Little Scarlet, του Walter Mosley
Γουότς. Γκέτο μαύρων στο Λος Άτζελες εν έτει 1965: «Κάθε ψυχή που θα συναντήσεις [εκεί] έχει απειληθεί και ξυλοκοπηθεί και φυλακιστεί».
Με αφορμή τη σύλληψη ενός μαύρου που οδηγούσε μεθυσμένος, ξεσπάει ένας εμφύλιος πόλεμος, μικρής χωροχρονικά κλίμακας και στη μία εβδομάδα που διαρκεί, σκοτώνονται 34 άνθρωποι, καταστρέφονται εκατοντάδες περιουσίες και ζωές και ελεύθεροι σκοπευτές σκορπίζουν τον τρόμο. Αυτή είναι η ιστορική πραγματικότητα που ο συγγραφέας του βιβλίου, Walter Mosley, βίωσε στην ηλικία των 13 ετών. Στο “Little Scarlet”, σε ένα παράλληλο μυθοπλαστικό σύμπαν, η αποκάλυψη ενός από τα 34 θύματα προκαλεί πανικό στην αστυνομική δύναμη του Λος Άτζελες! Μία μαύρη γυναίκα, η Νόλα Πέιν με τα κοκκινωπά μαλλιά, βρίσκεται δολοφονημένη…
Ο λόγος που αναστατώνονται όμως δεν είναι το καθεαυτό φονικό, αλλά το γεγονός ότι ο θύτης μπορεί να είναι ένας λευκός άντρας. Τι θα συμβεί όταν μαθευτεί πως μία ευσεβής μαύρη γυναίκα βιάστηκε, στραγγαλίστηκε και πυροβολήθηκε στο μάτι από έναν λευκό άντρα;
Η αστυνομία αποφασίζει να αναθέσει την υπόθεση στον «αράπη» -όπως τον αποκαλούν- Ιεζεκιήλ (Ίζυ) Ρόουλινς, τον λογοτεχνικό ήρωα του Mosley: ανεπίσημος ντετέκτιβ, επίσημος επιστάτης σχολείου, 45άρης βετεράνος του Β.Π.Π. στον οποίο πολέμησε, όπως αναφέρει, «για την ελευθερία κάποιου άλλου ενώ η δική του θεωρούνταν καταδικασμένη». Ο λόγος προφανής. Ο Ίζυ είναι νέγρος και μπορεί να εισχωρήσει στα άδυτα του Γουότς και να βρει τον δολοφόνο, χωρίς να κινήσει υποψίες και πριν ο Τύπος ανακαλύψει την ιστορία και αναζωπυρωθεί η διαμάχη που έχει ξεσπάσει μετά την εξέγερση του «μαύρου κόσμου» του Λ.Α.
Αυτό που στιγμάτισε τον συγγραφέα κυρίως, όπως αναφέρει, είναι η αμφιθυμία του πατέρα του τότε, να απελευθερώσει την οργή που τον έπνιγε, απόρροια της ρατσιστικής καθημερινότητας που αντιμετώπιζε, όντας έγχρωμος σε μία λευκοκρατούμενη κοινωνία από καταβολής κόσμου και της ηθικής του συνείδησης που δεν του επέτρεπε να ξεσπάσει κατά το δοκούν.
Αυτό είναι το στίγμα του συγγραφέα, ίσως το στίγμα του πατέρα του και το στίγμα του λογοτεχνικού του ήρωα, Ίζυ Ρόουλινς, όπως διαφαίνεται από την πρώτη ώς την τελευταία σελίδα ενός μυθιστορήματος, που σε μεταφέρει με απόλυτα κυριαρχικό τρόπο στα ενδόμυχα μίας κοινωνίας διχασμένης στα δύο. Και λέω «κυριαρχικό», γιατί, όταν διαβάζεις το μυθιστόρημα, ταυτίζεσαι με τον Ίζυ, γίνεσαι συνοδοιπόρος του και το πιο βασικό, συναισθάνεσαι στο πετσί σου την οργή του για την ταπείνωση που υφίσταται, επειδή είναι νέγρος. Ταυτίζεσαι, στο σημείο που η αναφορά της λέξης «λευκός» είναι αρκετή για να σε προκαταβάλλει αρνητικά για αυτό που εκάστοτε προσδιορίζει: λευκός λαβύρινθος, λευκός άντρας με τα λευκά, λευκός πελάτης, λευκός διάδρομος, λευκό δωμάτιο, λευκός μπάτσος…
Το λευκό, που ως χρώμα στο νου μας συμβολίζει την αθωότητα, το φως, την αγνότητα, το καλό, στο “Little Scarlet” σημειοδοτεί συνήθως το άψυχο, το κακόβουλο, το κενό, το μοχθηρό… Συνήθως! Και αυτή είναι η συγγραφική δύναμη του Mosley. Να ανασκευάζει τους ήδη υπάρχοντες ασυνείδητους παραλληλισμούς του μυαλού μας, που ίσως δεν έχεις συνειδητοποιήσει ότι ενυπάρχουν και στο τέλος του βιβλίου να καταλαβαίνεις τη ματαιότητά τους!
