Scroll Top

Auditorium

Κατηγορώ σημαίνει γνωρίζω

feature_img__katigoro-simainei-gnorizo
Το ανθρώπινο μυαλό λειτουργεί σχεδόν πάντα συνειρμικά και λοξοδρομικά. Έτσι αν αυτό το άρθρο οφείλει την ύπαρξή του κάπου, την οφείλει σίγουρα σ’ αυτήν την εγγενή συνήθειά μας (δυσπροσαρμοστικότητα μάλλον) να υπεραναλύουμε, να ανασυνθέτουμε και να συνδέουμε θέματα τελείως ανόμοια μεταξύ τους. Συνηθίζω λοιπόν, στις διάφορες ασχολίες μου, να έχω κάποια μουσική στο χώρο, ανεξαρτήτως αν είμαι προσηλωμένος σ’ αυτήν ή όχι (αρκετά κουλτουριάρικο). Οπότε, όλα ξεκίνησαν από το τραγούδι των Doors “Five to One”, επίλογο στον πιο μελωδικό τους για μένα δίσκο, το “Waiting for the Sun” του 1968. Κι αυτή η μικρή-μικρή κι ασήμαντη θρυαλλίδα εκκίνησε εντός μου έναν καταρράκτη σκέψεων που θα ήθελα να μοιραστώ ώστε να απαλύνω κάπως το υπαρξιακό άγχος.

Κεντρικό θέμα όλου του συλλογισμού υπήρξαν μερικοί συντριπτικοί στίχοι από το εν λόγω ερωτικό εν πολλοίς κομμάτι. “No one here gets out alive…the old get old, and the young get stronger” κραυγάζει σπαρακτικά ο Jim Morrison, και πίσω από τη φαινομενική κρούστα της απαισιοδοξίας και του πεσιμισμού ελλοχεύει η σφοδρή ερωτική επιθυμία για κάποια γυναίκα. Φανερό αυτό. Αλλά δεν μου έφτανε ούτε ο πόθος και τ’ αμείλικτο σεξουαλικό ένστικτο -η σεφερική «παλίμψηστη λιβιδώ»- για να ερμηνεύσω το νόημα των στίχων. Πίστευα πάντα πως η Ποίηση είναι ο πιο προσωπικός μας γρίφος, εκεί όπου ο κάθε στίχος πλάθεται και γεννιέται σε υψηλούς βαθμούς ποιότητας με αποκλειστικό σκοπό να έχει μοναδικό παραλήπτη τον καθένα από εμάς. Και κάπως έτσι, η αντήχηση αυτών των στίχων του Morrison ήρθε και χτύπησε σε κάποιο κιγκλίδωμα εντός μου, ώστε να συνταιριάξει και να βρει εξήγηση μέσα από ένα μικρό απόσπασμα του Ρένου Αποστολίδη, αυτού του αμφιλεγόμενου και αφοριστικού γίγαντα της Ελληνικής Λογοτεχνίας.

Πρόκειται για ένα αρκετά προσωπικό δοκίμιο από το κατά βάση πολιτικό έργο του Ρένου Αποστολίδη «Κατηγορώ», το οποίο γράφεται και ολοκληρώνεται τη διετία 1964-1965. Εν μέσω πολιτικών αναδομήσεων με επίκεντρο το παλάτι, κοινωνικής αναταραχής και αποστασίας, το απόσπασμα επιχειρεί να παραμερίσει το θόρυβο και να επιδοθεί σε μια εσωστρεφή ανασκόπηση της οικογένειας και του ατόμου. Τίτλος του: «Με τη λάμπα στο κέντρο».

Diego Velázquez “Las Meninas” 1656, Museo del Prado Μαδρίτη

Γράφει λοιπόν: «Συχνά τραγουδούσαμε, το βράδυ γύρω στο τραπέζι οι τέσσερίς μας. Τώρα δεν τραγουδάμε πια. Δεν ξέρω πια κι αν υπάρχουν τραπέζια στα σπίτια που μαζεύουν γύρω τους κανέναν. Προσέξατε λοιπόν τι υποβάλλει η μόδα; Τη διάλυση επιβάλλει, την αποσύνθεση, τον αποκλεισμό της σπιτικής συμπάγειας. Ο πολιτισμός αυτός, της ολοκληρωτικής ισοπεδώσεως, που ξετυλίγεται μ’ άλλα μέσα -φοβερότερα από τις δικτατορίες- σπρώχνει από παντού στη μέγγενη, σε πρέσα ανάλγητη, νέου ρυθμού του κόσμου και γυρεύει αποφασιστικά να σπάσει, να συνθλίψει το μικρό πυρήνα, τον ελάχιστο, που ‘ναι κι η τελευταία αντίσταση. Η αυτόνομη σπείρα του αίματος. Προβλέπεται ένα κεντρικό τραπέζι σε μοντέρνο σπίτι; Προβλέπονται τέσσερις σωστές γωνιές, σωστές πλευρές, ενός ξέθαρρου τετράγωνου στη μέση μεσιανού δωματίου; Έτσι σαν στέρεος τετραγωνικός πεσσός της εστίας, απ’ το θεμέλιο ως το στερέωμα, που αν λείψει πέφτει ο κόσμος; Δεν προβλέπονται. Τα έπιπλα συστέλλονται, αποσύρονται στις άκρες, στο μισόφωτο. Χάνονται για ν’ αφήνουνε στη μέση το κενό, το καθαρό κενό. Φοβούνται να υπάρχουν για εκείνο που πεθαίνει, που εκδιώκεται. Να θυμίζουν πως ο άνθρωπος έχει έδραση. Τα ίδια δεν έχουν πια. Δεν έχουν πόδια, πέλματα, βάσεις στέρεες· σαν βελόνες στέκουν, αόρατες ει δυνατόν. Έδρανα είναι στο κενό, στο διάστημα όπου ο άνθρωπος φεύγει. Όμως εμείς τραγουδούσαμε. Γύρω από ένα τετράγωνο τραπέζι, μ’ ένα φως στη μέση.»

