Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

Locust Leaves: «Η τέχνη πέραν της κοινωνικής καταξίωσης∙ μπορεί να βοηθήσει στην αυτοανάλυση και στο χτίσιμο αξιών και σθένους»

feature_img__locust-leaves-i-texni-peran-tis-koinonikis-kataksiosis-mporei-na-boithisei-stin-autoanalisi-kai-sto-xtisimo-aksion-kai-sthenous
Το “A Subtler Kind of Light” είναι ο καλύτερος metal δίσκος που κυκλοφορεί αυτή τη στιγμή. Συνδυάζει μέσα του πράγματα που πιθανόν λίγες μπάντες να τολμούσαν να εντάξουν ως σύνολο στη μουσική τους. Θα μπορούσε να είναι βγαλμένο από το βάθος μιας άλλης εποχής, αλλά γεννήθηκε στο τώρα, και ο Helm ξεκαθαρίζει το τοπίο γύρω από πολλά πράγματα που είναι οι Locust Leaves, όπως και το ντεμπούτο τους.

Πρώτα απ’ όλα, σε ευχαριστώ για τη συνέντευξη. Για αρχή, πες μας πώς ξεκίνησαν οι Locust Leaves, και ποιος ο λόγος που σας πήρε αρκετά χρόνια μέχρι να κυκλοφορήσετε το ντεμπούτο σας.
Χαρά μας. Οι Locust Leaves, όπως οι περισσότερες heavy metal μπάντες, είναι εφηβικό κατασκεύασμα. Μετά τη διάλυση ενός άλλου, πιο εξώθερμου thrash/death σχήματος, αποφασίσαμε να συνεχίσουμε να ηχογραφούμε ιδιωτικά για την προσωπική μας εξέλιξη και ικανοποίηση ως Locust Leaves. Χτίσαμε τη δική μας ιδιόλεκτο μέσα από πολλά χρόνια και πολλή μουσική, που δεν νιώθαμε ότι αφορά ευθέως τρίτους, και κάποια στιγμή ολοκληρώσαμε αυτόν τον εσωτερικό διάλογο, οπότε και διαλυθήκαμε ικανοποιημένοι. Αργότερα, φανερώθηκε ότι είχαμε κάτι να πούμε δημοσίως, όποτε και φτιάξαμε αυτόν τον δίσκο, το “A Subtler Kind of Light”. 
Δεν νιώθουμε ότι τελεολογικά οφείλει κάθε μπάντα να φτάσει σε δημόσιες κυκλοφορίες δίσκων από εταιρίες και τα λοιπά. Υπάρχει αρκετό heavy metal εκεί έξω, και άμα είναι να κάνει κανείς ό,τι κάνουν και οι υπόλοιποι ας λείπει. Δεν είναι κάποιο κατόρθωμα το “A Subtle Kind of Light” απλώς επειδή κυκλοφόρησε ευρέως. Νιώθουμε την ίδια υπερηφάνεια και ικανοποίηση για αρκετό από το προσωπικό μας υλικό, που έχει λειτουργήσει ως εργαλείο εξέλιξης στη ζωή μας. Αυτός ο δίσκος είναι εκεί έξω μπας και βοηθήσει ή εμπνεύσει και κάνα άλλον άνθρωπο — αυτή είναι η κύρια διάφορα.
Στην πρακτική αυτή της εσωτερικής δουλειάς προτρέπουμε και άλλα σχήματα. Η τέχνη έχει και άλλες λειτουργίες πέραν της κοινωνικής καταξίωσης∙ μπορεί να βοηθήσει στην αυτοανάλυση και στο χτίσιμο αξιών και σθένους, στην εσωτερική εξερεύνηση του τι μπορεί να είναι κανείς, σαν ιερή πρακτική, και τα λοιπά. Άμα κάθε τι που γράφει κανείς είναι με τη σκέψη ότι άγνωστοι θα το ακούσουν και θα το κρίνουν, το βρίσκουμε μεγάλο κρίμα. Άμα γράψει κανείς, κρυφά, αρκετά, μέχρι να βρει τον εαυτό του, τότε ακόμα και όταν εντέλει γράφει οικουμενικά δεν τον νοιάζει πια και τόσο η θέαση απέξω. 

