Γρηγόρης Αζαριάδης: «Ο συγγραφέας που έχει συγκεκριμένη ιδεολογικοπολιτική άποψη πρέπει να την καταθέτει δημόσια»
Υπόκοσμος, συμβόλαια θανάτου, εκτελεστές-μοναχικοί λύκοι, θηριώδεις εγκληματικές ενέργειες… στο βιβλίο σκιαγραφείται μια πλευρά του κόσμου, άγνωστη για τους περισσότερους. Πως προσεγγίζει ένας συγγραφέας αστυνομικών βιβλίων τέτοια θέματα;
Μερικοί συγγραφείς μέσω αυτού που αποκαλούν «δημιουργική φαντασία» και μόνο. Εγώ προτιμώ να εμπιστευτώ την «εντατική έρευνα». Μιλάω με αστυνομικούς, εγκληματολόγους, ψυχολόγους…μέχρι και με ιατροδικαστή! Όσο κλειστά κι αν είναι λοιπόν τα σκοτεινά κυκλώματα που περιγράφουμε, πάντα υπάρχει η δυνατότητα να αλιεύσουμε όσες περισσότερες πραγματικές λεπτομέρειες μπορούμε. Κατά την ταπεινή μου άποψη, μόνο με αυτό τον τρόπο διασφαλίζεται ο μεγαλύτερος δυνατός ρεαλισμός των αστυνομικών μυθιστορημάτων.
Η κόρη της οικογένειας αποφασίζει να ενεργήσει αυτόνομα για να τιμωρήσει τους δολοφόνους. Από την άλλη μεριά η αστυνόμος Τρύπη προσπαθεί να αποδώσει δικαιοσύνη βάσει του νόμου. Πιστεύετε πως η ψυχολογική ανάγκη για εκδίκηση και κατ’ επέκταση η αυτοδικία είναι κάποιες φορές μονόδρομος;
Τι ρωτάτε τώρα έναν θαυμαστή του έργου του Clint Eastwood, που έχει αναδείξει το θέμα σε πολλές ταινίες του... Η απάντηση προφανώς είναι δύσκολη. Το θέμα είναι πολύ προσωπικό και διαφορετικές είναι οι αντιδράσεις κάθε ανθρώπου. Όμως αν διαβάσετε προσεκτικά το κείμενο, θα δείτε ότι η ηρωίδα, η Σοφία Μαυρονικόλα, επικαλούμενη την τραγική Ηλέκτρα μάλιστα, κλίνει προς την αυτοδικία επειδή δεν εμπιστεύεται σε κανένα βαθμό την αστική δικαιοσύνη. Θεωρεί ότι η τιμωρία που θα επιβληθεί στους δολοφόνους της οικογένειάς της είναι πολύ επιεικής, δεδομένης της φύσης του αποτροπιαστικού εγκλήματος.
Οι Σκανδιναβοί κρατούν τα σκήπτρα της αστυνομικής λογοτεχνίας τα τελευταία χρόνια. Κάπου διάβασα σχόλιο ενός κριτικού που αναφέρει ότι ο «Σκοτεινός Λαβύρινθος» είναι «το πιο «σκανδιναβικό» αστυνομικό μυθιστόρημα Έλληνα συγγραφέα που έχω διαβάσει». Ποια είναι η γνώμη σας;
Θα συμφωνήσω! Η πρόθεσή μου ήταν να δείξω ότι και οι Έλληνες συγγραφείς του αστυνομικού, που είναι πολύ αξιόλογοι, μπορούν να γράψουν ένα ποιοτικό ευρωπαϊκό αστυνομικό μυθιστόρημα. Αυτό που θα αποκαλούσα ελληνικοευρωπαϊκό αστυνομικό μυθιστόρημα, με την έννοια ότι δεν θα υπολείπεται σχεδόν σε κανένα σημείο των αντίστοιχων Ευρωπαίων συναδέλφων. Επέλεξα τη σκανδιναβική σχολή, γιατί όπως κι εσείς αναφέρατε είναι η πιο επιτυχημένη εμπορικά στην εποχή μας. Και το τεστ προς τους Έλληνες αναγνώστες ήταν «αν κρύψετε το όνομα του συγγραφέα και διαβάσετε το βιβλίο, πείτε μας σε τι υστερεί από τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών ή συγκεκριμένα των σκανδιναβικών». Κατ’ αυτή την έννοια, η πρόθεσή μου ήταν να είναι ο «Σκοτεινός λαβύρινθος», το τέταρτο βιβλίο μου, ένα σκανδιναβικού τύπου μυθιστόρημα, που όμως θα διατηρούσε την ελληνικότητα του δημιουργού του. Από πλευράς ύφους, γλώσσας και γενικότερα «λογοτεχνικότητας».
