A Separation, του Asghar Farhadi
Ήδη από τις πρώτες μέρες υπάρχουν παρεξηγήσεις και αντιδικίες, ενώ ένας φαύλος κύκλος ψεμάτων γιγαντώνεται ανεξέλεγκτα. Ωστόσο, η πλοκή «ξεγλιστρά» από τις προσωπικές αντιπαραθέσεις και μέσα από την ανάδειξη μιας πολυτάραχης καθημερινότητας, στηλιτεύει τα σαθρά θεμέλια μιας κοινωνίας που ακροβατεί ανάμεσα στη νεωτερικότητα και την παράδοση. Σήμα κατατεθέν πλέον του σύγχρονου ιρανικού κινηματογράφου, η ταινία κατόρθωσε να αποσπάσει τη Χρυσή Άρκτο καθώς και τα βραβεία αντρικής και γυναικείας ερμηνείας στο φεστιβάλ του Βερολίνου.
Ένας χωρισμός, μια διαδικασία εκ πρώτης όψεως καθημερινή και τετριμμένη, δίνει πάτημα ώστε να ξετυλιχθεί ένα αριστοτεχνικά δομημένο σενάριο, το οποίο με αφοπλιστική αμεσότητα, δίχως ίχνος ωραιοποίησης αλλά ούτε και κατάχρησης του δράματος, αποτυπώνει μια συλλογική αίσθηση αδιεξόδου και ματαιότητας. Ο τίτλος, άλλωστε, διόλου τυχαίος, επιδέχεται πολλαπλές ερμηνείες. Σε πρώτο επίπεδο έχουμε τον χωρισμό του ζευγαριού, την αποκαθήλωση της ιερής οικογένειας, τον κοινωνικό στιγματισμό. Σε δεύτερη ανάγνωση, όμως, παρακολουθούμε τον κατακερματισμό μιας ολόκληρης κοινωνίας. Ο Farhadi, στοχεύοντας στην αισθητική ενός πολυεπίπεδου δράματος, η οποία εσκεμμένα υποκαθιστά μια εξόφθαλμη κοινωνική κριτική, μας προσφέρει μια ενδοσκοπική ματιά στις χρόνιες κοινωνικές παθογένειες της χώρας του. Το αγεφύρωτο ταξικό χάσμα, οι κοινωνικές συγκρούσεις, ο υποβαθμισμένος ρόλος της γυναίκας, οι σχέσεις της θρησκείας με το κράτος, τα παρανοϊκά γραφειοκρατικά κωλύματα, σκιαγραφούνται με μεγάλη διορατικότητα σε ένα τρικυμιώδες δίωρο.
Στην εναρκτήρια σκηνή, ο σκηνοθέτης επιλέγει ευρηματικά να τοποθετήσει το ζευγάρι αντικριστά στους θεατές. Σπάει λοιπόν ο τέταρτος τοίχος, μ΄εμάς να αναλαμβάνουμε τον δύσκολο ρόλο του ενόρκου. Καθώς οι δυο πρωταγωνιστές αντιδικούν για την απόφαση του διαζυγίου, εμείς αμήχανοι αδυνατούμε να πάρουμε θέση, αφού η συμπάθεια που τρέφουμε και για τους δυο είναι εφάμιλλη. Παρακολουθώντας όλο και πιο βαθιά τις ζωές των πρωταγωνιστών, κατανοούμε πως δεν υπάρχει σαφής διαχωρισμός θύτη-θύματος. Όλοι έχουν δίκιο αλλά και άδικο, βιώνοντας ο καθένας το προσωπικό του μαρτύριο. Όλοι βράζουν στο ίδιο καζάνι αγανάκτησης, όλοι νιώθουν εγκλωβισμένοι και καθένας βιώνει τα δικά του ηθικά διλήμματα, με τους θεατές, σαν μέσα από μια κλειδαρότρυπα, να παρακολουθούν το κουβάρι όχι να ξετυλίγεται αλλά να περιπλέκεται όλο και περισσότερο.
