Ξορκίζοντας τους δαίμονές μας
Κόβεντρι, δυτικά Μίντλαντς, αγγλική επαρχία στα τέλη της δεκαετίας του ‘60. Εκεί ζει ο Ντέιβιντ, υπάλληλος στο τοπικό μουσείο, ο οποίος έχει μεγάλο πάθος με την αρχειοθέτηση και κυρίως, την προέλευση των πραγμάτων.
Το πάθος του κλονίζεται, όταν μαθαίνει ότι η οικογένεια με την οποία μεγάλωσε δεν είναι η πραγματική του, είναι παιδί που υιοθετήθηκε στο τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, όταν μια Ιρλανδή χωριατοπούλα που βρέθηκε στο Λονδίνο ως υπηρέτρια σε κάποιο πλούσιο σπίτι, έπεσε θύμα εκμετάλλευσης απ' τον κύριό της.
Πολύ μελό ή πολύ κλισέ, ίσως να σκεφτεί κανείς. Το ζητούμενο εδώ, λοιπόν, είναι η μαεστρία, το ταλέντο, η τεχνική του συγγραφέα να μην αφήσει το γραπτό του να βαλτώσει στο προφανές, αλλά να το πάει πιο πέρα. Το μελό, το κλισέ να γίνει η αφορμή να ειπωθεί μια πραγματικά καλή ιστορία.
Η ιστορία του Μακγκρέγκορ θυμίζει οικογενειακό άλμπουμ φωτογραφιών. Από εκείνα που ανοίγεις για λίγο και μένεις να τα χαζεύεις για ώρα, μιας και κάθε φωτογραφία φέρνει στο νου σου αναμνήσεις και σε μεταφέρει έστω και για λίγο στην εποχή, στη στιγμή που τραβήχτηκε η στάση. Οι τίτλοι των κεφαλαίων που παραπέμπουν σε αντικείμενα και χρονολογίες που καλύπτουν κάπου 50 χρόνια αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Και με κάθε σελίδα που γυρίζει, γνωρίζουμε και μια νέα πτυχή του Ντέιβιντ, τους ανθρώπους που τον περιτριγυρίζουν, τις αλληλεπιδράσεις του μαζί τους, έως ότου φτάσουμε στο έτερο μισό του, τη νεαρή Έλινορ, την κοπέλα απ' το Αμπερντίν της Σκωτίας (πιο επαρχία και απ' την επαρχία) με την οποία θα παντρευτεί όντας ερωτευμένος.
Κάπου εδώ βρίσκεται και ο πυρήνας του βιβλίου, οι ανθρώπινες σχέσεις και κατά πόσον αυτές εκπορεύονται από μια γνησιότητα στο συναίσθημα, από μιαν ειλικρίνεια και δεν αποτελούν προϊόν συγκυριών, χρονικών και καταστασιακών, δεν αποτελούν προϊόν κενών στην πορεία της ενηλικίωσης και το κυριότερο, τραυμάτων που δεν επουλώθηκαν ποτέ.
Τα χτυπήματα άρχισαν να πέφτουν βροχή στα μπράτσα, στα πόδια, στο πρόσωπο, το κάθε χτύπημα να μένει μετέωρο σαν ερωτηματικό - σα να ρωτάει, το θέλεις και τούτο κορίτσι μου - και παρότι η Έλινορ είχε σηκωμένα τα χέρια της ψηλά προσπαθώντας να τα εμποδίσει, η Άιβυ ήταν πιο γρήγορη, κατάφερνε να την παρακάμπτει. Δεν υπήρχε λύσσα στη στάση της. Ούτε απώλεια ελέγχου. Το κάθε χτύπημα ήταν προϊόν σκέψης, σκόπευσης, προσεκτικής εκτέλεσης.
Η τραυματική σχέση της Έλινορ με την μητέρα της – πόσες και πόσες γυναίκες δεν πάσχουν απ' το σύνδρομο της κακής σχέσης με την μητέρα τους – θα την οδηγήσει στην αγκαλιά του Ντέιβιντ και στη συνέχεια στην κατάθλιψη. Κανένα τραύμα δεν επουλώνεται καλύπτοντάς το, το αντίθετο μάλιστα, έρχεται και κακοφορμίζει και κάποια στιγμή θα σπάσει και θα τρέξει πύον και αίμα προκαλώντας πόνο, απίστευτο πόνο. Κάπως έτσι οι δαίμονες της Έλινορ θα γίνουν και δαίμονες του Ντέιβιντ, ο οποίος ανήμπορος την παρακολουθεί να βυθίζεται μέρα με τη μέρα στο σκοτεινό πηγάδι της κατάθλιψης, απ' όπου δεν φαίνεται ότι υπάρχει δρόμος διαφυγής.
Διάφανα μπουκαλάκια με σωρούς από χάπια, μια κοινή ζωή που χωρίζεται ξαφνικά στα δύο, ρωγμές παντού, το άγγιγμα μιας άλλης γυναίκας στον ώμο του ηττημένου Ντέιβιντ, όλα ακολουθούν μια μαθηματική ακρίβεια, όλα στοιχειωμένα από μια επαναλαμβανόμενη αλλά και τόσο μοναδική καθημερινότητα μα…
πάντα υπάρχουν τρόποι για να γίνει μια Αρχή.
Άπειροι τρόποι, άπειρες αρχές, αγώνας ξανά και ξανά για εκείνο που αξίζει να κρατηθεί ζωντανό, για τους δαίμονες που πρέπει να ξορκιστούν μια και καλή: το φάντασμα της άγνωστης μητέρας του Ντέιβιντ, το φάντασμα της σκληρής μητέρας της Έλινορ και στο περιθώριο, ο πατέρας – μαριονέτα της Έλινορ, η αποτυχία της Έλινορ να σπουδάσει αυτό που ήθελε, η αδυναμία του Ντέιβιντ να βρει την προέλευσή του, την ταυτότητά του, μικρές, ξεχωριστές, ανθρώπινες αδυναμίες, ανθρώπινες πληγές που μας κάνουν αυτό που είμαστε.
Ευάλωτοι και σκληροί συνάμα.
*Η γραφή του ΜακΓκρέγκορ μου θύμισε σε αρκετά σημεία εκείνη ενός άλλου μεγάλου σύγχρονου βρετανού λογοτέχνη, του Τζόναθαν Κόου. Κόβεντρι – Μπίρμιγχαμ μοιάζουν να' ναι ένα τσιγάρο δρόμος. Η διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι ο ΜακΓκρέγκορ στερείται της πολιτικής χροιάς με την οποία ντύνει τα βιβλία του ο Κόου.
ΤΟΣΟΙ ΚΑΙ ΤΟΣΟΙ ΤΡΟΠΟΙ
ΓΙΑ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΜΙΑ ΑΡΧΗ
του Τζον ΜακΓκρέγκορ
σελ. 417, εκδ. Άγρα
μτφ. Αθηνά Δημητριάδου