Θωμάς Λιούτας / About Author
Αποφοίτησε προσφάτως από την σχολή καλών τεχνών της Θεσσαλονίκης και προσπαθεί να ζωγραφίσει, να γράψει και να διαβάσει. Ο χρόνος θα δείξει αν θα καταφέρει κάποιο από τα τρία.
Γεννημένος στις 23 Μαρτίου του 1936 στον Πειραιά, ο Κουνέλλης έζησε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια στη σκιά των τραγικών γεγονότων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και του Ελληνικού Εμφυλίου, που σε μεγάλο βαθμό ισοπέδωσαν την Ελλάδα τη δεκαετία του 40’. Αποφάσισε από νωρίς (1956) να φύγει στη γειτονική Ιταλία και να αναζητήσει μία καλύτερη τύχη, ακολουθώντας παράλληλα τις καλλιτεχνικές τάσεις της χώρας στις εικαστικές τέχνες. Στην απόφαση αυτή συνέβαλλε και η αποτυχημένη προσπάθειά του να φοιτήσει στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, γεγονός που τον πίκρανε τόσο ώστε να διακόψει τη σχέση του με την Ελλάδα για τα επόμενα 20 χρόνια.
Στην Ιταλία θα εισχωρήσει δυναμικά στην εικαστική σκηνή και θα αναδειχθεί σε έναν από τους κυριότερους εκπροσώπους του αμιγώς ιταλικού εικαστικού ρεύματος της Arte Povera, ένα από τα σημαντικότερα κινήματα στην Μεταμοντέρνα Τέχνη που αμφισβητεί το κατεστημένο τόσο κοινωνικά και πολιτικά όσο και εικαστικά, αντανακλώντας τον αναβρασμό και τις ανακατατάξεις της ιταλικής κοινωνίας στις δεκαετίες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μπορεί να γίνει εύκολα ένας παραλληλισμός με τον Ιταλικό Νεορεαλισμό στον κινηματογράφο που εστιάζει επίσης στην κοινωνία της Ιταλίας μετά τον Πόλεμο. Η Arte Povera βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη χρήση αντικειμένων και υλικών τα οποία είναι συχνά ακατέργαστα, απλά και φτωχά (όπως υποδηλώνει και ο τίτλος του κινήματος), μία επιλογή που έχει όχι μόνο φορμαλιστικές αλλά και εννοιολογικές προεκτάσεις.
Στο παραπάνω πλαίσιο εντάχθηκε ο Κουνέλλης και δημιούργησε πολλά έργα με φιλοσοφία άρρηκτα συνδεδεμένη με τις δράσεις της Arte Povera, χρησιμοποιώντας υλικά όπως χώμα, σακιά από λινάτσα και κάρβουνο για να συνθέσει μία νέα πρόταση στα εικαστικά δεδομένα της εποχής. Κάποιοι θα έβρισκαν στη φιλοσοφία του ομοιότητες με τον Αμερικανικό Μινιμαλισμό, ωστόσο είναι ριζικά αντίθετη καθώς δεν έχει εκλεκιστικό χαρακτήρα και είναι απομακρυσμένη από την έμφαση στην τεχνολογία και τη ζωγραφική αντιμετώπιση. Ο καλλιτέχνης αποσκοπεί ουσιαστικά στη δόμηση μίας ολοκληρωμένης εμπειρίας σε τρεις διαστάσεις, εντάσσοντας τον θεατή στην κατασκευασμένη πραγματικότητα μέσω γλυπτικών τεχνικών και προτείνοντας την εικαστική εγκατάσταση ως κύριο μέσο της σύνθεσης των έργων τέχνης. Η αντιμετώπιση αυτή κρύβει πίσω της μία διάθεση έντονα ρεαλιστική, που δεν έχει σχέση με τον ωραιοποιημένο ζωγραφικό ρεαλισμό, αλλά με τον ουσιαστικό ρεαλισμό του υπαρκτού αντικειμένου με το οποίο συνδιαλέγεται ο εικαστικός και ο θεατής.