Ενώπιον του δικαστή, λοιπόν, η Σιμίν, ερωτηθείσα σχετικά με το μέλλον της κόρης της στο Ιράν, απαντάει πως θα προτιμούσε να μην μεγαλώσει «υπό αυτές τις συνθήκες». Ο δικαστής αποκρίνεται: «Ποιες συνθήκες;». Το πλάνο αίφνης διακόπτεται, η απάντηση αιωρείται, αλλά είναι περιττή. Όλοι γνωρίζουμε τις ανελεύθερες συνθήκες που θα ανάγκαζαν μια μορφωμένη και εύπορη γυναίκα να τραπεί σε αυτοεξορία στην Δύση. Σε μια ιρανική ταινία του '90, η κοινωνική καταπίεση που υφίστανται ακόμη και οι γυναίκες της ανώτερης τάξης θα θιγόταν κατ’ αποκλειστικότητα. Για τον Farhadi όμως αυτό μετατοπίζεται στο βάθος. Στο προσκήνιο τίθεται η χαρτογράφηση των ανθρώπινων παθών και η πολυπλοκότητά τους. Πως οροθετούνται η αλήθεια και το ψέμα, πώς ο εγωισμός δηλητηριάζει τις ανθρώπινες σχέσεις, πως η συναισθηματική αναλγησία χωρίζει και αποξενώνει ανθρώπους που κάποτε αγαπήθηκαν; Πάθη που δεν γνωρίζουν σύνορα και κοινωνικές καταβολές, πάθη αναπόδραστα και άρρητα συνδεδεμένα με τη θνητότητα της ανθρώπινης φύσης.
Κάπως έτσι, επιφυλακτικά, ψύχραιμα, σχεδόν φλεγματικά η κάμερα επωμίζεται τον ρόλο του κοινωνικού παρατηρητή και όχι του σχολιαστή. Ο Farhadi επιλέγει ένα ντοκιμαντερίστικο και μετριοπαθές στιλ με την παντελή απουσία μουσικής επένδυσης να ενισχύει την αποστασιοποιημένη ματιά του σκηνοθέτη. Η ένταση εξάλλου δομείται πίσω από τις βουβές ματιές των χαρακτήρων, ενώ οι μουδιασμένες εκφράσεις τους αποδίδουν την εσωτερική τρικυμία συναισθημάτων και κλιμακώνουν την ήδη φορτισμένη ατμόσφαιρα.
Παρότι ο Farhadi θίγει εκ πρώτης όψεως τα πατροπαράδοτα στεγανά της ιρανικής κοινώνιας, στη συνέχεια το μήνυμά του ξεπερνά τα όρια του εθνογραφικού αφηγήματος και αντηχεί σε παγκόσμια κλίμακα. Άλλωστε μια από τις κυρίαρχες επιρροές του σκηνοθέτη ήταν το θεατρικό έργο του Tennessee Williams «Λεωφορείο ο Πόθος» καθώς και η ομώνυμη ταινία του Elia Kazan. Ο παραλληλισμός των δύο έργων δεν είναι εμφανής, σε μια δεύτερη προσέγγιση, όμως, αποδεικνύεται εύστοχος. Η πολυσύνθετη προσέγγιση των χαρακτήρων, τα στενά οικογενειακά δεσμά, οι βαθιά ριζωμένες φονταμενταλιστικές δομές, οι μικροαστικές βλέψεις και τα ηθικά διλλήματα δεν περιορίζονται μονάχα μέσα στα σύνορα της κάθε χώρας αλλά λαμβάνουν οικουμενικές διαστάσεις. Ο Farhadi μας επιδεικνύει περίτεχνα το πως η συνείδησή μας είναι δέσμια του ιερού τρίπτυχου: κράτος, θρησκεία, οικογένεια – και οι πιθανότητες απόδρασης αποδεικνύονται μηδαμινές. Αυτά καθορίζουν την πίστη μας, τον κοινωνικό μας ρόλο, την κοσμοαντίληψή μας. Ο Farhadi μας δείχνει πως όσο διαφορετικές και να είναι οι κοινωνίες που ζούμε, το ταξικό και πολιτισμικό μας υπόβαθρο, τα δόγματα που πιστεύουμε, όλοι είμαστε άνθρωποι και όλους μας ενώνουν κοινά πάθη.
A Separation, του Asghar Farhadi
<strong style=”line-height: 1.4em;”>Είδος: Δράμα
<strong style=”line-height: 1.4em;”>Διάρκεια: 123'