Music without condom
Αφήστε που εγώ δε καταλάβαινα τον λόγο που κάποιος έχει ένα βαν, και το ονομάζει πορτοκαλί από τη στιγμή που είναι μαύρο. Αφήστε που εγώ είμαι της πιο alternative rock μουσικής σκηνής και κάτι ντουπ ντουπ μονότονα δε τα μπορώ. Αφήστε το ένα, αφήστε το άλλο, άκουγα αυτό το ποίημα καθ' όλη τη διάρκεια των ημερών που βρισκόμουν στα Ιωάννινα και δεν έλεγε να σταματήσει. Για να μη τα πολυλογώ, με «έντυσαν» στα μαύρα, με έγδυσαν δηλαδή… και με έσυραν τελικά σε αυτό το «μουσική χωρίς προφυλάξεις» πάρτι.
Ήταν Παρασκευή γύρω στις 12. Αυτό που θυμάμαι με σιγουριά, ήταν πως έκανε κρύο, γεγονός που αποτελούσε τον καλύτερο λόγο, ώστε να μη βγάλω το υπέροχο χοντρό πανωφόρι που κάλυπτε την, για την περίσταση, σέξι εμφάνιση μου. Αρκετός κόσμος περίμενε έξω από το καράβι. «Αρκετά φυσιολογικά ντυμένος», ήταν η πρώτη μου ανακουφιστική σκέψη. Δυστυχώς αναιρέθηκε αμέσως μόλις πέρασε από δίπλα μου μία παρέα τριών κοριτσιών συζητώντας συνωμοτικά για το τι θα γίνει σε λίγο και τι φοράνε μέσα από τα παλτά τους. Οι μόνες λέξεις που κατάφερα να συγκρατήσω είναι οι εξής … «μαύρο, μαϊμού, ολέ;;, minor, σουτιέν», οι οποίες, χωρίς να το γνωρίζω εκείνη τη στιγμή, θα αποκτούσαν νόημα τις επόμενες ώρες. «Παναγιά μου», σκέφτηκα… «Δε πιστεύω να έχουν και τίποτα μαϊμούδες;»
Η επιβίβαση μας στο καράβι ξεκίνησε και σύντομα βρισκόμασταν στο κέντρο της λίμνης. Το τοπίο ήταν μαγικό, τα Γιάννενα όπως πάντα πανέμορφα και αυτή η ηρεμία της λίμνης μου έδωσε ερεθίσματα για το επόμενο άρθρο μου. Δεν είχα προλάβει να ολοκληρώσω μία άρτια σκέψη, όταν έκλεισαν τα φώτα και θυμήθηκα που βρισκόμουν. Πάει, βουλιάξαμε σκέφτηκα, ενώ οι υπόλοιποι ούρλιαζαν από χαρά. Πίσω όμως από τις φωνές του κόσμου ακουγόταν και κάτι ακόμα, ένα τραγούδι, ένα τραγούδι παιδικό. Δεν άντεξα, χώθηκα μπροστά, για να καταλάβω από που προερχόταν αυτός ο ήχος.
Ένα μικρό κόκκινο μαϊμουδάκι γυρνούσε γύρω γύρω τραγουδώντας, όταν ξαφνικά … ντουπ ντουπ ντουπ ντουπ και όλο το καράβι άρχισε να τρίζει. Ο κόσμος χόρευε γύρω μου και εγώ έπιασα τον εαυτό μου να κοιτά ένα μικροσκοπικό άνθρωπο με ρόμπα γιατρού και γυαλιά να προκαλεί όλον αυτόν τον πανικό πίσω από μία κονσόλα. Αυτός μάλλον θα είναι η μαϊμού. Πραγματικά έμοιαζε! Γέλασα από μέσα μου. Έτρεξα στην ασφάλεια της θέσης μου και άρχισα να παρατηρώ τις κινήσεις του κόσμου. Όλοι ήταν ευδιάθετοι και χόρευαν με τις παρέες τους πίνοντας το ποτό τους. Πλησίασα στο μπαρ να πάρω το ποτό μου. Βότκα με πολύ ρέντμπουλ. Κάθισα σε μία άλλη γωνία πιο πίσω, ώστε να έχω μία γενική εικόνα του τι γίνεται. Ντουπ ντουπ ντουπ και χορός και ντουπ ντουπ.
