Κωσταντής Σταυρόπουλος: O συγγραφέας που διδάσκει μαθηματικά στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα
Ο τίτλος του δεύτερου και πρόσφατού σας μυθιστορήματος είναι «Ο Χορός των Λέμινγκς». Μπορείτε να μας πείτε δύο λόγια για τη σημασία του τίτλου και πώς καταλήξατε σ αυτόν;
Η ιδέα του τίτλου ήρθε ουσιαστικά μαζί με την ιδέα του μυθιστορήματος και κατά ένα μεγάλο βαθμό συνοψίζει και το περιεχόμενό του. Ήθελα να γράψω μια ιστορία που θα παραλλήλιζε τη μυθική συμπεριφορά των τρωκτικών λέμινγκς (που λέγεται πως σε κάποια φάση της ζωής τους οδηγούνται μαζικά στην αυτοκτονία ακολουθώντας μια εσωτερική παρόρμηση), με τη συμπεριφορά ανθρωπίνων ομάδων που οδηγούνται στην καταστροφή ακολουθώντας τυφλά ιδέες και πρόσωπα.
Μέσα στο βιβλίο σας ερχόμαστε αντιμέτωποι με θέματα πιο επίκαιρα από ποτέ όπως το δουλεμπόριο, τον εθνικισμό, το μεταναστευτικό ζήτημα, σ΄ ένα ευρύτερο ίσως πλαίσιο, την εκμετάλλευση του ανθρώπινου πόνου. Τι σας έκανε ν’ ασχοληθείτε με όλα αυτά; Πώς νιώθετε για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα;
Δυστυχώς όλα αυτά μπορεί να απασχολούν την επικαιρότητα με τις δραματικές εξελίξεις των τελευταίων μηνών, αλλά δεν ήταν ποτέ κάτι καινούριο. Πάντα υπήρχαν και πολύ φοβάμαι θα υπάρχουν, όσο είναι ο κόσμος φτιαγμένος με τις βάσεις και τις αξίες που έχει φτιαχτεί. Απλά εμείς στην Ευρώπη ξυπνήσαμε απότομα, όταν στο «παραμύθι» μας μπήκαν οι «δράκοι» που νομίζαμε πως τους κρατάμε μακριά απ’ την καλογυαλισμένη αυλή μας, όσο κι αν είμαστε εμείς υπεύθυνοι για την εξαθλίωση πολλών λαών. Έχοντας την τύχη να ταξιδεύω αρκετά και ζώντας τα τελευταία χρόνια σε διαφορετικές χώρες με πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους, μέσα μου πάντα φάνταζε ως κάτι το αδιανόητο η απαξίωση και ο διαχωρισμός ολόκληρων λαών, αλλά και κοινωνικών ομάδων από άλλους υποτίθεται πιο προνομιούχους ή «καθαρούς». Τώρα γιατί αποφάσισα να μιλήσω γι’ αυτά, ίσως γιατί για μένα η ισότητα των ανθρώπων όποιοι κι αν είναι και όπου κι αν βρίσκονται είναι ο θεμέλιος λίθος μιας υγιούς παγκόσμιας κοινωνίας. Όσο ουτοπικό κι αν είναι αυτό. Απ’ τη σκοπιά μου, όσο μπορώ πάντα θα προσπαθώ να αγωνίζομαι να φωνάζω, αλλά και να γράφω για τέτοια ζητήματα.
Ο ήρωας σας, ο ντετέκτιβ Ντάριο Γκρούμο, πώς «γεννήθηκε»; Βλέπετε γνωρίσματα του εαυτού σας σ’ αυτόν μιας και είναι το λογοτεχνικό σας παιδί;
Ο ήρωας είναι πάντα ένας χαρακτήρας που εξυπηρετεί μια ιστορία. Σε καμία περίπτωση δεν είμαι εγώ. Ίσως σε παρόμοιες καταστάσεις να αντιδρούσα όπως εκείνος ή να ήθελα να μπορούσα να αντιδράσω όπως αυτός. Αλλά όλα αυτά μπλέκονται μέσα στην ροή της αφήγησης και δεν μπορώ να ξεχωρίσω στοιχεία του χαρακτήρα μου. Αυτό που δίνω εγώ είναι η ματιά μου και αυτό ξεχωρίζει όχι μόνο μέσα απ’ τον βασικό ήρωα αλλά από όλους όσους βοηθούν να κυλήσει η ιστορία μου. «Καλούς» και «κακούς».