Στα πρώτα σας demo, από τη μια μεριά υπήρχε η χρήση των ελληνικών στίχων και, από την άλλη, η μουσική σας προσέγγιζε τον λεγόμενο underground black/death ήχο. Τώρα όμως βλέπουμε μια εκστατική αλλαγή με όλες αυτές τις υψηλές ταχύτητες, τα tech/prog σημεία και τους ξένους στίχους. Πώς προέκυψε η όλη μεταμόρφωση;
Δεν αναγνωρίζουμε κάποιο black/death underground. Τι είναι αυτό; Πού βρίσκεται; Σε ποιον υπόνομο στην Μιχαλακοπούλου πρέπει να μπεις για να βρεις τους άλλους τρωγλοδύτες που παίζουν black/death; Έχει και ηλεκτρονικά εκεί, να παίξουμε κάνα Super Pang; Αν και μάλλον δεν θα μας άρεσε μιας που δεν καπνίζουμε και ξέρεις πώς είναι το underground τώρα.
Οι Locust Leaves προέρχονται από τα φλώρικα metal 90s, σε αυτή την ακτίνα που τότε λέγαμε «ατμοσφαιρικό metal» μέχρι το προοδευτικό metal. Ουδέποτε μας απασχόλησε το performance κτηνωδίας του death metal ούτε ο νεορομαντικός φασισμός του black metal. Δεν έχουμε κάνει ούτε καν ένα Lesser Binding Ritual of the Pentagram στη ζωή μας, φαντάσου. Εμείς είμαστε ευαίσθητοι φλώροι και η αποτυχία μας στο να είμαστε σκληρά αντράκια ενσωματώνεται σε μια επιτυχία λεπτότερη. Θα βάζανε τα γέλια οι τράγοι του black/death underground άμα άκουγαν το πόσο λίγο ξέρουμε να παίζουμε τις κιθάρες μας.
Η παλιά δουλειά μας δεν είναι μια σειρά από demos, αφού δεν δημιουργήθηκαν για να σταλούν σε εταιρείες μπας και πιάσουμε ένα συμβόλαιο. Το μουσικό τους ύφος είναι, κατά τη γνώμη μας, το ίδιο με το τωρινό μας: ένας συγκερασμός των διαφόρων ακτίνων του heavy metal, όπως απλώθηκαν στα 90s και αξίζουν –κατ’ εμάς– να ενσωματωθούν ξανά. Το ότι τα τραγούδια μας διαφέρουν μεταξύ τους είναι επειδή έχουν διαφορετική στόχευση. Γιατί να γράψεις το ίδιο τραγούδι ξανά και ξανά; 
Οι ελληνικοί στίχοι είναι η προτίμησή μας, αφού η πρώτη γλώσσα κάποιου είναι και η γλώσσα ποίησής του. Αυτός ο δίσκος γράφτηκε στην αρχή στα ελληνικά (και για αυτό παραμένει μια φράση που δεν μεταφράζεται εύκολα ακόμα στον τελικό δίσκο), αλλά στη πορεία νιώσαμε ότι στις φωνητικές γραμμές ταίριαζαν περισσότερο τα αγγλικά. Μάλλον προκύπτει από το μίσος μας για το «ελληνικό ροκ» και το ότι, όταν τραγουδάς φυσικές μινόρε μελωδίες με γεμάτη φωνή στα ελληνικά, πλανάται από πάνω σου το φάντασμα του Βασίλη Παπακωνσταντίνου. 