Γυναίκες κρατούν τους πρωταγωνιστικούς ρόλους στην ιστορία. Ποιο είναι το σκεπτικό πίσω από αυτήν σας την επιλογή;
Κλασική ερώτηση των περισσότερων αναγνωστριών μου… Στον «Σκοτεινό λαβύρινθο» μάλιστα το κακό έχει παραγίνει! Εκτός της μόνιμης αστυνόμου Τρύπη, εδώ έχουμε και την εκδικήτρια γυναίκα, τη Σοφία. Στο μυαλό μου ο λόγος είναι απλός. Φόρος τιμής στο γυναικείο φύλο! Τόσο απλά… Πιστεύω ότι οι γυναίκες είναι πιο πολυσύνθετα όντα από τους άντρες, πιο δυνατοί χαρακτήρες, που μπορούν να αγωνίζονται και να επιβάλλουν την προσωπικότητά τους. Κατ’ αυτή την έννοια, παρουσιάζουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον όταν προσπαθείς να περιγράψεις τη συναισθηματική και ψυχολογική κατάστασή τους κάθε στιγμή. Επιπλέον, διακρίνονται σε οποιοδήποτε επάγγελμα απασχολούνται. Ήδη, ο σύμβουλός μου αστυνόμος Κ.Χ. με μεγάλη του χαρά με ενημέρωσε ότι στο περίφημο Τμήμα Εγκλημάτων κατά Ζωής υπάρχουν δύο γυναίκες υπαστυνόμοι.
Η ιστορία λαμβάνει χώρα στη σημερινή Αθήνα, και καθώς διαδραματίζονται τα γεγονότα, παράλληλα σκιαγραφούνται εικόνες μιας πόλης βασανισμένης – ο αναγνώστης έρχεται αντιμέτωπος με καθημερινές σκηνές μίας πόλης που βρίσκεται σε τέλμα, μίας πόλης σχεδόν εγκαταλελειμμένης. Οι αναφορές στα κακώς κείμενα της κοινωνίας μας είναι συχνές. Χρησιμοποιείτε τη λογοτεχνία ως όχημα κριτικής ή εξυπηρετεί άλλους σκοπούς η προσέγγισή σας;
Η Αθήνα είναι μια ιδιαίτερη ιστορία για μένα. Άλλωστε είναι κι αυτή μια γυναίκα… Εδώ γεννήθηκα, εδώ έχω ζήσει όλα μου τα χρόνια. Μας συνδέει μια υπέροχη σχέση αγάπης-μίσους. Μια ερωτική σχέση διαχρονικά πολύ ευμετάβλητη. Έτσι τη βλέπω, έτσι την περιγράφω στα βιβλία μου. Όσο για τα σχόλια και τις αναφορές στα σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα έχετε δίκιο. Η άποψή μου είναι ότι ο συγγραφέας που γράφει αστυνομικό πρέπει να τολμάει να φωτογραφίζει την κοινωνική πραγματικότητα, μέσα από τα μάτια των ηρώων του. Κι ακόμα περισσότερο, ο συγγραφέας που έχει συγκεκριμένη ιδεολογικοπολιτική άποψη πρέπει να την καταθέτει δημόσια. Όταν η αστυνόμος Τρύπη φεύγει από τη ΓΑΔΑ και κατευθύνεται στο κέντρο, βλέπει στη διαδρομή μετανάστες, άνεργους, επαίτες, ναρκομανείς, κάποιους να κοιμούνται στον δρόμο σε χαρτόκουτα…Ε, αυτά τα πράγματα πρέπει να τα γράψεις. Άλλωστε, είναι μια σκληρή πραγματικότητα, που οι περισσότεροι από εμάς βιώνουν σε καθημερινή βάση.
