Θωμάς Λιούτας / About Author
Αποφοίτησε προσφάτως από την σχολή καλών τεχνών της Θεσσαλονίκης και προσπαθεί να ζωγραφίσει, να γράψει και να διαβάσει. Ο χρόνος θα δείξει αν θα καταφέρει κάποιο από τα τρία.
Γεννημένος στις 12 Δεκεμβρίου 1863 στη Νορβηγία, σε μία μικροαστική οικογένεια με 5 παιδιά, πέρασε τα παιδικά του χρόνια σε ιδιαίτερα τραυματικές συνθήκες. Σε μικρή ηλικία έχασε τη μητέρα του από φυματίωση καθώς και τη μεγαλύτερη αδερφή του, στην οποία είχε ιδιαίτερη συμπάθεια. Ο ίδιος συχνά ασθενούσε στη διάρκεια του χειμώνα, και το σχέδιο αποτελούσε τη μοναδική ασχολία του στον χρόνο που περνούσε κλεισμένος στο σπίτι. Παράλληλα, η σχέση του με τον πατέρα του ήταν μάλλον προβληματική, καθώς ήταν ένας μανιωδώς θρησκευόμενος, αυστηρός και συχνά βάναυσος άνθρωπος, παρουσιάζοντας δείγματα ψυχασθένειας στη βίαιη συμπεριφορά του. Αυτό το περιβάλλον έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ιδιαίτερα συναισθηματική έκφραση που ανέπτυξε στην τέχνη, εκφράζοντας με ένταση τον πόνο και τη θλίψη που βίωνε συνεχώς από μικρή ηλικία.
Μέσω των παραπάνω συνθηκών, η εικαστική έκφραση του Munch πήρε την εικόνα που γνωρίζουμε σήμερα. Χαρακτηριστικό δείγμα της μεγάλης εικαστική παραγωγής του είναι το γνωστό σε όλους “The Scream”, έργο που έχει μείνει στην ιστορία και έχει σχεδόν ταυτιστεί με την έννοια της απόγνωσης. Είναι μία αποτύπωση του ενδόμυχου βασανισμού και της υπαρξιακής αγωνίας που κυριεύει τον άνθρωπο, μία ζωγραφική απεικόνιση που έχει όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του εξπρεσιονισμού. Αξιοσημείωτο βέβαια είναι ότι χρονολογείται δύο δεκαετίες πριν την έναρξη του κινήματος, καθώς το έργο φιλοτεχνήθηκε το 1893 (η πρώτη εκδοχή του), ενώ ο εξπρεσιονισμός άνθισε μετά το 1910. Αυτό από μόνο του αποτελεί απόδειξη για τη σημαντική επιρροή του Munch στην εξέλιξη των κινημάτων του 20ού αιώνα.
Παρότι το “The Scream” αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό δείγμα του έργου του, η εικαστική παραγωγή του Munch είναι εκτενέστατη, περιλαμβάνοντας πολλά –εξίσου σημαντικά– έργα, που βρίσκονται σε περίοπτη θέση σε μουσεία και συλλογές όλου του κόσμου. Το πιο συνηθισμένο μοτίβο στα έργα του αφορά συγγενικά ζητήματα με το “The Scream”, επικεντρώνεται δηλαδή στο ψυχολογικό υπόβαθρο των εικονιζόμενων προσώπων. Αυτή η θεματολογία που χαρακτηρίζει το έργο του Munch είναι αποτέλεσμα όχι μόνο προσωπικών βιωμάτων αλλά και πολύχρονης μελέτης της τέχνης. Συγκεκριμένα, είναι συχνό φαινόμενο στην πορεία του να επαναλαμβάνει έργα τόσο για εμπορικούς σκοπούς όσο και για να προχωρήσει βαθύτερα ως προς την απεικόνιση των ιδεών του.
Αντιμέτωπος με τα έργα του, ο θεατής γίνεται άμεσος συμμέτοχος αυτών των σκηνών, ένας παρατηρητής στον οποίο συχνά τα εικονιζόμενα πρόσωπα απευθύνονται. Είναι συχνό φαινόμενο οι μορφές στα έργα του Munch να κοιτάνε ευθεία μπροστά, εκτός του καμβά, επικοινωνώντας άμεσα με τον θεατή, εισάγοντάς τον στον κόσμο της θνησιμότητας και του πόνου. Αυτό είναι ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ζωγραφικής του Munch: καλεί τον θεατή να συνδιαλεχθεί με το έργο, ανάγοντάς τον σε έναν ιδιότυπο ψυχολόγο, που βλέπει τους ασθενείς και προσπαθεί να κατανοήσει το βάθος του προβλήματος. Έτσι, στα έργα αυτά, όπου εκ πρώτης όψεως κυριαρχεί η αρρώστια και ο σωματικός πόνος, αυτό που σχεδόν πάντα προβάλλεται κεντρικά από τον δημιουργό είναι οι βαρύτατες ψυχολογικές προεκτάσεις των θλιβερών καταστάσεων.
Η πρωτοποριακή ματιά του Munch αποτελεί και τον λόγο που κατέχει τόσο υψηλή θέση στο διεθνές στερέωμα της τέχνης, αποτελώντας πηγή έμπνευσης για πολλούς καλλιτέχνες της εποχής του και για αμέτρητους άλλους που γνώρισαν τη ζωγραφική του μετά τον θάνατό του το 1944.