Θα ήθελα να αναφερθείς και στον Νίκο, ο οποίος σε σχέση με το παρελθόν είναι αγνώριστος (με τη θετική έννοια). Φανερώνει ένα κρυμμένο τενόρο και τραγουδάει έτσι όπως λίγοι θα τολμούσαν να κάνουν με ένα τέτοιο υλικό. Πιστεύεις ότι λείπουν τέτοιες ερμηνείες σήμερα; Που θα έδιναν, άλλωστε, και μία άλλη αίγλη στο metal είτε μιλάμε για το ακραίο είτε το κλασικό.
Σ’ ευχαριστώ πολύ για τα καλά λόγια. Ο Νίκος Κ. έκανε την πιο δύσκολη δουλειά στον δίσκο: ενστάλαξη κάποιας ανθρωπιάς στην αφήγησή του αλλά και υπέρβασή της, και νιώθουμε ότι στην ουσία είναι δικός του για αυτό, του ανήκει ως κατόρθωμα.
Είμαστε της άποψης ότι, ακόμα και αν δεν είναι καθαρές οι φωνές στο heavy metal αλλά βασανισμένες, είναι καλό να προδίδουν συναισθήματα, αδυναμίες, εμμονές και ελπίδες. Σε αυτόν τον δίσκο, ο Νίκος Κ. χρησιμοποιεί μια γκάμα για λόγους θεατρικούς. Άμα η θεματική ήταν πιο ενιαία, όπως στο παλιότερο υλικό μας, θα ήταν και το ύφος πιο σταθερό. Ήταν μια πρόκληση η ποικιλομορφία στο “A Subtler Kind of Light”, και αν ο Νίκος Κ. δεν την είχε κατακτήσει ο δίσκος δεν θα έβγαινε ποτέ.
Η μόνη μας πρόταση για το τι να κάνουν άλλες μπάντες με το υλικό τους παραμένει το να σκεφτούν κατά πόσο είναι απαραίτητο να υπάρχει δημοσίως. Αυτή η παράκληση θα στρέψει την προσοχή σε ζητήματα όπως το «είναι αρκετά εκφραστικά τα φωνητικά μας;» ή ό,τι άλλο. Ένα μεγάλο μέρος του νέου metal που πέφτει στα αυτιά μας ακούγεται περισσότερο σαν άσκηση ύφους, λες και το μόνο που έχει να πει η μπάντα είναι «θέλουμε να είμαστε μια metal μπάντα κι εμείς», παρά σαν κάτι απαραίτητο με όποιον τροπο. 

Οφείλω πάντως να πω ότι μία τέτοια κυκλοφορία απουσίαζε για καιρό από τον ήχο. Όλοι περιμένουμε το “Mathematics” ή τους επόμενους δίσκους από Spiral Architect και Psychotic Waltz, τη στιγμή μάλιστα που οι Thy Darkened Shade παρουσιάζουν ένα από τα πιο ενδιαφέροντα tech σύνολα. Εσείς όμως φυλάγατε το στοιχείο της ανατροπής. Χρειάζεται την ανατροπή η μουσική γενικότερα και όχι μόνο το metal;
Να πούμε εδώ ότι και σε εμάς αρέσει το techno-thrash και το πρώιμο προοδευτικό metal αυτού του τύπου, αλλά –ας μην κοροϊδευόμαστε– δεν μπορούμε να παίξουμε έτσι. Εντάξει, ο Vorskaath μπορεί να παίξει τα πάντα, αλλά σε τεχνικό επίπεδο οι υπόλοιποι ίσως να σκεφτόμασταν τους Mayfair ή τους In the Woods… όχι τους Spiral Architect, Χριστέ μου! Δεν έχει η μουσική μας αυτή την αυστηρότητα και την στιβαρότητα στο παίξιμο. Όπως είπαμε, τράγοι σαν τους Thy Darkened Shade γελάνε με τις κιθαρούλες μας.
Υπάρχουν άλλες στοχεύσεις στο πλαίσιο του προοδευτικού ήχου από αυτές της αποπνικτικής πυκνότητας και έπαρσης. Οι φιλοδοξίες αυτού του ήχου αφορούν την πολυπρισματική απόδοση σύνθετων θεμάτων με σύνθετη μουσική — όπως είπα, φλώρικα πράγματα. Ούτε πολλές νότες αντέχουμε να παίξουμε ούτε jazz αρμονία ξέρουμε. 
Αυτό που περιγράφεις ως ανατροπή εμείς το βλέπουμε σαν κάτι αρκετά ευγενικό αν και σκληρό (σαν BDSM, δηλαδή). Προκύπτει από το ότι οι Locust Leaves είναι, μετά από τόσα χρόνια, ο εαυτός τους. Τι βάσανο θα ήταν να προσποιείται κανείς ότι είναι κανονικός; Δεν είναι κάποιο performance το να κάνουμε στραβές στροφές στο υλικό μας σαν κάποια τσιρκο-metal μπάντα. Αδιαφορούμε για τους Faith No More και όλο αυτό το «πειραματικό» πράμα. Ο στόχος μας είναι πιο λεπτός: η ριζοσπαστικοποίηση ενός συντηρητισμού του metal και, μέσα από αυτό, την αναγνώριση ότι το metal το ίδιο ήταν και παραμένει πάντα ανώμαλο. Η ανωμαλία, για έναν ανώμαλο, είναι δομικό στοιχείο που χαρακτηρίζει κάθε του κίνηση μέσα στον κανονικό κόσμο. Δεν είναι διακοπές στη Δονούσα και μετά επιστροφή στο γραφείο. Λέμε ότι το heavy metal οφείλει και θα έπρεπε να είναι περήφανα ανώμαλο. Ειδικά σε αυτή την ιστορική συγκυρία, το να αποτελεί σκεύος για συντηρητικές αρχές είναι το πιο οδυνηρό πράγμα. Η αυτοθεώρηση μιας heavy metal μπάντας σε διαλεκτική σχέση με την ιστορία του ιδιώματος οφείλει να είναι ανατρεπτική. Όπως είπανε οι Black Sabbath όχι στο τέλμα του χιπισμού, όπως είπανε οι Holocaust “rock and roll / much too slow” και φέρανε επείγουσα ενέργεια, όπως οι θρασάδες επανέφεραν το μοντερνιστικό πρίσμα στον κόσμο της σολιψιστικής φαντασίας του metal, κτλ. Αυτή η γραμμή αυτό-αναθεώρησης φάνηκε να μας τελείωσε μετά το 2000. Το heavy metal όμως οφείλει ακόμα να είναι μια υστερική κραυγή έναντι σε κάθε κανονικότητα, κυρίως εκείνης που έχει επιβάλλει το πτώμα της ιστορίας του στον ίδιο του τον εαυτό. Λέμε εμείς: κατανοήσαμε αυτό το πτώμα, κόψαμε το πτώμα σε κομματάκια και φτιάξαμε αλχημείες με αυτά τα κομματάκια, μέχρι να προκύψει άλλο homunculus. 
Άμα τώρα το death/black underground θέλει να παίζει όπως οι πατεράδες του και να μισεί τον μοντέρνο κόσμο σαν τους πατεράδες του και να υποτιμά τις γυναίκες και ανθρώπους με σκούρο δέρμα σαν τους πατεράδες του, τότε το death/black underground θα είναι ένα μάτσο αντιδραστικά σκουπίδια. 

