Μεσαιωνικό τρίπτυχο, του Τάσου Αθανασιάδη
Παλιά ομιλούντα τρίπτυχα: Σημείωμα για τη συλλογή ιστοριών του Τάσου Αθανασιάδη «Μεσαιωνικό τρίπτυχο» των εκδόσεων Εστία.
Παλαιολόγοι και Κατελούζοι και η ανοχύρωτη Χαλκίδα και η Πόλη, η Βασιλεύουσα που ασκεί τη γοητεία της στο πλήθος που συρρέει από κάθε γωνιά του τότε γνωστού κόσμου. Και ανάμεσα σε εκείνο το πλήθος οι χαρακτήρες του Τάσου Αθανασιάδη να βαδίζουν στα χνάρια των παλιών αυτοκρατόρων που πέρασαν και πάνε. Θαρρείς πως μαζί με τον τελευταίο Παλαιολόγο ολόκληρη η μεσαιωνική Ελλάδα χάνεται, εγκιβωτίζεται μαζί με τα αρχαία της κτερίσματα και το κλέος των χαμένων της πόλεων. Ένα παραβάν πέφτει πάνω στον κόσμο και ότι άστραψε κάποτε με τη μεγαλοπρέπεια του ακέραια αποθηκεύεται μες στο ερμάρι της ιστορίας. Και από εκεί ψιθυρίζει τα μεγάλα χρόνια, εκείνα που θα σκεπάσει η σκόνη του χρόνου.
Έκτοτε ο κόσμος θα αλλάξει. Η Πόλη θα συνεχίσει να ασκεί την απαράμιλλη γοητεία της καθώς από τα Δαρδανέλια της διέρχονται οπλισμένες οι δεκαετίες και οι αιώνες. Η κοσμική Τουρκία χίλια πρόσωπα θα αλλάξει δίχως τίποτε να κάνει στον μύθο της Κωνσταντινούπολης, αυτής της τελευταίας Ρώμης που δεν βρήκε ισοδύναμό της μες στις μοντέρνες πολιτείες. Όχι επειδή αυτές στερούνται από μεγάλα κτίρια, κορυφαία οικοδομήματα, στιγμές μεγάλες που μπορούν και αφήνουν ένα σημάδι μες στα βιβλία της ιστορίας. Αλλά επειδή η Πόλη, κατόρθωσε να συνδυάσει τον μύθο με την πραγματικότητα, το μεγαλείο του Θεού με εκείνο του ανθρώπου, την πίστη να στερεώσει κατόρθωσε φέρνοντας για μοναδικό παράδειγμα, τώρα και πάντα, την πρωτόφαντη βασιλική της Αγίας Σοφίας που είτε τζαμί, είτε ναός του χριστιανικού Θεού θα αφήνει πάντοτε το φως να ξεπλένει τις τοιχογραφίες και την άγια φθορά της. Η Πόλη γεννήθηκε και προχωρεί μες στην δική της ιστορία, τους ήρωες της ανασαίνει, τις ζωές τους μιμείται, κερκόπορτες και μαρμαρωμένοι βασιλιάδες και ακρίτες που στάθηκαν πύργοι αψηλοί εμπρός στα τουρκικά ασκέρια, όταν πια είχε κριθεί η μοίρα της μεγάλης πόλεως. Η συνοικία του Πέραν, ο Βόσπορος, τα γλυκά απογεύματα και οι νύχτες οι εξωτικές. Τώρα πια η Πόλη, που ξαναστήνει σαν σκηνογραφία ακριβή ένας μαιτρ του ελληνικού μυθιστορήματος, ο ακαδημαϊκός Τάσος Αθανασιάδης μοιάζει με την πύλη ολόκληρης της ανατολής. Πιο πέρα από εδώ ένας άλλος κόσμος απλώνεται. Παλιές ιδέες μεταπλάθονται στα χέρια αυτού εδώ του αιώνα, υποβάλλονται σε νέες επιρροές, αλλάζουν σημασίες και απορροφούνται από τη μνήμη, έτσι που να’ναι δύσκολο πολύ να εξιχνιαστεί η αρχική αφορμή που τις γέννησε. Όχι όμως για την Πόλη, την Ινσταμπούλ και την Βασιλεύουσα και την καινούρια Ρώμη που κράτησε όρθια την ιστορία. Ετούτη η πόλη τραβάει κατά την πλευρά της ιδέας και τη φθορά περιφρονεί. Και από κάθε της καλντερίμι, μες σε κάθε της γειτονιά, μια αύρα θα νιώσεις, την ατμόσφαιρα που δεν αλλοιώθηκε. Είναι το ίδιο συναίσθημα που θα συναντήσει κανείς στην Ρώμη, την Αθήνα, την Αλεξάνδρεια, σε πόλεις αρχαίες, φτιαγμένες μες στις καλύτερες στιγμές της ανθρώπινης ιστορίας, τις πιο φωτεινές, τις ενδοξότερες.
