Scroll Top

Λόγος + Τέχνη

Δέκα Χρόνια Μετά

feature_img__deka-xronia-meta
Τη μέρα που θα σου διαγνώσουν καρκίνο, πολλές φορές την θεωρείς σημείο μηδέν. Σημείο που αλλάζουν δεδομένα, σημείο που έχεις ως αναφορά τα επόμενα χρόνια.

Βιοψία τραχηλικού λεμφαδένα. Ξαπλωμένος στο πλάι, στο στενό χειρουργικό τραπέζι. Δεν βλέπω, αλλά νιώθω πολλές ματωμένες γάζες να μπαινοβγαίνουν στο λαιμό μου. Αφού με ράψανε, μου δώσανε τον λεμφαδένα μέσα σε ένα αποστειρωμένο κυπελάκι για ούρα. Έπρεπε να τον δώσω για βιοψία. Τον ένιωθα ζεστό, ζωντανό. Ακόμα έχω το σημάδι από την τομή, δέκα χρόνια μετά.

Βιοψία μυελού. Ο συγκεκριμένος γιατρός το κάνει για πρώτη φορά. Τα χέρια του τρέμουν, το εργαλείο που είναι σαν τιρμπουσόν, το νιώθεις να μπαίνει απίστευτα επώδυνα μέχρι το μεδούλι σου. Κυριολεκτικά. Αυτό διαρκεί μερικά δευτερόλεπτα, αλλά μοιάζουν με αιώνα. Το θυμάμαι σαν τώρα και πονάω, δέκα χρόνια μετά. 

Πρώτη χημειοθεραπεία. Οι οροί είναι χρωματιστοί. Πορτοκαλί. Ντάξει, δεν είναι τόσο άσχημα σκέφτομαι. Δεν έλεγα το ίδιο στις τελευταίες. Πάντα η ίδια διαδικασία: Το μαρτύριο της σταγόνας, τσούξιμο στη φλέβα, οι ίδιες βαρετές και στενόχωρες κουβέντες. Φάτσες με μάσκες παντού. Στο τέλος, σταμάτησα να κουβεντιάζω με τους μίζερους. Καμιά φορά, βρισκόταν και κανένας ενδιαφέρων άνθρωπος και λέγαμε για όλα τα καλά. Γκόμενες, μηχανές, φωτογραφία. Έστω και αν μας επιτρέπανε να κάνουμε ελάχιστα από αυτά. Δέκα χρόνια μετά, ακόμα ανακατεύομαι και οι φλέβες μου είναι καμένες σε ένα σημείο. 

Πρώτη αξονική. Είσαι ξάπλα, το μηχάνημα «περνάει» από πάνω σου και σε «διαβάζει». Μπαίνει το σκιαγραφικό στη φλέβα. Θέλω να ξεράσω, νιώθω τα σωθικά μου να καίνε. Δυο μέρες μετά, διαβάζω τα αποτελέσματα. Λέμφωμα με επέκταση στο μεσοθωράκιο. Μερικές αξονικές ακόμα και ειχε υποτροπιάσει. Οι επόμενες, πολλές αξονικές, κάτω από τη λέξη ‘διάγνωση’, δεν έγραφαν την υπέροχη φράση ‘κατά φύσιν’, που σημαίνει ότι όλα είναι φυσιολογικά, υγιή. Είχανε πολλές λέξεις. Πέθαινα κάθε φορά που τις διάβαζα. Το ίδιο και τώρα, δέκα χρόνια μετά. Όποτε διαβάσω πόρισμα απεικόνισης, φοβάμαι ότι θα μου φύγει άλλη μία ζωή, από αυτές που έχουν οι γάτες, τις πολλές.

Εισαγωγή στην Κτηνιατρική Σχολή λόγω ασθενείας. Όνειρο καλά κρυμμένο, μένει στάσιμο. Μόνο ένα εξάμηνο παρακολούθησης. Μετά παύση. Υποτροπή του λεμφώματος. Κι άλλες χημειοθεραπείες. Δέκα χρόνια μετά, ακόμα θυμάμαι πόση θλίψη ένιωθα να με βλέπω να χάνω το ένα εξάμηνο πίσω από το άλλο. 

Τοποθέτηση καθετήρα Χίκμαν. Πάλι στο πλάι. Κι αυτό το χειρουργικό τραπέζι είναι στενό. Ο χειρουργός μαλάκας. «Μην κινείσαι», μου κάνει τσατισμένος, «θα μου φύγει ο καθετήρας και θα πάθεις πνευμοθώρακα». Λίγα βασανιστικά λεπτά μετά, είχα κάτι σωληνάκια να κρέμονται από το σουβλισμένο μου δέρμα στο στήθος. Τουλάχιστον γλύτωσα το τρύπημα για τους ορούς. Δέκα χρόνια μετά, ακόμα έχω τα σημάδια. Ο καθετήρας αποφάσισε να πέσει μια μέρα στον δρόμο, αφού σπάσανε και τα τελευταία ράμματα, πριν τελειώσω τις θεραπείες. 

