Μύθος κι εξουσία: όψεις του σύγχρονου σινεμά στο Φάρο
Κι εφαλτήριο όλης αυτής της περιπλάνησης αποτελεί το θεμελιώδες φιλοσοφικό ζήτημα της εξουσίας. Της αδιόρατης εκείνης δύναμης που διαιρεί τον κόσμο μας σε κοινωνικές τάξεις και κλίμακες. Σε κυρίαρχους και σε κυριαρχημένους. Μέσα σ’ ένα ασπρόμαυρο εικαστικό παραλήρημα σκληρότατων τόνων (από την εξαιρετική φωτογραφία του Jarin Blaschke, συνεργάτη του Eggers και στο “The Witch”), δύο ήρωες, ένας ηλικιωμένος άντρας κι ένας άπειρος νεαρός, καταφθάνουν σ’ έναν ξερόβραχο στη μέση του ωκεανού με μοναδική τους αποστολή να επιμεληθούν τη λειτουργία ενός φάρου. Όμως στο ψηλότερο δωμάτιο του «θείου» φωτός θα έχει πρόσβαση μονάχα ο ηλικιωμένος, κι όλες οι χαμαλοδουλειές κι οι επαχθείς αγγαρείες των κατώτερων υπογείων αφήνονται πάντα στον υποτελή νέο, που εξευτελίζεται με συνεχείς ύβρεις κι ανάλγητους χαρακτηρισμούς. Ταπεινώνεται κι εξανδραποδίζεται διαρκώς κάτω απ’ τις κυκλοθυμικές ορέξεις του αφέντη του. Κι αυτή η διπολική σχέση, με τις πατρικές κι εξουσιαστικές συνδηλώσεις της, μετουσιώνει ολόκληρη την τραγική μυθολογία του δεσμώτη Προμηθέα σε οργανικό υπόστρωμα ενός γνήσιου φιλμικού δράματος. Ο νεαρός εργάτης, που λειτουργεί σαν βιωματικό σύμβολο ανελευθερίας, ζει κι αναπνέει με μοναδική του απαίτηση να βρεθεί έστω και για μια στιγμή στο φως, τη φωτιά των θεών. Είναι ένας φάρος που μπορεί να νοηθεί μόνο ως υψηλό ταρκοφσκικό ιδεώδες και μια απαίτηση που αντηχεί ως αιώνια αξίωση ισοπολιτείας.
Η ατόφια θρησκευτικότητα στην εικόνα του Eggers δεν λειτουργεί ποτέ μοιρολατρικά. Δεν σχηματοποιεί κανένα δόγμα και καμιά απόλυτη αλήθεια, γι’ αυτό και δεν αποτελεί θρησκεία. Είναι πολύ περισσότερο η ιδεολογία ενός καφκικού λαβυρίνθου όπου ο άνθρωπος όσο κι αν προσπαθεί δεν φτάνει ποτέ στις τελικές απαντήσεις. Η ακόρεστη επιθυμία του για λύση αφήνεται συνεχώς σε παραλυτικό αδιέξοδο· στο ανέφικτο του Εγώ. Κι αυτός ο αδιάκοπος αγώνας για αλήθεια και βελτίωση της θέσης μας, η ακόρεστη δίψα για το φως, μπορεί προφανώς να διαβαστεί κάτω από πολλές σχολές σκέψεις και πρίσματα. Είναι ο ιστορικός αγώνας της τάξης των προλετάριων, της πιο ιερής μαρξιστικής μάζας για ισότητα και δικαιοσύνη. Η λακανική μελαγχολία για το απολεσθέν αντικείμενο α που πασχίζουμε να επαναπροσεγγίσουμε. Το φως το φάρου σαν μόρφωμα του ασυνειδήτου!