Μα στο «Μεσαιωνικό τρίπτυχο» που κοσμεί σαν ζωγραφιά τούτο το μικρό βιβλιαράκι της Εστίας που φθάνει κοντά μας το μακρινό πια 1998, ο Αθανασιάδης τοποθετεί τον άνθρωπο μες στην καρδιά μιας πόλης που υψώνεται σαν τέχνη στο μέγεθος της ανθρώπινης πράξης. Μια χειρονομία από τον κόσμο της Ανατολής, παλιά και ερειπωμένη, μα τόσο αρκετή για να ξελογιάσει τον ήρωα του συγγραφέα που ευθύνεται για μερικές από τις πιο αντιπροσωπευτικές ιστορίες, όσες μιλούν για ανθρώπινα πράγματα και αδυναμίες. Τρεις ιστορίες που υφαίνονται μες σε τούτο τον άγνωστο χρόνο, τον κρυμμένο πια μες στους βυζαντινούς Ευαγγελισμούς που μιλούν δίχως λόγια για μια μεγάλη εποχή. «Από το οδοιπορικό ενός ανευλαβή», «Η μουσική και η θάλασσα», «Εγκώμιο στην ανωνυμία ενός νέου» οι τρεις ιστορίες που συνθέτουν τούτο εδώ το τρίπτυχο που καθόλου καινούριο δεν είναι μα διαθέτει τη στόφα της κορυφαίας γραφής, του ταλέντου που ξέρει να αναπλάθει τις ατμόσφαιρες, τις σκηνογραφίες που κέντρισαν την αίσθηση. Μια πόλη θριαμβευτική, ένας κόσμος έτοιμος πια να ανατραπεί ολοένα αυτοσχεδιάζει μες στην αίσθηση μας, στήνοντας και ξεστήνοντας μαγικές σκαλωσιές, ένας κόσμος που όλο τρέμει. Μια πόλη που αποκλίνει από κάθε άλλη, που συναρπάζει και μαγεύει τον επισκέπτη της συγκρατώντας μες στον αρχαίο της κόρφο, τα κλειδιά της σαγήνης. Και πλάι της άλλες πόλεις, η Χαλκίδα, η Αθήνα, η Ιερουσαλήμ, η Αθήνα ρυπαρή και ανυπόφορη, ένα peinture de genre, μια ρωπογραφία που μιλά για μεγάλες στιγμές, για κενοτάφια της τέχνης και της ανθρώπινης επινόησης. Η Πόλη του Αθανασιάδη δεν εξωραΐζει τα μνημεία της, δεν ομορφαίνει την ασχήμια της, μόνο κάθε τόσο εκλύει ατμούς ποιητικούς, αφήνοντας μες στην ομίχλη να φανεί το στέμμα της το σκουριασμένο που άλλοτε στεφάνωνε ωραίους άνδρες και γυναίκες πλασμένες εν Χριστώ και σάρκα. Επειδή μες στην Πόλη θα βρεις την τρυφή του βίου και το κολασμένο της πάθος αλλά και τον μυστικισμό, την ώρα την κατανυχτική που έρχεται ξαφνικά από κάθε γωνιά να πει όσα περισσότερα μπορεί για την Κωνσταντινούπολη.