Αυτή τη στιγμή στον χώρο του βιβλίου παγκοσμίως θα μπορούσαμε να πούμε ότι κυριαρχεί η αστυνομική λογοτεχνία. Παρ’ όλα αυτά, στην Ελλάδα σπάνια συναντούμε συγγραφείς που ασχολούνται με το αστυνομικό μυθιστόρημα. Πώς νιώθετε γι αυτό; Πιστεύετε ότι έχει να κάνει ίσως με την κουλτούρα μας;
Καταρχάς είναι και ο λάθος τίτλος που κατά τη γνώμη μου έχει μπει στη χώρα μας. Σε όλο τον κόσμο τα συγκεκριμένα μυθιστορήματα είναι γνωστά ως «crime novels». Το βασικό στοιχείο είναι πως υπάρχει ένας φόνος και με αυτό το έναυσμα ξεκινά μια ιστορία που μπορεί να είναι καθαρά διαλεύκανση του εγκλήματος είτε να εξελιχθεί σε μια κοινωνικοπολιτική ιστορία. Δυστυχώς στην Ελλάδα έγκλημα ίσον αστυνομία και έτσι έμπλεξε λίγο το πράγμα. Δεν θα έλεγα πως στην Ελλάδα είναι λίγοι που ασχολούνται με το συγκεκριμένο είδος. Ίσως απ’ τη μεριά των αναγνωστών να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Σιγά σιγά όμως βλέπω πως η συγκεκριμένη παγκόσμια λογοτεχνία διαβάζεται όλο και περισσότερο στην χώρα μας, οπότε πιστεύω θα έρθει και η σειρά των Ελλήνων συγγραφέων να διαβαστούν περισσότερο.
Αθηναίος, μαθηματικός, εκπαιδευτικός στη Βεγγάζη της Λιβύης και πλέον κάτοικος του Άμπου Ντάμπι των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Πώς προέκυψε αυτή η πορεία; Η διαμονή σας στη Μέση Ανατολή σας έχει τροφοδοτήσει με έμπνευση στο γράψιμο σας;
Κατά μία έννοια ήταν καθαρή τύχη. Τύχη που κυνήγησα κι εγώ βέβαια όταν μου παρουσιάστηκε η ευκαιρία. Συζητούσαμε από καιρό με τη σύντροφό μου, ως εκπαιδευτικοί και οι δύο, να δουλέψουμε σε κάποια άλλη χώρα, αν και οι δύο δεν αντιμετωπίσαμε πρόβλημα εργασίας πριν φύγουμε. Όταν η επιμελήτρια του πρώτου μου βιβλίου και μετέπειτα καλή μου φίλη, με ενημέρωσε πως έψαχναν στη Βεγγάζη σε ένα διεθνές σχολείο, καθηγητή μαθηματικών και ιστορίας, μας ταίριαζε γάντι και δεν το σκεφτήκαμε περισσότερο, παρόλο που η Λιβύη ήταν ήδη επικίνδυνη χώρα. Εκεί μείναμε έναν χρόνο και εφόσον φύγαμε λόγω της εμπόλεμης κατάστασης με αρκετά περιπετειώδη τρόπο, βρήκαμε δουλειά στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα όπου είμαστε ήδη δύο χρόνια. Η Μέση Ανατολή είναι σίγουρα πηγή έμπνευσης όπως και όλα τα μέρη που έχουμε καταφέρει να επισκεφθούμε ζώντας εδώ, όπως η Ινδία, το Νεπάλ, η Κένυα και πολλά άλλα. Το επόμενο μυθιστόρημα πάντως, που όπως δείχνουν τα πράγματα θα κυκλοφορήσει αρκετά σύντομα, έχει γραφτεί πάνω σε ένα ταξίδι που έκανα με δύο καλούς φίλους στα Βαλκάνια το καλοκαίρι πριν δυο χρόνια.