Κάτι άλλο που παρατήρησα και δίνει μία extra απόλαυση είναι η προσωπική σφραγίδα των λεγόμενων guests. Ο Ayloss, για παράδειγμα, έχει φέρει λίγο από την αύρα των Spectral Lore με τα κλασικά του αρπίσματα και από την άλλη ο Vorskaath φέρει ό,τι έχει αποκομίσει από τους προσωπικούς του ευεργέτες των 70s. Ήταν και οι τρεις τους (μαζί και ο Triste) κάτι παραπάνω από αυτό που προσμένατε;
Η Gemeinschaft Triste είναι γυναίκα και έχει τον τελευταίο άλογο-λόγο σε αυτόν τον δίσκο χωρίς κάποια ιδιαίτερη καθοδήγηση, μάλλον το αντίθετο. Αυτός ο δίσκος δεν θα μπορούσε να σταθεί χωρίς την προσφορά της, και είναι ενδιαφέρον το ότι δεν γίνεται λόγος για αυτήν, επειδή δεν είναι γνωστό όνομα στο ελληνικό metal πλαίσιο. Έχω παρατηρήσει από τις κριτικές που έχω διαβάσει γενικά ότι ο κόσμος τείνει να υπερεκτιμά την επιρροή ονομάτων που γνωρίζει. Ο Archon Vorskaath είναι κατά την γνώμη μας ο ικανότερος drummer στον χώρο και κάνει session δουλειά, οπότε τον προσεγγίσαμε. Είμαστε ικανοποιημένοι πολύ με την μετάφραση του υλικού μέσα από το πρίσμα του. Ο Ayloss είναι πιο περίεργη περίπτωση∙ πρέπει να κάνεις πέντε αριστερές στροφές μέσα σε δάσος και να αγγίξεις την κορυφή του πεσμένου δέντρου για να τον βρεις.

