Mexican Gothic, της Silvia Moreno-Garcia
«Τούτο το σπίτι είναι γεμάτο σαπίλα, γεμάτο από τη δυσωδία της σήψης, από κάθε λογής διαβόλους, από καθετί κακό, γεμάτο σκληρότητα.»
Όταν η Νοεμί Ταμποάδα λαμβάνει το γράμμα με τις απεγνωσμένες εκκλήσεις της νιόπαντρης ξαδέλφης της σε βοήθεια, είναι φανερό ότι υπάρχει πρόβλημα. Χωρίς χρονοτριβές, η Νοεμί αναχωρεί με προορισμό το αρχοντικό όπου ζει η ξαδέλφη της, Καταλίνα, απομονωμένη στη μεξικανική ύπαιθρο. Εκεί θα γνωρίσει και τους υπόλοιπους ενοίκους του Ψηλού Μέρους, τον γοητευτικό αλλά και απειλητικό σύζυγο της ξαδέλφης της, Βέρτζιλ Ντόιλ, τον πατέρα του, Χάουαρντ, ο οποίος μοιάζει να αψηφά τις συμβάσεις του χρόνου, τη μονίμως κατηφή Φλόρενς και τον αινιγματικό Φράνσις. Το ανυπότακτο πνεύμα της Νοεμί δεν θα γονατίσει εύκολα από τη συμπεριφορά των Ντόιλ, όμως η παραμονή της στην έπαυλη θα την επηρεάσει βαθιά, προκαλώντας της φρικτά όνειρα και οράματα. Τελικά, δεν θα αποδειχθεί καθόλου εύκολο για τη Νοεμί να σώσει την αγαπημένη της Καταλίνα, αλλά και τον ίδιο της τον εαυτό.
Η Moreno–Garcia μεταφέρει με συνοπτικές διαδικασίες τη δράση από τη ζωντανή πόλη του Μεξικού στο καταθλιπτικό, ομιχλώδες και άγονο τοπίο του κτήματος των Ντόιλ. Η έπαυλη, σημάδι αλλοτινού κύρους και πλούτου στέκει πλέον απειλητική και αφιλόξενη, ενώ το ορυχείο που κάποτε αποτελούσε σημαντική πηγή πλούτου για την οικογένεια χάσκει ερημωμένο και ανεκμετάλλευτο.
Η συγγραφέας χρησιμοποιεί αριστοτεχνικά όλα αυτά τα στοιχεία-κλειδιά που συνθέτουν τη γοτθική λογοτεχνία: μία επιβλητική και σκοτεινή έπαυλη, μία γυναίκα άλλοτε γεμάτη από ενέργεια που όλη της η σφριγηλότητα μοιάζει να την έχει εγκαταλείψει, σκοτεινά οικογενειακά μυστικά, φρικτοί εφιάλτες και οράματα, μία αξεπέραστη αίσθηση επικείμενου κακού. Όπως φανερώνει ξεκάθαρα και το όνομά του, το “Mexican Gothic” αποτελεί δείγμα της γοτθικής λογοτεχνίας και, μάλιστα, από τα πλέον πετυχημένα.
Η αλήθεια όμως είναι πως ό,τι αγγίζουν οι Ντόιλ σαπίζει.
Δεν είναι τυχαίο που η Guardian έγραψε ότι το “Mexican Gothic” είναι ένα έργο όπου «ο Λάβκραφτ συναντά τις αδελφές Brontë στη Λατινική Αμερική». Σαν άλλη Charlotte Brontë στη «Τζέιν Έιρ», η Moreno–Garcia επεξεργάζεται τη θεματική της αποικιοκρατίας αλλά και του γάμου στο έργο της. Όπως στη «Τζέιν Έιρ» η κατάληξη και η μεταχείριση της πρώτης συζύγου του κυρίου Ρότσεστερ, Μπέρθα, αποτελεί μομφή για το αποικιοκρατικό παρελθόν, έτσι και στο “Mexican Gothic” η αγγλικής καταγωγής οικογένειας Ντόιλ έχει «χτίσει» την κοινωνική της θέση στις πλάτες μεξικανών εργατών, πολλοί από τους οποίους μάλιστα πέθαιναν υπό ύποπτες συνθήκες.