Ο Ίζυ πνίγεται από την αμφιθυμία που βασάνιζε τον πατέρα του συγγραφέα, που ταλανιζόταν μεταξύ ηθικού και ανήθικου, νόμιμου και παράνομου, καλού και κακού. Η αμφιταλάντευση του ήρωα κατακλύζει μία προς μία όλες τις σελίδες του βιβλίου. Αυτό το συνειδητό ή ασυνείδητο παράπονο του συγγραφέα για την στάση του πατέρα του ίσως είναι και ο λόγος που γράφτηκε τούτο το μυθιστόρημα, ανεξάρτητα από την αξία του ως ένα λογοτεχνικό κείμενο που προβάλλει εσώτερες πτυχές των φυλετικών διακρίσεων και σε φέρνει αντιμέτωπο με την άμετρη δύναμη του ρατσισμού ως μία από τις κυρίαρχες αιτίες για τα δεινά του κόσμου ετούτου.
Παιδιά που λόγω δερματικής απόχρωσης αντιμετωπίζονται από τα γεννοφάσκια τους «σαν μικροί βάνδαλοι και πόρνες». Ένας κοινωνικός ιστός που αναπαράγει εν δυνάμει εγκληματίες με τραγικά για τον ίδιο αποτελέσματα. Το δούναι και λαβείν μίας ρατσιστικής κοινωνίας. Δεν είναι το πορτραίτο ενός δολοφόνου που σκιαγραφείται μέσα από τον λόγο του συγγραφέα, αλλά το πορτραίτο ενός κόσμου που κληροδοτεί ανά γενεές προκαταλήψεις αιώνων που έχουν εμποτίσει τόσο τις ψυχές των ανθρώπων που ακόμα και τα σώματά τους αντιδρούν ασυναίσθητα, όταν οι κανόνες συμπεριφοράς καταλύονται και τα ταμπού σπάνε.
Ο Ίζυ διχάζεται συνεχώς ανάμεσα στην παρανομία και τον νόμο, στο έγκλημα και την ηθική, στην οργή και την αυτοσυγκράτηση, στους λευκούς και τους μαύρους, στην αστυνομία και στους εγκληματίες φίλους του, στη γυναίκα που αγαπάει και στον ανεκπλήρωτο έρωτα, στην προστασία της «αυτοσχέδιας» οικογένειάς του και στο κυνήγι του δολοφόνου, στην τρέλα και στη λογική.
H οργισμένη φωνή στην καρδιά μου που με παρότρυνε να βγω και να παλέψω όλους εκείνους τους απαγχονισμούς που είχα δει, μετά από όλες τις φορές που είχα αποκληθεί αράπης και από όλες τις πόρτες που μου είχαν κλείσει στα μούτρα. Είχα περάσει όλη τη νεανική μου ζωή στο πίσω μέρος λεωφορείων και σε φυλετικά διαχωρισμένα θεωρεία θεάτρων. Είχα συλληφθεί επειδή περπατούσα σε λάθος σημείο της πόλης και είχα απειληθεί επειδή κοιτούσα έναν άνθρωπο κατάματα. Κι όταν πήγα στον πόλεμο για να παλέψω για την ελευθερία, βρέθηκα σε έναν φυλετικά διαχωρισμένο στρατό, όπου μου έδειχναν λιγότερο σεβασμό από ό,τι έδειχναν σε Γερμανούς αιχμαλώτους πολέμου.
Όταν τα καταπιεσμένα συναισθήματα ξεχειλίζουν ορμητικά, ο Ίζυ παρατηρεί ότι «η λαβή των λευκών [έχει] αρχίσει να χάνει τη δύναμή της». Εν μέσω των δύο στρατοπέδων, όλα τοποθετούνται υπό διαφορετικό πρίσμα, αφού διαπιστώνει τη διάσπαση των κοινοτήτων εντός των ίδιων των κοινοτήτων και ότι στην ουσία «δεν [υπάρχει] πραγματικός νικητής». Οι ανθρώπινες σχέσεις χτίζονται στη βάση συναισθημάτων, συγκυριών, προσωπικοτήτων και όχι φυλετικών χαρακτηριστικών. Το «καλό» και το «κακό» μπορεί να ενυπάρχει και να γιγαντωθεί στον καθένα ανεξαρτήτου χρώματος. Η τάξη πραγμάτων αλλάζει, ένας καινούριος κόσμος φαίνεται να ξεπροβάλλει μέσα από τα αποκαϊδια της καταστροφής, καινούριες σχέσεις ξεκινούν με μία απλή χειρονομία και η δύναμη της ρατσιστικής κληρονομιάς σιγά σιγά θρυμματίζεται.
Το 1965, όταν έγινε η εξέγερση του μαύρου πληθυσμού στο γκέτο του Γουότς, εκτοξεύτηκε το διαστημόπλοιο «Δίδυμοι – 3» και ήταν η πρώτη διαστημική πτήση των Η.Π.Α., ενώ συγχρόνως μαινόταν ο πόλεμος στο Βιετνάμ. Ίσως η εμφύλια σύρραξη στο Λος Άντζελες που κόστισε τη ζωή 34 ανθρώπων και διέλυσε εκατοντάδες περιουσίες να σημειοδότησε την απαρχή του τέλους της αιώνιας διαμάχης «Λευκός» – «Μαύρος».
Και λέω ίσως, γιατί εγώ – εσύ καταδέχεσαι να κοιτάξεις τον «ξένο», τον «Άλλο» στα μάτια ή τον κοιτάς στο μέτωπο, στα πόδια, στο κενό που χάσκει από πίσω του…;
Walter Mosley «Little Scarlet»
Μετάφραση: Άλκηστις Τριμπέρη
Εκδόσεις Πόλις, 2015
σελ. 346