Μπορείς να μας μεταφέρεις λίγο στην εμπόλεμη Βεγγάζη όπως την έζησες εσύ;
Η Βεγγάζη είναι μια πανέμορφη πόλη με ένα πολύ γραφικό λιμάνι. Δυστυχώς απ' τον Δεκέμβρη του '13 σχεδόν κάθε βράδυ ακούγονταν βομβαρδισμοί που πολλοί απ' αυτούς ήταν πολύ κοντά στο σπίτι μας. Αρκετές ήταν οι φορές που υπήρχε οδηγία να μην κυκλοφορούμε γιατί μαίνονταν εχθροπραξίες και φυσικά δεν είχαμε σχολείο, γιατί δε μπορούσαμε να πάρουμε την ευθύνη να έρθουν παιδιά, βάζοντάς τα σε κίνδυνο. Για μας το να μείνουμε μέσα όμως μερικές φορές ήταν αδύνατο. Έχω βρεθεί σε απόσταση λίγων μέτρων από πυροβολισμούς, όταν ήμουν στο αμάξι με έναν ντόπιο φίλο μου. Έχει τύχει να πρέπει να πάμε στο νοσοκομείο με τη σύντροφό μου και προσπαθώντας, καθώς οδηγούμε, να αποφύγουμε μπλόκα με φωτιές.
Το πιο περίεργο είναι όμως, πως ο περισσότερος κόσμος έχει την εντύπωση πως σε εμπόλεμη κατάσταση νεκρώνουν τα πάντα. Δεν είναι ακριβώς έτσι. Μπορεί σε ένα μέρος να γίνεται χαμός, κατευθείαν όμως μόλις κοπάσουν τα πράγματα οι άνθρωποι πάνε να ψωνίσουν στα σούπερ μάρκετ, πάνε στις δουλειές τους και η ζωή κυλά κανονικά.
Ποια θα έλεγες ότι ήταν η πιο έντονη στιγμή σου μέσα σε όλη αυτή τη δύσκολη εμπειρία της διαμονής σε μία χώρα με εμφύλιο;
Αυτό που μου έχει μείνει είναι πώς φύγαμε στο τέλος του χρόνου. Το διάστημα πριν φύγουμε, άρχισαν και οι αεροπορικές επιδρομές. Τελευταία μέρα πέταξε ένα μαχητικό καμιά διακοσαριά μέτρα πάνω απ' το σχολείο (το νιώσαμε σαν να έγινε σεισμός) και βομβάρδισε ένα στρατόπεδο λιγότερο από χίλια μέτρα μακρυά μας. Έτσι, αφού έμεναν μόνο λίγες μέρες για να τελειώσει η χρονιά και ουσιαστικά μαθήματα δεν γίνονταν, αποφάσισαν να διώξουν τους Ευρωπαίους. Το αεροδρόμιο της Βεγγάζης ήταν κλειστό περίπου έναν μήνα επειδή είχε δεχτεί επίθεση με ρουκέτες. Αναγκαστικά έπρεπε να φύγουμε από το Λάμπρακ, ένα αεροδρόμιο Ανατολικά (προς τη μεριά που τώρα ελέγχει πλήρως το ISIS). Κάναμε τρεις ώρες με αμάξι στο πουθενά. Μας σταμάτησαν άγνωστοι με κουκούλες και καλάσνικοφ τρεις φορές για έλεγχο και ευτυχώς μας άφησαν. Από ‘κει πετάξαμε Τρίπολη. Διανυκτερεύσαμε δυο άτομα μόνα μας εκεί. Το αεροδρόμιο άδειο. Μόνο εμείς, δυο στρατιώτες, ο καντινιέρης και μαυραγορίτες που κάθε λίγο μας ρωτούσαν αν θέλουμε να αλλάξουμε λεφτά. Ευτυχώς όλα πήγαν καλά και το πρωί πετάξαμε για Κωνσταντινούπολη και από ‘κει για Ελλάδα το απόγευμα, μετά από 48 ώρες χωρίς ύπνο.