Αυτόλογη μεταμόσχευση μυελού των οστών. Εικοσιμία μέρες στο ίδιο δωμάτιο. Στο ίδιο αποστειρωμένο δωμάτιο με σταθερή θερμοκρασία. Επισκέψεις μόνο από γονείς, ένα άτομο τη μέρα, μόνο για μια ώρα. Βολικό αυτό. Τις πρώτες μέρες έφαγα μόνο μια φρυγανιά. Στον ύπνο μου έβλεπα φασολάδα με λουκάνικα. Μετά μου βάλανε παρεντερική θρέψη. Ύπνος πολύς. Τη μέρα που μου «βάζανε» τα κύτταρα (δε θυμάμαι πότε ακριβώς ήτανε, Πάσχα, κάπου πριν από 8-9 χρόνια)… κόντεψα να πω στον διευθυντή του νοσοκομείου που είχε έρθει για επίσκεψη «ποιος μαλάκας είσαι συ», γιατί μου είχαν δώσει ηρεμιστικά/ναρκωτικά, ώστε να δεχτώ τα καινούρια κύτταρα εύκολα. Δέκα χρόνια σχεδόν μετά, μου αρέσουν όλα τα καιρικά φαινόμενα. Ακόμα και στο αυτοκίνητο, πολλές φορές, οδηγώ με ανοιχτά παράθυρα.

Μοναξιά. Φίλοι και οικογένεια δίπλα, αλλά πάντα μόνος. Σχέσεις ανύπαρκτες. Καρκίνος και έρωτες δεν πάνε μαζί. Σπουδές και καρκίνος δεν πάνε μαζί. Πρόοδος και καρκίνος δεν πάνε μαζί. Παύση μεγάλη. Δέκα χρόνια μετά, και αυτή η περίοδος μου φαίνεται σα μια τεράστια μαύρη τρύπα.

Άσηπτη νέκρωση των κεφαλών των μηριαίων. Δηλαδή κατεστραμμένα ισχία. Περπάτημα με μπαστούνι. Για πολύ μικρές αποστάσεις. Κάπου εδώ σβήνει και το όνειρο να καβαλήσω μηχανή. Χειρουργείο για ολική αρθροπλαστική. Δυο φορές, μια σε κάθε πόδι. Τεράστιες τομές. Πόνος πολύς. Αρκετή πατερίτσα. Πολύ άγχος. Αρθρώσεις από κεραμικό και τιτάνιο. Κάποια στιγμή θα χαλάσουν κι αυτές, αλλά λογικά θα μετρήσουν αρκετά χρόνια. Άγνωστο πόσο. Τέρμα το τρέξιμο, μόνο περπάτημα. Όνειρα ξανά για μηχανή που πνίγονται από κατακραυγή των οικείων. Κι όμως, όταν φανταζόμουν να οδηγάω μοτοσυκλέτα, η ψυχή μου ηρεμούσε. Φταίει το ότι σχεδόν γεννήθηκα πάνω σε μια τέτοια. Δέκα χρόνια μετά και σίγουρα θα εκτιμώ ακόμα το περπάτημα. 

Δέκα χρόνια μετά. Λιακάδα. Είναι Κυριακή. Ξεκούραση από τη δουλειά στο κτηνιατρείο. Μας ξυπνάνε τα σκυλιά της. Ελάχιστος ύπνος, αλλά σήμερα μπήκε η άνοιξη. Είχε πολλά χρόνια να έρθει.

Βάζει μπότες, δερμάτινο μπουφάν. Βάζω και ‘γω το δικό μου, ανεβαίνω στη μηχανή. Είναι παλιά, αλλά αντέχει ακόμα. Τη βάζω μπροστά, το μοτέρ γουργουρίζει. Είμαι σίγουρος ότι είναι χαρούμενη και ας είναι από μέταλλο.

Η φωνή της πίσω μου, μου λέει: «Ανεβαίνω». Κάθεται και ‘κείνη, η μηχανή χαμηλώνει λιγάκι, όλα έτοιμα. Κλείνω το στάντ. Ακούγεται ο γνώριμος μεταλλικός ήχος, καθώς κλείνει. Βάζω πρώτη στο κιβώτιο. Κλακ.

«Έτοιμη»; της κάνω μέσα από το κράνος. «Ναι», μου κάνει με ένα νεύμα. Ανοίγω το γκάζι και η δίτροχη καλή μου φίλη, ρολάρει αβίαστα. Η Αθήνα ακόμα κοιμάται. Ο αέρας μου χαϊδεύει το πρόσωπο, εκείνη πολύ τρυφερά τη μέση. Σφίγγεται λίγο περισσότερο πάνω μου, καθώς τα χιλιόμετρα ανεβαίνουν. Φάνηκε και η θάλασσα. Μύρισε και ιώδιο. 

Το χαμόγελο στο πρόσωπο μου έχει γίνει πολύ συχνό. Τα πνευμόνια μου προσπαθούν να γεμίσουν καθαρό αέρα. Το μυαλό μου προσπαθεί να συνηθίσει την ευδαιμονία της στιγμής. Πάει πολύς καιρός που την περίμενε και τώρα δεν το πιστεύει. Εκείνη νιώθει τις βαθιές μου ανάσες, έχει κολλήσει πάνω μου. 

Δέκα χρόνια μετά, αυτήν τη Κυριακή, βρέθηκα εδώ με τη Σοφία, για να πάμε βόλτα με τη μηχανή. 

1
Μοιράσου το