Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

Mean Dreams, του Nathan Morlando

feature_img__mean-dreams-tou-nathan-morlando
Κύκνειο άσμα του αγαπημένου (και προσφάτως αδικοχαμένου) Bill Paxton και μια από τις καλύτερες ερμηνείες του (σε ρόλο μυστακιοφόρου, βρώμικου μπάτσου και κακού πατέρα), τα Άγρια Όνειρα του Καναδού Nathan Morlando – γυρισμένα σε ένα εντυπωσιακό (και εντυπωτικό) σκηνικό στην περιοχή γύρω απ’ τις λίμνες του Οντάριο – θυμίζουν εντόνως (ιδίως με το πολλά υποσχόμενο ξεκίνημά τους) πρώιμο Terrence Malick. Η σκιά του “Badlands” δείχνει να τα ζώνει σε μεγάλο βαθμό και για μεγάλο διάστημα.

Βέβαια, η συνέχεια δεν είναι το ίδιο συναρπαστική, καθώς το αδύναμο σενάριο τα «ξεφουσκώνει» αρκετά (απ’ τη μέση και ύστερα), καθιστώντας τα άνευρα και προβλέψιμα. Ακόμα όμως κι ο τίτλος, θα μπορούσε να συνιστά φόρο τιμής σε ένα στυλ κινηματογράφησης που – αν και ο ίδιος ο Malick εγκατέλειψε αρκετά νωρίς για να στραφεί σε άλλου είδους πειραματισμούς – βρήκε τις επόμενες δεκαετίες αρκετούς πρόθυμους να το ανακυκλώσουν ή να το μιμηθούν.

Το μουντό, μελαγχολικό τοπίο, αντανακλά την ψυχοσύνθεση των ηρώων: ο αχανής ορίζοντας, ο αδυσώπητος, γκρίζος ουρανός που θαρρείς και συμπιέζει τα κεφάλια των ηρώων (τόσο απειλητικά χαμηλωμένος που «στέκει» πάνω απ’ αυτά), το ασύλληπτης ομορφιάς αλλά και αποξενωτικής ερήμωσης σκηνικό με τα ψηλά, πνιγηρά σπαρτά, τα ατέλειωτα, δαιδαλώδη χωράφια, το πυκνό δάσος και το ευεργετικό ξέφωτο γύρω απ’ τις λίμνες, η ηρωίδα που ονειρεύεται να δει κάποτε τον Ωκεανό και οι μνήμες από την μητέρα της που της έλεγε πως ο τελευταίος είναι η Ελευθερία, δυο έφηβοι που νιώθουν πως είναι παγιδευμένοι στη γη…. όλα συνθέτουν μια ατμόσφαιρα που προετοιμάζει το δρόμο της «φυγής» για τους νεαρούς πρωταγωνιστές.

Με τα απλωμένα κάδρα, την εξαιρετική, καρτ-ποσταλική του φωτογραφία, το γρασίδι που κυματίζει σαν να το φυσά η ίδια η πνοή του Δημιουργού του, τα σκοινιά με τα απλωμένα ρούχα και τα καταθλιπτικά, απομονωμένα σπιτικά με τα λασπωμένα τερέν, το “Mean Dreams” δείχνει αρχικά να διαθέτει την δική του Ψυχή, καθώς σκιαγραφεί το γλυκό, τρυφερό και άμεσο δέσιμο ανάμεσα σε δύο μοναχικούς έφηβους, σε ένα αδιευκρίνιστο, «κιτρινισμένο» κομμάτι της φθινοπωρινής, αμερικανικής ενδοχώρας.

Καθώς όμως, η ιστορία παρασύρει τους ήρωες σε ένα σύμπαν διαφθοράς, κλεμμένων χρημάτων, κυνηγητού και κρυφτού ανάμεσα σε παρακμιακά μοτέλ και βροχερούς αυτοκινητόδρομους, η στιλιστική λεπτότητα του πρώτου μέρους εγκαταλείπεται (ή διολισθαίνει) – υπολείπεται ακόμα και εκείνης (της κατά πολύ ανώτερης) του David Lowery στο “Ain’t Them Bodies Saints” (σύμπτωση, ωστόσο, που και τα δύο φιλμ έχουν προβληθεί στο Δεκαπενθήμερο Σκηνοθετών στις Κάννες).

Ο 17χρονος Josh Wiggins έχει ενδιαφέρον (ο ήρωάς του διαθέτει μια σοφτ γοητεία που ματσάρει ισορροπημένα με το υποβόσκον επαναστατικό του πνεύμα). Όμως το σενάριο – και ιδίως οι διάλογοι – δεν βοηθά τους ηθοποιούς να εξελίξουν θεαματικά τους χαρακτήρες τους. Η γλυκύτατη Sophie Nélisse (λιγότερο καλή – ίσως και έτοιμη – εδώ απ’ ότι στην “ The Book Thief” και στον “Monsieur Lazhar”) τον σιγοντάρει, αν και τόσο η δική της ιδιοσυγκρασία όσο και η σχέση με τον πατέρα της (και το κοινό τους παρελθόν) παραμένουν σε μεγάλο βαθμό αδιευκρίνιστες (ή δεν βαθαίνουν όσο θα ‘πρεπε). Ακόμα και η πηγή του «Κακού» για τον τελευταίο, καταλήγει – επί της ουσίας – ανεξιχνίαστη.

Βέβαια, αυτό που πρέπει να αποφασίσεις μέσα σου και στο οποίο πρέπει να κατασταλάξεις είναι το εάν η – σε στιγμές (διαπεραστικά) campy – ερμηνεία του Paxton (που μοιάζει να βρίσκεται σε άλλο μήκος κύματος) είναι προς το καλύτερο ή το χειρότερο ενός φιλμ που κατά τα άλλα πασχίζει να παραμείνει στη ρότα της (ένθερμης) άσκησης ύφους ενός criminal λυρισμού (εγώ, προσωπικά, κράτησα μέσα μου τον Paxton και πέταξα στην πορεία τον λυρισμό του σκηνοθέτη). Κι οι δύο νεαροί πρωταγωνιστές, παραμένουν συμπαθητικοί αυστηρά στο πλαίσιο των πολύ συγκεκριμένων περιστάσεων και συνθηκών μέσα στις οποίες κινούνται (που είναι και αυτές που τους «δημιουργούν» και συντηρούν μέχρι το φινάλε). Καμία χαρακτηρολογική υπέρβαση δεν συντελείται. Ωστόσο, το βλέπεις μέχρι τέλους – και όχι αδιάφορα.

Mean Dreams, του Nathan Morlando
Μεταφρασμένος τίτλος: «Άγρια Όνειρα»
Είδος: Θρίλερ
Διάρκεια: 108'

*Aναδημοσίευση από το cinedogs.gr, κινηματογραφικό συνεργάτη του Artcore magazine

_
Παναγιώτης Μπούγιας
- γράφει για το Artcore
1
Μοιράσου το