Στιχουργικό κομμάτι. Μια ανθρώπινη ψυχή, ένα ταξίδι ζωής που πολλές φορές είναι μέσα στο σκοτάδι και η όποια λάμψη φωτός διώκεται, παρά καλλιεργείται για περισσότερη ζωή. Γιατί, ενώ το φως είναι ζωή, μας ελκύει το σκοτάδι; Γιατί πιστεύεις ότι αρεσκόμαστε στην πτώση και όχι στην ανάσταση (με την έννοια του ορθοποδήματος μετά την πτώση);
Το σκοτάδι είναι απαραίτητο επειδή εκεί μέσα στο ηθικό λυκόφως μπορεί κανείς να φανταστεί τι είναι, χωρίς να τον κρίνει ο έξω κόσμος. Το φως σκοτώνει, επίσης. Ο Απόλλωνας φέρνει τη Λογική και το Ορθό, και αυτό τον διαφωτισμό τον υπερασπίζεται κανείς με όπλα και με αίμα. Ο δίσκος λέγεται «Ένα Λεπτότερο Φως», ακριβώς επειδή είναι το ταξίδι ενός ανθρώπου που η Λογική του λέει «είσαι αυτό» και μέσα του νιώθει ότι είναι «το Άλλο». Αν υπάρχει κάποιο φως που θα επιτρέψει σε τέτοιες παράλογες ελπίδες να θραφούν και να ζήσουν, τότε θα πρέπει να έχει άλλες ποιότητες από αυτές του φωτός που έφτιαξε την πρώτη μέρα ο Ήλιος Κύριός μας, που τόσο εξουθενωτικά μας παρατηρεί και μας περιγράφει. Ίσως ένα ασημένιο φως, που προκύπτει από έναν δορυφόρο έξω από αυτό το κοσμικό δράμα. Προτείνω να διαβάσει κανείς τις θέσεις του Θωμά του Ακινάτη για το θεϊκό φως και για τη φύση του έμπυρου παραδείσου.
Όσο για την πτώση: ακόμα και στον δικό μας δίσκο ίσως να φετιχοποιείται το βάσανο της φιγούρας που συνάντα τον Κόσμο, αλλά το τελευταίο κομμάτι κάνει το ριζικό σπάσιμο με αυτή την αφήγηση και μεταμορφώνει την Πτώση σε Πτήση. Χρειάζεται μόνο ένα –παράλογο– γράμμα για να γίνει αυτή η αλλαγή, και συνάμα είναι το μόνο πράγμα που μένει μετά από τόση φθορά, ο μόνος ήχος που μπορεί ένα στόμα να βγάλει πριν τον θάνατο. Και ποια είναι η ποιότητα του «η»; Ας το σκεφτούμε λίγο.

Ως στιχουργός, όταν έχεις ένα βίωμα, μία καθημερινή εσωτερική πάλη – όταν ο νους σου προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ της λογικής και της αλήθειας που την υπερβαίνει. Ακόμα και το εξώφυλλό σου είναι τόσο όμορφο όσο και αινιγματικό.
Ευχαριστούμε πολύ. 

Το ξέρεις, το ξέρουν όσοι έχουν ακούσει τον δίσκο και το ξέρω κι εγώ ότι αυτό το υλικό θα άξιζε όσο λίγα να παιχτεί επί σκηνής. Υπάρχει ως πλάνο; Σκεφτήκατε ότι μπορείτε να το οργανώσετε και να βγει κάτι όμορφο; Γενικά, έχετε πλάνα για το μέλλον;
Θα ήταν σχεδόν αδύνατο για εμάς να παίξουμε αυτό το υλικό ζωντανά, καθώς είμαστε διασκορπισμένοι σε Αγγλία, Ελλάδα και Σκωτία και πολύ απασχολημένοι με ζωές ανθρώπων στα τριανταφεύγα. Θα έβγαζε κάποιο νόημα άμα ήμασταν πετυχημένοι, αλλά το να επιβαρύνει κανείς τόσο τη ζωή του για να καταφέρει μερικές εμφανίσεις για 30-40 ανθρώπους ως opening act σε κάποια μεγαλύτερη μπάντα, με κακό ήχο, χωρίς να ξέρει ο υπόλοιπος κόσμος από κάτω το πώς και το γιατί του δίσκου, μου φαίνεται απλώς μια άσκηση στον εγωκεντρισμό. Όχι ότι έχουμε κανένα πρόβλημα με τον εγωκεντρισμό, αλλά οι ζωντανές εμφανίσεις είναι κάτι παροδικό, οι δίσκοι ζουν για πάντα. 

Μία τελευταία ερώτηση. Τι άλλα ακούσματα έχεις πέρα από το metal; Υπάρχει περίπτωση αυτά να σε επηρέασαν έστω και λίγο στην όλη μουσική των Locust Leaves; Σ’ ευχαριστώ και πάλι και καλή συνέχεια σε κάθε σου βήμα.
Μας αρέσουν πολύ οι Stereo Nova και οι Depeche Mode. 

Περισσότερες πληροφορίες μπορεί να βρει κανείς στην ιστοσελίδα των Locust Leaves και στο bandcamp.

Συνέντευξη: Γιάννης Κουτσουσίμος

1
Μοιράσου το