Είχε περάσει περίπου μία ώρα, όταν παρατήρησα πως οι παρέες είχαν σχεδόν διαλυθεί και πλέον ο ένας μιλούσε με τον άλλον χωρίς απαραίτητα να γνωρίζονται. Δε το είχα ξαναδεί αυτό παρά μόνο σε κάτι πάρτι του εξωτερικού. Δεν υπήρχαν «κλίκες» παρά μόνο χορός και γέλια. Ζήλεψα. Πήρα ένα ακόμα ποτό από τις κοπέλες στο μπαρ και προχώρησα διστακτικά μες στο πλήθος. Τώρα είχε βγει ένας άλλος Dj . Είδα ένα παιδί με μωβ μαλλί, αρκετά περίεργο, ώστε να μου τραβήξει την προσοχή και να του μιλήσω. Τον ρώτησα τα ονόματα των djs . «Minor frequencies», λεγόταν το παιδί που έπαιζε τώρα και ο προηγούμενος «Vine».
Συνέχισα να κόβω βόλτες μέσα στο καράβι. Η παρέα μου δε φαινόταν πουθενά. Τριγυρνούσα με το μισοτελειωμένο ποτό μου ανάμεσα στο πλήθος, όταν ένιωσα να με τραβάει κάποιος από το χέρι. Ήταν μία από τις κοπέλες που είχα ακούσει να μιλάνε έξω από το πλοίο. Δίστασα. Με ρώτησαν γιατί δε χορεύω και αν είμαι μόνη μου. Αρχίσαμε να μιλάμε και να γνωριζόμαστε καλύτερα. Έπιασα τον εαυτό μου να χορεύει χαλαρά. Στη συνέχεια γνωρίσαμε και μία ακόμη παρέα που ήταν δίπλα μας. Φοιτητές και αυτοί. Χορεύαμε όλοι μαζί. Αυτός ο Minor frequencies έδινε ρέστα. Κοίταξα γύρω μου για μια στιγμή. Η παρέα μου ήταν δίπλα μου και χόρευε με τους καινούργιους μου φίλους. Κοιταχτήκαμε και γελάσαμε. Είχα χαλαρώσει αρκετά και ο κόσμος γύρω μου μόνο περίεργος δεν αποδείχθηκε. Τα ρούχα λιγόστευαν από πάνω μου και ένα κλίμα ελευθερίας με διακατείχε. Ήταν πανέμορφα.
4:30 το πρωί. «AleOle». Ο τυπάς με το μωβ μαλλί βρέθηκε πίσω από την κονσόλα. Γέλασα. Πάλι καλά που δεν του ‘πα καμιά βλακεία του παιδιού, σκέφτηκα πάνω στην έξαψη. Το πλοίο άρχισε να τρίζει πιο πολύ από ποτέ. Ο κόσμος χοροπηδούσε, είχε γίνει ένα. Είχα γίνει και εγώ ένα μαζί του. Μπάσο μπάσο και μπάσο. Έπιασα τον εαυτό μου να λέει σε μια τύπισσα δίπλα μου, πως αν είναι ποτέ να βουλιάξουμε, ας γίνει τώρα. Με έπιασε από το σβέρκο κ αρχίσαμε να χορεύουμε παρέα. Ένιωθα απελευθερωμένη και έτσι ένιωθε και ο κόσμος γύρω μου. Οι περισσότερες κοπέλες ήταν με τα εσώρουχα, γεγονός που δε φαινόταν σε κανέναν περίεργο. Οι άντρες ήταν πιο φιλικοί και ευδιάθετοι από ποτέ…
Η ώρα είχε πάει 6, τα φώτα άναψαν και ο κόσμος ετοιμαζόταν για την αποβίβαση. Το καράβι έκανε την τελευταία του βόλτα γύρω από το νησάκι και εγώ δε πήρα τα μάτια μου από το παράθυρο. Μία από τις κοπέλες που γνώρισα ήρθε και με τράβηξε μπροστά. Πίσω από την κονσόλα βρισκόντουσαν έξι άντρες με ίδια μπλουζάκια, οι οποίοι, χορεύοντας, ευχαριστούσαν τον κόσμο. Έβγαλα την φωτογραφική μου και το αποθανάτισα. Κοιτάζοντας μία αυτούς, μία τη φωτογραφία που μόλις είχα τραβήξει σκέφτηκα πως αυτό θα το θυμάμαι…