Κι ακόμα πιο εντυπωσιακός από την αφηγηματική δύναμη της ταινίας είναι ο τρόπος που χρησιμοποιεί τη μιζανσέν του ο Eggers. Ο σκηνικός χώρος, ο ίδιος ο φάρος με τα πατώματά του κι η άγρια περικυκλωμένη φύση του βράχου μεταμορφώνονται σε εργαλείο ψυχαναλυτικής και κοινωνικοπολιτικής ανάλυσης. Οι κλειστοί χώροι στο παραδοσιακό, μυθοπλαστικό σινεμά έχουν μια πολυεπίπεδη λειτουργικότητα. Πέρα απ' το ότι χρησιμοποιούνται αφηγηματικά ως περιεκτικοί τόποι σκηνικής δράσης, συμβάλλοντας έτσι στην απομόνωση των χαρακτήρων και στην ευκολότερη ψυχογραφική τους ανάλυση, συνιστούν ταυτόχρονα και μια γλωσσολογική υπερδομή χωρίς την οποία είναι αδιανόητη η κατανόηση της ταινίας. Οι ήρωες δηλαδή, χωρίς τη σημειολογία που παρέχει ο κλειστός χώρος, στερούνται οποιασδήποτε γλώσσας. «Η τάξη των συμβόλων δεν μπορεί πλέον αν συλλαμβάνεται ως κάτι που συγκροτείται από τον άνθρωπο, αλλά ως κάτι που τον συγκροτεί» γράφει ο Λακάν. Διαφορετικά θα λέγαμε ότι σε πολλές περιπτώσεις ένας κλειστός χώρος στον κινηματογράφο, μεταμορφώνεται σε πεδίο προβολής της φροϋδικής τοπικής θεωρίας. Τρία δωμάτια που γίνονται μια αντανάκλαση του «Αυτό», του «Εγώ» και του «Υπερεγώ» των χαρακτήρων.
Αρχετυπικό παράδειγμα αυτού βέβαια αποτελεί το τριόροφο ξενοδοχείο του Norman Bates στο “Psycho” (Slavoj Zizek). Ή το δωμάτιο όπου συναντιούνται ο Paul και η Jeanne στο “Last Tango in Paris”. Χαρακτηριστική άλλωστε ήταν η απαίτηση του Marlon Brando να μην αναφέρονται ποτέ τα ονόματά τους μέσα στο χώρο, αδρανοποιώντας έτσι τις ηθικές επιταγές του Υπερεγώ μαζί με όσα μας κληροδότησαν οι γονείς μας (όπως τα ονόματά μας). Αλλά βέβαια και το “Knife in the Water” του Polanski ήτο “Shutter Island” του Scorsese. Και πάνω απ' όλα, είναι ο απομονωμένος σκηνικός χώρος που φωταγωγεί τους ήρωες στη σχετικότερη και συνταρακτικότερη αντιπαραβολή του “The Lighthouse” το “Shining” και το δωμάτιο 237 του Stanley Kubrick. Η μελέτη μπορεί να πάρει ολόκληρες σελίδες. Μόνο υπ' αυτό το πρίσμα ανάλυσης όμως, γίνεται αντιληπτό πως η μαρτυρικών διαστάσεων τραγωδία που συνθέτει ο Robert Eggers έχει όλα τα φόντα ενός κλασικότατου αριστουργήματος. Ο ψυχρός και φριχτός βράχος του φάρου γίνεται το καταλληλότερο θέατρο ψυχολογικής πάλης των δύο απόλυτα ντοστογιεφσκικών χαρακτήρων. Τα συναισθήματα ταλαντώνονται συνεχώς από την αγάπη στο μίσος κι από την αρραγή συντροφικότητα στον τοξικό φθόνο. Οι δύο ήρωες, δεμένοι με τον σκηνικό χώρο, διαγκωνίζονται διαρκώς για μια θέση στο «φως» και ξεδιπλώνουν πάνω απ' αυτήν τους την αξίωση όλες τις ενορμήσεις και τα θέλω του υποσυνειδήτου τους. Κι είναι η κλασσική μαρξιστική ανάλυση του δράματος και οι ταξικές αντιθέσεις που θα οδηγήσουν τον εξουσιάζοντα και τον εξουσιαζόμενο στην έκρηξη του εγκλήματος και του θανάτου!
Αυτή η πεισιθάνατη πραγματεία του Eggers που μόνο ένας όρος σαν τη «δαγκεροτυπία του τρόμου» του Peter Bradshaw απ' την Guardian μπορεί να περιγράψει είναι το ιδεολογικό φαντασιακό του σύγχρονου κόσμου: ο αγώνας για το φως! Μια ανίχνευση του απείρου μέσα από την εικαστική τελειότητα ενός μεγάλου δημιουργού. Ένα φιλμ που μόνο βαθύτατη πνευματική αφύπνιση μπορεί να προκαλέσει.
Ελπίζω να έχετε μια αξέχαστη προβολή.
The Lighthouse, του Robert Eggers
Είδος: Δράμα
Διάρκεια: 109’