Μέσα στην ιστορία του βιβλίου περιγράφεται η διαδρομή μας και το αεροδρόμιο ως είχε πριν δυο χρόνια.
Μέσα σε όλον αυτόν τον αναβρασμό και τις εχθροπραξίες εσείς συνεχίσατε την διδασκαλία σε σχολείο. Υπάρχει κάτι που θυμάστε έντονα μέσα από αυτές τις σχολικές αίθουσες;
Eίναι το πόσο εξοικειωμένα ήταν τα παιδιά με την όλη κατάσταση, και το πώς δεν έχαναν το κέφι και το γέλιο τους, παρόλο που βίωναν καθημερινά κοντά τους τον θάνατο. Να φανταστείς μια μέρα έσκασε μια βόμβα στο δίπλα στενό καθώς κάναμε μάθημα, κι ενώ εγώ γύρισα τρομαγμένος να δω αν είναι όλοι καλά, εκείνα γελούσαν και μου λένε «μην ανησυχείτε, έκλασε ο Καρίμ» (ένας συμμαθητής τους). Και συνεχίσαμε σα να μη συνέβη τίποτα.
Aς γυρίσουμε πάλι για λίγο πίσω σ’ εσάς και τη συγγραφή. Ποιές θα λέγατε ότι ήταν οι μεγαλύτερες καλλιτεχνικές σας επιρροές οι οποίες διαμόρφωσαν εν τέλει και το γράψιμό σας (μουσική/κινηματογράφος/λογοτεχνία);
Είναι τόσα πολλά τα πράγματα που έχουν διαμορφώσει τη σκέψη μου και τη ματιά μου από καλλιτεχνικής απόψεως, και μου είναι δύσκολο να ξεχωρίσω κάποια. Μου άρεσε πάντα να διαβάζω πολύ. Αυτό είναι πολύ βασικό, όχι για να προσπαθήσει κανείς να αντιγράψει κάτι που βλέπει, αλλά στο να βρει τα μονοπάτια και τους τρόπους που θα εκφράσει καλύτερα αυτό που έχει μέσα του. Πέρα απ’ τον κινηματογράφο και τη μουσική, έχω την τύχη να έχω πολλούς και καλούς φίλους καλλιτέχνες, ηθοποιούς, μουσικούς σκηνοθέτες, κι έτσι μπορώ να πω πως η ματιά τους και ο λόγος τους ήταν κάτι που με έχει επηρεάσει και καθοδηγήσει αρκετά στο πως βλέπω κι εγώ τα πράγματα σήμερα, και κατ’ επέκταση πως τα εκφράζω μέσα απ’ τα γραπτά μου.
Για το τέλος θα ήθελα, αν αυτό είναι δυνατόν, να μας φτιάξετε το soundtrack για το «O Xoρός των Λέμινγκς». Ποια μουσικά κομμάτια πιστεύετε ότι θα έντυναν καλύτερα το βιβλίο σας;
Κάπως πρόχειρα:
- “Just for a change”, Earthbound
- “Running Wild”, Tindersticks
- “Suckerpunch”, Red Snapper
- “Killing Season”, Mark Lanegan
- “This is your life”, The Dust Brothers
- “Gimme Shelter”, Rolling Stones
- “Deer Dance”, System of a Down
- “Guns of Brixton”, Calexico
- “Blue in Green”, Miles Davis
- «Οι κούφιοι άνθρωποι», Ωχρά Σπειροχαίτη
- “War Pigs”, Black Sabbath
Συνέντευξη: Αλεξία Τζιώγα