική λέξη που πρέπει να γνωρίζεις και έπειτα από έντεκα χρόνια είναι το μοναδικό που έχω. Δεν μπορώ να σχεδιάσω τη ζωή μου, επειδή πρέπει να περιμένω μέχρι αύριο. Επειδή ακόμα και τότε, θα μου πουν αύριο, ή μεθαύριο, ή ότι πάμε σε εκλογές, ή ότι ο πατέρας μου αρρώστησε, ή ότι το τηλέφωνο χάλασε, ή ότι το αρμόδιο γραφείο δεν λειτουργεί, γι'αυτό να περιμένω ακόμα μια μέρα. Κι αυτό συμβαίνει από τις 26 Μαΐου, οπότε και ο ιδιοκτήτης ήρθε και μου είπε πως έχω δύο εβδομάδες προθεσμία για να μαζέψω τα πράγματά μου, αλλιώς θα στείλει τους δικηγόρους, οι οποίοι θα έχουν τα απαραίτητα έγγραφα με την εντολή έξωσης. Έχουμε μπει στον Οκτώβριο και δεν υπάρχει απτή απόδειξη πως οτιδήποτε έχει αλλάξει από τις 26 Μαΐου και τούδε. Το μόνο που έχω είναι λόγια. Ζούμε με βάση τα λόγια, πεθαίνουμε με βάση τα λόγια, φίλε. Τέλος!
Όταν ανέβηκα στην ταράτσα το μόνο που αντίκρυσα ήταν μία γατούλα που άραζε… και μια υπέροχη θέα! Και απλά δεν ήθελα να φύγω…
Συνέντευξη: Ελένη Μαρκ
Φωτογραφία: Ελένη Μαρκ