«Το “Μεσαιωνικό τρίπτυχο” απαρτίζεται από τρία αφηγήματα… Σε αυτά ο Αθανασιάδης αναπαριστά την ιστορική και καθημερινή ζωή στα μέσα του 15ου αιώνα, όταν πια η Κωνσταντινούπολη λεγόταν “Ινσταμπούλ” και η Χριστιανική Ευρώπη συνειδητοποιούσε την απειλή της από την Τουρκία», γράφει στο οπισθόφυλλο της έκδοσης που σμίγει ιστορίες γραμμένες σκόρπια, στο Λουτράκι το 1998 ή τη Χαλκίδα παραμονές του καινούριου αιώνα, δοσμένη πάντα σε φεγγαρένια νερά. Μόνο την ομορφιά έχει στο νου του ο Τάσος Αθανασιάδης, την ομορφιά και τη νιότη μιας πόλης που αντέχει μες στα χρόνια σαν μια σπάνια πινακοθήκη , πλασμένη με ρόδα και φίλτρα, από Μούσες και Ώρες και νύμφες άγνωστες πια, εράσμιες και τρυφερές. ‘Ενας κάθετος κόσμος η Πόλη τώρα και πάντα, καθώς κρύβει στα βάθη της όλο της το μεγαλείο, κάτω από στρώματα αιώνος. Και είναι αυτή η διάθεση της γλυπτικής φόρμας που κατέχει η γραφή του Αθανασιάδη που καθιστά το «Μεσαιωνικό Τρίπτυχο» τον καταλληλότερο οδηγό για ένα ταξίδι στην Πόλη, απόψε και πάντα, ένα ταξίδι στην πόλη που συνεχίζει να γοητεύει σαν τάχα όλα όσα την αφορούν να ανανεώνονται από τα χέρια του καλλιτέχνη. Αυτός είναι η πόλη η ίδια, εδώ και εκεί υποκριτική σαν όλα όσα η εποχή μας διαμορφώνει. Αυτός ο καλλιτέχνης είναι η Πόλη με τη λαϊκή της ψυχή και μερικά σπαράγματα αυτοκρατορικά, που αντιδρά με την ελληνικότητα και την οικουμενικότητά της σε κάθε μοντέρνο περιτύλιγμα, ακριβώς όπως μας το κληροδότησε ο Γιάννης Τσαρούχης από την Χίο του ’81. Στο μικρό βιβλίο του Τάσου Αθανασιάδη που ίσως να έχει ξεχαστεί κάτω από αναρίθμητους τίτλους, θαρρείς πως θα συναντήσεις την Άννα Κομνηνή να μιλά με μακροπερίοδες φράσεις, δίχως να χορταίνει ούτε στιγμή το παραμύθι, που είναι όλο δικό της. Και φθάνει ως εμάς με μια πατίνα ρωμαίικη που σήμερα λησμονήσαμε, έτσι όπως φαντάζει ασύμβατη με τα χρώματα του ευρωπαϊκού μας άρματος.
«Μεσαιωνικό τρίπτυχο» του Τάσου Αθανασιάδη από τις εκδόσεις της Εστίας. Με έναν Σπαχή Οπλισμένο για εξώφυλλο και μια άποψη χάρτη εποχής, τότε που η Πόλη όριζε τριγύρω της την επικράτεια της ζωής. Και το μεγαλείο της εφάνταζε σαν δαίμονας πίσω από τον σταυρό του Θεού.
Μεσαιωνικό τρίπτυχο, του Τάσου Αθανασιάδη
Εκδόσεις Εστία
σελ. 164