Ως προς τις τεχνικές της αφήγησης ο χρόνος αλλάζει συχνά από τον ενεστώτα στον μέλλοντα (με εξαίρεση τα αποσπάσματα που αφηγητής είναι η κόρη της οικογένειας). Πως λειτουργεί αυτή η αλλαγή του χρόνου στην αφήγηση;
Σχεδόν αποκλειστικά ο χρόνος αφήγησης του μυθιστορήματος είναι ο ενεστώτας. Είναι ένα πείραμα υψηλής επικινδυνότητας, που χρησιμοποιώ για πρώτη φορά σε μυθιστόρημά μου, στον «Σκοτεινό λαβύρινθο». Το σκεπτικό είναι να δώσω την αίσθηση της αμεσότητας, του «συμβαίνει τώρα». Δείτε τη διαφορά στις δύο φράσεις που ακολουθούν. «Έβγαλε το όπλο και τον πυροβόλησε» η πρώτη. «Βγάζει το όπλο και τον πυροβολεί» η δεύτερη. Συμβαίνει τώρα, μπροστά στα μάτια μας. Ο συγγραφέας σε τραβάει από το μανίκι και σε αναγκάζει να το παρακολουθήσεις σε ζωντανή μετάδοση. Νομίζω ότι είναι πολύ πιο ζωντανό. Ο μέλλοντας είναι σε δεύτερο φόντο και χρησιμοποιείται περιορισμένα και περισσότερο σαν πρόβλεψη περιγραφής μελλοντικών δραστηριοτήτων. Όσο για τις σκέψεις της ηρωίδας είναι όντως παρελθοντικές, δεδομένου ότι πρέπει να δοθεί έμφαση στα γεγονότα που βίωσε κι επηρεάζουν τη διαμόρφωση της ψυχολογίας της.
Γιατί διαλέξατε τη συγγραφή αστυνομικών βιβλίων; Ήταν θέμα επιλογής ή για εσάς αποτελεί μονόδρομο;
Όταν έμεινα άνεργος το 2010, θύμα κι εγώ της οικονομικής κρίσης, έπρεπε κάπου να διοχετεύσω το πλεόνασμα της δημιουργικότητας και της ενέργειας, που πίστευα ότι ακόμη διέθετα. Έχοντας διαβάσει πάνω από 1.500 αστυνομικά μυθιστορήματα κι έχοντας ένα ολοκληρωμένο στο συρτάρι μου από το 1977(!), αποφάσισα ότι το καλύτερο που είχα να κάνω ήταν να δοκιμάσω να το επικαιροποιήσω και να ψάξω για εκδότη. Στάθηκα τυχερός μιας κι ο Σ.Γαβριηλίδης πίστεψε ότι άξιζε τον κόπο. Ήταν σαφώς τελικά θέμα επιλογής. Και κατέληξε θέμα διαστροφής.
Ποιο θεωρείτε ως το απόλυτο αστυνομικό μυθιστόρημα; Μπορείτε να μας αναφέρετε 5 αστυνομικά βιβλία που θα συστήνατε σε έναν ανίδεο –ως προς αυτού του είδους τη λογοτεχνία- αναγνώστη;
Το απόλυτο μυθιστόρημα που θα συνιστούσα είναι «Η πρηνής θέση του σκοπευτή» του Jean-Patrick Manchette, του πρωτοπόρου του γαλλικού neopolar. Μετά, ένα του Raymond Chandler, ας πούμε το «Αντίο γλυκιά μου» ή τον «Μεγάλο αποχαιρετισμό». Ένα του James Ellroy, μάλλον τη «Μαύρη ντάλια». Ένα του Henning Mankell, μάλλον το «Ένα βήμα πίσω». Την τριλογία του Leif Persson για τη δολοφονία του Πάλμε. Κι ένα οποιοδήποτε του σουηδικού ζεύγους Sjöwall – Wahlöö.
Αλλάξατε εκδοτική στέγη. Πως σας φαίνεται η νέα σας συνεργασία;
Ο προηγούμενος εκδοτικός οίκος με βοήθησε να παρουσιαστώ στο αναγνωστικό κοινό. Η συνεργασία μου όμως με το ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ μου έδωσε τη δυνατότητα να απευθυνθώ σε πολύ μεγαλύτερο κοινό. Και φυσικά λόγω των μεγαλύτερων δυνατοτήτων του, μου προσέφερε πολύ μεγαλύτερη υποστήριξη και δημοσιότητα, πράγμα που με κάνει να θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό.
Συνέντευξη: Ελένη Μαρκ
Σκοτεινός Λαβύρινθος, του Γρηγόρη Αζαριάδη
Εκδόσεις Μεταίχμιο
σελ.504