Rembrandt “Family Portrait” 1668, Herzog Anton Ulrich Museum, Braunschweig

Το πρώτο που πρέπει να ξεκαθαρίσουμε, είναι πως το μικρό αυτό δοκίμιο δεν προτίθεται σε καμία περίπτωση να προπαγανδίσει τις αρετές της οικογένειας. Όσο κι αν έτσι φαίνεται, δεν θέλει να διαλαλήσει νεοφιλελεύθερες σκέψεις του συντηρητικού κλάδου περί παραδόσεων, ηθών και εθίμων που μόνο σκοπό έχουν να τονώσουν το αίσθημα ηθικής και ιστορικής καταγωγής των ανθρώπων. Το συγκεκριμένο απόσπασμα έχει πιο ριζικές και μεγαλεπήβολες επιδιώξεις, κι ακόμα κι αν μοιάζει νοηματική ακροβασία, η στόχευσή του συνάδει μέσα μου με τις ιδέες των στίχων του Morrison.

Ο Ρένος Αποστολίδης, στρέφει ευφυέστατα το φακό της προσοχής του στην οικογένεια γιατί αυτή ως θεσμός αποτελεί (προς το παρόν) το στοιχειωδέστερο σύστημα οργάνωσης της κοινωνίας. Η Εκκλησία, οι συνδικαλιστικές και συνεργατικές επαγγελματικές ομάδες, ακόμα και οι εγκληματικές οργανώσεις ή και το Κράτος (από τη Συνθήκη της Βεστφαλίας κι έπειτα) δεν τον ενδιαφέρουν εν προκειμένω ως μορφές οργάνωσης. Πιστεύει ότι ο ίδιος κι ο αναγνώστης θα πρέπει να επικεντρωθούν στην οικογένεια ως ιδέα και σύνολο για έναν και μόνο λόγο. Ώστε να επιτευχθεί σταδιακά μια μετατόπιση προς την ατομική και προσωπική ολοκλήρωση. Οι μικρές, οι απόλυτες μονάδες μπορούν να επιτευχθούν μόνο αν δοκιμάσουμε την προοδευτική απεξάρτησή μας από τις μάζες και τις ομάδες. Για τον Ρένο Αποστολίδη κινητήρια δύναμη της ιστορικής εξέλιξης αποτελεί η συσσώρευση σοφίας και γνώσης, που νομοτελειακά θα μας οδηγήσει στην αυτοπραγμάτωση του ατόμου. Εκεί όπου η στοιχειωδέστερη μορφή οργάνωσης της κοινωνίας θα είναι απλά άτομα που αλληλοεπιδρούν μεταξύ τους. «Τα έπιπλα φοβούνται να υπάρχουν για εκείνο που πεθαίνει, που εκδιώκεται: να θυμίζουν πως ο άνθρωπος έχει έδραση» γράφει. Κι αυτό ακριβώς έχει την ύψιστη σημασία του. Με τον ίδιο τρόπο που ο Morrison γράφει “the young get stronger” ή ακόμα πιο διεξοδικά όπως το γράφει στον «Μικρό Ναυτίλο» ο Ελύτης «μέσα από τους κοινωνικούς αγώνες, τη λαχτάρα για δίκιο και για ελευθερία, το αναπαλλοτρίωτο του ατόμου: μια ευωδία!», έτσι κι ο Ρένος Αποστολίδης μας προετοιμάζει για μια ατομική επανάσταση που πρέπει αναπόφευκτα να συντελεστεί.

Edvard Munch “Ingeron the Beach” 1889, Kunstmuseum, Bergen

Η ατομική αυτή μεταρρύθμιση σημαίνει και προαπαιτεί συνειδητοποίηση και κατανόηση. Αναγνώριση της πολιτισμικής επιπέδωσης, η οποία και με «μέσα φοβερότερα από τις δικτατορίες» επιχειρεί να καταποντίσει του μικρούς πυρήνες αυτοπραγμάτωσης· τις αιτίες να σκεφτόμαστε και να απεγκλωβιζόμαστε από τους πάσης φύσεως κλοιούς. Η οικογένεια δεν μεταφράζεται απαραίτητα σε θεμελιώδη αξία ενός πατερναλιστικού συντηρητισμού. Μπορεί απλά να αποτελεί το σημαντικότερo εργαλείο προς την ατομική επαναστατική συνείδηση. Κι ας μην με χαρακτηρίσουν μαρξιστή ή φεμινιστή που πιστεύω στην ενδοοικογενειακή «πολιτική». 

βενσερέμος κι εις το επανιδείν

~ Κεντρική εικόνα: ''Christina’s World'' του Andrew Wyeth, 1948, Museum of Modern Art, Νέα Υόρκη.

1
Μοιράσου το