Παράλληλα, η εμμονή του γηραιότερου των Ντόιλ, Χάουαρντ, με τη γενετική, την ευγονική, την ομορφιά, την αισθητική και τις φυλές που κατατάσσει σε «ανώτερες και κατώτερες» ανατριχιάζει τον αναγνώστη και υποσυνείδητα του δημιουργεί αγωνία για το μέλλον της Μεξικανής Νοεμί. Επιπλέον, όπως και στα έργα των αδελφών Μπροντέ ή στη «Ρεβέκκα» της Δάφνης Ντι Μωριέ, ο γάμος αποτελεί το έναυσμα για την εξάντληση των ηρωίδων, την επιδείνωση της ψυχικής και σωματικής τους υγείας, την αφορμή για να «πέσει το προσωπείο» του μέχρι τότε φαινομενικά υπέροχου συζύγου τους.
Την ίδια στιγμή, η σεξιστική συμπεριφορά και το πατρονάρισμα των Χάουαρντ και Βέρτζιλ καθώς και η συστηματική προσπάθεια της οικογένειας Ντόιλ να χειραγωγήσουν τη Νοεμί έχουν κεντρική θέση στο βιβλίο. Στόχος τους είναι να «σπάσουν» το ηθικό της Νοεμί, να τσακίσουν τις άμυνές της και να τη μετατρέψουν σε ένα πειθήνιο «σκεύος» των επιθυμιών τους. Αυτές τους οι προσπάθειες, άλλοτε προφανείς και άλλοτε υποβόσκουσες, προσδίδουν ένα αίσθημα άμεσου κινδύνου, παίζουν με το μυαλό του αναγνώστη και σε συνδυασμό με το κλειστοφοβικό, αφιλόξενο τοπίο, εκτινάσσουν το σασπένς στα ύψη.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του βιβλίου, ο αναγνώστης νιώθει την ανάγκη να φωνάξει «Τρέξε!». Από διηγήματα, όπως αυτά του Poe και σε ταινίες όπως το “Get Out”, το αόριστο αίσθημα του κινδύνου που πλησιάζει, ο εγκλωβισμός του πρωταγωνιστή σε μία αρχικά δυσάρεστη και έπειτα επικίνδυνη κατάσταση, η αδυναμία απόδρασης από ένα φρικτό μέρος, η διαστρέβλωση της πραγματικότητας και η χειραγώγηση δείχνουν να μαγνητίζουν πάντα το κοινό.
Όσο προχωράει η ιστορία της Moreno–Garcia, η αδρεναλίνη ανεβαίνει όλο και περισσότερο στα ύψη. Τα όνειρα και τα οράματα της Νοεμί κατά τη διαμονή της στο Ψηλό Μέρος σιγά-σιγά εξαφανίζουν τη μέχρι πρότινος διακριτή γραμμή μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας, αλήθειας και ψέματος, όπως και στην «Κίτρινη Ταπετσαρία» της Charlotte Perkins Gilman.
Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει και στην πρωταγωνίστρια της Μορένο-Γκαρσία, Νοεμί, η οποία αποτελεί μία φρέσκια πνοή στο είδος της γοτθικής λογοτεχνίας. Η Νοεμί είναι ανεξάρτητη, σφύζει από ζωή και δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τις κοινωνικές συμβάσεις που προσπαθεί να της επιβάλλει η δεκαετία του ’50. Είναι μορφωμένη, δυναμική και πεισματάρα, ξέρει πώς να παίρνει αυτό που θέλει και δεν κάνει πίσω για κανέναν. Ο θυελλώδης και ειλικρινής χαρακτήρας της θα έρθει σε αντίθεση με τους ενοίκους την έπαυλης των Ντόιλ που είναι είτε αλαζονικοί και απειλητικοί είτε υποταγμένοι στη μοίρα τους και δουλοπρεπείς.
Το “Mexican Gothic” αποτελεί μία εντελώς φρέσκια και καλοδεχούμενη προσθήκη στο είδος, περιέχοντας, παράλληλα, τόσο στοιχεία body horror όσο και στοιχεία υπερφυσικού. Το βιβλίο-φαινόμενο της Moreno-Garcia έχει σαρώσει τα βραβεία, μεταφράζεται σε 23 γλώσσες και πρόκειται να μεταφερθεί σε τηλεοπτική σειρά. Τέλος, αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι στην έπαυλη επικρατεί τόση απόκοσμη ησυχία που η πρωταγωνίστρια αισθάνεται ότι μπορεί να ακούσει τις καρδιές όλων να χτυπούν. Διαβάζοντας, πάντως, το συγκεκριμένο βιβλίο, το μοναδικό βροντερό καρδιοχτύπι που μπορούμε να ακούσουμε είναι το δικό μας.
Mexican Gothic, της Silvia Moreno-Garcia
Μετάφραση: Έφη ΤσιρώνηΕκδόσεις Κλειδάριθμοςσελ. 408