Η εικαστική γλώσσα του Κουνέλλη είναι πλούσια και χαρακτηρίζεται από έναν συνεχή πειραματισμό σε φόρμες, συνθέσεις και ύλες, με τρόπο που πάντα προκαλεί τον θεατή σε έναν πρωτόγνωρο διάλογο με πολλαπλές αναφορές. Ο άνθρωπος στο έργο του Κουνέλλη είναι στοιχείο κυρίαρχο παρά τη φαινομενική απουσία του, καθώς τα υλικά που χρησιμοποιεί έχουν συχνά αναφορές στη ζωή και την εργασία, ενώ παράλληλα με τη χρήση υφασμάτων και ρούχων ο καλλιτέχνης συνθέτει σκιώδεις υπαινιγμούς μορφών. Πρόκειται για μία αναφορά στην ανθρώπινη ύπαρξη που αποφεύγει την τετριμμένη αναπαράσταση και εστιάζει σε περιφερειακά στοιχεία του ανθρώπου, σκιαγραφώντας τον μέσω της απουσίας του.
Ο Κουνέλλης είναι ο ιθύνων νους και άλλων ρηξικέλευθων εικαστικών προτάσεων όπως η έκθεση ζωντανών αλόγων σε μία γκαλερί της Ιταλίας: ένα εγχείρημα στο οποίο ο καλλιτέχνης παίζει με τα όρια της τέχνης, καταφέρνοντας όμως να εισάγει νέα ζητήματα στο τοπίο των εικαστικών τεχνών και να τραβήξει την προσοχή της παγκόσμιας σκηνής στο πρόσωπό του.
Στη διάρκεια της πολύχρονης καριέρας του ποτέ δεν σταμάτησε να πειραματίζεται και να συλλαμβάνει νέες ιδέες, δοκιμάζοντας στην πορεία πολλαπλές τεχνικές ανεξάρτητες από τις εγκαταστάσεις και τη γλυπτική. Πειραματίστηκε επίσης με τη ζωγραφική και τη χαρακτική, δημιουργώντας μία πολυσύνθετη εικαστική προσωπικότητα που έλαμψε στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Ο Κουνέλλης, όταν επέλεγε να συνθέσει εικόνες στο πλαίσιο ενός επιτοίχιου έργου, ακολουθούσε τις ίδιες αρχές της ελευθερίας των υλικών που τις μετέφραζε σε ελευθερία γραφής, παρουσιάζοντας έργα που είναι φορμαλιστικά αφαιρετικά αλλά και πάλι αποσκοπούν στη σύνθεση μίας ελεύθερης πραγματικότητας, όπως συμβαίνει και με τα έργα του που εκτείνονται στο χώρο. Συμβολισμοί και γραπτός λόγος συνθέτουν τη σκέψη του, ενώ παράλληλα με την επικόλληση εφημερίδων, κειμένων ή ακόμη και αντικειμένων πάνω στον καμβά, δημιουργεί μία νέα πραγματικότητα αυτούσια και αποκομμένη από τον χώρο, που αποκτά νοητές προεκτάσεις.
Ο Κουνέλλης απεβίωσε πρόσφατα, στις 16 Φεβρουαρίου του 2017, αφήνοντας πίσω του μια πλούσια εικαστική κληρονομιά, αποτέλεσμα της πολύχρονης ενασχόλησής του με την τέχνη που τον ανέδειξε σε μία από τις σημαντικότερες καλλιτεχνικές φυσιογνωμίες του 20ού αιώνα. Ένας εικαστικός που διακρίθηκε για τον ατέρμονο πειραματισμό και τη βαθύτατη εννοιολογική του συνέπεια, προτείνοντας πάντα ρηξικέλευθες λύσεις στα ζητήματα με τα οποία ενασχολήθηκε.